Σχεδόν 3.000 έργα υποδομής, περισσότερες από 1.600 παρεμβάσεις για τη μείωση της γραφειοκρατίας και πλήθος κοινωνικών υπηρεσιών παρασχέθηκαν, μέσω της Νέας Γενιάς Προγραμμάτων Κοινωφελούς Εργασίας, για τη βελτίωση της καθημερινότητας δεκάδων χιλιάδων πολιτών. Την περίοδο 2016-2017, 43.000 άτομα βγήκαν από την ανεργία, επέστρεψαν στη δουλειά, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στους 325 Δήμους της χώρας.
Τα παραπάνω στοιχεία αποτυπώνονται στην αναφορά της ομάδας εργασίας της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO), που παρακολουθεί την πορεία της Κοινωφελούς στην χώρα, στην οποία καταγράφονται οι άμεσες ωφέλειες τόσο για τους εργαζόμενους, όσο και για τις τοπικές κοινωνίες.
Τα νέα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας για την περίοδο 2016 -2017, που σχεδιάστηκαν από την Αν. Υπουργό Εργασίας, Ράνια Αντωνοπούλου, συνδυάζουν τη μισθωτή εργασία με την προσφορά έργων και υπηρεσιών στην τοπική κοινωνία. Απευθύνονται στους μακροχρόνια άνεργους, σε νοικοκυριά χωρίς κανένα εργαζόμενο, στους ανέργους μεγάλης ηλικίας που βρίσκονται πλησίον της σύνταξης και σε ανέργους χαμηλού εισοδήματος και με χαμηλά προσόντα.
Το Υπουργείο Εργασίας υλοποίει, σε συνεργασία με τους Δήμους, προγράμματα συνολικού ύψους 342 εκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου να υποστηρίξουν με προσωρινή εργασία τους άνεργους που αποδεδειγμένα δεν βρίσκουν εύκολα δουλειά στον ιδιωτικό τομέα.
Σύμφωνα με την αναφορά της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, ιδιαίτερη κοινωνική σημασία έχει η κοινωφελής τόσο για τους εργαζόμενους, όσο και για χιλιάδες δημότες που γίνονται αποδέκτες των παρεχόμενων έργων και υπηρεσιών.
Σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους, τεκμήριο της κοινωνικής βαρύτητας της κοινωφελούς αποτελούν, μεταξύ άλλων οι λόγοι συμμετοχής τους στο πρόγραμμα. Όπως καταγράφουν τα αποτελέσματα της έρευνας, η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων χρειάζεται την κοινωφελή εργασία για την κάλυψη άμεσων αναγκών διαβίωσης και για τη συμπλήρωση ενσήμων.
Σε ό,τι αφορά τους δημότες των 17 δήμων, αξίζει να επισημανθεί ότι παρασχέθηκαν υπηρεσίες σε:
- 10.058 άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες
- 3.074 άτομα τρίτης ηλικίας
- 2.523 παιδιά και νήπια
- 446 άτομα που ανήκουν σε μειονότητες
- 239 Α.μεΑ.