ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ
• Οι εκλογές στη χώρα μας θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας. Πρόκειται για μια απόδειξη της επιστροφής στην κανονικότητα, της επιμονής μας στο δρόμο της σταθερότητας που έχει ανάγκη η οικονομία και απόδειξη πολιτικής συνέπειας.
• Ο κ. Μητσοτάκης φέρεται να παρομοίασε το βόρειο κομμάτι της ελληνικής επικράτειας, την ελληνική Μακεδονία, με μια αυτόνομη περιφέρεια του Ισπανικού κράτους.Οφείλει είτε να διαψεύσει ξεκάθαρα αυτή τη δήλωση ή να απολογηθεί δημόσια. Πρωτίστως, απέναντι στους Βορειοελλαδίτες.
• Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πρέπει να σέβεται την ιστορία και τους ανθρώπους αυτής της χώρας. Δεν μπορεί να ρίχνει αντιπολιτευτικές «ζαριές» σε κρίσιμα εθνικά θέματα, όπως συνέβη κατά την πρόσφατη επίσκεψή μου στην Τουρκία.
• Ο κ. Μητσοτάκης έχει επιλέξει να τοποθετείται για τα εθνικά θέματα με βάση τις ορέξεις και τα γούστα της ακραίας πτέρυγας της ΝΔ. Ο τυχοδιωκτισμός της ελληνικής ακροδεξιάς, σε όλες τις εκφάνσεις της, υπήρξε διαχρονικά, εθνικά επικίνδυνος.
• Έχει ή όχι συμφέρον η Ελλάδα από την ευρωπαϊκή πορεία όλων των γειτόνων της και όχι μόνο της Βόρειας Μακεδονίας; Έχει μήπως συμφέρον η χώρα από την επιρροή τρίτων δυνάμεων στη γειτονιά της, με άλλες βλέψεις και επιδιώξεις στην περιοχή των Βαλκανίων;
• Η σημερινή ψηφοφορία κλείνει τις υποχρεώσεις μας που απορρέουν από τη Συμφωνία των Πρεσπών. Αυτές επιστρέφουν στους γείτονες, οι οποίοι θα πρέπει να στείλουν αίτημα στις χώρες του ΟΗΕ, προκειμένου από εδώ και στο εξής να μην τους αποκαλούν «Μακεδονία» αλλά «Βόρεια Μακεδονία».
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ
Κύριε Μητσοτάκη, μάλλον κάτι δεν πήγε καλά στην προηγούμενη συνεδρίαση. Είχατε μιλήσει περίπου εξήντα λεπτά –εγώ εξήντα επτά- για την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών και σήμερα ήρθατε να επαναλάβετε ακριβώς τα ίδια επιχειρήματα.
Η επανάληψη είναι μήτηρ μαθήσεως, βεβαίως, αλλά για να βρεθείτε στην ανάγκη να το κάνετε αυτό, μάλλον κάτι δεν πήγε καλά στην προηγούμενη συνεδρίαση και κυρίως στον τρόπο που οι πολίτες προσέλαβαν τα επιχειρήματά σας, τα οποία τα ακούσαμε, τα ξανακούσαμε και τα ξανακούσαμε και σήμερα.
Βεβαίως, κάνατε μια καινοτομία σήμερα. Ξεκινήσατε την τοποθέτησή σας κινδυνολογώντας για άλλη μία φορά, πάνω σε ένα κρίσιμο κοινωνικό θέμα, που δεν έχει σχέση με τη Συμφωνία, βεβαίως, αλλά με τη δημόσια υγεία. Είναι μια θανατηφόρος γρίπη σε όλη την Ευρώπη, όχι μόνον στην Ελλάδα. Όμως, για άλλη μια φορά, επιχειρήσατε να κινδυνολογήσετε. Νομίζω ότι σας απάντησε με την πρέπουσα σοβαρότητα ο Υπουργός Υγείας σε σχέση με τον αριθμό των εμβολιασμών που έγιναν φέτος.
Θα ήθελα, όμως, μιας και είπατε και κάτι ακόμα, το οποίο δεν το σχολίασε ο Υπουργός, ότι δεν υπάρχουν επαρκείς κλίνες στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, να ρωτήσω το εξής. Θέλετε να συγκρίνουμε πόσες ανοιχτές μονάδες και πόσες κλίνες βρήκαμε το 2015 και πόσες υπάρχουν σήμερα; Ήταν τετρακόσιες τριάντα οκτώ το 2015, όταν αναλάβαμε, και σήμερα λειτουργούν πεντακόσια εξήντα κρεβάτια, χωρίς να υπολογίζουμε τα καρδιοχειρουργικά και βεβαίως τα κρεβάτια στις Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας.
Ή μήπως θέλετε να θυμηθούμε τι συνέβαινε στη χώρα το 2012 και το 2013, στην πιο κρίσιμη στιγμή της κρίσης, όταν εκατοντάδες χιλιάδες, εκατομμύρια συμπολίτες μας, λόγω αδυναμίας κάλυψης των ασφαλιστικών τους υποχρεώσεων, ήταν έξω από το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, χωρίς να έχουν ελεύθερη πρόσβαση, όπως εμείς αποφασίσαμε και υλοποιήσαμε αμέσως μετά, όταν κυρίως σε συνοικίες, σε ολόκληρες λαϊκές περιοχές με φτωχά λαϊκά στρώματα στην περιοχή της Αττικής υπήρχε ένα έντονο φαινόμενο όπου δεν εμβολιάζονταν τα μικρά παιδιά. Αυτή ήταν η πραγματικότητα.
Και τότε μας ασκούσατε κριτική επειδή μιλούσαμε για ανθρωπιστική κρίση. Γι’ αυτό μιλούσαμε για ανθρωπιστική κρίση και γι’ αυτό τα πρώτα μέτρα που πήραμε ήταν για να αντιμετωπίσουμε ακριβώς αυτό το πρόβλημα, να αντιμετωπίσουμε αυτούς που έχουν πιο πολύ ανάγκη, που βρίσκονται στο περιθώριο, που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα ακόμα και να πάνε να εμβολιάσουν τα παιδιά τους, ασκώντας το αυτονόητο δικαίωμα της προληπτικής ιατρικής σε μια ευρωπαϊκή χώρα. Αυτή τη χώρα παραλάβαμε.
Κι εσείς έρχεστε σήμερα και κινδυνολογείτε για άλλη μια φορά. Σε όλα κινδυνολογείτε, δεν κάνετε τίποτα διαφορετικό. Δεν υπάρχει θέμα για το οποίο να μην έχετε ακολουθήσει αυτή την πεπατημένη της κινδυνολογίας.
Τρία χρόνια τώρα ζητάτε εκλογές, κύριε Μητσοτάκη. Δεν πρωτοτυπήσατε, ζητήσατε και σήμερα. Βεβαίως, τώρα δεν φτάνει να ζητάτε εκλογές στην Ελλάδα, ζητάτε και στη Βενεζουέλα. Εκεί θα γίνουν πιο γρήγορα μάλλον εκλογές, κύριε Μητσοτάκη. Στην Ελλάδα οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, πάρτε το χαμπάρι.
Μάλλον σήμερα δείξατε ότι αρχίζετε να το κατανοείτε ότι θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας. Και αυτό είναι μια απόδειξη της επιστροφή στην κανονικότητα, είναι μια απόδειξη της επιμονής μας στον δρόμο της σταθερότητας, που έχει ανάγκη η οικονομία τώρα που βγήκαμε από την κρίση, και είναι και μια απόδειξη πολιτικής συνέπειας.
Βγαίνετε διαρκώς τις τελευταίες ημέρες, εκτός της σημερινής σας ομιλίας -γιατί είχατε κάνει και μια προφητεία, ότι το 2019 θα γίνουν εκλογές, ναι, θα γίνουν εκλογές- αλλά τις τελευταίες μέρες λέτε διαρκώς ότι θα γίνουν διπλές εκλογές.
Κύριε Μητσοτάκη, κοιτάξτε, στην κάλπη των ευρωπαϊκών εκλογών θα υποστείτε μια δεινή διάψευση των προσδοκιών σας, διότι όλος ο ελληνικός λαός θα κατανοήσει ότι αυτό το σχήμα που είχατε στήσει τρία χρόνια τώρα, με ψευδείς μετρήσεις, που ποτέ δεν πέσανε μέσα, με τα μέσα ενημέρωσης που σας στηρίζουν, ήταν μια φενάκη, την οποία εσείς στήσατε προκειμένου να δημιουργήσετε μια ψευδή εικόνα στην ελληνική κοινωνία.
Και την επομένη των ευρωπαϊκών εκλογών και στον δρόμο προς τις κάλπες, που θα έρθουν στο τέλος της τετραετίας, μάλλον εσείς, την ακριβώς επόμενη ημέρα, θα έχετε το μεγάλο πρόβλημα, να εξηγήσετε και στον ελληνικό λαό, αλλά και στο κόμμα σας γιατί αυτά τα ποσοστά, γιατί αυτή η αποτυχία, γιατί διαψεύσατε τις υψηλές προσδοκίες που είχατε δημιουργήσει. Έχετε αυτοπαγιδευτεί. Θα πέσετε μέσα στην παγίδα σας για άλλη μια φορά.
Εσείς συστήνετε τις παγίδες σας μόνοι σας, όπως στήσατε μόνοι σας και όλες τις παγίδες στις οποίες πέσατε μέσα, όλες:
Το ότι δεν βγήκαμε από τα μνημόνια εσείς το λέγατε, το διατυμπανίζατε. Το ότι δεν θα τελείωναν οι αξιολογήσεις, εσείς το λέγατε, το διατυμπανίζατε. Το ότι θα μειωθούν οι συντάξεις, εσείς το λέγατε, το διατυμπανίζατε. Το ότι η Κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να περάσει τη Συμφωνία των Πρεσπών, εσείς το λέγατε, το διατυμπανίζατε.
Ξέχασα και το περίφημο αφήγημα, το τελευταίο που διαψεύστηκε, και στην προηγούμενη συνεδρίαση εδώ μου το λέγατε, ότι δεν θα βγει η χώρα στις αγορές, διότι είναι απαγορευτικά τα επιτόκια. Βγήκε η χώρα στις αγορές ξανά. Τι αφήγημα πια, κύριε Μητσοτάκη, θα χρησιμοποιήσετε; Τι αφήγημα;
Δεν έχετε καταλάβει πια ότι κινδυνεύετε να χαρακτηριστείτε ως ο πολιτικός Αρχηγός του οποίου όλα τα αφηγήματα έχουν διαψευστεί;
Θα ήθελα πράγματι να σας συγχαρώ για την φοβερή πολιτική οξυδέρκεια και την πολιτική ενόραση, διότι δεν είναι μόνο αυτές οι προφητείες που διαψεύστηκαν, την επομένη της πολιτικής διαφωνίας και της ρήξης που είχαμε με τον μέχρι πρότινος κυβερνητικό εταίρο, τι βγήκατε να πείτε στον ελληνικό λαό; Ότι είναι σικέ το διαζύγιο, ότι είναι φτιαχτή η διαφωνία, ότι τα έχουνε βρει και κοροϊδεύουν, ότι είναι στημένα όλα αυτά. Και βεβαίως το στημένο διαζύγιο, το σικέ διαζύγιο μετά έγινε από εσάς τους ίδιους εκβιαστικό διαζύγιο.
Δεν καταλαβαίνετε ότι σας παρακολουθεί ο ελληνικός λαός και σας βλέπει διαρκώς να λέτε ψέματα και βεβαίως προβλέψεις οι οποίες διαψεύδονται;
Μας λέτε τώρα ότι η κοινοβουλευτική Πλειοψηφία, η οποία καταγράφηκε μέσα από τη διαδικασία που προβλέπει ο Κανονισμός της Βουλής και το Σύνταγμα, η ψήφος εμπιστοσύνης, την οποία ζήτησα και πήρε η Κυβέρνηση πριν την κρίσιμη ψηφοφορία για τη Συμφωνία των Πρεσπών, είναι θεσμική αυθαιρεσία.
Εσείς που, παρά το γεγονός ότι διαρκώς παριστάνατε τον κόκορα, δεν τολμήσατε να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας για να δούμε πόσα απίδια πιάνει ο σάκος, τώρα που εμείς είχαμε το θάρρος και την κοινοβουλευτική αρετή να ζητήσουμε ψήφο εμπιστοσύνης, μιλάτε για θεσμική αυθαιρεσία και για φαινόμενα τα οποία δεν έχει ξαναζήσει το ελληνικό Κοινοβούλιο.
Λυπάμαι, αλλά για άλλη μια φορά σας διαψεύδει η ίδια η πραγματικότητα.
Και βεβαίως, για να κλείσω αυτόν τον εισαγωγικό κύκλο, φτάσατε σήμερα στο σημείο, έχοντας εδώ έναν καλό σας φίλο απ’ ό,τι φαίνεται, τον κ. Βέμπερ, ο οποίος, εντάξει, μην νομίζετε ότι και όλοι στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα είναι πανευτυχείς που ο κ. Βέμπερ είναι υποψήφιος, είναι γνωστός, Βαυαρός, ανήκει στη δεξιότατη τάση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και έχω την αίσθηση…
Τι είπατε, κυρία Βούλτεψη; Βεβαίως, η κυρία Μέρκελ, ναι.Θα φτάσουμε τώρα και στην κυρία Μέρκελ, μην ανησυχείτε, θα φτάσουμε και σε αυτήν.
Ο κ. Βέμπερ, λοιπόν, ήταν αυτός στον οποίον είχατε εναποθέσει όλες σας τις ελπίδες, κύριε Μητσοτάκη, πηγαίνοντας στη Γερμανία και προσπαθώντας να πείσετε και να βρείτε κάποιο μέσο επικοινωνίας με τη γερμανική κυβέρνηση, ώστε η γερμανική κυβέρνηση να στήσει στα πόδια της την παλικαρίσια στάση της απέναντι στην Ελλάδα και να αποτρέψει τον άθλιο ΣΥΡΙΖΑ και την Κυβέρνησή του και τον άθλιο Πρωθυπουργό από το να κάνει παιχνίδια απέναντι στους ευρωπαϊκούς θεσμούς μη εφαρμόζοντας την ψηφισμένη περικοπή των συντάξεων. Αυτός ήταν ο κ. Βέμπερ και αυτός ήσασταν εσείς το περασμένο καλοκαίρι.
Και σήμερα, με τις πλάτες του κ. Βέμπερ, έρχεστε εσείς να ασκήσετε κριτική σε εμάς. Γιατί; Για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Ξεχνάτε τι είχατε υπογράψει; Το 4,5% εις το διηνεκές δεν είχατε υπογράψει, κύριε Μητσοτάκη; Το 3,5% σας πειράζει σήμερα;
Και βεβαίως, κύριε Μητσοτάκη, εγώ εδώ είμαι, οποτεδήποτε το θελήσετε να αλλάξετε τακτική, διότι μέχρι τώρα η τακτική σας είναι η υπονόμευση της προσπάθειας της Κυβέρνησης σε κάθε διαπραγματευτική προσπάθεια. Αν έχετε αλλάξει άποψη και θέλετε να στηρίξετε τις προσπάθειές μας να πάμε μαζί να διεκδικήσουμε κάτι καλύτερο, εγώ εδώ είμαι, θα σας ακολουθήσω. Όλα, όμως, τα κάνετε υποκριτικά, κύριε Μητσοτάκη, και ο ελληνικός λαός το παρακολουθεί αυτό.
Και ξέρετε κάτι και εσείς του Κινήματος Αλλαγής -δεν βλέπω εδώ την κυρία Γεννηματά, βλέπω, όμως, τους Βουλευτές του Κινήματος Αλλαγής- πραγματικά δεν καταλαβαίνω σε ποιον χώρο ανήκετε στο ευρωπαϊκό στερέωμα; Σε ποιον ακριβώς χώρο ανήκετε;
Ακούγοντας τις απόψεις του κ. Μητσοτάκη και τις θέσεις του κ. Μητσοτάκη καταλαβαίνω ότι υπογράφετε και την τελευταία τελεία όλων όσων λέει. Η κριτική σας, η κριτική που ασκείτε στην Κυβέρνηση σε όλα τα θέματα…
Η κριτική που ασκείτε σε όλα τα θέματα, από τα θέματα της οικονομίας μέχρι τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής στην Κυβέρνηση, είναι από την πρώτη λέξη ως την τελευταία τελεία ταυτόσημη με την κριτική του κ. Μητσοτάκη. Δεν ξέρω αν γι’ αυτό τους δώσατε το πρόγραμμά σας, για να ταυτιστούν ακόμα περισσότερο, να το διαβάσουν και να ταυτιστούν ακόμα περισσότερο.
Για κακή σας τύχη, όμως, στην Ευρώπη υπάρχουν σοσιαλιστικά κόμματα που δεν ταυτίζονται με τις ακραίες θέσεις που έχει πάρει η Νέα Δημοκρατία ακόμα και εντός του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Και σήμερα ο Ούντο Μπούλμαν, ο επικεφαλής στο Ευρωκοινοβούλιο των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, έκανε μια δήλωση σχολιάζοντας την τοποθέτηση του κ. Βέμπερ σήμερα στην Αθήνα ότι χρειάζεται μια νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα και όλα αυτά τα οποία είπε, γιατί είπε κι άλλα.
Ξέρετε τι δήλωσε ο κ. Μπούλμαν; Δήλωσε ότι ο κ. Βέμπερ θα πρέπει να σταματήσει να φαντασιώνεται ένα οικονομικό πραξικόπημα στην Ελλάδα και σενάρια για την ανατροπή του Έλληνα Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, η Κυβέρνηση του οποίου οδήγησε την Ελλάδα έξω από την κρίση. Αυτά είπε ο κ. Μπούλμαν. Δεν τα λέω εγώ, δεν τα λέει ο Μαδούρο και οι ακραίοι Αριστεροί. Οι σοσιαλιστές τα λένε. Εσείς εδώ στην Ελλάδα ταυτίζεστε με την ακραία Δεξιά του κ. Μητσοτάκη.
Σύντομα, όμως, θα κατανοήσετε ότι αυτή είναι μια αυτοκαταστροφική στρατηγική, διότι εμείς δεν θέλουμε να συρρικνωθεί, όπως μας κατηγορείτε, να λεηλατήσουμε τον χώρο της Κεντροαριστεράς. Εμείς θέλουμε να υπάρχει δυνατός ο χώρος της Κεντροαριστεράς, γιατί ξέρουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει προοδευτική διακυβέρνηση της Αριστεράς με το τίποτα. Θέλουμε μια Κεντροαριστερά, αλλά Κεντροαριστερά, όχι Δεξιά. Θέλουμε μια πραγματική Κεντροαριστερά.
Και αναρωτιόμαστε αν ο στόχος σας για στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, που ταυτόχρονα σημαίνει στρατηγική νίκη της Νέας Δημοκρατίας, μπορεί να είναι κάτι εξηγήσιμο απέναντι στον κόσμο της Κεντροαριστεράς και στους ψηφοφόρους σας.
Διότι αν ταυτίζεστε σε όλα με τον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος ο ίδιος λέει ότι οι επόμενες εκλογές θα έχουν δημοψηφισματικό χαρακτήρα, τότε γιατί κανείς να ψηφίσει εσάς, αν σας πιστεύει σε αυτά που λέτε, και να μην ψηφίσει τον κ. Μητσοτάκη; Άρα, λοιπόν, αυτή η στρατηγική σας της στρατηγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι τελικά η στρατηγική της στρατηγικής ήττας του δικού σας πολιτικού χώρου.
Έρχομαι τώρα στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής. Ξέρετε, κύριε Μητσοτάκη, υπάρχει ένα πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης που διαχρονικά σε αυτόν τον τόπο όλες οι πολιτικές δυνάμεις και ιδίως τα λεγόμενα κόμματα εξουσίας πορεύτηκαν με ευθύνη και σύνεση. Φυσικά και υπάρχουν διαφορές στα θέματα εξωτερικής πολιτικής που προκύπτουν από την ιδεολογική και πολιτική ταυτότητα της κάθε παράταξης. Πάντοτε, όμως, υπήρχε ένα όριο. Εσείς το όριο αυτό το έχετε ξεπεράσει.
Σήμερα σας άκουσα για άλλη μια φορά να λέτε τα ίδια επιχειρήματα και να μας λέτε για άλλη μια φορά ότι ξεπουλήσαμε έναντι ανταλλάγματος πράγματα τα οποία εσείς διεκδικούσατε και κρατούσατε με σθένος όλα τα προηγούμενα χρόνια. Και ποια είναι αυτά; Η γλώσσα και η εθνότητα.
Βεβαίως έχουν απαντηθεί, πολύ σύντομα όμως επιτρέψτε μου να ξαναπώ -επανάληψη μήτηρ μαθήσεως- και εγώ ορισμένα σύντομα και επιγραμματικά επιχειρήματα.
Κύριε Μητσοτάκη, μας είπατε ότι αναγνωρίσαμε «μακεδονικό έθνος». Για άλλη μια φορά σας λέω ότι δεν έχετε διαβάσει τη Συμφωνία των Πρεσπών ή κάνετε πως δεν την έχετε διαβάσει, ιδιαίτερα το άρθρου 7.
Και σήμερα κάνατε και ένα βήμα παραπάνω. Προσπαθήσατε να καλύψετε την άστοχη και ατυχή κατά δήλωση και στελεχών διεθνολόγων που θα είναι υποψήφιοι με το κόμμα σας το επόμενο διάστημα- δήλωση του Αντιπροέδρου σας κ. Γεωργιάδη, ο οποίος είπε ότι ο ίδιος -σήμερα φαντάζομαι και εσείς τον επικροτείτε, άρα το κόμμα σας- δεν αναγνωρίζει, παρά την κύρωση της Συμφωνίας, τη Βόρεια Μακεδονία. Και προκειμένου αυτό να το εξηγήσετε, παραφράζοντας κάπως αυτό που είπε ο κ. Γεωργιάδης, μας είπατε ότι εσείς δεν θα καλωσορίσετε ποτέ τον Σκοπιανό Πρωθυπουργό στην Ελλάδα και με ρωτήσατε αν εγώ θα τον αποκαλέσω Μακεδόνα.
Κύριε Μητσοτάκη, εγώ θα τον αποκαλώ όπως μου δίνει το δικαίωμα η ίδια Συμφωνία και όπως θα τον αποκαλούν και όλοι οι άλλοι ηγέτες στον κόσμο και θα το δείτε, θα το διαπιστώσετε από τις επόμενες μέρες που θα τεθεί σε ισχύ η Συμφωνία. Θα τον καλωσορίσω, λοιπόν, ως τον Πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας, ως τον Σλαβομακεδόνα Πρωθυπουργό, γιατί και αυτό το δικαίωμα μου δίνει η Συμφωνία, ως τον Βόρειο Μακεδόνα Πρωθυπουργό, γιατί και αυτό το δικαίωμα μου δίνει η Συμφωνία, αλλά εσείς αυτό λέτε δεν θα το κάνετε ποτέ. Θα τον καλωσορίζετε, λέτε, ως Σκοπιανό Πρωθυπουργό.
Και δεν θα το κάνετε, πράγματι, ποτέ για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι γιατί δεν σας αφήνει η εθνικιστική τάση του κόμματος σας και ο κ. Γεωργιάδης. Και ο δεύτερος λόγος είναι γιατί, κύριε Μητσοτάκη, δεν θα γίνετε Πρωθυπουργός για να καλωσορίσετε τον Πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας.
Θα μείνετε στο περιθώριο της ιστορίας μαζί με αυτούς τους ακραίους που ασκούν αυτήν την ακραία κριτική έναντι των εθνικών συμφερόντων της πατρίδας μας.
Μας είπατε, επίσης, το άλλο αμίμητο σήμερα –και απευθυνθήκατε στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας- ότι δήθεν θα καλωσορίσει στο ΝΑΤΟ τον «μακεδονικό στρατό».
Και πάλι, σκοπίμως, λέτε ανακρίβειες σε αυτήν εδώ την Αίθουσα. Διότι πολύ καλά γνωρίζετε ότι η επίσημη ονομασία στο ΝΑΤΟ θα είναι «Στρατός της Βόρειας Μακεδονίας», ένας στρατός που θα πρέπει να είναι φιλικός και σύμμαχος προς την Ελλάδα, ένας στρατός που δεν θα πρέπει να στρέφει τα βέλη του προς την Ελλάδα, ένας στρατός που δεν θα πρέπει να κοιτάει και να λοξοκοιτάει σε τρίτες δυνάμεις στην περιοχή, αλλά μαζί με τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις να αποτελούν, από κοινού, πυλώνα σταθερότητας και ασφάλειας σε μία ταραγμένη περιοχή της Βαλκανικής.
Βεβαίως, όλα αυτά, για άλλη μία φορά, τα διανθίσατε με την ίδια επιχειρηματολογία ότι τάχα μου εσείς είχατε τη δυνατότητα πολλά χρόνια τώρα να φέρετε μία τέτοια συμφωνία, erga omnes με συνταγματική αλλαγή, αλλά δεν το κάνατε, δήθεν, γιατί υπήρχε το μεγάλο ζήτημα της εθνότητας και της γλώσσας, μιας γλώσσας που αναγνωρίστηκε το 1977 με δικές σας κυβερνήσεις και βεβαίως το 1994 καταγράφηκε και επισήμως ως ISO και δεν φέρατε καμία αντίρρηση και βεβαίως μιας ιθαγένειας και όχι εθνότητας –γιατί διαρκώς κάνετε εσκεμμένα την ίδια λαθροχειρία-, η οποία υπάρχει στα διαβατήρια των ανθρώπων αυτών που έρχονται στην Ελλάδα όλα τα προηγούμενα χρόνια, με δικές σας κυβερνήσεις.
Βεβαίως, δεν φροντίσατε εσείς το 2009, όταν έγιναν οι θεωρήσεις στη Συνθήκη Σένγκεν, δεν δεχθήκατε άρση των θεωρήσεων στο Σένγκεν με αναφορά άλλη, παρά μονάχα δεχτήκατε την αναφορά «Μακεδόνες» σκέτο, όχι τώρα που θα λέμε «πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας».
Το ίδιο, βεβαίως, επιχείρημα ξανά και ξανά, γι’ αυτό και επικαλέστηκα τα Θεία. Είδατε τι μου κάνετε, κύριε Μητσοτάκη; Με αναγκάζετε να επικαλεστώ κι εγώ τα Θεία. Το ίδιο επιχείρημα ξανά και ξανά. Το μόνο που δεν ακούσαμε σήμερα από εσάς ήταν το ευφυέστατο και πολύ πετυχημένο επιχείρημα που μας αναγνώσατε από τα χαρτιά σας την προηγούμενη φορά για τα μακεδονικά ροδάκινα.
Θέλω, λοιπόν, να σας διαβεβαιώσω ότι δεν τα λέμε εμείς. Διαβάστε τι δήλωση έκανε τις προηγούμενες μέρες ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδας, ο κ. Σαββάκης, ο οποίος δεν ΣΥΡΙΖΑ ο άνθρωπος, ο οποίος δήλωσε με σαφήνεια ότι είναι κατοχυρωμένα τα μακεδονικά προϊόντα ΠΟΠ της ελληνικής Μακεδονίας και δεν υπάρχει κανένα τέτοιο ζήτημα.
Κύριε Μητσοτάκη, με αναγκάσατε να επαναλάβω πολλά από τα επιχειρήματα που ακούστηκαν την προηγούμενη φορά. Όμως, εγώ θα ήθελα σήμερα να κάνω μία ερώτηση σε εσάς ρητορική. Αν θέλετε απαντάτε τώρα, αν θέλετε κάποια άλλη στιγμή. Διότι θα θυμάστε σε μία συνεδρίαση, από τις πολλές που έχουμε κάνει εδώ και συζητήσαμε και τα θέματα εξωτερικής πολιτικής, είχα αναφερθεί σε μία άστοχη διατύπωσή σας στο περιοδικό POLITICO, την οποία διαψεύσατε. Εγώ κατέθεσα στα Πρακτικά -μου είπατε ότι λέω ψέματα, ότι είμαι ψεύτης, δεν η πρώτη φορά που το λέτε- την ακριβή διατύπωση από το διαδίκτυο του συγκεκριμένου ιστότοπου, όπου τουλάχιστον η διατύπωση αυτή σας έφερε να μιλάτε για αυτονομιστικές τάσεις στη χώρα μας.
Όμως, αποδέχτηκα –καλή τη πίστει- τη θέση σας ότι διαστρεβλώθηκε η δήλωσή σας και δεν επέμεινα, γιατί εγώ δεν θέλω να κάνουμε πολιτική αντιπαράθεση επί επικοινωνιακών ευρημάτων, αλλά θέλω να κάνω ουσιαστική πολιτική αντιπαράθεση. Αποδέχτηκα τη θέση σας.
Ωστόσο, με πολύ μεγάλη έκπληξη διάβασα την περασμένη Δευτέρα στον εγχώριο Τύπο και μάλιστα ήταν κύριο θέμα στην εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ» με την υπογραφή ενός έγκριτου δημοσιογράφου, ο οποίος συνήθως έχει καλό ρεπορτάζ από τον πολιτικό σας χώρο, ότι κατά τη συνάντησή σας με τη Γερμανίδα Καγκελάριο, κυρία Μέρκελ, όταν αυτή επισκέφτηκε την Αθήνα πριν από λίγες μέρες, της είπατε ότι δεν θα επιτρέψετε η Βόρεια Ελλάδα να γίνει Καταλονία.
Αλήθεια, αναρωτιέμαι, αν το είπατε αυτό, έχετε καταλάβει τι ακριβώς είπατε; Παρομοιάσατε στη Γερμανίδα Καγκελάριο το βόρειο κομμάτι της ελληνικής επικράτειας, δηλαδή την ελληνική Μακεδονία, με μία αυτόνομη περιφέρεια του ισπανικού κράτους, το οποίο διαθέτει αυτόνομο κοινοβούλιο και στο οποίο ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων αυτοπροσδιορίζονται εθνοτικά διαφορετικά από τους Ισπανούς και μιλούν διαφορετική γλώσσα και ιστορικά υπάρχουν στο εσωτερικό της αποσχιστικές τάσεις χρόνια τώρα, οι οποίες μάλιστα λόγω του πρόσφατου δημοψηφίσματος έχουν ενισχυθεί; Αυτό κάνατε;
Αλήθεια, κατανοείτε, κύριε Μητσοτάκη, πόσο εθνικά επικίνδυνη είναι αυτή η ανιστόρητη αναλογία που επιχειρήσατε; Νομίζω ότι σήμερα δεν υπάρχουν υπεκφυγές. Έχετε δύο επιλογές, καθαρά πράγματα. Ή θα διαψεύσετε καθαρά και ξάστερα το πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της «ΕΣΤΙΑΣ», θα διαψεύστε ότι αυτή ήταν δήλωση δική σας προς τη Γερμανίδα Καγκελάριο ή θα πρέπει να απολογηθείτε δημόσια, πρωτίστως απέναντι στους Βορειοελλαδίτες, οι οποίοι ούτε αποσχιστικές τάσεις έχουν, ούτε μιλούν άλλη γλώσσα, ούτε έχουν άλλη εθνότητα!
Κύριε Μητσοτάκη, θα σας ζητούσα να είστε λίγο πιο σοβαρός όταν καταπιάνεστε με εθνικά θέματα.
Δεν είχε ακόμα αναχωρήσει το κρατικό αεροσκάφος από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας στην επίσκεψή μου προς την Άγκυρα, για τη συνάντησή μου με τον Τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν και σπεύσατε, πριν καν απογειωθεί το αεροσκάφος, να κάνετε δηλώσεις. Σπεύσατε να προκαταλάβετε ότι αυτή η επίσκεψη θα στεφθεί με αποτυχία. Πριν καν δείτε τα αποτελέσματα, τις δηλώσεις, το τι έγινε εκεί, σπεύσατε να το προκαταλάβετε, να βγάλετε διάγνωση, να μας πείτε ότι δεν ήταν καλά προετοιμασμένο.
Και βεβαίως, παρά το γεγονός ότι όλη η Ελλάδα είδε μία διαφορετική εικόνα από αυτή που είχαμε στην προηγούμενη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου εδώ -που άνοιξαν θέματα, που εν πάση περιπτώσει απαντήθηκαν όλα και σε σχέση με τις Συνθήκες και όλα, δεν άνοιξε τίποτα τέτοιο προχθές-, παρά το γεγονός ότι όλη η Ελλάδα είδε την εικόνα αυτή, παρά το γεγονός ότι όλη η Ελλάδα την επόμενη μέρα είδε τις ιστορικού συμβολισμού επισκέψεις σε πολύ σημαντικά μνημεία του ελληνισμού, ειδικότερα δε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, εσείς επιμένατε στην ίδια ανάλυση, προπαγάνδα, επιχειρηματολογία, όπως ακριβώς την είχατε προκατασκευάσει, πριν καν αναχωρήσει το κρατικό αεροσκάφος από το Στρατιωτικό Αεροδρόμιο της Ελευσίνας.
Βεβαίως, την επόμενη μέρα, επειδή βλέπει και ο ελληνικός λαός, οι σοβαροί αναλυτές σας, τα σπουδαία στελέχη σας, έμειναν μόνο να σχολιάζουν το χρώμα μιας γάτας που έτυχε να περάσει από μπροστά μου την ώρα μιας ιδιαίτερου ιστορικού φορτίου επίσκεψης σε ένα μνημείο του ελληνισμού και της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Σας καταλαβαίνω γι’ αυτό, ίσως γιατί το χρώμα της γάτας συμπίπτει με το χρώμα της αντιπολιτευτικής σας ρητορικής και της αντιπολιτευτικής σας κριτικής στα εθνικά μας θέματα όλα αυτά τα χρόνια.
Εγώ, όμως, θα σας πω, κύριε Μητσοτάκη ότι μπορεί να θεωρείτε πως σε αυτά τα θέματα είναι τζάμπα να λέτε και μια κουβέντα παραπάνω και στα εθνικά θέματα είναι τζάμπα για αντιπολιτευτικούς λόγους να παίρνετε ακραίες θέσεις, αλλά δεν είναι έτσι. Κάνετε λάθος.
Είστε Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Έχετε ευθύνη να σέβεστε την ιστορία της παράταξής σας, αλλά και την ιστορία του τόπου και τους ανθρώπους αυτής της χώρας. Δεν μπορείτε διαρκώς να ρίχνετε αντιπολιτευτικές ζαριές σε τόσο κρίσιμα εθνικά θέματα.
Εσείς, όμως, έχετε επιλέξει να τοποθετείστε για τα εθνικά θέματα, απ’ ότι φαίνεται, με βάση αυτό που εσείς αντιλαμβάνεστε ως κομματικό συμφέρον και κυρίως το τελευταίο διάστημα με βάση τις ορέξεις μιας ακραίας πτέρυγας του κόμματος σας.
Εγώ θα σας το πω για άλλη μία φορά καθαρά. Αυτή η στάση όχι μόνο είναι μία στάση ανεύθυνη, αλλά είναι και μια στάση εθνικά επικίνδυνη. Γιατί διαχρονικά υπήρξε επικίνδυνος ο τυχοδιωκτισμός της ελληνικής ακροδεξιάς και ο τυχοδιωκτισμός της εθνικιστικής ρητορικής σε όλες τις εκφάνσεις στη χώρα μας, αναφορικά με όλα τα κρίσιμα εθνικά μας θέματα.
Και σε ό,τι αφορά το κρίσιμο θέμα, που διαρκώς θέτετε, για την επιμονή μας σε δύσκολες στιγμές να έχουμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την τουρκική ηγεσία και με τον Πρόεδρο Ερντογάν, εγώ θα σας πω ότι οι ανοιχτοί δίαυλοι είναι ωφέλιμοι για τη χώρα και είναι ωφέλιμοι για τη χώρα στον βαθμό που έχουμε αυτοπεποίθηση, που πιστεύουμε ότι τα επιχειρήματά μας είναι ισχυρά με βάση το διεθνές δίκαιο και χρειαζόμαστε διαρκώς να τα επαναλαμβάνουμε και να έχουμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας σε μια κρίσιμη περίοδο, με πολλές εντάσεις και αναταράξεις στην ευρύτερη περιοχή.
Εσείς λέτε το αντίθετο για άλλη μία φορά. Μου είπατε και από αυτό το Βήμα ότι ήταν αποτυχημένη αυτή η επίσκεψη. Δεν κατάλαβα τι ήταν αυτό που σας πείραξε. Και εν τοιαύτη περιπτώσει, τι θέλετε να κάνουμε δηλαδή ως Κυβέρνηση; Να μη μιλάμε με κανέναν; Την ίδια ακριβώς στάση δεν την κρατάτε μονάχα σε ό,τι αφορά τα ελληνοτουρκικά. Την ίδια ακριβώς στάση κρατάτε και σε όλα τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής.
Προσέξτε, δεν διατυπώνετε θέση. Απλά διαφωνείτε για τα πάντα. Διαφωνείτε, δηλαδή, με μία εξωτερική πολιτική ενεργητική και πολυδιάστατη, η οποία αποπνέει αυτοπεποίθηση. Διαφωνείτε με μία εξωτερική πολιτική, η οποία έχει αναγνωριστεί και από τον ευρωπαϊκό και από τον διεθνή παράγοντα και έχει αναβαθμίσει τον ρόλο της Ελλάδας στο διεθνές πεδίο.
Δεν μας λέτε, όμως, ποια ακριβώς είναι η θέση σας, η δική σας θέση. Μας λέτε μόνο: «Μην μιλάτε, μην προχωράτε σε λύση το Μακεδονικό. Αφήστε το όπως ήταν τριάντα χρόνια τώρα! Αφήστε το», όπως το αφήσατε εσείς. Μας λέτε: «Μην ενθαρρύνετε την ένταξη της γειτονικής χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Μας λέτε: «Μην προχωράτε σε συζητήσεις για τη βελτίωση των σχέσεων με την Αλβανία». Μας λέτε: «Μην συζητάτε με την Τουρκία». Ένα απόλυτο «μην», αδράνεια.
Εγώ δύο τινά μπορώ να υποθέσω με βάση αυτήν σας τη στάση στην εξωτερική πολιτική. Ή δεν κατανοείτε την ανάγκη που υπάρχει, η Ελλάδα να αναβαθμίσει τον ρόλο της στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου -δηλαδή είστε εκτός τόπου και χρόνου- ή επιλέγετε αυτοβούλως να μην έχει η Ελλάδα αυτόνομη εξωτερική πολιτική και να υπακούει μονάχα τις βουλές των ισχυρότερων κρατών. Είστε, δηλαδή, επικίνδυνοι.
Βεβαίως, δεν θα σας ρωτήσω τι από τα δύο ισχύει, γιατί είναι πολύ πιθανό να ισχύει και μία τρίτη εκδοχή, να ισχύουν δηλαδή και τα δύο ταυτοχρόνως, να είστε και εκτός τόπου και χρόνου αλλά και επικίνδυνοι ταυτόχρονα.
Επιτρέψτε μου, όμως, να αναφερθώ σε δύο ακόμη σημεία. Αφορά αυτές τις απειλές, που επαναλάβατε, σε σχέση με το βέτο της Ελλάδας για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της γείτονος, της Βόρειας Μακεδονίας, στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πρώτα απ’ όλα μιλάμε -για να καταλάβει και ο κόσμος που μας ακούει- για μία διαδικασία η οποία αν ολοκληρωθεί, θα ολοκληρωθεί όχι αύριο ή μεθαύριο, αλλά έως το 2030. Επομένως, για να θρέψετε αυτό το κοινό στο οποίο επιμόνως απευθύνεστε το τελευταίο διάστημα -που δεν μπορεί να καταλάβει πώς είναι δυνατόν να είστε τόσο σκληρός μακεδονομάχος, αφού είναι σαν να λέτε ότι δεν θα κάνετε τίποτα για να αλλάξετε αυτή τη Συμφωνία- πουλάτε τζάμπα μαγκιά με τη δήθεν θαρραλέα και ανυποχώρητη στάση σας. Για κάτι το οποίο θα ολοκληρωθεί το 2030, μας λέτε ότι εσείς θα κάνετε μία πολύ σπουδαία και ηρωική κίνηση, δηλαδή να ασκήσετε βέτο.
Το δεύτερο, το οποίο πρέπει να γνωρίζουμε, είναι ότι αυτό είναι ένα εργαλείο –που αφορά βεβαίως κάθε χώρα, η οποία είναι σε ενταξιακή διαδικασία και το έχει κάθε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης- αναφαίρετο. Δεν μας το αφαιρεί κανείς και κυρίως η Συμφωνία των Πρεσπών. Υπάρχουν πάνω από τριάντα πέντε διαφορετικά δικαιώματα βέτο στο άνοιγμα των κεφαλαίων και στο κλείσιμο των κεφαλαίων της διαδικασίας αυτής, τα οποία πουθενά δεν περιορίζονται από τη Συμφωνία των Πρεσπών, αν η Βόρεια Μακεδονία βεβαίως δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της. Είναι υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή τη Συμφωνία, αλλά και από το λεγόμενο ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Το τρίτο και σημαντικότερο -γιατί αυτά τα δύο που είπα είναι μάλλον τεχνικά ζητήματα- είναι το ουσιαστικό. Αλήθεια, πιστεύετε ότι η χώρα πρέπει να έχει στόχο να αποτρέψει την ευρωπαϊκή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας και κατ’ επέκταση την ευρωπαϊκή πορεία των γειτόνων της; Πείτε μου καθαρά. Έχει ή δεν έχει συμφέρον η Ελλάδα από την ευρωπαϊκή πορεία όλων των γειτόνων της και όχι μόνο της Βόρειας Μακεδονίας;
Έχει μήπως συμφέρον η χώρα από την επιρροή τρίτων δυνάμεων στη γειτονιά της, με άλλες βλέψεις και άλλες επιδιώξεις στην περιοχή των Βαλκανίων; Ή έχει συμφέρον αυτή η διαδικασία να ολοκληρωθεί το συντομότερο με συμμόρφωση και της Βόρειας Μακεδονίας και άλλων γειτόνων μας στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και στις υποχρεώσεις τους, οι οποίες απορρέουν και από τη Συμφωνία των Πρεσπών, εν προκειμένω, αλλά συνολικότερα από τους όρους μεταρρυθμίσεων και εκδημοκρατισμού που προβλέπει το λεγόμενο κοινωνικό κεκτημένο; Έχουμε συμφέρον ή είναι εις βάρος μας;
Γιατί εάν υποστηρίζετε τα περί βέτο στη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα Βαλκάνια, δεν αμφισβητείτε πλέον μία πάγια ελληνική θέση, έτσι όπως διαμορφώθηκε από τη Σύνοδο της Θεσσαλονίκης, την περιβόητη «ατζέντα της Θεσσαλονίκης» -έτσι τη συζητάνε όλοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση-, αλλά αμφισβητείτε μία διαχρονική ευρωπαϊκή θέση.
Τόσο πολύ σας έχει επηρεάσει αυτή η ακραία πτέρυγα του κόμματός σας, κύριε Μητσοτάκη; Να αμφισβητείτε θεμελιώδεις αρχές που μοιράζεται το σύνολο σχεδόν των πολιτικών οικογενειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Λέω το σύνολο σχεδόν -καλά καταλάβατε- γιατί βεβαίως υπάρχουν ακροδεξιοί και εθνικιστές που ενεργούν στην Ευρώπη πολλές φορές και για συμφέροντα τρίτων, για συμφέροντα άλλων εκτός Ευρώπης, οι οποίοι και θα τρίβουν τα χέρια τους, αν μάθουν ότι μοιράζεστε τις ίδιες θέσεις.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θεωρώ ότι αυτή η στάση και θέση που για πρώτη φορά βλέπουμε από την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, της Νέας Δημοκρατίας, είναι μία στάση και θέση οποία δεν ευνοεί τα συμφέροντα της χώρας. Και θέλω να το πω ξεκάθαρα. Και θα ήθελα στα ερωτήματα αυτά κάποια στιγμή να πάρω απαντήσεις.
Θέλω να κλείσω, όμως, για να μη μακρηγορήσω άλλο, λέγοντας για την επιλογή της Βόρειας Μακεδονίας να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ. Γιατί ξεχάσατε ότι αυτό συζητάμε σήμερα. Τα άλλα τα είχαμε συζητήσει στην προηγούμενη διαδικασία. Και δεν μπορέσατε και να μας εξηγήσετε στο βαθμό που κυρώθηκε η Συμφωνία και στο βαθμό που εσείς, όπως λέτε, δεν πρόκειται να επιχειρήσετε να την ανατρέψετε -δεν θα το καταφέρετε- αν ποτέ πάρετε τη διακυβέρνηση της χώρας, για ποιο λόγο αρνείστε την ένταξη της χώρας αυτής στο ΝΑΤΟ. Δεν δώσατε πειστικές απαντήσεις σε αυτό. Οι μόνοι οι οποίοι μπορεί να δώσουν πειστικές απαντήσεις είναι ενδεχομένως στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Έχει θέση και άποψη γι’ αυτό και αφορά το ΝΑΤΟ.
Εγώ, όμως, θέλω να πω ότι αυτή η απόφαση δεν είναι δικιά μας απόφαση στο τέλος της ημέρας. Είναι μία απόφαση που αφορά τον ίδιο τον γειτονικό λαό. Είναι μια επιλογή της Βόρειας Μακεδονίας. Είναι κυριαρχικό τους δικαίωμα και κυριαρχικό δικαίωμα του λαού της και της εκλεγμένης κυβέρνησής τους να αποφασίσουν να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ.
Όπως κυριαρχικό δικαίωμα είναι και οι σχέσεις που ενδεχομένως θα αποφασίσουν να έχουν με όποια άλλη χώρα επιθυμούν, βεβαίως τηρώντας τις δεσμεύσεις που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο και από την ένταξή τους στους οργανισμούς που θα επιλέξουν να ενταχθούν.
Κυριαρχικό τους δικαίωμα θα είναι ενδεχομένως αν επιλέξουν, και εμείς θα τους προτρέψουμε να επιλέξουν, να έχουν, όπως εμείς, αν το θελήσουν, μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική.
Η σημερινή, λοιπόν, ψηφοφορία είναι η ψηφοφορία η οποία κλείνει, κατά την άποψή μου, έναν σημαντικό κύκλο, τον σημαντικότερο κύκλο, των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ιστορική Συμφωνία των Πρεσπών και αφορούν την Ελλάδα.
Από αύριο με την κύρωση της ένταξης, όπως προβλέπει η ίδια η Συμφωνία, οι υποχρεώσεις ξαναγυρνάνε στους γείτονές μας, οι οποίοι θα πρέπει να στείλουν επίσημο αίτημα σε όλες τις χώρες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, σε όλους τους οργανισμούς, και στις εκατόν σαράντα, περίπου, χώρες οι οποίες την αναγνωρίζουν έως σήμερα με τον όρο «Δημοκρατία της Μακεδονίας» σκέτο.
Θα είδατε όλα τα μεγάλα διεθνή ειδησεογραφικά μέσα πώς παρουσίαζαν την επικύρωση της Συμφωνίας από την Ελληνική Βουλή. Έλεγαν: «Η “Μακεδονία» αλλάζει όνομα και γίνεται “Βόρεια Μακεδονία”», αυτό έλεγαν.
Και μάλιστα τα Μέσα Ενημέρωσης που σας υποστηρίζουν δεν έσπευσαν να επαναλάβουν την ίδια αναμασημένη τροφή που μας παρουσιάσατε σήμερα εσείς εδώ, αλλά έσπευσαν να κατηγορήσουν τον κ. Ζάεφ, ο οποίος, λέει, δεν εφαρμόζει τη Συμφωνία. Προφανώς και εκεί λαθροχειρία έκαναν διότι γνωρίζουν ότι υποχρέωση να την εφαρμόσει έχει άμα τη κυρώσει και του Πρωτοκόλλου Ένταξης στο ΝΑΤΟ.
Αλλά, αναρωτιέμαι, αν το πρόβλημά σας είναι ότι ο Ζάεφ δεν την εφαρμόζει, τότε μάλλον είναι καλή η Συμφωνία και το πρόβλημα είναι ότι ο Ζάεφ δεν την εφαρμόζει και δεν είναι κακή η Συμφωνία.
Ο Ζάεφ, λοιπόν, ο Πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας, από αύριο και η χώρα του και η Κυβέρνησή του θα έχει μία δύσκολη δουλειά να κάνει. Θα πρέπει να στείλουν το επίσημο αίτημα σε όλες τις χώρες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, προκειμένου από εδώ και στο εξής να μην τους αποκαλούν ως «Μακεδονία», αλλά να τους αποκαλούν ως «Βόρεια Μακεδονία». Το ίδιο θα πρέπει να πράξουν και οι ίδιοι τόσο στον δημόσιο λόγο τους όσο και σε όλες τις ονομασίες, όλες τις ταμπέλες που έχουν στα δημόσια κτήρια και στα δημόσια έγγραφά τους.
Εγώ θα ήθελα για άλλη μια φορά να καλωσορίσω από αυτό το Βήμα τη Βόρεια Μακεδονία, μια φιλική προς την Ελλάδα χώρα, μια χώρα η οποία θα πρέπει να είναι στήριγμα και όχι αντίπαλος για τις προσπάθειες μας να εγκαθιδρύσουμε την ασφάλεια, τη σταθερότητα και τη συνεργασία στην ευρύτερη περιοχή.
Και να πω, κατεβαίνοντας από το Βήμα, κύριε Μητσοτάκη, ότι όλοι θα κριθούμε. Θα μας κρίνει ο ελληνικός λαός. Θα μας κρίνει και η ιστορία. Εγώ, αισθάνομαι ότι πράξαμε το πατριωτικό μας καθήκον απέναντι σε απειλές, απέναντι σε εκβιασμούς. Εγώ πιστεύω ότι πράξαμε το σωστό.
Δεν σας κατηγορώ αν έχετε άλλη άποψη. Σας λέω, όμως, ότι πολύ σύντομα και ο ελληνικός λαός θα μας κρίνει και η ιστορία θα μας κρίνει και κυρίως οι επόμενες γενιές. Εγώ είμαι υπερήφανος για τη στάση των Βουλευτών που ψήφισαν την κύρωση της Συμφωνίας και αυτών που σήμερα θα ολοκληρώσουν αυτήν την ιστορική προσπάθεια.