F.W. Steinmeier:

«Τούτη η εποχή του εμφυλίου σπαραγμού

Δεν είναι εποχή για ποίηση
κι’ άλλα παρόμοια:
σαν πάει κάτι να γραφεί
είναι ωσάν να γραφόταν
από την άλλη μεριά αγγελτηρίων θανάτου
γι’ αυτό και τα ποιήματά μου
είναι τόσο πικραμένα
(και πότε άλλωστε δεν είσαν;)
κι’ είναι- προ πάντων –
και τόσο λίγα»

Αγαπητέ Νίκο Κοτζιά,
Αξιότιμοι διοργανωτές αυτής της έκθεσης,
Αγαπητοί καλεσμένοι,

Η μνήμη μπορεί να πονά. Αυτό το ξέρουμε εμείς οι Γερμανοί. Και είναι και κάτι που νιώθεις και στην Ελλάδα, ειδικά εδώ στη Θεσσαλονίκη.

Ξεκίνησα με ένα ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου γραμμένο το 1948.

Μας κάνει να νιώσουμε πόσο δύσκολο είναι να βρεις τα λόγια για αυτό που πέρασε και να ανοίξεις δρόμους για τη μνήμη.

Σήμερα εγκαινιάζουμε μια έκθεση με τίτλο: «Διαιρεμένες μνήμες». Αυτή η έκθεση προσπαθεί να κάνει αυτό με το οποίο παλεύει ο ποιητής μας: αποκαλύπτει το παρελθόν – ειδικά εκεί όπου δεν έχουμε καμία μνήμη ή μόνο μια μνήμη θολή ή ακόμη και αντιφατικές μνήμες.

Εκεί όπου βρίσκονται τα τυφλά σημεία μας, εκεί φωτίζει το παρελθόν.
Η έκθεση παρουσιάζει τη «σκοτεινή δεκαετία» της ελληνικής ιστορίας το 1940-1950, δείχνει ποιες ιστορικές εικόνες επικαλύπτονται και ενίοτε ανταγωνίζονται και μεταξύ τους.

Για εμάς τους Γερμανούς υπάρχει αμετακίνητη μια μνήμη στο επίκεντρο του βλέμματός μας και αυτή είναι τα χρόνια της κατοχής στην Ελλάδα από τη γερμανική Βέρμαχτ. Εμείς οι Γερμανοί γνωρίζουμε την πολιτική και ηθική ευθύνη μας για τις φρικαλεότητες στην Ελλάδα. Τα ίχνη που άφησαν είναι βαθιά.

Και αυτά τα ίχνη μπορούμε να τα βρούμε ξανά εδώ σε αυτό το μουσείο. Ειδικά εδώ σε αυτόν το χώρο, βλέπετε μια σειρά από φωτογραφίες, ασπρόμαυρες, σε πλαίσιο από μαύρο χαρτόνι. Στις φωτογραφίες βλέπουμε παιδιά και όσο πιο προσεκτικά κοιτάξουμε, τόσο πιο δύσκολο μας είναι. Βλέπουμε παιδιά που από αδυναμία δεν μπορούν να σταθούν στα πόδια τους, που πεθαίνουν από την πείνα. Οι φωτογραφίες είναι από τον μεγάλο λιμό στην Ελλάδα στα χρόνια της κατοχής, ειδικά το 1941 / 1942.

Αυτές οι φωτογραφίες δίνουν στον τρόμο της πείνας ένα πρόσωπο, φωτίζουν την ομίχλη της ανωνυμίας.

Κι αυτό είναι εφικτό μόνο γιατί τότε κάποιοι θαρραλέοι Έλληνες, πρώτη ανάμεσά τους η Βούλα Παπαϊωάννου, παρά την αυστηρή απαγόρευση των Γερμανών κατακτητών και παρά την έλλειψη υλικών – γιατί το τοπικό εργοστάσιο της Kodak είχε καταστραφεί – τεκμηρίωσαν τη θηριωδία με την φωτογραφική τους μηχανή. Και όχι μόνο αυτό: η Βούλα Παπαϊωάννου κατάφερε και έβγαλε τις φωτογραφίες από τη χώρα για να απευθύνει ένα μήνυμα συναγερμού σε όλον τον κόσμο. Μετά τον πόλεμο συγκέντρωσε τις φωτογραφίες της σε ένα άλμπουμ από μαύρο χαρτόνι, το οποίο ονόμασε Μαύρο Λεύκωμα και βλέπετε εδώ σήμερα.

Να δίνεις ένα πρόσωπο στη μνήμη. Αυτό ισχύει και για ένα ακόμη κεφάλαιο της ιστορίας που το μέγεθός της σε αριθμούς είναι σχεδόν ασύλληπτο:

96%

50.000

Αυτοί είναι δυο ψυχροί αριθμοί που κουβαλούν μέσα τους το μίσος και το μένος με τα οποία το ναζιστικό καθεστώς έδρασε εδώ στη Θεσσαλονίκη.

Το 96% του εβραϊκού πληθυσμού της Θεσσαλονίκης εκτοπίστηκε στο Άουσβιτς. 50.000 άνθρωποι. 50.000 άτομα με ιστορίες, με όνειρα, με φόβους. Και σε αυτούς τους ανθρώπους, αυτή η έκθεση θέλει να τους δώσει ξανά τα πρόσωπά τους. Εδώ βρίσκουμε τις μνήμες αυτών των ανθρώπων και βλέπουμε πού και πώς ήταν η εβραϊκή ζωή εδώ στη Θεσσαλονίκη.

Επιτρέψτε μου να αναφέρω άλλο ένα τελευταίο νούμερο: 1200. Αυτό είναι το νούμερο των μελών της εβραϊκής κοινότητας σήμερα. Χαίρομαι πολύ που μετά από τα εγκαίνια αυτής της έκθεσης μπορώ να επισκεφτώ τη Συναγωγή της Θεσσαλονίκης και να γίνω μάρτυρας του γεγονότος ότι σε αυτή την πόλη υπάρχει ξανά μια πολύπλευρη εβραϊκή ζωή.

Κυρίες και κύριοι,

Μπορεί να με ρωτήσετε: Τι σχέση έχουν όλες αυτές οι μνήμες με το σήμερα; Γιατί βλέπετε εδώ δυο Υπουργούς Εξωτερικών, τον Έλληνα και τον Γερμανό, στα εγκαίνια μιας ιστορικής έκθεσης;

Δεν έχετε να κάνετε κάτι πιο επείγον, κάτι πιο επίκαιρο;

Ναι, φυσικά υπάρχουν πιο επείγοντα πράγματα, κυρίως για την Ευρωπαϊκή μας Ένωση. Η Ευρώπη απειλείται. Από αυξανόμενες φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της και στο εξωτερικό της, από συγκρούσεις στις γειτονικές της χώρες. Και όπως συμβαίνει με ένα μεγεθυντικό φακό, αυτές οι απειλές συγκεντρώνονται εδώ στη χώρα σας. Είτε πρόκειται για τη χρηματοπιστωτική κρίση, την προσφυγική κρίση, τις δύσκολες σχέσεις με την Τουρκία – δεν υπάρχει καμιά ευρωπαϊκή κρίση των τελευταίων χρόνων που να μην έπληξε άμεσα την Ελλάδα. Στη δική μου χώρα, έτσι μου φαίνεται μερικές φορές, δεν το έχουν καταλάβει όλοι αυτό. Ακόμη πιο σημαντικό όμως: όλα αυτά τα χρόνια οι πολίτες της Ελλάδας υποστήριζαν πάντα την Ευρώπη. Πολύ επιπόλαιες ήταν οι αναφορές – και στη δική μου χώρα – τα τελευταία χρόνια για την έξοδο της Ελλάδας από το κοινό νόμισμα ή από τη Ζώνη του Σένγκεν. Αντιθέτως, εγώ θα ευχόμουν να υποστήριζαν και άλλοι Ευρωπαίοι εταίροι τόσο ακλόνητα το Ευρωπαϊκό εγχείρημα όπως εσείς εδώ στην Ελλάδα!

Ζούμε σε καιρούς κρίσης. Και στους καιρούς της κρίσης έρχονται στην επιφάνεια υπαρξιακά ερωτήματα, που σε εποχές ηρεμίας υπάρχουν σε μια λανθάνουσα κατάσταση: ζητήματα ταυτότητας, ανησυχίες, φόβοι – και επίσης: οι μεγάλες σκιές του παρελθόντος.

Πόσο μεγάλες είναι αυτές οι σκιές, και στις ελληνογερμανικές σχέσεις, αυτό είναι κάτι που δεν έμεινε κρυφό από κανέναν τα τελευταία χρόνια.

Θυμίζω τις αντιπαραθέσεις στη χρηματοπιστωτική κρίση, όταν γερμανικές εφημερίδες αποκαλούσαν τους Έλληνες «τεμπέληδες» ή όταν ελληνικές εφημερίδες τοποθετούσαν Γερμανούς πολιτικούς δίπλα στους ναζιστές.

Υπάρχει πολλή εκρηκτική ύλη στο παρελθόν και μόνο μια συνειδητή και σοβαρή ενασχόληση με το παρελθόν μπορεί να την αφοπλίσει. Ναι, αυτό συνεπάγεται πολύ κόπο. Χαίρομαι και είμαι ευγνώμων που οι διοργανωτές αυτής της έκθεσης έκαναν αυτόν τον κόπο: Έλληνες και Γερμανοί σχεδίασαν και υλοποίησαν από κοινού αυτή την έκθεση.

Κυρία Σκάρπια Χόιπελ, κύριε Σαλτιέλ, κύριε Πάνες: Πιστεύω ότι με αυτό το έργο μνήμης προσφέρετε μια μεγάλη υπηρεσία στις σχέσεις μας. Γιατί είμαι βέβαιος ότι οι Έλληνες και οι Γερμανοί συναντούνται με διαφορετικό τρόπο όταν το κάνουν έχοντας συνείδηση της κοινής ιστορίας τους. Όταν αναπτύσσουν έναν αισθητήριο μηχανισμό για τα τραυματικά και τα τυφλά σημεία του παρελθόντος. Και αντίστροφα, θα ανακαλύψουν και θετικούς δεσμούς, οι οποίοι συχνά δεν είναι ορατοί: για παράδειγμα τους αιώνες της νοσταλγίας πολλών Γερμανών για τον αρχαίο πολιτισμό της χώρας σας – και για τον ήλιο της.

Ή ακόμη σκέφτομαι τους αναρίθμητους δεσμούς που συνέδεαν την Ελλάδα με τη Γερμανία, στα δύσκολα χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας, ειδικά εδώ, στο Βορρά της χώρας.

Ένα παράδειγμα βρίσκεται εδώ στην πρώτη σειρά: Ο φίλος μου Νίκος Κοτζιάς σπούδασε και έζησε για καιρό στη Γερμανία, στο Γκίσεν, όπου ήταν και στο Πανεπιστήμιο. Νίκο, ένας πολιτικός επιστήμων με ρώτησε πρόσφατα: Μήπως συνεργαζόμαστε καλύτερα μεταξύ μας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής γιατί κοινωνικοποιηθήκαμε στα ίδια φοιτητικά στέκια του Γκίσεν; Ίσως, αυτό να μπορούσε να είναι μια εξήγηση. Αλλά πιθανότατα δεν αρκεί…

Κυρίες και κύριοι,

Η Ευρώπη είναι πλούσια σε ιστορία, αλλά είναι το ίδιο πλούσια και σε μέλλον! Σε αυτές τις εποχές της κρίσης, που τα κύματα φουσκώνουν, εύχομαι για την Ευρώπη πολύ περισσότερα για το κοινό έργο της μνήμης, έτσι όπως το κάνει αυτή εδώ η έκθεση. Γιατί μια Ευρώπη, στην οποία η συνειδητή ενασχόληση με τη μνήμη ανήκει στην πολιτική κουλτούρα της, είναι καλύτερα οπλισμένη για τις καταιγίδες της εποχής μας.

Η χώρα μου, η Γερμανία, πάλεψε πολύ μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για να συνειδητοποιήσει την ιστορία της και την ενοχή της.

Και ακόμη και τώρα πολλά κεφάλαια παραμένουν στο σκοτάδι – αυτή η έκθεση ωστόσο ρίχνει κι άλλο φως στην ιστορία.

Και αυτό είναι καλό. Γιατί όταν είμαστε διατεθειμένοι να αναλάβουμε ευθύνη για την ιστορία μας, μεγαλώνει και η δύναμή μας να πάρουμε το μέλλον μας στα χέρια μας – να αντιληφθούμε τον εαυτό μας όχι ως αντικείμενο της ιστορίας αλλά ως ενεργό υποκείμενο.

Στην Ελλάδα βλέπω ένα τέτοιο ενεργό υποκείμενο, έναν εταίρο που είναι διατεθειμένος να αναλάβει ευθύνη. Ένα πολύ συγκεκριμένο και επίκαιρο παράδειγμα είναι η επίλυση του Κυπριακού ζητήματος. Θα συζητήσουμε αύριο για αυτό στην Αθήνα, αγαπητέ Νίκο. Εκεί φαίνεται ότι υπάρχει μια ευκαιρία για μια ιστορική πρόοδο. Η Ελλάδα διαδραματίζει έναν αποφασιστικό ρόλο σε αυτό – με την επίγνωση της ιστορίας, αλλά και με το βλέμμα σταθερά στραμμένο στο μέλλον. Η Ελλάδα – αυτό θέλω να το πω καθαρά – αποτελεί για τη Γερμανία έναν απαραίτητο και αδιαμφισβήτητο εταίρο μέσα στην Ευρώπη και για την Ευρώπη!

Κυρίες και κύριοι,

Ξεκίνησα την ομιλία μου με την οδύνη της μνήμης. Θέλω να την τελειώσω με την ελπίδα. Στο ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου αισθανθήκαμε πόσο δύσκολος πρέπει να του ήταν κάθε στίχος… Σήμερα του είμαστε ευγνώμονες που τους έγραψε! Εκείνος, με το ποίημά του, και όλοι οι άλλοι, που τα έργα τέχνης τους και τα ίχνη της μνήμης τους είναι συγκεντρωμένα σε αυτή την έκθεση, έκαναν ένα δώρο σε εμάς τους επιγόνους τους. Μας δίνουν την ευκαιρία να συναναστρεφόμαστε ο ένας τον άλλον πιο συνειδητά, με μεγαλύτερη ευαισθησία, με περισσότερο χώρο για διαφοροποιήσεις και κυρίως με ένα καθαρό βλέμμα για αυτά που μας ενώνουν. Θα χαιρόμουν πολύ αν αυτή η έκθεση, που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο μιας τόσο θαυμάσιας συνεργασίας ανάμεσα σε Έλληνες και Γερμανούς, αποτελούσε για όλους μας μια ώθηση σε αυτή την κατεύθυνση.

Σας ευχαριστώ πολύ!

 

Ν. Κοτζιάς:

Μια έκθεση για σκοτεινές στιγμές της ιστορίας μπορεί να αποτελέσει μια φωτεινή ελπίδα για το μέλλον.

Η έκθεση αφορά σκοτεινά ζητήματα, αλλά το γεγονός αυτής της έκθεσης είναι φωτεινό. Η παρουσία του φίλου μου, Υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας και νεότερου μου συμφοιτητή, είναι δείγμα για το πως μπορούν οι ελληνογερμανικές σχέσεις να αναπτύσσονται δημιουργικά με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.

Θέλω να ευχαριστήσω όλους αυτούς που συνέβαλλαν στην πραγματοποίηση αυτής της έκθεσης, η οποία αφορά αυτή την ιστορική κοινότητα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και τα εγκλήματα που έγιναν σε βάρος τους. Αυτή την κοινότητα, που ήταν κομμάτι μιας πλουραλιστικής πόλης, πλούσιας σε πολιτισμό, σε εμπόριο, σε μόρφωση, σε γνώση, σε τέχνες, μιας πόλης που οδεύει μέσα στους αιώνες.

Συνηθίζω να λέω ότι η ιστορία δεν είναι φυλακή, δεν πρέπει να αφήνουμε να γίνει φυλακή. Η ιστορία πρέπει να είναι σχολείο. Από την ιστορία πρέπει να μαθαίνουμε πως θα προχωρήσουμε στο μέλλον και όχι να αποτελεί εμπόδιο για να σκεφτούμε πέρα από το σήμερα.

Ιστορία σημαίνει σεβασμό σε αυτό που έγινε και όχι ασέβεια στα γεγονότα. Ιστορία σημαίνει να μελετούμε τους παράγοντες που τη διαμόρφωσαν και όχι να ζούμε με μυθοπλασίες, εθνικισμούς και σωβινισμούς.

Η Θεσσαλονίκη υπήρξε πάντα όχι μόνο μια πόλη πολυπολιτισμική, αλλά μια πόλη φωτεινή, που κράτησε και υπερασπίστηκε τις μνήμες της αναφορικά με το ολοκαύτωμα. Σε αυτή την πόλη έζησαν και ζουν άνθρωποι που γνώρισαν και τη Γερμανία από κοντά.

Και όταν εμείς οι Έλληνες μιλάμε για τη Γερμανία, πρέπει με υπερηφάνεια αλλά και σεβασμό να θυμόμαστε ότι οι μεγάλοι ιδρυτές αυτού του λογοτεχνικού κράτους, οι μεγάλοι ποιητές της Γερμανίας, όπως ο Σούλερ και ο Γκαίτε, θεμελίωσαν τον γερμανικό διαφωτισμό, που τόσο καλά διατύπωσε ο Καντ μέσα από ένα φιλελληνισμό, μέσα από την αναζήτηση της γερμανικής απελευθέρωσης δια του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.

Δεν υπάρχει, εξ όσων γνωρίζω, άλλο έθνος και κράτος που να θεμελίωσε τη σύγχρονη πραγματικότητά του με περισσότερο φιλελληνικό πνεύμα από ότι η Γερμανία.

Και αυτή είναι η μεγάλη αντίφαση. Αυτό το μεγάλο έθνος των μεγάλων πνευμάτων, της μουσικής, της φιλοσοφίας, της πολιτικής οικονομίας, αυτό το έθνος που θεμελιώθηκε πάνω σε ένα φιλελληνικό μίγμα και που ξαναγέννησε το ελληνικό πνεύμα καθιστώντας το πλούτο για όλη την Ευρώπη, έφτασε και σε σκοτεινές μέρες. Αυτές είναι οι αντιφάσεις.

Αλλά αν δούμε μόνο τη σκοτεινή πλευρά, θα χάσουμε το βάθος που συνδέει την Ελλάδα με τη Γερμανία, που συνδέει το ελληνικό πνεύμα, τον ελληνικό διαφωτισμό με το γερμανικό πνεύμα και τον γερμανικό διαφωτισμό.

Εμείς οι Έλληνες έχουμε μια καλή συνήθεια: συγχωρούμε, κατανοούμε, αντιλαμβανόμαστε πως στην ιστορία μπορούν να συμβούν και σκοτεινές στιγμές. Αλλά δεν ξεχνάμε. Και δεν ξεχνάμε όχι μόνο τις σκοτεινές στιγμές, αλλά κύρια τις φωτεινές. Νομίζω ότι στην ιστορία που έρχεται, μπορεί να θυμούνται την ομιλία του Υπουργού Εξωτερικών Steinmeier στη Θεσσαλονίκη, για τον τρόπο που τοποθετήθηκε και αντιμετώπισε αυτές τις μνήμες.

Είναι μια ομιλία ενάντια στον εθνικισμό και ενάντια στον “αλυτρωτισμό”, μια ομιλία που μας οδηγεί σε αυτό που θα κάνουμε στην Αθήνα, δηλαδή στην υπογραφή ενός κοινού πλάνου δράσης, φιλίας ανάμεσα στις δυο χώρες.

Η ιστορία και η αντιμετώπισή της από εμάς φέρει ευθύνη. Όπως φέρει ευθύνη και η τέχνη και αυτή η έκθεση εδώ συνδέει την τέχνη και την ιστορία με την ευθύνη.

Και η τέχνη λέει το ανείπωτο, αυτό που δεν μπορεί η ψυχή μας να το εκφράσει με άλλο τρόπο. Πως μπορώ να εκφράσω τη σκοτεινή εικόνα που μας γεννάει αυτή η φωτογραφία; Πώς να την περιγράψω; Και πώς να μιλήσω για το φως που έχει αυτή η έκθεση μέσα στο σκοτάδι αυτών των φωτογραφιών;

Η τέχνη μας λέει το ανείπωτο. Μας μιλάει για το θάνατο, μας μιλάει όμως και για τη ζωή. Μας μιλάει γι’ αυτό που μας καταπιέζει και μας στενοχωρεί, μας μιλάει όμως και για την ελπίδα. Η τέχνη είναι ο άνθρωπος. Είναι ο άνθρωπος που παρακολουθεί εκείνο που βρίσκεται έξω από αυτόν, τη φύση, που βρίσκεται και ο ίδιος σε ένα αυτοστοχασμό.

Η τέχνη είναι λύπη, αλλά και χαρά. Είναι κλάμα, είναι όμως και χαμόγελο. Και νομίζω ότι όταν κοιτάξει κανείς αυτές τις φωτογραφίες, θα νιώθει πίκρα και κλάμα. Ακούγοντας όμως την ομιλία του Υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας και βγαίνοντας μετά από όλα όσα θα έχει δει και θα έχει ακούσει, θα έχει ένα χαμόγελο γιατί ακόμα και στις πιο σκληρές στιγμές της ιστορίας της ανθρωπότητας, υπάρχει μια απάντηση: ειρήνη – κατανόηση – αξιοποίηση του πολιτισμού.

Και αν κάτι μας πικραίνει, είναι ότι αυτή η σπουδαία εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, δέχτηκε τέτοιου είδους χτυπήματα στη διάρκεια της κατοχής. Αυτοί οι σπουδαίοι άνθρωποι συχνά ένιωσαν την εχθρότητα του αντισημιτισμού που είναι η αρχή κάθε είδους ξενοφοβίας, ρατσισμού και πικρού αισθήματος.

Εμείς πιστεύουμε σε όλες τις κοινότητες, σε όλα τα θρησκεύματα, σε όλες τις πολιτιστικές αντιλήψεις σε αυτό τον τόπο. Και το πιστεύουμε γιατί είμαστε βαθιά Ευρωπαίοι. Δεν ξεχνάμε ποτέ ότι η πρώτη φορά που ακούστηκε η λέξη «Ευρώπη», είναι στον αρχαίο ελληνικό μύθο, έστω κι αν ήταν μια απαγωγή από τον Δία της τότε πιο όμορφης γυναίκας του κόσμου.

Εμείς λέμε ότι θέλουμε μια χώρα ανοιχτή σε όλους. Θέλουμε όλους τους πολιτισμούς ανοιχτούς. Δεν θέλουμε καμία χώρα της Ευρώπης να έχει κατοχικά στρατεύματα ή κάποιοι τρίτοι, έξω από την Ευρώπη, να εγγυώνται τα δικαιώματα κάποιου.

Πιστεύουμε βαθιά στο κράτος δικαίου, στον κανόνα του Δικαίου και είμαστε μια σταθερή δύναμη, που πιστεύει στο εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι ένα σύστημα Δικαίου. Είμαστε εμείς που ελπίζουμε, μαζί με τους Γερμανούς φίλους μας ότι αυτό το εγχείρημα θα προχωρήσει και θα καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές, προκειμένου να κρατήσουμε ανοιχτό το δρόμο για μια Ευρώπη κοινωνικά δίκαιη, δημοκρατική, παράγοντα ειρήνης και ασφάλειας στον κόσμο και ισχυρή δύναμη στον 21ο αιώνα.

Για να το κάνουμε αυτό, πρέπει να έχουμε την καλή, τη δημιουργική, την παραγωγική σχέση μεταξύ τέχνης και ιστορίας, έτσι ώστε η ιστορία να είναι το σχολείο μας για το αύριο και όχι η φυλακή για το υπόλοιπο της ζωής μας.

Ευχαριστώ όσους συνέβαλλαν σε αυτή την έκθεση. Ευχαριστώ τον φίλο και εξαιρετικό Υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας, που ήρθε μέχρι εδώ για να μας δώσει τα δικά του φώτα, τη δική του αντίληψη και να αποδείξει το πόσο μπορούν η Ελλάδα και η Γερμανία, οι Έλληνες και οι Γερμανοί πολιτικοί, οι διανοούμενοι, οι καλλιτέχνες, οι απλοί άνθρωποι της εργασίας να είναι φίλοι και να συνεργάζονται για μια Ευρώπη με ένα δημοκρατικό μέλλον.

Ευχαριστώ πολύ.