«Το θέμα δεν είναι τι έχεις κερδίσει, αλλά τι μπορείς να διατηρήσεις» είναι η φράση του Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ που αξιοποίησε, λίγο πριν κλείσει η συζήτηση του Προϋπολογισμού του 2019, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, για να υπογραμμίσει ότι αυτό είναι το ζήτημα στο οποίο πρέπει να τοποθετηθούν οι πολιτικές δυνάμεις, ενόψει και των εκλογών του 2019.
Ο υπουργός Οικονομικών επανήλθε στο ίδιο ζήτημα ακόμη μια φορά. Ήταν ελάχιστα λεπτά προτού κατέβει από το βήμα, όταν για πρώτη φορά από τότε που ανέλαβε την ευθύνη του υπουργείου, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος απευθύνθηκε με εμφανή φόρτιση στην εθνική αντιπροσωπεία, για να καταλήξει λέγοντας πως «τώρα και όχι αύριο, όχι όταν θα συμφέρουν οι συνθήκες και οι συσχετισμοί, ο λαός θέλει να μάθει από τις πολιτικές δυνάμεις, πού θα πάει η χώρα – γιατί ο ελληνικός λαός έχει τόσα περάσει με την κρίση, που έχει κάθε δικαίωμα να μην τον νοιάζει το παρελθόν».
«Θα μου επιτρέψετε να τελειώσω την ομιλία μου με μια προσωπική νότα: Το είπε και ο κ. Μητσοτάκης, ότι είμαστε η μακροβιότερη μνημονιακή κυβέρνηση και άρα είμαι και εγώ ο μακροβιότερος υπουργός Οικονομικών. Δυσκολεύτηκα. Τσακαλώθηκα, αλλά δεν με ενοχλεί ότι είμαι ο μακροβιότερος υπουργός Οικονομικών των μνημονίων. Θα με ενοχλούσε αν μαζί με τον Χουλιαράκη, μαζί με τον Αλεξιάδη και την Παπανάτσιου, μαζί με όλη τη διαπραγματευτική ομάδα, την Αχτσιόγλου, τον Χαρίτση, τον Λιάκο, και μερικούς ανθρώπους που δεν ξέρετε σαν τον Δημήτρη Παπαγιαννάκο – που πρέπει να πούμε ότι είναι ο ήρωας αυτής της διαπραγμάτευσης – δεν είχαμε πάντα στο μπροστινό μέρος του κεφαλιού μας τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων, αν πάντα αυτό δεν παλεύαμε!» είπε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και την ίδια ώρα αποσπούσε τα θερμά χειροκροτήματα της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
«Θα με ενοχλούσε, αν από τους πρώτους μήνες αποφασίζαμε ότι η πολιτική δεν μπορεί να δώσει λύση και ψάχναμε έναν τεχνοκράτη για να αποδείξουμε ότι η πολιτική και οι πολιτικοί δεν μπορούν να τα καταφέρουν. Αυτό θα με ενοχλούσε πραγματικά! Θα με ενοχλούσε αν μετά από δύο χρόνια, ζητούσα από τον Αλέξη να μου δώσει μια δουλειά σιγουράτζα! Λέω – τυχαίο το παράδειγμα – ας πούμε Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας! Θα με ενοχλούσε αυτό! Θα με ενοχλούσε αν δεν είχαμε βγάλει όλοι – και εσείς οι βουλευτές των Ανεξάρτητων Ελλήνων – αν δεν είχαμε βγάλει τη χώρα από το μνημόνιο! Αλλά τη βγάλαμε τη χώρα από το μνημόνιο! Και σε μας επαφίεται τι θα κάνουμε τώρα» είπε ο υπουργός Οικονομικών και συνέχισε:
«Είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς τις δυσκολίες που είχαμε. Το πόσο δύσκολο είναι να είσαι σε μια διαπραγμάτευση, να ξέρεις ότι δεν παίζεται το δικό σου μέλλον, παίζεται το μέλλον μιας ολόκληρης κοινωνίας. Είναι δύσκολο να σας πούμε πόσο δύσκολο ήταν όταν κάναμε συμβιβασμούς, όπως το καλοκαίρι του 2017 με τις συντάξεις. Είναι δύσκολο να σας πω, πόση δουλειά χρειάστηκε για να μπορούμε να το αναστρέψουμε αυτό το πράγμα. Όλα αυτά είναι δύσκολα. Αλλά ξέρετε κάτι; Ο λαός δεν θα μας παινέψει γι’ αυτό. Ο λαός ξεχνάει και κοιτάει μπροστά. Γι’ αυτό, το σημαντικό αφήγημα είναι το πως θα προχωρήσουμε από εδώ και πέρα. Γιατί με όλα όσα έχει περάσει ο ελληνικός λαός, δικαιούται να μην τον ενδιαφέρουν οι προσπάθειες του παρελθόντος, αλλά η προοπτική για το μέλλον. Σας εξήγησα το δικό μας αφήγημα. Τώρα είναι υποχρέωση όλων μας να απαντήσουμε στο βασικό ερώτημα που θέτει η ιστορία. Όχι αύριο, όχι κάποτε στο μέλλον, όταν έχουν θα έχουν βελτιωθεί οι συσχετισμοί και οι συνθήκες, όχι όποτε είναι καλύτερα τα πράγματα, αλλά τώρα, πριν και μετά τις εκλογές».
Νωρίτερα, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε σχολιάσει τις συνεχείς επικρίσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξαφάνισε τη μεσαία τάξη.
«Ποιο είναι το αφήγημα της ΝΔ; Ότι καταστρέψαμε τη μεσαία τάξη, ότι φτωχοποιήσαμε την κοινωνία και αυτά, ενώ ήταν στρωμένος ο δρόμος το 2014», είπε και παρουσίασε στοιχεία για τα μεσαία στρώματα, που δείχνουν ότι το 2014 μειώθηκε το εισόδημα τους σε ποσοστό 37% σε σχέση με το 2009, και στοιχεία που δείχνουν οριακές αυξήσεις την περίοδο 2014-2016. «Οι αυξήσεις ήταν μικρές, αλλά μπορείτε να μου πείτε ποιος κατέστρεψε τη μεσαία τάξη όταν μιλάμε για μείωση 36% και 37%; Και μας λέτε ότι εμείς καταστρέψαμε τη μεσαία τάξη; Όταν εμείς τη σταθεροποιήσαμε και αυξήσαμε και λίγο το εισόδημα» είπε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Παράλληλα παρουσίασε στοιχεία για τη φτωχοποίηση της κοινωνίας, που δείχνουν ότι το 2011, τα νοικοκυριά με τρία παιδιά ήταν σε κίνδυνο φτώχειας σε ποσοστό 21%, το 2015 το ποσοστό ήταν στο 30% και η κυβέρνηση το έφτασε στο 24%. Επικαλέστηκε επίσης στοιχεία, που δείχνουν ότι η παιδική φτώχεια, τα δύο αυτά χρόνια μειώθηκε κατά 2,1 μονάδες, ενώ η υλική αποστέρηση που το 2010 βρισκόταν στο 28,4%, το 2014 είχε φτάσει στο 39,9% και η κυβέρνηση το έχει μειώσει κατά 3,5 μονάδες.
Ο υπουργός Οικονομικών αναφέρθηκε και στο περιεχόμενο που δίνει η κυβέρνηση στην κοινωνική συνοχή και την ανάπτυξη. «Έχουμε προβλέψει πού μπορούμε να ξοδέψουμε τα 910 εκατομμύρια. Παρακάλεσα τη ΝΔ να μου πουν, είναι λίγα; Είναι πολλά; Είναι όπως πρέπει; Δεν πήρα απάντηση. Όπως δεν πήρε απάντηση ούτε ο κ. Χουλιαράκης από τον κ. Μητσοτάκη, που του έθεσε το ίδιο ερώτημα» είπε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και πρόσθεσε: «Έχουμε τα εργαλεία. Έχουμε δουλέψει σκληρά για το αναπτυξιακό σχέδιο και με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Ανάπτυξη όμως είναι το Κτηματολόγιο, και ο αιγιαλός, ο νόμος για τα επενδυτικά εργαλεία. Εσείς γιατί δεν τα κάνατε αυτά τα τελευταία 40 και 50 χρόνια; Ώστε να ξέρει κάποιος επενδυτής, πού είναι το δάσος και που ο αιγιαλός. Να ξέρει πού δεν μπορεί να εγκαταστήσει μια επιχείρηση χημικών. Μας λέει η ΝΔ ότι έχουμε αλλεργία στις επενδύσεις. Εγώ επειδή είμαι καλός άνθρωπος, να δεχθώ ότι δεν έχετε αλλεργία στις επενδύσεις. Αλλά έχετε και μια μικρή έφεση και έναν μικρό εθισμό, σε αυτές τις επενδύσεις που να μπορείτε να μεσολαβείτε μέσα από το πελατειακό σύστημα! Αυτό να το λέμε! Το έχετε!”.
Ο κ. Τσακαλώτος υπογράμμισε ακόμη την ανάγκη να υπάρξει μια ισορροπία ανάμεσα στις στοχευμένες κοινωνικές πολιτικές και την ανάπτυξη. «Για εμάς, ανάπτυξη χωρίς σχολικά γεύματα, χωρίς πρωτοβάθμια περίθαλψη, χωρίς εργασιακά δικαιώματα, χωρίς επιδόματα στέγασης, χωρίς την κοινωνία μαζί, δεν υπάρχει».
ΑΠΕ-ΜΠΕ