Συνέντευξη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στον δημοσιογράφο, Ν. Παπαδημητρίου:

Η χώρα αλλάζει μέρα με τη μέρα και σταδιακά αλλά με συντεταγμένο τρόπο, βαδίζει προς το τέλος της σκληρής περιόδου των μνημονίων τον Αύγουστο του 2018:
 
– Η οικονομία τρέχει με ρυθμό ανάπτυξης που αναμένεται στο τέλος του 2017 να διαμορφωθεί κοντά στο 2%.
 
– Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, καταγράφεται δημοσιονομική υπεραπόδοση. Κάτι που μας επιτρέπει και φέτος να προχωρήσουμε σε μια έκτακτη ενίσχυση εν είδει κοινωνικού μερίσματος σε όσους έχουν πραγματικά ανάγκη.
 
– Η ανεργία έχει περιοριστεί πέραν των 6 ποσοστιαίων μονάδων από τη μέρα που αναλάβαμε. Και μάλιστα, βάσει των πρόσφατων στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, για πρώτη φορά μετά το 2011, βρισκόμαστε κάτω από το 1 εκατομμύριο ανέργων.
 
– Βγήκαμε στις αγορές χρήματος και μάλιστα με πολύ ευνοϊκότερους όρους από το «πυροτέχνημα» Σαμαρά το 2014 ενώ αυτή τη στιγμή που μιλάμε είναι σε εξέλιξη η δεύτερη έξοδος που θα ολοκληρωθεί εντός των επόμενων ημερών.
 
– Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, αναβαθμίζουν διαρκώς τη θέση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
 
Διαμορφώνεται, με λίγα λόγια, η εικόνα μιας οικονομίας που αντιστοιχεί σε μια χώρα που ανακάμπτει. Και το 2019, με τη λήξη της τετραετίας, η κυβέρνηση θα κριθεί από δύο κυρίως παράγοντες:


 
1. Από τη δυνατότητα μας να ολοκληρώσουμε τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της εξόδου από τη μνημονιακή επιτροπεία, της ανάκτησης της οικονομικής κυριαρχίας της χώρας της σταθεροποίησης της οικονομίας της.
 


2. Και από τα μέτρα αποκατάστασης των αδικιών και τη θεμελίωση ενός νέου και κοινωνικά δίκαιου παραγωγικού μοντέλου. Με στήριξη της εργασίας, με ισχυροποίηση του κοινωνικού κράτους, με ρήτρες αναδιανομής του πλούτου υπέρ των πολλών.
 
Γιατί κανείς από την σημερινή κυβέρνηση δεν αρνείται ότι παρά τη μείωση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα η δημοσιονομική προσαρμογή είναι δύσκολη και συσσωρεύει βάρη σε μια ήδη ταλαιπωρημένη κοινωνία.
 
Πάντα όμως πρέπει να συγκρίνουμε με το τι θα συνέβαινε αν δεν είχε μεσολαβήσει η πολιτική αλλαγή του 2015. Χωρίς αυτήν θα είχαμε μια σκληρότερη δημοσιονομική προσαρμογή ακραίας λιτότητας με περισσότερους φόρους και περικοπές και κανένα μέρισμα καθώς οι στόχοι και οι προβλέψεις του προηγούμενου προγράμματος στο οποίο είχαν συμφωνήσει Σαμαράς-Βενιζέλος και πιο συγκεκριμένα ο στόχος του δεύτερου προγράμματος για το 2016, ήταν για πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% και για το 2017 4,2% του ΑΕΠ. Οι αντίστοιχοι στόχοι του τρίτου προγράμματος είναι 0,5% και 1,75% του ΑΕΠ.
 
Αυτό σημαίνει ότι χωρίς την αλλαγή των στόχων που κέρδισε η σημερινή κυβέρνηση θα είχαμε μια πολύ πιο βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή περισσότερους φόρους, περισσότερες περικοπές συντάξεων και φυσικά περικοπές μισθών στο δημόσιο τομέα αλλά και απολύσεις.
 
Και φυσικά δεν θα ήταν δυνατόν τότε να γίνει καν λόγος για υπεραπόδοση και κοινωνικό μέρισμα καθώς οι στόχοι ήταν ακραίοι και παράλογοι. Ποτέ καμία κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να τους υπερβεί για να διανείμει κοινωνικό μέρισμα.
 
Για το οποίο είναι θετικό μεν το ότι η ΝΔ δεν επαναλαμβάνει το ατόπημα του 2016 και ότι ο κ. Μητσοτάκης υποχώρησε από τις αρχικές του τοποθετήσεις.
 
Είναι όμως δε προφανές ότι σύρεται σε αυτή την επιλογή λόγω της κοινωνικής και πολιτικής πίεσης. Ο ίδιος δεν θα εισηγούνταν ποτέ μια τέτοια πολιτική στήριξης των πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων.
 
Δεν είναι τυχαίο ότι πρότεινε να μειώσουμε με το ποσό του κοινωνικού μερίσματος οριζόντια τον φόρο στην ακίνητη περιουσία. Να επωφεληθούν δηλαδή από την υπεραπόδοση ακόμη και εκείνοι με μεγάλη και πολύ μεγάλη ακίνητη περιουσία και όχι όσοι έχουν πραγματικά ανάγκη.
 
Ενώ και από την άλλη, όταν ο κύριος Μητσοτάκης μιλάει για μεταρρυθμίσεις, εννοεί περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, μείωση μισθών, μείωση των εταιρικών φόρων και των μερισμάτων, διάλυση της δημόσιας παιδείας, ιδιωτικά πανεπιστήμια, ιδιωτική ασφάλιση, ιδιωτική υγεία. Ο κ. Μητσοτάκης θέλει στην πραγματικότητα να εφαρμόσει το οικονομικό πρόγραμμα της Θάτσερ και του Πινοσέτ στην Ελλάδα. Η στάση του είναι κυνική.
 
Δεν νιώθει καν τη θεσμική υποχρέωση να απαντήσει καθαρά και ξάστερα για την υπόθεση που αφορά την off shore της συζύγου του. Δεν ένιωσε άλλωστε και ποτέ ο ίδιος την ανάγκη να κάνει μια στοιχειώδη αυτοκριτική για τις προνομιακές σχέσεις του με τη Siemens. Δεν είχε το σθένος να παραδεχτεί το σκάνδαλο με το δάνειο του «Κήρυκα Χανίων».
 
Ενώ ακόμη η ΝΔ δεν έχει απαντήσει ειλικρινά για την σχέση του κ. Μητσοτάκη με την κ. Ξαφά, που θυμίζω είναι στέλεχος της Δράσης και η οποία φέρεται –και δεν είναι η μόνη– να ασκεί πολιτική υπονόμευσης της ελληνικής οικονομίας και της ανάπτυξης με παρεμβάσεις της στο εξωτερικό. Αυτό θέλει ο κ. Μητσοτάκης αλήθεια; Να υπονομεύσει την πορεία της χώρας;
 
Πρόκειται για απονενοημένο διάβημα μιας έξαλλης και αλλόφρονος αντιπολίτευσης που μοιάζει πλέον να μην ορρωδεί προ ουδενός στην προσπάθεια της να παλινορθωθεί και να υλοποιήσει το κοινωνικά εκδικητικό της πρόγραμμα. Ευτυχώς όμως ο ελληνικός λαός θυμάται και δεν θα το επιτρέψει.

Ξεκινώντας, κύριε υπουργέ, από την τραγωδία των ημερών, ένα σπάνιο όσο και ακραίο καιρικό φαινόμενο ήλθε να «κουμπώσει» –όπως υπογράμμισε και ο πρωθυπουργός– με τη συσσωρευμένη αδράνεια, συσσωρευμένα προβλήματα και ελλείμματα στα έργα υποδομής αλλά και στον χωροταξικό σχεδιασμό. Ίσως είναι νωρίς αλλά δεσμεύεται η κυβέρνηση ότι θα αναπτύξει ένα φιλοπεριβαλλοντικό σχεδιασμό, που θα αποτελέσει τη βάση για την ουσιαστική προστασία ζωών και περιουσιών;

Το βασικό αυτές τις ώρες είναι να έχουν θετική κατάληξη οι επιχειρήσεις της Πυροσβεστικής ώστε, να μην υπάρξουν περισσότερες απώλειες. Αυτή είναι η πρώτιστη προτεραιότητα μας. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν δύο στάδια αντιμετώπισης του προβλήματος.

Το πρώτο είναι η καταγραφή των υλικών ζημιών και στη συνέχεια η εκπόνηση ενός σχεδίου για την αποκατάστασή τους και την αποζημίωση των πληγέντων. Διότι, αυτή τη στιγμή υπάρχουν εκατοντάδες άνθρωποι οι οποίοι έχουν βρεθεί στην κυριολεξία επί ξύλου κρεμάμενοι. Έχουν χάσει το σπίτι τους, την περιουσία τους και βρίσκονται σε μία κατάσταση η οποία χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.

Το δεύτερο στάδιο της κρατικής παρέμβασης, έχει να κάνει με την εκπόνηση ενός εκτεταμένου σχεδίου για να επιλυθεί το τεράστιο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί από δεκαετίες άναρχης δόμησης, όχι μόνο στη δυτική Αττική, αλλά σε πολλές περιοχές της χώρας. Ήδη βεβαίως η Περιφέρεια αλλά και η Κυβέρνηση έχουν κάνει βήματα και έχουν προϋπολογιστεί περίπου 600 εκατομμύρια ευρώ για αντιπλημμυρικά έργα εκ των οποίων τα 500 περίπου από την Περιφέρεια και 100 από το ΠΔΕ και το ΠΕΠ, τα οποία βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια ωρίμανσης και πρέπει να επιταχυνθούν.

Πάντως, οι ευθύνες, κύριε εκπρόσωπε, πηγαίνουν πολύ πίσω, πολύ μακριά. Είναι εφικτό να υπάρξει καταλογισμός ευθυνών;

Πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις η τάση είναι να επιμερίζουμε ευθύνες. Στην κυβέρνηση, στις προηγούμενες κυβερνήσεις, στο πολιτικό σύστημα, στην τοπική αυτοδιοίκηση ανάλογα με τη θέση στην οποία βρίσκεται ο καθένας. Ευθύνες βεβαίως και υπάρχουν.

Αυτό που νομίζω όμως ότι πρέπει να επισημάνουμε σήμερα είναι ότι τα μπαζωμένα ρέματα και τα αυθαίρετα κτίσματα, ήταν ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίστηκε το ελληνικό κράτος, επί δεκαετίες, το πρόβλημα της στέγης.

Αντί να εκπονηθούν κρατικές πολιτικές στήριξης για την απόκτηση στέγης, αντί να υπάρξει ένας σαφής χωροταξικός σχεδιασμός, το κράτος έκλεινε τα μάτια στην αυθαιρεσία, διότι κατά αυτόν τον τρόπο αντιμετώπιζε το πρόβλημα των ανισοτήτων και το πρόβλημα στέγης ιδιαίτερα των πιο αδύναμων στρωμάτων. Ήταν και αυτή μια «κρατική τεχνολογία» ανοχής της παρανομίας για την οικοδόμηση συναινέσεων που στην πραγματικότητα μετέθετε και μετατόπιζε το πρόβλημα. Ακριβώς τα αποτελέσματα αυτής της βιοπολιτικής επιλογής πληρώνει σήμερα, η δυτική Αττική.

Τι σηματοδοτεί η διανομή του κοινωνικού μερίσματος, τι επιδιώκει η κυβέρνηση μέσω αυτού, κύριε υπουργέ;

Αυτό που επιδιώκει σταθερά η κυβέρνηση είναι, μέσα από την ανάκαμψη της οικονομίας, να αποκατασταθούν οι αδικίες που προκάλεσε η επιθετική λιτότητα τα χρόνια της κρίσης.

Τόσο πέρυσι όσο και φέτος, η απόδοση προς τους πολίτες που έχουν πραγματικά ανάγκη, ενός ποσού που ξεπερνά αθροιστικά τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ, είναι μια έμπρακτη απόδειξη της παραπάνω θέσης. Όσο η χώρα βαδίζει με σταθερό βήμα έξω από τη σκληρή περίοδο των μνημονίων, όσο η οικονομία κινείται με σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, τόσο θα επιταχύνεται η υλοποίηση της επιδίωξης που σας ανέφερα αρχικά.

Αυτή η πορεία συνεχίζεται και έχει ορόσημο το τέλος των μνημονίων και της ασφυκτικής επιτροπείας τον ερχόμενο Αύγουστο. Επομένως, βρισκόμαστε σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο που θα κρίνει την πορεία της χώρας στη μεταμνημονιακή εποχή. Και στόχος είναι αυτή η εποχή να αρχίσει να σκιαγραφείται ήδη από σήμερα.

Συγνώμη που σας διακόπτω, κάποιοι παρατήρησαν μετά την τηλεοπτική δήλωση του πρωθυπουργού ότι αρχίζει και μυρίζει εκλογές…

Τα ίδια έλεγαν πολλοί και πέρυσι τον Δεκέμβριο όταν ο πρωθυπουργός είχε ανακοινώσει την εφάπαξ καταβολή της 13ης σύνταξης. Αυτό που δεν κατανοούν όσοι σπεύδουν να βγάλουν τέτοια συμπεράσματα είναι ότι ο πολιτικός σχεδιασμός αυτής της κυβέρνησης έχει χαρακτήρα μακροπρόθεσμο με πρωταρχικό στόχο την έξοδο από τη μνημονιακή επιτροπεία και την ανάκτηση της οικονομικής κυριαρχίας της χώρας. Εμείς επομένως θα κριθούμε από δύο κυρίως παράγοντες. Από τη δυνατότητα μας να ολοκληρώσουμε αυτό το σχεδιασμό και να σταθεροποιήσουμε τη χώρα οικονομικά αλλά και από τα μέτρα αποκατάστασης των αδικιών και τη θεμελίωση ενός νέου και κοινωνικά δίκαιου παραγωγικού μοντέλου. Με στήριξη της εργασίας, με ισχυροποίηση του κοινωνικού κράτους, με ρήτρες αναδιανομής του πλούτου υπέρ των πολλών. Και το 2019, με τη λήξη της τετραετίας οι πολίτες θα μπορούν να κρίνουν αν πράγματι έχουν γίνει τα απαραίτητα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.

Διαβάσατε όμως και την κριτική που συνέδεσε το μέρισμα με την υπερφορολόγηση, όπως ειπώθηκε. Τι απαντάτε;

Πρόκειται για μια κριτική σκόπιμα υποκριτική που ξεχνά τις προβλέψεις και τους στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων του προηγούμενου προγράμματος στο οποίο είχαν συμφωνήσει Σαμαράς-Βενιζέλος. Ο στόχος του δεύτερου προγράμματος για το 2016 ήταν για πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% και για το 2017 4,2% του ΑΕΠ. Οι αντίστοιχοι στόχοι του τρίτου προγράμματος είναι 0,5% και 1,75% του ΑΕΠ.

Αυτό σημαίνει ότι χωρίς την αλλαγή των στόχων που κέρδισε η σημερινή κυβέρνηση θα είχαμε μια πολύ πιο βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή περισσότερους φόρους, περισσότερες περικοπές συντάξεων και φυσικά περικοπές μισθών στο δημόσιο τομέα αλλά και απολύσεις. Και φυσικά δεν θα ήταν δυνατόν τότε να γίνει καν λόγος για υπεραπόδοση και κοινωνικό μέρισμα καθώς οι στόχοι ήταν ακραίοι και παράλογοι. Ποτέ καμία κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να τους υπερβεί για να διανείμει κοινωνικό μέρισμα. Αντίθετα με τη σημερινή κυβέρνηση η υπεραπόδοση σε σχέση με τους στόχους σχετίζεται με την χρηστή διαχείριση των δημόσιων οικονομικών αλλά και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής. Και αυτή η υπεραπόδοση ακριβώς λόγω και των χαμηλότερων στόχων μπορεί να επιστρέφεται στην κοινωνία με τη μορφή του κοινωνικού μερίσματος για την προσωρινή αποκατάσταση αδικιών και την κοινωνική στήριξη μέχρι την ανάκτηση της οικονομικής μας κυριαρχίας. Και εδώ ακριβώς έγκειται και η πολιτική διαφορά αυτής της κυβέρνησης σε σχέση με τις κυβερνήσεις του παλιού πολιτικού συστήματος.

Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι χωρίς την πολιτική αλλαγή του 2015 θα είχαμε και μια σκληρότερη δημοσιονομική προσαρμογή ακραίας λιτότητας με περισσότερους φόρους και περικοπές και κανένα μέρισμα καθώς οι στόχοι του 4,5% της ΝΔ ήταν δυσθεώρητοι.

«Ναι» επί της αρχής για το κοινωνικό μέρισμα από την Νέα Δημοκρατία. Θα αναφωνούσατε, «κάλλιο αργά παρά ποτέ»;

Είναι θετικό το ότι η ΝΔ δεν επαναλαμβάνει το ατόπημα του 2016 και ότι ο κ. Μητσοτάκης υποχώρησε από τις αρχικές του τοποθετήσεις σε σχέση με το μέρισμα. Είναι όμως προφανές ότι σύρεται σε αυτή την επιλογή λόγω της κοινωνικής και πολιτικής πίεσης. Ο ίδιος δεν θα εισηγούνταν ποτέ μια τέτοια πολιτική στήριξης των πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων. Δεν ήταν και δεν θα είναι ποτέ αυτή η αντίληψη του. Δεν είναι τυχαίο ότι πρότεινε να μειώσουμε με το ποσό του κοινωνικού μερίσματος οριζόντια τον φόρο στην ακίνητη περιουσία. Να επωφεληθούν δηλαδή από την υπεραπόδοση ακόμη και εκείνοι με μεγάλη και πολύ μεγάλη ακίνητη περιουσία και όχι όσοι έχουν πραγματικά ανάγκη. Νομίζω ότι εκεί φαίνεται το χάσμα που μας χωρίζει από τη ΝΔ.

Αναγνωρίσατε, σε πρόσφατη συνέντευξή σας, ότι επιβλήθηκαν δυσανάλογα υψηλά φορολογικά βάρη στη μεσαία τάξη, εξαιτίας των υποχρεώσεων που επιβάλλει το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Είσθε σήμερα σε θέση να πείτε από πότε θα δουν οι πολίτες της μεσαίας τάξης να αίρονται κάποια από τα βάρη τους;

Κανείς από την σημερινή κυβέρνηση δεν αρνείται ότι παρά τη μείωση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα η δημοσιονομική προσαρμογή είναι δύσκολη και συσσωρεύει βάρη σε μια ήδη ταλαιπωρημένη κοινωνία. Πάντα όμως πρέπει να συγκρίνουμε με το τι θα συνέβαινε αν δεν είχε μεσολαβήσει η πολιτική αλλαγή του 2015. Σας το είπα και πριν. Πολύ σκληρότερη δημοσιονομική προσαρμογή, ακραία λιτότητα και κοινωνική ερήμωση. Σήμερα όμως βλέπουμε καθαρά την έξοδο από το πρόγραμμα ενώ με βάση τις εκτιμήσεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας θα δημιουργηθεί χώρος για φοροελαφρύνσεις πιθανόν ακόμη και μέσα στο 2019. Αυτός είναι λοιπόν και ο στόχος.

Αλήθεια, ο κ. Μητσοτάκης υποστήριξε, από τις Βρυξέλλες, ότι η λιτότητα… παρατράβηξε στην Ελλάδα. Χαιρετίζει η κυβέρνηση τη δήλωση αυτή;

Η αξιωματική αντιπολίτευση φαίνεται ότι αλλάζει πρόσωπα ανά περίσταση. Ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος ηγείται της παράταξης που καλούσε τους δανειστές να επιβάλλουν «τόσα και άλλα τόσα» μέτρα, για να κλείσει η αξιολόγηση, που καταθέτει προς τον ελληνικό λαό ένα πρόγραμμα με άξονες τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, την ιδιωτικοποίηση της παιδείας, την παράδοση του ασφαλιστικού συστήματος σε ιδιωτικά συμφέροντα, είναι λίγο γκροτέσκο να εμφανίζεται ως πολέμιος της λιτότητας.

Η ΝΔ αποτελεί τον επίσημο εκφραστή στη χώρα των πλέον ακραίων θέσεων που έχουν κατά καιρούς εκφραστεί από μέρους των δανειστών. Είναι το κόμμα που επί των ημερών του, υπουργοί υπέγραφαν σε λευκά χαρτιά, τα οποία συμπληρώνονταν μετά με ατελείωτους καταλόγους μέτρων λιτότητας. Είναι η παράταξη που το πολιτικό της πρόγραμμα, προϋποθέτει τη λιτότητα. Δηλαδή των περιορισμό των ανελαστικών κοινωνικών δαπανών, του κοινωνικού μισθού, το ξεπούλημα των δημοσίων αγαθών.

Είναι πάντως ενδεικτικό ότι χρειάστηκε να πάει στις Βρυξέλλες για κάνει αυτή τη δήλωση. Να βρεθεί δηλαδή εκεί που όλοι οι αξιωματούχοι εδώ και μήνες, αντιλαμβάνονται και το δηλώνουν μάλιστα, ότι η συνταγή της λιτότητας, δεν οδηγεί πουθενά. Μάλλον δεν πείστηκε ο ίδιος από τις καταστροφικές συνέπειες της πολιτικής που εφάρμοζε τόσα χρόνια, αλλά έπρεπε να το ακούσει από τα χείλη αυτών στους οποίους επιδιώκει να γίνει αρεστός. Αλλά στην περίπτωση του ισχύει η ρήση: «Πολύ λίγο, Πολύ αργά».

Σάς κατηγόρησε όμως από την άλλη ότι δεν μπορείτε να δώσετε ώθηση στις μεταρρυθμίσεις …

Όταν ο κύριος Μητσοτάκης μιλάει για μεταρρυθμίσεις, ρίγος τρόμου διαπερνά τον ελληνικό λαό. Τι εννοεί; Περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, μείωση μισθών, μείωση των εταιρικών φόρων και των μερισμάτων, διάλυση της δημόσιας παιδείας, ιδιωτικά πανεπιστήμια, ιδιωτική ασφάλιση, ιδιωτική υγεία. Ένα πρόγραμμα σοκ και δέους δηλαδή που δεν έχει αποδειχθεί μόνο κοινωνικά καταστροφικό αλλά και οικονομικά αποτυχημένο όπου έχει εφαρμοστεί. Ο κ. Μητσοτάκης θέλει στην πραγματικότητα να εφαρμόσει το οικονομικό πρόγραμμα της Θάτσερ και του Πινοσέτ στην Ελλάδα. Ευτυχώς δεν θα έχει την ευκαιρία του.

Επιπλέον, ο κ. Μητσοτάκης υποστήριξε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε την επιλογή να υπερφορολογήσει τη μεσαία τάξη, προκειμένου να αφήσει άθικτο το δημόσιο τομέα. Μπορείτε να μάς σχολιάσετε και τα δύο σκέλη της διαπίστωσης αυτής του προέδρου της ΝΔ;

Θα είμαι σαφής: Η απαίτηση των θεσμών των Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2015 ήταν συγκεκριμένη για την δημοσιονομική προσαρμογή. Εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ από το ασφαλιστικό και αύξηση εσόδων κατά 1% από αύξηση του ΦΠΑ και άλλο 1% από άλλα φορολογικά μέτρα. Τώρα πού είδε ο κ. Μητσοτάκης την επιλογή της κυβέρνησης σε όλα αυτά είναι δικό του θέμα. Επίσης αν ο κ. Μητσοτάκης θέλει να μας προτείνει συγκεκριμένα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής από περιορισμό δαπανών του δημόσιου τομέα περιμένουμε να τον ακούσουμε αν και ξέρουμε ήδη την πρόταση του: Απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, περικοπές μισθών στο δημόσιο τομέα που ήδη σήκωσε τεράστιο βάρος της προσαρμογής την πενταετία 2010-2015 και φυσικά περικοπές σε δημόσια υγεία και δημόσια παιδεία.

Με αφορμή την υπόθεση των “Paradise Papers” και των offshore με ελληνικό «άρωμα», ο ΣΥΡΙΖΑ επαναφέρει το λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα;

Το ηθικό πλεονέκτημα δεν έχει on-off, κύριε Παπαδημητρίου. Έχει καλλιεργηθεί από την πορεία που έχει διαγράψει ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αριστερά στην πολιτική ζωή της χώρας τόσο ως αντιπολίτευση όσο και ως κυβέρνηση. Και αντίστοιχα, το στίγμα της γενικευμένης διαπλοκής και διαφθοράς, είναι εγγεγραμμένο στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, στα κόμματα που κυβέρνησαν τον τόπο για δεκαετίες, με τις γνωστές συνέπειες.

Το ηθικό πλεονέκτημα λοιπόν, που έχει η Αριστερά είναι δεδομένο. Όπως είναι δεδομένος και ο κυνισμός κάποιων να υπερασπίζονται πρακτικές απόκρυψης εισοδημάτων μέσα από τις ύποπτες διαδρομές των off shore.

Η στάση του κ. Μητσοτάκη και της ΝΔ, είναι ακριβώς τέτοια. Κυνική. Δεν νιώθει καν τη θεσμική υποχρέωση να απαντήσει καθαρά και ξάστερα για την υπόθεση που αφορά την off shore της συζύγου του. Δεν ένιωσε άλλωστε και ποτέ ο ίδιος την ανάγκη να κάνει μια στοιχειώδη αυτοκριτική για τις προνομιακές σχέσεις του με τη Siemens. Δεν είχε το σθένος να παραδεχτεί το σκάνδαλο με το δάνειο του «Κήρυκα Χανίων».

Όλα αυτά είναι δείγματα μιας ορισμένης συμπεριφοράς της εγχώριας ελίτ και των εκπροσώπων της, που νομίζουν ότι απευθύνονται σε υπηκόους και όχι σε πολίτες.

Μερίδα της αντιπολίτευσης επιμένει να λέει ότι το 2018 θα ήταν ο προσφορότερος για την κυβέρνηση, χρόνος των εκλογών. Μέρισμα δύσκολα θα δοθεί, προβλέπουν, δεν αποκλείεται να έρθουν πιο μπροστά τα μέτρα για συντάξεις-αφορολόγητο, εκτιμούν. Ποια είναι η απάντηση της κυβέρνησης;

Σάς απάντησα και προηγουμένως, η κυβέρνηση δεν ασχολείται με εκλογικά και άλλα πολιτικά σενάρια. Έχει μπροστά της το μεγάλο στόχο της εξόδου από τα μνημόνια και την ασφυκτική επιτροπεία.

Από κει και πέρα, γνωρίζετε τα όσα προβλέπει η συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση σχετικά με τα θετικά και τα περιοριστικά μέτρα τα οποία θα υλοποιηθούν το 2019 και το 2020. Αυτά περιγράφονται σε ψηφισμένους νόμους του Ελληνικού Κοινοβουλίου, το περιεχόμενο και η περίοδος υλοποίησης τους, είναι προσδιορισμένα σαφώς και δεν υπάρχει καμία αλλαγή επ? αυτού.

Επί μία ώρα και είκοσι λεπτά, ο πρωθυπουργός παρέθετε, από την Κομοτηνή, λίστα έργων και άλλων παρεμβάσεων. Αλλάζει, πράγματι, η Ελλάδα;

Η χώρα αλλάζει μέρα με τη μέρα και βρίσκει σταδιακά το βηματισμό της.

Η οικονομία τρέχει με ρυθμό ανάπτυξης που αναμένεται στο τέλος του 2017 να διαμορφωθεί κοντά στο 2%.

Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, καταγράφεται δημοσιονομική υπεραπόδοση. Κάτι που μας επιτρέπει και φέτος να προχωρήσουμε σε μια έκτακτη ενίσχυση εν είδει κοινωνικού μερίσματος σε όσους έχουν πραγματικά ανάγκη.

Η ανεργία έχει περιοριστεί πέραν των 6 ποσοστιαίων μονάδων από τη μέρα που αναλάβαμε. Και μάλιστα, βάσει των πρόσφατων στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, για πρώτη φορά μετά το 2011, βρισκόμαστε κάτω από το 1 εκατομμύριο ανέργων.

Βγήκαμε στις αγορές χρήματος και μάλιστα με πολύ ευνοϊκότερους όρους από το «πυροτέχνημα» Σαμαρά το 2014 ενώ αυτή τη στιγμή που μιλάμε είναι σε εξέλιξη η δεύτερη έξοδος που θα ολοκληρωθεί εντός των επόμενων ημερών.

Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, αναβαθμίζουν διαρκώς τη θέση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Διαμορφώνεται, με λίγα λόγια, η εικόνα μιας οικονομίας που αντιστοιχεί σε μια χώρα που ανακάμπτει. Και δεν θυμίζει πλέον μια χώρα σε διαρκή κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, που «φυτοζωεί», αναπαράγοντας την οικονομική καχεξία και τη δυσπραγία.

Όλα τα παραπάνω είναι η έμπρακτη απόδειξη, ότι η χώρα βαδίζει με συντεταγμένο τρόπο προς το τέλος της σκληρής περιόδου των μνημονίων τον Αύγουστο του 2018.

Και για το λόγο αυτό, εργαζόμαστε εντατικά ώστε αυτή η πορεία να επιταχυνθεί.

Επιτρέψτε μου να επιμείνω: είμαστε ακριβώς στα «μισά» των αναπτυξιακών περιφερειακών συνεδρίων. Από την ως τώρα εμπειρία, τι μένει, κύριε υπουργέ, ως επόμενη μέρα, μετά τη λήξη των συνεδρίων αυτών;

Η μεγάλη συμβολή αυτών των Συνεδρίων είναι ότι για πρώτη φορά, η κεντρική κυβέρνηση δεν ανακοινώνει μονάχα αλλά διαβουλεύεται, συζητά, ακούει, συνδιαμορφώνει με τους τοπικούς φορείς και τους ανθρώπους της παραγωγής.

Γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι η υπέρβαση μιας τόσο εκτεταμένης υποχώρησης της παραγωγής που προκλήθηκε στα χρόνια της κρίσης, χρειαζόταν μια άλλη μέθοδο. Και η μέθοδος αυτή είναι η προσήλωση στις πραγματικές ανάγκες κάθε περιοχής, τις παραγωγικές δυνατότητες και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχει η κάθε μία.

Η διεξαγωγή των Συνεδρίων, αποτελεί ένα σταθμό στην υλοποίηση της παραπάνω στρατηγικής. Η επαφή και η συνεργασία με τους τοπικούς φορείς μετά από κάθε Συνέδριο, πίσω και από τα φώτα της δημοσιότητας αν θέλετε, είναι διαρκής. Αυτό είναι το βασικό συστατικό της επόμενης μέρας. Η συνεργασία, ο διαρκής δίαυλος επικοινωνίας, η από κοινού αναζήτηση λύσεων με τους άμεσα ενδιαφερόμενους και εμπλεκόμενους.

Από αυτή τη διαδικασία, μονάχα θετικές εξελίξεις μπορούν να προκύψουν.

Η πρόσκληση για συναίνεση που απηύθυνε ο πρωθυπουργός από την Κομοτηνή, ποιους αποδέκτες έχει; Μόνο παραγωγικούς φορείς, τοπικές κοινωνίες και πολίτες ή και πολιτικά κόμματα; Και αν ναι, ποια;

Ο πρωθυπουργός, επανειλημμένα έχει θέσει το ζήτημα όχι απλά της συναίνεσης, αλλά της ευρείας συμμετοχής των παραγωγικών φορέων, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των επιστημόνων, των πολιτών αυτής της χώρας, στη μεγάλη προσπάθεια για την παραγωγική ανασυγκρότηση.

Διότι είναι βασικό στοιχείο της λογικής που διέπει αυτή την κυβέρνηση, ότι η δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου δεν είναι μια υπόθεση «από τα πάνω», αλλά αφορά την ίδια την κοινωνία και τους φορείς της. Και αυτή είναι μια διαδικασία που χρειάζεται χρόνο, σκληρή δουλειά και επιμονή. Αλλά υπάρχουν τόσο οι δυνατότητες όσο και το όραμα για να αφήσουμε πίσω μας τις χρεοκοπημένες αναπτυξιακές συνταγές του παρελθόντος.

Συνταγές που είχαν εμπνευστές και υλοποιητές συγκεκριμένες πολιτικές παρατάξεις και συγκεκριμένο πολιτικό προσωπικό.

Επομένως, είναι από δύσκολο έως απίθανο αυτό το πολιτικό προσωπικό να έχει θέση στην υλοποίηση μιας στρατηγικής που καταργεί εκ των πραγμάτων, το οικοδόμημα που έστησε τα προηγούμενα χρόνια στη χώρα.

Εξάλλου η ΝΔ δεν θα μπορούσε και για έναν ακόμα λόγο να αποτελέσει τμήμα μιας τέτοιας ευρείας συναίνεσης. Το τελευταίο διάστημα και αφού κατέρρευσε το αφήγημα της για την επερχόμενη καταστροφή, τη μη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και τα συναφή, έχει βαθύνει ακόμη περισσότερο τη σύγκρουσή της με τη μεγάλη προσπάθεια της κυβέρνησης να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα και να βγούμε από τη μέγγενη των μνημονίων.

Ακόμη η ΝΔ δεν έχει απαντήσει ειλικρινά για την σχέση του κ. Μητσοτάκη με την κ. Ξαφά, που θυμίζω είναι στέλεχος της Δράσης και η οποία φέρεται –και δεν είναι η μόνη– να ασκεί πολιτική υπονόμευσης της ελληνικής οικονομίας και της ανάπτυξης με παρεμβάσεις της στο εξωτερικό. Αυτό θέλει ο κ. Μητσοτάκης αλήθεια; Να υπονομεύσει την πορεία της χώρας; Πρόκειται για απονενοημένο διάβημα μιας έξαλλης και αλλόφρονος αντιπολίτευσης που μοιάζει πλέον να μην ορρωδεί προ ουδενός στην προσπάθεια της να παλινορθωθεί και να υλοποιήσει το κοινωνικά εκδικητικό της πρόγραμμα. Ευτυχώς όμως ο ελληνικός λαός θυμάται και δεν θα το επιτρέψει.

Και για το τέλος, μια τετριμμένη ερώτηση, με την ελπίδα μιας … μη τετριμμένης απάντησης: είμαστε κοντά στον ανασχηματισμό;

Σας απαντώ και πάλι, ότι οι προτεραιότητες της κυβέρνησης αφορούν την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια και την ενίσχυση της αναπτυξιακής πορείας της ελληνικής οικονομίας. Και βρισκόμαστε σε πλήρη υλοποίηση αυτού του σχεδιασμού, από το σύνολο του Υπουργικού Συμβουλίου. Επομένως, φαντάζουν άτοπα τα σενάρια ανασχηματισμού. Όμως, όπως γνωρίζετε, ο ανασχηματισμός δεν προαναγγέλλεται, δεν προεξοφλείται. Αποτελεί δικαίωμα του Πρωθυπουργού και αυτός κρίνει πότε και αν, θα κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος.