Ν. ΚΟΤΖΙΑΣ: Καλημέρα σας. Περιττό να σας πω ότι είμαι πολύ ευτυχής που είναι μαζί μας ο Υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης. Ένας φίλος, με τον οποίο έχουμε συνυπάρξει σε πολλές και δύσκολες διαπραγματεύσεις, ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο, όπου μαζί πετύχαμε να επαναφέρουμε το θέμα της Ασφάλειας και των Εγγυήσεων ως το κύριο πρόβλημα της διεθνούς πτυχής του Κυπριακού.

Είναι χαρά μου, αλλά και τιμή μας για όλους μας στο Υπουργείο Εξωτερικών, που το πρώτο ταξίδι του Υπουργού γίνεται, όπως συνηθίζεται, εδώ στην Αθήνα. Είναι ένας Υπουργός που μετράει 5 μέρες. Σήμερα είναι η 5η μέρα. Θέλω λοιπόν να τον ευχαριστήσω για την επίσκεψη.

Θέλω, επίσης, να υπογραμμίσω από εδώ, για άλλη μία φορά, την εξαιρετική συνεργασία που είχαμε όχι μόνο εγώ, αλλά και ο Νικόλας με τον προηγούμενο Υπουργό Εξωτερικών της Κύπρου, τον Γιάννο τον Κασουλίδη, ο οποίος συνείσφερε πάρα πολύ στην ανάπτυξη των σχέσεων ανάμεσα στα δύο Υπουργεία και στις χώρες μας. Είμαι σίγουρος ότι θα πάμε ακόμα καλύτερα και θα εντατικοποιήσουμε, όπως ήδη συζητήσαμε, τις σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες και τις σχέσεις ανάμεσα στα δύο Υπουργεία.

Συμφωνήσαμε να έχουμε τακτικές συναντήσεις, αλλά και να έχουν συναντήσεις και οι Πολιτικοί Διευθυντές και οι Γενικοί Γραμματείς. Να κουβεντιάζουμε και σε επίπεδο Διευθύνσεων, πάνω σε ειδικά θέματα και να αξιοποιήσουμε τους έμπειρους επιστήμονές μας, και από τις δύο πλευρές, σε κοινά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην περιοχή.

Το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε στην περιοχή βέβαια, ακούει στο όνομα, Τουρκία. Η Τουρκία αυτήν την εποχή χαρακτηρίζεται από μια αυξανόμενη νευρικότητα, από μία αίσθηση που έχει ότι μπορεί να ανοίγει μέτωπα παντού, ότι μπορεί να παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο. Ο σεβασμός όμως του Διεθνούς Δικαίου είναι απαίτηση και της Χάρτας του ΟΗΕ, αλλά και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του κεκτημένου της. Θα έλεγα, στην περίπτωσή μας, ότι καλό θα ήταν η Τουρκία να σέβεται όχι μόνο το Διεθνές Δίκαιο, αλλά να σέβεται και ιδιαίτερα το Δίκαιο της Θάλασσας.

Η Τουρκία έδειξε και δείχνει μια προκλητικότητα απέναντι στην Κύπρο, απέναντι στη Μεγαλόνησο, αλλά και σε μικρότερα νησιά της ελληνικής επικράτειας. Είναι ολοφάνερο ότι αυτά τα ζητήματα θα τεθούν από κοινού στα διεθνή και περιφερειακά fora που πρέπει να τεθούν.

Το πρόβλημα της Κύπρου και ο τρόπος που εξελίσσεται η συμπεριφορά της Τουρκίας στην Κυπριακή ΑΟΖ επιβεβαιώνει ότι είχαμε και οι δύο μας δίκιο -και η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελληνική- όταν υπογραμμίζαμε ότι το Κυπριακό ζήτημα είναι ζήτημα Εγγυήσεων και Ασφάλειας. Και, παρ’ όλα όσα υποστηρίζει η Τουρκία περί του αντιθέτου, ότι δηλαδή θα έπρεπε να είχαμε παραδώσει την Κύπρο στα χέρια της για να μην προκαλεί, νομίζω ότι η συμπεριφορά της επιβεβαιώνει τη θέση και την ανησυχία για το τι θα είχε συμβεί στην Κύπρο σήμερα εάν η Τουρκία μπορούσε να ήταν μια δύναμη νομιμοποιημένη να παρεμβαίνει στην περιοχή και στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Για αυτό, θέλω για άλλη μια φορά, και απευθυνόμενος και στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, να πω ότι, μαζί με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης που αφορούν το κράτος δικαίου, τη δημοκρατία και ούτω το κάθε εξής, πρέπει να τίθενται και τα κριτήρια της διεθνούς παρουσίας του υποψήφιου κράτους-μέλους ή του κράτους-μέλους που θέλει ειδικές τελωνειακές διασυνδέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δηλαδή ότι δεν μπορεί ένα τέτοιο κράτος να ακολουθεί επιθετική εξωτερική πολιτική, να μην σέβεται το Διεθνές Δίκαιο και να θέλει να αγνοεί και να παρακάμπτει το Δίκαιο της Θαλάσσης.

Με τον φίλο και συνονόματο, Νικόλα, κουβεντιάσαμε και για τα ζητήματα της περιοχής, κουβεντιάσαμε για την κατάσταση στη Συρία, για το πώς θα αξιοποιηθούν καλύτερα οι τριμερείς συνεργασίες που έχουμε αναπτύξει από κοινού, οι πέντε που υπάρχουν και η έκτη τώρα με την Αρμενία που θα προωθήσουμε το επόμενο διάστημα. Κουβεντιάσαμε, επίσης, για τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για τις Συνόδους της Βάρνας και την πρόσκληση που υπάρχει για την Τουρκία, καθώς και για το ότι εκεί πρέπει να τεθεί με σαφήνεια στην Τουρκία, εφόσον έρθει, το ζήτημα των παραβιάσεων του Διεθνούς Δικαίου.

Απηύθυνα και καινούρια πρόσκληση στον ομόλογό μου να έρθει στο Ναύπλιο, στις 11 Μαΐου, όπου θα έχουμε τη συνάντηση των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Βαλκανική και της ομάδας Βίζεγκραντ, με τα υποψήφια προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση κράτη, με θέμα και αντικείμενο συζήτησης τη συνέχεια της συνάντησης που είχαμε στη Βουδαπέστη, δηλαδή το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Νικόλα, για άλλη μια φορά ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συμβολή σου στην ανάπτυξη της συνεργασίας των δυο κρατών μας. Ευχαριστώ για τη φιλία σου και ευχαριστώ που δέχτηκες την πρόσκλησή μου.

Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ: Είναι για εμένα ιδιαίτερη χαρά και τιμή να βρίσκομαι σήμερα στην Ελλάδα, στο πρώτο μου επίσημο ταξίδι με την ιδιότητα του Υπουργού Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μια επίσκεψη που έχει και συμβολική και ουσιαστική σημασία. Ο συμβολισμός είναι εμφανής, καταδεικνύει τους ισχυρούς, αδελφικούς διαχρονικά, δεσμούς Κύπρου και Ελλάδας, η οποία για την Κύπρο είναι το στήριγμα, ο σταθερός σύμμαχος και εταίρος τόσο σε σχέση με τις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, όσο και γενικότερα σε περιφερειακό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Πέραν των συμβολισμών, πρόκειται για μια ουσιαστική επίσκεψη ανταλλαγής απόψεων, διαβούλευσης και συντονισμού επί μιας σειράς θεμάτων επίκαιρων, καίριων, αμοιβαίου ενδιαφέροντος, ώστε οι επόμενες ενέργειές μας να είναι ακόμα πιο συγχρονισμένες και κατά συνέπεια πιο αποτελεσματικές.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά το φίλο Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών για την πρόσκλησή του, τις συναντήσεις και το πλούσιο πρόγραμμα που έχει με τόση επιμέλεια διευθετηθεί, όπως επίσης και για τη θερμότατη φιλοξενία.

Το αποτέλεσμα των μέχρι τώρα συζητήσεών μας επαναβεβαιώνει, βεβαίως, το άριστο επίπεδο των διμερών σχέσεων και την ξεκάθαρη βούληση για περαιτέρω ανάπτυξη του πλέγματος της συνεργασίας μας. Είναι μέσα σε αυτό το πλαίσιο που ανταλλάξαμε απόψεις για συγκεκριμένους τρόπους περαιτέρω ενίσχυσης του υφιστάμενου πλαισίου συνεργασίας.

Όπως, είμαι σίγουρος, αντιλαμβάνεσθε, οι τελευταίες εξελίξεις στο Κυπριακό σε συνδυασμό με την τουρκική προκλητικότητα, όπως εκδηλώνεται στην ανατολική Μεσόγειο και όχι μόνο, κυριάρχησε των συζητήσεών μας. Ενημέρωσα τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών για τη ξεκάθαρη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως κατ’ επανάληψη έχει διαβιβαστεί και προς τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ότι αν αρθούν οι παράνομες ενέργειες της Τουρκίας και όποιες απαράδεκτες αξιώσεις ακούμε το τελευταίο διάστημα από πλευράς Τουρκοκυπρίων, είμαστε έτοιμοι να προσέλθουμε στο διάλογο που άπτεται των εσωτερικών πτυχών του Κυπριακού, ενώ παράλληλα να διερευνηθούν οι προοπτικές για επανασύγκληση της Διάσκεψης για την Κύπρο, παρουσία των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αποτελεί γεγονός ότι προβληματίζουν, τόσο εμάς όσο και τη Διεθνή Κοινότητα, οι ενέργειες, οι δηλώσεις και οι προσεγγίσεις από πλευράς Τουρκίας και τουρκοκυπριακής πλευράς, σε σχέση με τις πραγματικές τους προθέσεις, όσον αφορά το Κυπριακό, το ενδεχόμενο επανέναρξης των συνομιλιών.

Θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι, σε σχέση με τους ενδεχόμενους τρόπους αντίδρασής μας, η Κυπριακή Δημοκρατία αντιμετωπίζει την όλη κατάσταση με απόλυτη ψυχραιμία και σύνεση. Δεν πρόκειται να παρασυρθούμε σε προσεγγίσεις, που ενδεχομένως η τουρκική πλευρά θα επιθυμούσε να μας σπρώξει. Ούτε θα απομακρυνθούμε από την προσήλωσή μας στον κύριό μας στόχο, που είναι ο τερματισμός της κατοχής και η επανένωση της Κύπρου. Αυτός είναι ο τρόπος που προσεγγίζουμε αυτή τη δύσκολη κατάσταση πραγμάτων, χωρίς, σε καμία απολύτως περίπτωση, να παραλείπουμε να πράττουμε εκείνο που επιβάλλεται μέσα από την διπλωματική οδό, καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια και αξιοποιώντας, όπως πολύ εύστοχα έχει αναφέρει και ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών, την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη απόφαση στο άτυπο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπως και το γεγονός ότι το όλο θέμα της συνάντησης στη Βάρνα θα συζητηθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Μαρτίου. Και είναι σημαντικό ότι γίνεται κατανοητό στις Βρυξέλλες ότι, η τουρκική συμπεριφορά αυτή την περίοδο, δεν απειλεί αποκλειστικά συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά είναι και εις βάρος ζωτικών συμφερόντων της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία επενδύει για να καταστεί η Ανατολική Μεσόγειος ένας εναλλακτικός ενεργειακός διάδρομος για την Ευρώπη. Την ίδια στιγμή, κι αυτό είναι το μήνυμα που στέλνουμε και στα γειτονικά κράτη, οι ενέργειες της Τουρκίας αποσκοπούν να προκαλέσουν πλήγμα στην επιτυχή πολιτική περιφερειακής συνεργασίας μεταξύ των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου που έχει ως επίκεντρο και καταλύτη τους υδρογονάνθρακες.
Με τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών είχαμε, επίσης, την ευκαιρία να συζητήσουμε επί κρίσιμων ευρωπαϊκών και περιφερειακών ζητημάτων κοινού ενδιαφέροντος, όπως οι γενικότεροι ενεργειακοί σχεδιασμοί στην περιοχή μας, οι σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία, η μεταναστευτική κρίση και οι διαπραγματεύσεις που αφορούν την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Κατά την διάρκεια της συνάντησης είχαμε, επίσης, την ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις σε σχέση με τις περιφερειακές πρωτοβουλίες Κύπρου και Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο και την προώθηση συνεργειών με χώρες της περιοχής. Σύντομα αναμένεται να ανακοινωθούν και να πραγματοποιηθούν νέες τριμερείς συναντήσεις.
Κύριε Υπουργέ, αισθάνομαι ιδιαίτερα ευτυχής που θα συνεργαστούμε. Μας συνδέουν, τα τελευταία χρόνια, θερμές σχέσεις, στηριγμένες στην αντιμετώπιση πολιτικών και διπλωματικών προκλήσεων, ειδικότερα όσον αφορά το Κυπριακό πρόβλημα. Η συνεργασία μας θα συνεχιστεί το ίδιο στενά, εποικοδομητικά και καρποφόρα και θα εμβαθύνει ακόμα περισσότερο για το κοινό συμφέρον του κυπριακού και του ελληνικού λαού, των χωρών μας και της περιοχής γενικότερα.
Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση και τη φιλοξενία.

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Εφόσον υπάρχουν ερωτήσεις, θα δεχτούν οι κύριοι Υπουργοί έναν περιορισμένο αριθμό αυτών, λόγω στενότητας χρόνου.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η ερώτηση αφορά και τους δύο Υπουργούς. Θα θέλατε να σχολιάσετε τη στάση της Διεθνούς Κοινότητας, απέναντι στην επιθετικότητα της Τουρκίας, η οποία μόνο χλιαρή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί; Θα υπάρξει κάποια συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου υπό το πρίσμα των κοινών προκλήσεων; Ευχαριστώ πολύ.

Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ: Υπάρχει ήδη συνεργασία και αυτή η συνεργασία φέρνει αποτελέσματα. Πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, έτσι ώστε να μην οδηγηθούμε σε αντιδράσεις που ενδεχομένως η Τουρκία θα ήθελε να οδηγηθούμε, ή σε αντιδράσεις, οι οποίες ευνοούν τη συνέχιση της κρίσης. Μια κρίση, η οποία, όπως αντιλαμβάνεστε, προερχόμενη από την Τουρκία, αποσκοπεί στο να εξυπηρετήσει δικά της αποκλειστικά συμφέροντα. Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι πυλώνες σταθερότητας στην περιοχή και, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μέσω της διπλωματικής οδού, εργάζονται για να αντιμετωπίσουν αυτήν την κατάσταση. Μια κατάσταση, η οποία ενδιαφέρει άμεσα, ειδικότερα την Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικότερα κάποια κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία σε συνεργασία μαζί μας εργάζονται προς αντιμετώπιση της διαμορφωθείσας κατάστασης.

Ν. ΚΟΤΖΙΑΣ: Να συμφωνήσω και εγώ με το συνάδελφό μου από τη Μεγαλόνησο. Κατ’ αρχάς, νομίζω ότι η δήλωση που έκανε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και το είπε και εισαγωγικά ο συνάδελφός μου, είναι η καλύτερη που έχει γίνει ποτέ από την Ευρωπαϊκή Ένωση για θέματα άμεσου εθνικού ενδιαφέροντος της Ελλάδος και της Κύπρου. Είναι καλύτερη, κατά πολύ καλύτερη, ακόμα και από τη δήλωση που είχε γίνει το 1996 με τα επεισόδια στα Ίμια. Για να μην υποτιμήσουμε αυτό που γίνεται.
Δεύτερον, είναι ολοφάνερο ότι η Διεθνής Κοινότητα είναι πάρα πολύ προσεκτική με την Τουρκία, διότι κυριαρχούν στον τρόπο σκέψης της όχι πάντα τα ίδια κριτήρια που χρησιμοποιεί προς τρίτες χώρες. Όπως έχω πει στο ίδιο το Συμβούλιο των Υπουργών, αν αυτά που κάνει η Τουρκία στην Κύπρο τα έκανε η Ρωσία στις Βαλτικές χώρες, θα ήμασταν σε άλλη κατάσταση σήμερα στη Βόρεια Ευρώπη. Αυτό που εμείς απαιτούμε, είναι να είμαστε σταθεροί στο δημοκρατικό προσανατολισμό της Ευρωπαϊκής και Διεθνούς Κοινότητας, σταθεροί στην υπεράσπιση του Διεθνούς Δικαίου και σταθεροί στην αποτροπή εκδήλωσης επιθετικών εξωτερικών πολιτικών που θέτουν σε κίνδυνο την ειρηνική συνύπαρξη ανάμεσα σε λαούς και κράτη.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και προς τους δύο η ερώτηση. Τι, εν όψει Βάρνας, θα συνιστά για την κυπριακή και για την ελληνική πλευρά, άρση των προκλήσεων εν όψει της συνόδου του Μαρτίου, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Για παράδειγμα η μη ανανέωση της Navtex θα είναι ικανοποιητική για τη δική μας πλευρά;

Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ: Όπως ανέφερα και προηγουμένως, θα υπάρξει αξιολόγηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Μαρτίου. Το γεγονός ότι το θέμα είχε εγγραφεί στην ημερήσια διάταξη, από μόνο του είναι μία θετική εξέλιξη. Μία εξέλιξη που δείχνει ότι οι εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντιλαμβάνονται αυτήν την ανάγκη. Από εκεί και πέρα, σίγουρα η μη ανανέωση της οδηγίας προς ναυτιλλομένους από πλευράς Τουρκίας από μόνη της δεν αποτελεί εξέλιξη ικανοποιητική. Έχω αναφέρει και προηγουμένως ότι θα πρέπει να τερματιστούν, πέραν από αυτές τις παράνομες ενέργειες, δηλώσεις που γίνονται και δεν δημιουργούν ή δεν στέλνουν θετικά μηνύματα για διερεύνηση των προοπτικών επίλυσης του Κυπριακού.

Ξέρετε, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι από όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελλάδα επιθυμούν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Δεν μπορείς να αλλάξεις τη Γεωγραφία. Η Τουρκία είναι ένα γειτονικό κράτος προς την Κύπρο και την Ελλάδα και μέσα σε αυτό το πλαίσιο επιθυμούμε να προχωρήσει η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, αλλά αυτή η προοπτική συνεπάγεται την ίδια στιγμή πολύ συγκεκριμένες υποχρεώσεις από πλευράς Τουρκίας. Άρα, το πώς θα προχωρήσει η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, εξαρτάται αποκλειστικά από την ίδια την Άγκυρα.

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Επόμενη ερώτηση στην ΕΡΤ.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, η πρώτη ερώτηση για εσάς. Αν εκτιμάτε ότι το επεισόδιο με τους δύο στρατιωτικούς στον Έβρο ήταν ή όχι προμελετημένο, εν πάση περιπτώσει, εάν επιβαρύνει το κλίμα στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις και, κύριε Χριστοδουλίδη, είπατε ότι θα πρέπει να σταματήσουν αυτές οι ενέργειες εκ μέρους της Τουρκίας για να αρχίσει και πάλι η συζήτηση των θεμάτων των εσωτερικών πτυχών του Κυπριακού. Ήθελα να ρωτήσω πώς απαντάτε στην τουρκοκυπριακή και τουρκική πλευρά, η οποία θέτει ως όρο επανέναρξης των συνομιλιών τη διακοπή του ενεργειακού σχεδιασμού της Κύπρου και, μάλιστα, άκουσα και τον κ. Οζερσάι να θέτει ως προϋπόθεση τον περιορισμό των συνομιλιών στην συνεκμετάλλευση των φυσικών πόρων.

Ν. ΚΟΤΖΙΑΣ: Να πω εγώ, Νικόλα, την πρώτη ερώτηση. Απλώς, η δεύτερη είναι πιο ενδιαφέρουσα για εμένα αλλά είναι δική σου. Η Τουρκία οφείλει να εφαρμόζει τα προβλεπόμενα από το Διεθνές Δίκαιο και δη το εθιμικό Διεθνές Δίκαιο και να μην εξελίξει μια καθημερινή διαδικασία σε μεγάλο πολιτικό και νομικό πρόβλημα.

Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ: Όπως έχω προαναφέρει στην εισαγωγή της παρέμβασής μου, για να μπορούν να επαναρχίσουν οι συνομιλίες όσον αφορά την εσωτερική πτυχή του Κυπριακού, θα πρέπει να τερματιστούν οι απαράδεκτες ενέργειες της Τουρκίας, αλλά την ίδια στιγμή οι Τουρκοκύπριοι να εγκαταλείψουν τέτοιου είδους παρεμβάσεις. Και αναφέρομαι πολύ συγκεκριμένα και στο θέμα των υδρογονανθράκων.

Είναι ξεκάθαρο και θέλω να το επαναλάβω ότι οι ενέργειες της Τουρκίας δεν αποσκοπούν σε καμία απολύτως περίπτωση να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας. Αυτά διασφαλίζονται μέσα στο πλαίσιο των συγκλίσεων που έχουν επιτευχθεί μέχρι στιγμής στις συνομιλίες, αλλά και από ενέργειες της ίδιας της κυπριακής Κυβέρνησης.

Άρα, αν πραγματικά επιθυμούν να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις, να διερευνηθούν οι προοπτικές που υπάρχουν για επίλυση του κυπριακού, θα πρέπει να απομακρυνθούν από τέτοιου είδους προσεγγίσεις.

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Ευχαριστούμε πολύ.