ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ

 

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ

Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον Πρόεδρο Βούτσιτς για την φιλοξενία του και τις εξαιρετικά σημαντικές διαβουλεύσεις, που είχαμε την ευκαιρία να έχουμε σήμερα στο Βελιγράδι. Είναι σαφές ότι οι ισχυρές διπλωματικές μας σχέσεις, που έχουν διαχρονικά βασιστεί στους στενούς ιστορικούς, πολιτιστικούς δεσμούς των λαών μας, έχουν ενισχυθεί ακόμη περισσότερο το τελευταίο διάστημα. 

Είναι η τρίτη φορά που επισκέπτομαι το Βελιγράδι με την ιδιότητα του Πρωθυπουργού και νομίζω ότι με τον Πρόεδρο Βούτσιτς καταφέραμε να προχωρήσουμε σημαντικά τα βήματα της συνεργασίας μας το τελευταίο διάστημα, έχοντας ως κοινό όραμα, όχι μόνο τη συνέχεια αυτής της ιστορικής σχέσης ανάμεσα στις δύο χώρες και στους δύο λαούς, τους λαούς μας που διαπνέονται από αισθήματα φιλίας και αλληλεγγύης, αισθήματα που σφυρηλατήθηκαν σε πολύ δύσκολες στιγμές, αλληλοϋποστήριξης. 

Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει την θερμή υποστήριξη και αλληλεγγύη του ελληνικού λαού στον σέρβικο λαό, τις δύσκολες μέρες για την Σερβία και για την περιοχή, τις μέρες των βομβαρδισμών. Αλλά και εμείς δεν μπορούμε να ξεχάσουμε την αλληλεγγύη του σερβικού λαού τις δύσκολες μέρες που περάσαμε. Διότι είχαμε μια πολύ δύσκολη οικονομική κρίση στην Ελλάδα και βγήκαμε από αυτή. Άρα, λοιπόν, δεν βασιζόμαστε μόνο στα αισθήματα των λαών μας, αλλά βασιζόμαστε και σε ένα κοινό όραμα. 

Το όραμα της συνεργασίας, της σταθερότητας, της ευημερίας, να φύγουμε από τη λογική της αδράνειας, να λύσουμε προβλήματα, ώστε οι χώρες μας να αποτελέσουν την εμπροσθοφυλακή θετικών εξελίξεων στα δυτικά Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή. Στα Βαλκάνια, που για χρόνια δυστυχώς και ιστορικά αποτέλεσαν την πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης και το εκκολαπτήριο εθνικιστικών συγκρούσεων και διενέξεων ανάμεσα στους λαούς. 

Αυτό το όραμα, λοιπόν, μας οδήγησε το τελευταίο διάστημα και να αναπτύξουμε ιδιαίτερα τις διμερείς μας σχέσεις, αλλά να προχωρήσουμε και σε μία ουσιαστική συνεργασία τετραμερή, με δύο σημαντικές βαλκανικές χώρες της Ε.Ε., τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Μια συνεργασία που βασίζεται και σε μια σειρά από projects ιδιαίτερου οικονομικού ενδιαφέροντος, projects διασυνδεσιμότητας, αλλά και στον τομέα της ενέργειας, του εμπορίου, που μπορεί να δώσουν μια ιδιαίτερη αξία στην περιοχή, επιπρόσθετη αξία και οικονομική και γεωπολιτική στην περιοχή των Βαλκανίων.

Η Ελλάδα είναι μια χώρα που στηρίζει σταθερά την ευρωπαϊκή προοπτική της Σερβίας. Διότι πιστεύουμε ότι αυτός είναι ο δρόμος και για τη σταθερότητα στα Βαλκάνια, αλλά είναι ο δρόμος και για την προοπτική της Σερβίας τα επόμενα χρόνια. Μια χώρα, η οποία, επαναλαμβάνω, για εμάς αποτελεί χώρα στρατηγικής σημασίας για την ασφάλεια και τη σταθερότητα ολόκληρης της περιοχής. 

Είχαμε, λοιπόν, την ευκαιρία να κουβεντιάσουμε με τον Πρόεδρο Βούτσιτς μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα. Και, βεβαίως, κουβεντιάσαμε και τις τελευταίες δυσάρεστες εξελίξεις στο Κόσοβο. Την απαράδεκτη ενέργεια να υπάρξουν από την πλευρά της Πρίστινα δασμοί, κατακόρυφη αύξηση των δασμών της Σερβίας και της Βοσνίας, αλλά, βεβαίως, και τις προσπάθειες για την καθιέρωση στρατού, τη δημιουργία στρατού. 

Θέλω να υπογραμμίσω ότι αυτές οι πρωτοβουλίες, όχι μόνο δεν συμβάλλουν στην προοπτική της σταθερότητας της περιοχής, αντιθέτως, θα έλεγα ότι συμβάλλουν στην αποσταθεροποίηση. Και πρέπει αυτό να το πούμε με τη δύναμη της φωνής μας, διότι, ταυτόχρονα, εγώ θέλω να επισημάνω ότι ο Πρόεδρος Βούτσιτς και η κυβέρνησή του κάνει μια δύσκολη προσπάθεια από την οποία δεν πρέπει να αποπροσανατολιστεί. Μια δύσκολη προσπάθεια – το γνωρίζω πόσο δύσκολο είναι- να επιμείνει στην ανάγκη εξεύρεσης μιας λύσης. Και ξέρω πόσο δύσκολο είναι αυτό, διότι τα συναισθήματα του σερβικού λαού είναι συναισθήματα, ενδεχομένως, θυμού, όμως, πρέπει να επιμένει σε αυτή την προσπάθεια.

Ταυτόχρονα, λοιπόν, στέλνω ένα μήνυμα καταδίκης στις ενέργειες από την πλευρά του Κοσόβου, που ρίχνουν λάδι στη φωτιά, αλλά την ίδια στιγμή και ένα μήνυμα να συνεχίσει η σερβική κυβέρνηση σε αυτό το δύσκολο δρόμο της εξεύρεσης λύσης, διότι αυτός ο δύσκολος δρόμος είναι και ο δρόμος της προοπτικής της σταθερότητας και ο δρόμος της ευρωπαϊκής προοπτικής της Σερβίας, που τόσα πολλά έχει να δώσει και στο σερβικό λαό και στην περιοχή.

Και σε αυτό το σημείο να πω ότι η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι είναι μια χώρα που παίζει σταθεροποιητικό ρόλο στην περιοχή. Το αποδεικνύει εμπράκτως και με την συμφωνία των Πρεσπών, μετά από 30 χρόνια και πλέον διενέξεων με τη γειτονική μας χώρα, την κοινά γειτονική μας χώρα. Ας μην ξεχνάμε ότι η πΓΔΜ είναι χώρα ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Σερβία. Και δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι όλα αυτά τα χρόνια ήταν μια χώρα ως γκρίζα ζώνη ανάμεσά μας. Τώρα, λοιπόν, όπως πολύ σωστά είπε ο Πρόεδρος Βούτσιτς δεν θα έχουμε ένα τείχος ανάμεσα στις χώρες μας, αλλά μια γέφυρα. 

Η συμφωνία των Πρεσπών θα βοηθήσει την Ελλάδα και τη Σερβία να έρθουν ακόμη πιο κοντά και να αναπτύξουν ακόμα καλύτερα την οικονομική τους συνεργασία, τόσο μέσα από επενδύσεις Ελλήνων επιχειρηματιών στη Σερβία, όσο, όμως, και μέσα από επιχειρηματικές δραστηριότητες και στις τρεις χώρες, αλλά, κυρίως, μέσα από projects, που θα ενισχύσουν τη διασυνδεσιμότητα και θα δώσουν τη δυνατότητα, πολίτες αλλά και εμπορεύματα να πηγαίνουν πιο γρήγορα από τη Θεσσαλονίκη στο Βελιγράδι και στα Σκόπια. 

Στόχος μας είναι η πρώτη διεθνής συμφωνία που θα συναφθεί από τη γειτονική μας χώρα με τη νέα της ονομασία, να είναι ανάμεσα στις τρεις χώρες, την Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία, όπως θα ονομαστεί σε λίγο καιρό, ούτως ώστε να προχωρήσουμε με ταχύτατους ρυθμούς έναν σιδηροδρομικό άξονα που θα συνδέει την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, τα Σκόπια, το Βελιγράδι και από εκεί τη Βουδαπέστη. Και θα φέρει πιο κοντά, σε χρόνο πιο κοντά, την Ελλάδα με τη Σερβία και θα έχει βεβαίως εξαιρετικά ευνοϊκές συνέπειες και για το εμπόριο και για τον τουρισμό και για τον πολιτισμό, για τους δεσμούς μας στην περιοχή, αλλά και για τη σταθερότητα στα Βαλκάνια. 

Είχαμε, βεβαίως, τη δυνατότητα να κουβεντιάσουμε με τον Πρόεδρο Βούτσιτς και για μια σειρά από ευκαιρίες που ανοίγονται μπροστά μας σε μια σειρά από τομείς. Ο τομέας της ενέργειας, όχι μόνο, δηλαδή, τη διασυνδεσιμότητα. Ο τομέας της ενέργειας, για παράδειγμα, η Ελλάδα έχει ένα στρατηγικό στόχο να γίνει ένα hub, διεθνές ενεργειακό hub. Ολοκληρώνεται ο αγωγός TAP. Χθες ήμουν στην Ιερουσαλήμ με τον Πρωθυπουργό Νετανιάχου και τον Πρόεδρο Αναστασιάδη. Προχωράμε το στρατηγικό αυτό σχέδιο για τον αγωγό EastMed. Βεβαίως, υπάρχει ο κάθετος άξονας, ο IGB, μεταξύ Ελλάδας – Βουλγαρίας. Υπάρχει ο IBS, ο διασυνδετήριος Βουλγαρίας – Σερβίας. Όλα αυτά δίνουν μια προοπτική σημαντική στα Βαλκάνια, στην περιοχή μας, οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και σταθερότητας.

Κουβεντιάσαμε, επίσης, και για συνεργασία στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, για συνεργασία στον τομέα της ψηφιακής πολιτικής, των νέων τεχνολογιών, εκεί είναι το μέλλον, και θα έχουμε μια σειρά σημαντικών ανταλλαγών ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις και, βεβαίως, ο αθλητισμός. 

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο αθλητισμός και ο πολιτισμός αποτελούν γέφυρες ανάμεσα στους λαούς. Η Ελλάδα, αλλά και η Σερβία έχουν μια πολύ μεγάλη παράδοση στον αθλητισμό. Αν κάποτε μπορούσαμε να φτιάξουμε μια μικτή ομάδα μπάσκετ, μπορεί να ήμασταν ανταγωνιστικοί στο NBA. Διότι η Ελλάδα και η Σερβία έχουν εξαιρετική παράδοση στο μπάσκετ, αλλά συζητάμε τώρα για το ποδόσφαιρο και τη δυνατότητα Ελλάδα, Σερβία, Ρουμανία και Βουλγαρία να διεκδικήσουμε μια μεγάλη αθλητική διοργάνωση, ίσως το Μουντιάλ, ίσως το Ευρωπαϊκό του 2028, σε βάθος χρόνου, αλλά σκεφθείτε πόσο σημαντικό συμβολισμό έχει αυτό. Μια περιοχή, όπου συνήθως γίνεται γνωστή στον κόσμο για τις διενέξεις, για τις συγκρούσεις, για τους πολέμους, να γίνει γνωστή μέσα από τη συνεργασία τεσσάρων χωρών, προκειμένου να διεκδικήσουν ένα μεγάλο αθλητικό γεγονός. 

Πιστεύω, λοιπόν, ότι δίνουμε ένα νέο όραμα για την περιοχή μας που βασίζεται στη συνεργασία και στην ευημερία και στην προοπτική των λαών μας. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Θα έχουμε τη δυνατότητα αυτά να τα συζητήσουμε και αύριο με τους δύο Πρωθυπουργούς της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας. 

Βεβαίως, κουβεντιάσαμε και για το πώς θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε ευρωπαϊκά εργαλεία, που θα χρηματοδοτήσουν αυτά τα μεγαλόπνοα σχέδια που έχουμε, ιδιαίτερα τα projects στην ενέργεια και στη διασυνδεσιμότητα, όπως για παράδειγμα, τα διαπεριφερειακά προγράμματα συνεργασίας ή ευρωπαϊκά έργα, όπως ο Μεσογειακός Διάδρομος Οδικής Διασύνδεσης. Και, βεβαίως, συζητήσαμε για το πώς θα ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο τις ελληνικές επενδύσεις στη Σερβία. Παρά τις δυσκολίες, η Ελλάδα παραμένει τρίτη χώρα σε επενδύσεις στη Σερβία. Θέλουμε να ενισχύσουμε, λοιπόν, τις θέσεις των ελληνικών επιχειρήσεων στη σερβική οικονομία και να ενισχύσουμε ακόμα περαιτέρω τους δεσμούς και τη συνεργασία μας.

Συμφωνήσαμε, λοιπόν, στο επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, που θα διεξαχθεί στην Ελλάδα, ενδεχομένως την άνοιξη, να έχουμε την ευκαιρία να υπογράψουμε ένα σύμφωνο, μια συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας, που να τα συμπεριλάβουμε όλα αυτά. Και, βεβαίως, μέχρι τότε πιστεύω ότι θα έχουμε την ευκαιρία να προχωρήσουμε σε μια σειρά από επιμέρους σημαντικά βήματα ενίσχυσης της συνεργασίας μας.

Θα ήθελα, λοιπόν, να ευχαριστήσω θερμά τον Πρόεδρο Βούτσιτς για τη φιλοξενία, για τη διοργάνωση αυτού του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας. Έχουμε μια πολύ πλούσια ατζέντα μπροστά μας και θεωρώ ότι ανοίγονται σημαντικές ευκαιρίες, τις οποίες πρέπει να τις αξιοποιήσουμε. 

Ευχαριστώ θερμά.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπάρχει μια διπλωματική κινητικότητα στα Βαλκάνια από την ελληνική κυβέρνηση σίγουρα, η οποία αποτυπώνεται σε διμερείς συναντήσεις, σε Συνόδους, αλλά και στο κλείσιμο μεγάλων ανοικτών ζητημάτων, όπως είναι η Συμφωνία των Πρεσπών. Όλα αυτά οδηγούν σε κάποιες πρωτοβουλίες, για τις οποίες μας έχετε μιλήσει σε προηγούμενες συναντήσεις και στην προηγούμενη τετραμερή στη Βάρνα και σήμερα. Λίγο πιο συγκεκριμένα, θα θέλαμε να μας πείτε μέχρι το επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο μαζί με τη Σερβία ή μέχρι την επόμενη Τετραμερή Σύνοδο, σε θέματα διασυνδεσιμότητας και ενέργειας, τι έχουμε να περιμένουμε, καθώς και αν πιστεύετε ότι τέτοιες συναντήσεις βάζουν τα θεμέλια για μια ευρύτερη συνεργασία μεταξύ της Βαλκανικής, ενδεχομένως εντός και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Νομίζω ότι αναφέρθηκα πριν από λίγο και στην τοποθέτησή μου. Υπάρχει, πράγματι, μια έντονη κινητικότητα. Σας θυμίζω ότι μέχρι και το 2016 κανείς δεν πίστευε ότι μπορεί να υπάρξει ξανά συζήτηση για να πιάσουμε την ατζέντα της Συνόδου της Θεσσαλονίκης του 2003, που είναι η προοπτική της βαλκανικής διεύρυνσης, της διεύρυνσης δηλαδή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, βεβαίως, η Σερβία είναι μια χώρα που περιμένει και δικαιούται την ευρωπαϊκή προοπτική. 

Πριν το 2016, επίσης, δεν υπήρχε αυτή η στενή επαφή και συνεργασία. Δεν υπήρχε η συνεργασία η στενή και σε διμερές και σε τετραμερές επίπεδο. Πάντοτε υπήρχε, βεβαίως, η αγάπη, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός, η συμπάθεια ανάμεσα στους λαούς μας, αλλά παίρνουμε πρωτοβουλίες διπλωματικές, ώστε αυτή τη συμπάθεια να τη μετουσιώσουμε σε πράξεις. Σε πράξεις που ανοίγουν θετικούς δρόμους. 

Η διπλωματία, λοιπόν, αλλά και η οικονομική συνεργασία μπορούν να ανοίξουν πάρα πολύ σημαντικούς δρόμους στην περιοχή. Δεν είναι εύκολο. Η περιοχή μας είναι δύσκολη περιοχή. Και ξέρω ότι οι προσπάθειες που καταβάλλει η σερβική κυβέρνηση είναι πολύ δύσκολες προσπάθειες. Πρέπει, όμως, να δώσουμε μια προοπτική θετική στους λαούς μας. Και νομίζω ότι πρέπει να αναρωτηθούμε αν η πολιτική της αδράνειας, του να αφήνουμε τα θέματα παγωμένα, μπορεί να δώσει κάτι θετικό, μπορεί να δώσει προοπτική στους λαούς μας. Εγώ πιστεύω πως όχι. Αντιθέτως, ο δύσκολος δρόμος της ενεργητικής, πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής μπορεί να δώσει προοπτική.

Ήδη, από τη δεκαετία του 1990, η Ελλάδα έχει μια ισχυρή παρουσία, όπως είπα, στη Σερβία και γενικότερα στα Βαλκάνια. Παρά τις οικονομικές δυσκολίες, η Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει τρίτη ισχυρή οικονομική δύναμη στην περιοχή και στη Σερβία.

 

Για μας, τα Βαλκάνια, δεν είναι ένας χώρος απλά γειτονικός. Θα μου επιτρέψετε τον όρο είναι ένας οικονομικά ζωτικός χώρος. Το ίδιο, θα έλεγα, ότι είναι για όλες τις βαλκανικές χώρες της περιοχής η Ελλάδα. Δεν είναι απλά μια γειτονική χώρα. 

Συνεπώς, πιστεύω σε αυτό το όραμα της Διαβαλκανικής Συνεργασίας. Πιστεύω στην προοπτική πολύ σημαντικών και μεγάλων έργων διασυνδεσιμότητας: οδικά έργα, σιδηροδρομικά έργα, ενεργειακά έργα, την εμβάθυνση της συνεργασίας στις νέες τεχνολογίες και στην ψηφιακή οικονομία. Και βεβαίως, προσβλέπω στην προοπτική να ξεκλειδώσουμε τις μεγάλες δυνατότητες που έχει η περιοχή μας.

Κάναμε, λοιπόν, σημαντικά βήματα σε αυτή την κατεύθυνση. Και νομίζω ότι θα είμαστε σε θέση, το αμέσως επόμενο διάστημα, να έχουμε, μετά την επικύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών στα δύο Κοινοβούλια, στα Σκόπια και στην Αθήνα, τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε μια τριμερή συνεργασία για την επιτάχυνση του σιδηροδρομικού άξονα, που θα δώσει τη δυνατότητα αναβάθμισης της αξίας και του λιμανιού του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, αλλά και του Βελιγραδίου ως διαμετακομιστικά κέντρα. Και αμέσως μετά, να προχωρήσουμε στο επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, σε αυτή τη συμφωνία που σας είπα, στο Σύμφωνο Στρατηγικής Συνεργασίας ανάμεσα σε Ελλάδα και Σερβία, για να προχωρήσουμε μια σειρά από επιμέρους σημαντικά οικονομικά projects, στις υποδομές, στην ενέργεια, σε μια σειρά από τομείς. 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μήπως η Ελλάδα θα υποστηρίξει κάθε λύση του προβλήματος που έχουν η Σερβία και το Κόσοβο;

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Νομίζω ότι η απάντηση στο ερώτημά σας είναι σαφής. Η Ελλάδα βλέπει θετικά οποιαδήποτε συμφωνία, οποιαδήποτε λύση ανάμεσα στη Σερβία και το Κόσοβο θα είναι ειλικρινής, θα είναι βιώσιμη και θα βοηθά στην επίλυση των προβλημάτων στην περιοχή και την επίτευξη της σταθερότητας.

Και επιτρέψτε μου, σε αυτό το σημείο, να κάνω ένα σχόλιο: καμία λύση δεν είναι εύκολη. Και καμία λύση δεν είναι εύκολη, διότι λύση, τι σημαίνει; Δεν σημαίνει επιβολή του ενός απέναντι στον άλλον. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης, ενδεχομένως, που και αυτή δεν θα είναι καθαρή 100%, διότι θα έχει απώλειες και για τις δύο πλευρές σε οποιαδήποτε διένεξη. Λύση σημαίνει συμφωνία. Συμφωνία σημαίνει συμβιβασμός. Και ο συμβιβασμός έχει απώλειες και για τις δύο πλευρές. Κανείς δεν παίρνει το 100% αυτού που επιθυμεί. Αλλά, αν έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα στην προοπτική μιας λύσης συμβιβαστικής και την προοπτική μιας μη λύσης, ας σκεφτούμε ποιες είναι οι συνέπειες, ποια είναι η εμπειρία που έχουμε στην περιοχή μας, ποια είναι η διεθνής εμπειρία.

Εμείς έχουμε μια μακρά εμπειρία από την κατοχή της Κύπρου, του βόρειου μέρους της Κύπρου. Ότι η μη λύση, κάθε φορά, δημιουργεί δυσχερέστερο περιβάλλον για την επόμενη ημέρα. Αυτή είναι η δική μας εμπειρία. Και εσείς έχετε αντίστοιχες εμπειρίες. 

Άρα, λοιπόν, ανάμεσα στην προσπάθεια για την επίτευξη λύσης και στη στρατηγική της αδράνειας, που είναι μια στρατηγική που επιλέγουν, ειδικά στην περιοχή μας πολλές φορές, κυβερνήσεις και δυνάμεις, εγώ είμαι υπέρμαχος της στρατηγικής της προσπάθειας για την επίτευξη λύσης που μπορεί να είναι δύσκολη, μπορεί να είναι ένας συμβιβασμός που να έχει απώλειες και από τις δύο πλευρές, αλλά δίνει μια προοπτική.

Άρα, το μήνυμα για μένα είναι σαφές. Αυτός ο οποίος θα το κάνει αυτό, ειλικρινά δεν θα χάσει. Αυτός που θα το αρνηθεί, θα χάσει. Και βεβαίως, σε αυτό το πλαίσιο, στηρίζουμε τον διάλογο των Βρυξελλών και θεωρούμε ότι είναι καλό πλαίσιο, ίσως το μοναδικό που υπάρχει για την εξεύρεση λύσης. Και θα πρέπει σε αυτή την κατεύθυνση να προσανατολιστούμε.

Οι τρίτες χώρες, βεβαίως, θα έχουν τα δικά τους ενδιαφέροντα και τα δικά τους συμφέροντα στην περιοχή και τις δικές τους βλέψεις. Όμως, πιστεύω βαθιά ότι θα πρέπει, κάποια στιγμή, εμείς οι βαλκανικές χώρες να καταλάβουμε ότι είμαστε και έμπειρες και κυρίαρχες χώρες για να λύσουμε τα προβλήματά μας. Να ξέρουμε ποιο είναι το δικό μας εθνικό συμφέρον. Και οι τρίτες χώρες θα τοποθετούνται ανάλογα, βεβαίως, με τους συσχετισμούς και ανάλογα με την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή. Άλλη θα είναι η στάση τρίτων χωρών με βάση τα συμφέροντά τους, εάν δεν υπάρχει καμία κίνηση από τη δική μας πλευρά για να προωθούμε λύσεις. Άλλη θα είναι η στάση αν τολμήσουμε, αν προχωρήσουμε βήματα μπροστά. Θα αναδιαταχθούν τα συμφέροντα και θα αναδιαταχθούν και οι διαθέσεις των τρίτων χωρών. Άρα αυτό δεν πρέπει να μας απασχολεί. 

Εμείς πρέπει να προσανατολιστούμε στην υπεράσπιση των δικών μας συμφερόντων. Και εγώ πιστεύω βαθιά ότι κοινό συμφέρον για όλες τις πλευρές, κοινό εθνικό συμφέρον για όλες τις πλευρές είναι η διασφάλιση της ειρήνης, της σταθερότητας και της συνεργασίας στην περιοχή.

Αυτές είναι οι δικές μας οι σκέψεις. Έτσι κινούμεθα εμείς. Και είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που βλέπω ότι μια σειρά από χώρες κινούνται σε αυτό το πλαίσιο. Και κυρίως είμαι ευτυχής που βλέπω ότι η κυβέρνηση της Σερβίας κινείται σε αυτό το πλαίσιο, γιατί πιστεύω ότι αυτό το πλαίσιο είναι επωφελές και για τη σταθερότητα στην περιοχή, αλλά και για τα κυριαρχικά δικαιώματα του σερβικού λαού και του σερβικού κράτους.