Φίλες και φίλοι,
Αγαπητέ πρόεδρε του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος,
Κυρίες και κύριοι,
ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση στο δεύτερο Συνέδριό σας, με θέμα τη Βιομηχανική πολιτική, καθώς και για την ευκαιρία που μου δίνετε να παρουσιάσω τις σκέψεις, τις θέσεις και τις δράσεις της κυβέρνησης στο κεφαλαιώδες αυτό ζήτημα, στο ζήτημα της βιομηχανικής πολιτικής.
Άκουσα με μεγάλη προσοχή τον πρόεδρό σας και θέλω να τονίσω, ότι πράγματι, ο ΣΒΒΕ με τις παρεμβάσεις του στο δημόσιο χώρο και στο δημόσιο λόγο, εξελίσσεται de facto, εγώ θα έλεγα, σε θεσμικό συνομιλητή και σε εταίρο της κυβέρνησης στη δύσκολη προσπάθεια, στην κοινή όμως προσπάθεια, για την έξοδο της οικονομίας από την κρίση, την έξοδο της χώρας από την κρίση. Και θα έλεγα ότι, αποτελεί ευχή, ελπίδα, οποιαδήποτε προσπάθειά σας να στηριχθεί. Και θα στηριχθεί οποιαδήποτε προσπάθεια ουσιαστικής αναβάθμισης του ρόλου σας.
Στο πλαίσιο του συνεδρίου σας, ακούστηκαν πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις και προβληματισμοί, απόψεις από ανθρώπους που έχουν βαθιά γνώση των θεμάτων που αφορούν την οικονομία και την παραγωγή. Και θα ήθελα να επιχειρήσω με τη σειρά μου, μια συνολική τοποθέτηση στα επιμέρους αυτά ζητήματα.
Πράγματι, όπως σωστά αναφέρατε, είναι η δεύτερη φορά που συμμετέχω σε διάστημα 5 μηνών στις εργασίες του Συνδέσμου σας. Ενώ πριν από έναν σχεδόν μήνα στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, παρουσίασα το αναλυτικό σχέδιο της κυβέρνησης για αυτό που εμείς ονομάζουμε, μετάβαση στην επόμενη μέρα μετά τα μνημόνια και το ειδικό καθεστώς της επιτροπείας που ζούμε για επτά χρόνια τώρα στην πατρίδα μας.
Επίσης πριν από λίγους μήνες βρέθηκα σε μία από τις Περιφέρειες της Βορείου Ελλάδος στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, στο πλαίσιο των περιφερειακών συνεδρίων που οργανώνουμε για την παραγωγική ανασυγκρότηση και για τη συγκρότηση των δεκατριών επί μέρους σχεδίων, αναπτυξιακών σχεδίων σε περιφερειακό επίπεδο, τα οποία και θα συγκροτήσουν και το εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο της πατρίδας μας. Και βεβαίως, είχα την ευκαιρία να μιλήσω με τους φορείς του τόπου για τα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας και πρέπει από κοινού να δουλέψουμε για να υπερβούμε. Και να μην παραλείψω, ότι σχεδόν εδώ και έναν χρόνο, μετά την ίδρυση του γραφείου Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη, καθιέρωσα την τακτική επίσκεψή μου στην Βόρεια Ελλάδα για να έχω την άμεση εποπτεία των τρέχοντων ζητημάτων και να αναζητούμε από κοινού λύσεις στα προβλήματα.
Έχω, συνεπώς, πυκνώσει την παρουσία μου στην Βόρεια Ελλάδα όχι μόνο για συμβολικούς αλλά για ουσιαστικούς λόγους. Η δε πρότασή σας για τη σύσταση «Εθνικού Συμβουλίου Βιομηχανίας» όχι μόνον εκλαμβάνεται θετικά, αλλά σε ένα βαθμό υλοποιείται, ήδη, μέσω των διαύλων επικοινωνίας που έχουμε αναπτύξει εγώ, οι συνεργάτες μου και οι συναρμόδιοι Υπουργοί με όλους τους παραγωγικούς φορείς και της Βορείου Ελλάδας, αλλά και ολόκληρης της χώρας, θα έλεγα. Αλλά για να το πω πιο σχηματικά, ό,τι είναι η Αθήνα για τον τριτογενή τομέα, είναι και η Βόρειος Ελλάδα για τη Βιομηχανία και τη μεταποίηση.
Η Θεσσαλονίκη, θα έλεγα ότι δικαιωματικά είναι η Βιομηχανική πρωτεύουσα της χώρας. Η παράλληλη, μάλιστα, αναβάθμιση του ρόλου της στην προσέλκυση επενδύσεων στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών – και εν γένει βεβαίως των υποδομών – καταδεικνύει τοπικά αυτό που αυτή τη στιγμή συμβαίνει σε ολόκληρη την Ελλάδα. Βρισκόμαστε σε ένα εξαιρετικά θετικό μομέντουμ για την ελληνική οικονομία.
Το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι ανανεωμένο και πιο έντονο από ποτέ άλλοτε στα χρόνια της κρίσης. Ωστόσο για μας, το πιο σημαντικό είναι ότι, αυτή η χρονιά που διανύουμε, είναι η τελευταία χρονιά για τη χώρα μας σε καθεστώς μνημονίου, αλλά ταυτόχρονα είναι, θα έλεγα, και η πιο κρίσιμη χρονιά.
Η πολυετής ύφεση, η πολύ υψηλή ανεργία σε συνδυασμό με το ασφυκτικό πλαίσιο των προγραμμάτων προσαρμογής, έχουν πιέσει υπέρμετρα την ελληνική κοινωνία, την ελληνική οικονομία. Τώρα, όμως, είναι που πρέπει να δείξουμε αυτοπεποίθηση και μέγιστη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας, ώστε ν’ αφήσουμε οριστικά πίσω το εφιαλτικό αυτό παρελθόν της ύφεσης.
Εμείς, απαντήσαμε στην ιστορική αυτή πρόκληση μ’ ένα σχέδιο, πού, παρά το γεγονός των περιορισμών που μας θέτει το πρόγραμμα, διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για τη μετάβαση σ’ ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα: σύγχρονο, εξωστρεφές, συνεργατικό, με έμφαση στην καινοτομία και τελικά συμβατό με τις απαιτήσεις του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Ταυτόχρονα, εκπληρώνουμε το διαχρονικό κοινωνικό αίτημα για βαθιές μεταρρυθμίσεις σε όλο το εύρος της δημόσιας ζωής με την εδραίωση κανόνων ίσης μεταχείρισης για όλους.
Ειδικά στο ζήτημα αυτό, η ρήξη μας με το παρελθόν της ευνοιοκρατίας, των πελατειακών σχέσεων και των προνομιούχων ελίτ ήταν, είναι και θα παραμείνει απόλυτη.
Επιτρέψτε μου στο σημείο γιατί γνωρίζω ότι μιλώ σε ένα Σύνδεσμο, η πλειοψηφία των μελών του οποίου, είναι άνθρωποι της αληθινής παραγωγής.
Είναι άνθρωποι που παράγουν πραγματικά. Που η σχέση τους με τη βιομηχανία δεν είναι τυπική.
Επιτρέψτε σε αυτό το σημείο να πω κάποιες αλήθειες, όπως εγώ τις αντιλαμβάνομαι.
Γιατί μπροστά μας δεν βρίσκεται μόνο το τι πρέπει να κάνουμε. Αλλά και το τι δεν πρέπει να κάνουμε. Το πώς πρέπει να πολεμήσουμε, να ξεριζώσουμε από το σώμα της κοινωνίας, της οικονομίας και του κράτους τα κατάλοιπα του παρελθόντος που μας οδήγησαν στην κρίση.
Και αναφέρομαι σε αυτό που εγώ ονομάζω- την κυρίαρχη το προηγούμενο διάστημα μορφή επιχειρηματικότητας στη χώρα μας- κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα.
Της μίζας, της διαπλοκής, των θαλασσοδανείων.
Το μοντέλο εκείνο που δημιούργησαν, εξέθρεψαν, και αξιοποίησαν, οι κυβερνήσεις τους χθες, σε αγαστή συνεργασία με ορισμένους «επιχειρηματίες», εντός εισαγωγικών, που η μόνη τους επένδυση, χωρίς κανένα ρίσκο, καμιά πρωτοβουλία, καμιά παραγωγική προσφορά, ήταν η απομύζηση των δημοσίων κρατικών κονδυλίων.
Κι αυτή ήταν μια από τις αιτίες- εγώ θα έλεγα από τις σημαντικότερες- που μας οδήγησαν στην κρίση.
Αλλά και μια από τις εστίες διαφθοράς, υπονόμευσης του υγιούς ανταγωνισμού, φαλκίδευσης της αριστείας, που τώρα τελευταία κάποιοι διαρκώς την επικαλούνται, υπονόμευσης τελικά κάθε έννοιας δικαιοσύνης στο κοινό αίσθημα.
Από την άλλη πλευρά, η υγιής επιχειρηματικότητα είναι για μας, και για μένα προσωπικά, εκείνη που μπορεί να θεμελιώνεται μόνο στην αληθινή παραγωγή, στην αληθινή επένδυση, που αναδεικνύει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του τόπου και της οικονομίας, και σε ένα δυναμικό που εργάζεται και παράγει σε συνθήκες όχι ζούγκλας και υπερεκμετάλλευσης, αλλά εργασιακής νομιμότητας και αμοιβών ανάλογων με την προσφορά του.
Είναι, με δυο λόγια, η επιχειρηματικότητα που σέβεται τους νόμους, που σέβεται το περιβάλλον, και σέβεται και τον πιο κρίσιμο παράγοντα της παραγωγικής διαδικασίας, τον εργαζόμενο.
Που δεν διστάζει να επενδύει στην καινοτομία, στην πρωτοβουλία, στην εξωστρέφεια, στο πιο πολύτιμο κεφάλαιο που έχει αυτή η χώρα, στο ανθρώπινο δυναμικό.
Αυτό είναι για μας το μοντέλο του αύριο, που μπορεί να βγάλει τη χώρα στη λεωφόρο της ανάπτυξης.
Το μοντέλο της έντασης γνώσης, και όχι της έντασης εργασίας.
Μιλούσαν και μιλούν κάποιοι για ελεύθερη οικονομία και μας λένε ότι είναι οπαδοί της ελεύθερης οικονομίας και στην πράξη, όταν βρέθηκαν στα πράγματα, επέβαλαν το πιο σκληρό προστατευτικό μοντέλο. Αλλά τον προστατευτισμό όχι για τα δημόσια αγαθά αλλά για τους ημέτερους. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα γνωστό σε όλους σας στη Θεσσαλονίκη, τον ΟΑΣΘ.
Μιλούσαν και κάποιοι μιλούν ακόμη για τον ελεύθερο ανταγωνισμό και παριστάνουν τους οπαδούς του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Στην πράξη, όταν βρέθηκαν στα πράγματα, εφάρμοσαν μια εξαιρετικά προνομιακή πρόσδεση των κολλητών, των φίλων, των κουμπάρων σε κρατικές προμήθειες.
Μιλούσαν και μιλούν για προστασία της ελεύθερης αγοράς και λένε ότι είναι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς. Και όταν βρέθηκαν στα πράγματα προίκιζαν τους «δικούς τους» με θαλασσοδάνεια, επιδοτήσεις, προνομιακές συμβάσεις, αφήνοντας στη ζώνη του λυκόφωτος χιλιάδες επιχειρηματίες και επιχειρήσεις.
Αυτό που εμείς ονομάζουμε υγιή επιχειρηματικότητα.
Έτσι οδηγηθήκαμε στην κρίση. Έτσι οδηγηθήκαμε στα μνημόνια.
Έτσι φτάσαμε να γεμίζουν δισεκατομμύρια οι λίστες των φοροφυγάδων στο εξωτερικό αλλά και να αιμορραγούν η οικονομία και η χώρα.
Να είναι πάμπλουτοι οι ιδιοκτήτες αλλά πτωχευμένες οι επιχειρήσεις.
Και να γονατίσει η βιομηχανική μας παραγωγή. Να έχουμε ολόκληρη έκθεση με λουκέτα εργοστασίων. Αναφέρθηκε πριν σε αυτό ο πρόεδρος του Συνδέσμου.
Να μιλάς για επενδύσεις είναι εύκολο πράγμα. Να ανοίγεις όμως δρόμο για να πραγματοποιηθούν, να ξεπερνάς τα εμπόδια, να τις προωθείς και να κατανοείς κάθε μέρα πόσο σημαντικό είναι αυτό για την πρόοδο της χώρας, για να ξαναγυρίσει η εργασία σε αυτό τον τόπο, να διατηρηθεί η ανάπτυξη, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.
Δείτε πόσα χρόνια, για παράδειγμα, είχαν βαλτώσει οι εθνικοί μας αυτοκινητόδρομοι.
Δείτε, πόσα χρόνια έκαναν να ανοίξουν οι σήραγγες εδώ στα Τέμπη για να έρθει πιο κοντά η Θεσσαλονίκη με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Το μετρό της Θεσσαλονίκης, οι σιδηρόδρομοι, τα μεγάλα ενεργειακά projects, ο Αστέρας της Βουλιαγμένης, το Ελληνικό.
Και δείτε ποια προσπάθεια γίνεται σήμερα και τι αποτελέσματα έχει αυτή η προσπάθεια. Παντού και εδώ ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα.
Φίλες και φίλοι,
Δεν είμαστε μάγοι, ούτε μαθητευόμενοι μάγοι. Δεν θέλω να το παινευτώ αλλά θαρρώ πως τα δυόμιση αυτά χρόνια ήταν χρόνια διαχείρισης πολύ δύσκολων κρίσεων και έχουν συσσωρεύσει μια εμπειρία που ενδεχομένως άλλοι πρωθυπουργοί δεν την έχουν αποκτήσει έχοντας κάνει όχι δύο χρόνια αλλά δύο δεκαετίες.
Τα αποτελέσματα έρχονται-όχι την επόμενη μέρα- σε βάθος χρόνου αλλά έρχονται μόνο με συστηματική προσπάθεια, σκληρή δουλειά, σχέδιο, στρατηγική και καθαρότητα στις σχέσεις του κράτους με την επιχειρηματικότητα, στην τήρηση της νομιμότητας σε κάθε περίπτωση. Και αυτό σε βάθος χρόνου δίνει καρπούς και είμαι σίγουρος ότι θα δώσει πολύ περισσότερους στο μέλλον, όχι μόνο με τη συνδρομή σας, αλλά με τον πρωταγωνιστικό σας ρόλο.
Η χώρα έχει περάσει ήδη σε μια διαφορετική εποχή. Πριν από δυόμιση χρόνια αναλάβαμε τη χώρα του Grexit. Σήμερα αυτό που πρωτοείπα πριν από ένα μήνα εδώ σε αυτή την αίθουσα, ότι περνάμε από το Grexit στο Grinvest , είναι μια πραγματικότητα. Δεν μπορεί κανείς να το κρύψει. Όσο κι αν κάποιοι που δεν ήξεραν πώς να «ξεκουνήσουν» κάποιες επενδύσεις που λίμναζαν για χρόνια ξέρουν σήμερα πολύ καλά να μας κουνάνε διαρκώς το δάχτυλο.
Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι περνάμε σε μια νέα εποχή στη βάση μιας εντελώς διαφορετικής αντίληψης. Οργανώνουμε το μέλλον της χώρας με το πέρασμα στη μεταμνημονιακή εποχή ευνοώντας την ανάπτυξη και τη δίκαιη κατανομή της στο σύνολο του ελληνικού λαού.
Και σήμερα, δυόμιση χρόνια από τότε που αναλάβαμε τη διακυβέρνηση, τα στοιχεία είναι ενδεικτικά των αλλαγών που συντελούνται προς θετική κατεύθυνση, αλλά και ενός καινούργιου αέρα που πνέει- άνεμο ανανέωσης θα έλεγα- που εμπνέει εμπιστοσύνη στο εξωτερικό και ταυτόχρονα μας επιτρέπει να αισιοδοξούμε για την οριστική έξοδο από την πολυετή κρίση και την επιτροπεία.
Η Ελλάδα, καθημερινά, με σταθερά βήματα, δύσκολα βήματα, αλλάζει και θέτει υγιείς βάσεις για την επόμενη μέρα και αυτό είναι το πιο σημαντικό.
Και η διεθνής κοινότητα αναγνωρίζει αυτή τη θετική προοπτική της χώρας.
Επιτρέψτε μου όμως να γίνω πιο συγκεκριμένος αναλύοντας μέσα από στοιχεία και παραδείγματα, το ανορθωτικό εθνικό μας σχέδιο και τα θετικά αποτελέσματα που νομίζω πλέον είναι χειροπιαστά.
Στον τομέα της οικονομίας έχουμε τα πρώτα ενθαρρυντικά σημάδια.
Τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι ο στόχος για ανάπτυξη γύρω από το 2% το 2017 είναι ένας στόχος απολύτως ρεαλιστικός.
Οι εξαγωγές το πρώτο εξάμηνο του 2017 αυξήθηκαν κατά 18% και πρόκειται για την υψηλότερη επίδοση που είχαμε , όχι στα χρόνια της κρίσης, αλλά από το 2001.
Μάλιστα αυξάνονται με ρυθμό μεγαλύτερο από τον ρυθμό των εισαγωγών, κάτι που διασφαλίζει την ισορροπία του ισοζυγίου πληρωμών και προοιωνίζεται τη σταδιακή μετάβαση σε ένα πιο εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο.
Σε κάθε περίπτωση έχουμε αναντίρρητα εισέλθει τροχιά ανάκαμψης και πρέπει να εξασφαλίσουμε τα διατηρήσιμα χαρακτηριστικά αυτής της τροχιάς στο μέλλον.
Αυτό που έχει μείνει, κρίσιμη προϋπόθεση, είναι η ασφαλής ολοκλήρωση του προγράμματος, που περνάει μέσα από την έγκαιρη ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, ώστε να αποφύγουμε νέους γύρους αβεβαιότητας.
Αλλά πλέον όχι μόνο εμείς αλλά όλες οι πλευρές εργάζονται για το σκοπό αυτό. Αυτές είναι οι ενδείξεις και η εικόνα που έχουμε σήμερα. Και το κάνουν αυτό γιατί μόνο όφελος θα έχουν όλες οι πλευρές από την επιτυχή και έγκαιρη ολοκλήρωση αυτής της μεγάλης περιπέτειας και για την Ευρώπη και για την Ελλάδα.
Το πρόγραμμα, λοιπόν, θα τελειώσει στην ώρα του και έτσι θα μπει ένα τέλος σε μια μακρά και ιδιαίτερα επώδυνη περίοδο για την Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη.
Και εμείς δουλεύουμε για να θέσουμε τις βάσεις για διατηρήσιμους και όχι συγκυριακούς ρυθμούς ανάπτυξης και επιδιώκουμε αυτοί οι ρυθμοί να μεταφράζονται άμεσα, σε πρώτο χρόνο, σε θέσεις εργασίας. Αυτοί οι ρυθμοί ανάπτυξης να μην μεταφράζονται μόνο σε νούμερα αλλά να είναι ορατοί, αισθητοί στην καθημερινότητα του κάθε πολίτη.
Επιτρέψτε μου να πω σε αυτό το σημείο κάποιες σκέψεις για την ανεργία.
Η «άνεργη ανάπτυξη» δηλαδή η ανάπτυξη αυτή – γιατί υπάρχει και αυτό ενδεχόμενο μπροστά μας να πετύχουμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και μάλιστα ψηλούς χωρίς αυτό να έχει καμία αντανάκλαση στη μείωση των δεικτών της ανεργίας. Έχουμε δει σε άλλες χώρες αυτό το μοντέλο.
Η «άνεργη ανάπτυξη», που πατάει στο φτηνό εργατικό δυναμικό δημιουργεί τελικά μόνο μη βιώσιμα κέρδη και τεχνητές «φούσκες» χωρίς αντίκτυπο στην πραγματική οικονομία και χωρίς προοπτική.
Αντίθετα η βιώσιμη ανάπτυξη και η διάχυση της ευημερίας στους πολλούς προϋποθέτει την προστασία κι όχι τη συντριβή της εργασίας.
Στο ζήτημα της ανεργίας η κατάσταση που παραλάβαμε – το γνωρίζετε όλοι- ήταν αποκαρδιωτική και εξ’ αρχής εκεί ρίξαμε όλο το βάρος.
Σήμερα έχουμε κάποια σημαντικά αποτελέσματα αν και βεβαίως έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας . Όταν παραλάβαμε η ανεργία ήταν 26,5% και σήμερα είναι στο 21%.
Κάθε χρόνο η ανεργία , τα τελευταία δυόμιση χρόνια, μειώνεται 2% κατά μέσο όρο.
Ενώ στην πρώτη καταστροφική πενταετία, 2010-2014 η ανεργία στη χώρα αυξανόταν κάθε χρόνο κατά 1,5 μονάδα.
Φέτος, μέχρι και τον Ιούλιο, δημιουργήθηκαν 263.000 νέες θέσεις εργασίας, αριθμός που αποτελεί ρεκόρ 16ετίας.
Πρόκειται για αύξηση 40% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2014.
Η ανεργία των νέων, που είναι ένα από τα σημεία εκείνα που μας πονάει όλους περισσότερο, καθώς αφορά και τη μετανάστευση του πιο σημαντικού δυναμικού της ελληνικής κοινωνίας, των νέων επιστημόνων, παραμένει σημαντική αλλά έχει πέσει κατά 10 μονάδες.
Για δύο συνεχόμενα έτη καταφέραμε παρά τις δύσκολες συνθήκες να υπερκαλύψουμε τους δημοσιονομικούς στόχους που έφερε το πρόγραμμα που συμφωνήσαμε με τους εταίρους μας. Βάλαμε σε τάξη, με δύο λόγια, τα οικονομικά μας διεκδικώντας όμως ταυτόχρονα και πετυχαίνοντας μια ευέλικτη συμφωνία για το χρέος που μεσοπρόθεσμα θα μειώσει τα βάρη για την ελληνική οικονομία.
Συνδιαμορφώσαμε με τους εταίρους μας έναν οδικό χάρτη για το χρέος που εγγυάται τη βιωσιμότητά του και δίνει έμφαση στην ανάπτυξη και όχι στη λιτότητα.
Και βεβαίως οι αγορές ήταν αυτές που ερμήνευσαν θετικά αυτή τη συμφωνία και υποδέχτηκαν με καλούς όρους τη πρώτη μας δοκιμαστική έξοδο.
Ακολούθησαν αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής μας ικανότητας, τα σπρεντ των ομολόγων μειώθηκαν εντυπωσιακά και οι δείκτες οικονομικής εμπιστοσύνης άγγιξαν τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών.
Η εγχώρια ζήτηση αυξάνεται κι αυτό ενθαρρύνει την καταναλωτική ζήτηση και παρακινεί τις επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε παραγωγικές επεκτάσεις.
Στη μεταποίηση καταγράφηκε ρεκόρ εννέα ετών.
Ωστόσο το ποσοστό συμμετοχής του ΑΕΠ, από σχεδόν 9% σήμερα πρέπει να προσεγγίσει – και έχουμε στόχο να προσεγγίσει- το 15% μέχρι το 2020.
Σύμφωνα με τη Markit, ο κύριος δείκτης PMI καταγράφει τον εντονότερο ρυθμό ανάπτυξης από τον Ιούνιο του 2008 και έφτασε τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε τις 52,8 μονάδες.
Η ανάκαμψη του δείκτη αυτού καθ’ όλη τη διάρκεια του 2017 είναι απολύτως συμβατή με τον θετικό ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας, και η ενίσχυσή του κατά τους τελευταίους μήνες είναι συνεπής με την προσδοκία ότι ο ρυθμός αυτός θα έχει επιταχυνθεί, τουλάχιστον κατά το τρίτο τρίμηνο του έτους, πράγμα που προοιωνίζεται το θετικό αποτέλεσμα στην ανάπτυξη κοντά στο 2%.
Γιατί σας μιλώ όμως με αριθμούς; Γιατί τα αναφέρω όλα αυτά;
Γιατί μόνο μέσω της ανάπτυξης θα μπορέσουμε να ξανακερδίσουμε την εργασία, μόνο μέσω της ανάπτυξης στο βαθμό ιδιαίτερα που αυτή θα είναι και δίκαιη όπως την οραματιζόμαστε, θα μπορέσουμε να μειώσουμε σταδιακά τους φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και να ανακουφίσουμε την κοινωνία από το υπέρμετρο, πράγματι, βάρος της φορολογίας που μας επέβαλαν τα προγράμματα διάσωσης, που σε συνθήκες κρίσης, συνθήκες έκτακτης ανάγκης, αποφασίστηκαν για την πορεία της οικονομίας.
Στην κατεύθυνση αυτή αρχίζουν να αποδίδουν και οι δραστικές μεταρρυθμίσεις που εισαγάγαμε στη φορολογική πολιτική.
Μεταρρυθμίσεις που όλοι διαπίστωναν την αναγκαιότητα τους αλλά εμείς τολμήσαμε να τις υλοποιήσουμε.
Αναφέρομαι στις ηλεκτρονικές συναλλαγές, στα μέτρα για την πάταξη του λαθρεμπορίου στα καπνικά και στα καύσιμα, την κεντρικοποίηση των συστημάτων προμηθειών του δημοσίου και τον έλεγχο των δαπανών στην αγορά φαρμάκου, τα βελτιωμένα συστήματα δημοσίων συμβάσεων, την ηλεκτρονική τιμολόγηση που βρίσκεται στην τελική επεξεργασία, την εθελοντική αποκάλυψη εισοδημάτων και τους φορολογικούς ελέγχους στις λίστες εξωτερικού.
Όσον αφορά δε στην πλευρά των εξόδων του προϋπολογισμού εφαρμόζουμε έναν ενδελεχή έλεγχο στις δαπάνες όλων των υπουργείων ώστε να διασφαλίσουμε ότι οι δημόσιες δαπάνες έχουν τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα.
Ήδη το 2016 επιτύχαμε εξοικονόμηση δαπάνης 10% ή 300 εκατομμυρίων ευρώ μέσω της ηλεκτρονικοποίησης των διαδικασιών των δημοσίων συμβάσεων.
Σε συνθήκες ύφεσης και συμπίεσης των αμοιβών αυτό που θέλουμε είναι και το τελευταίο ευρώ του Έλληνα φορολογούμενου να πιάνει τόπο και να επιστρέφεται σε κοινωνικές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας.
Συν τω χρόνω όλες αυτές οι αλλαγές πιστεύουμε ότι θα σταθεροποιήσουν τη ροή εσόδων στα δημόσια ταμεία και θα συμβάλλουν στη γρηγορότερη αποκλιμάκωση των φορολογικών συντελεστών.
Ταυτόχρονα όμως θα έλεγα ότι όλες αυτές οι επιλογές, όλες αυτές οι αποφάσεις, δίνουν ένα ισχυρό μήνυμα στις δυνάμεις αδράνειας που συντηρούσαν για χρόνια τη μαύρη τρύπα της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής.
Το παιχνίδι αποκτά σαφείς κανόνες και τελειώνουμε με τη θλιβερή κατάσταση, όπου όσοι ήταν τίμιοι επιχειρηματίες αποθαρρύνονταν να δραστηριοποιηθούν σε αυτό τον τόπο. Και το έκαναν αυτό αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο να το λυμαίνονται διάφοροι επιτήδειοι.
Το μήνυμα είναι σαφές.
Ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους, ο σεβασμός στο περιβάλλον όχι μόνο δεν αποθαρρύνει τους επενδυτές αλλά αντίθετα θα ενθαρρύνει την υγιή επιχειρηματικότητα και θα εδραιώσει το κύρος της χώρας με την ομοιομορφία των κανόνων και τους δίκαιους όρους ανταγωνισμού.
Όπως περιέγραψα, αυτά τα δυόμιση χρόνια προσπαθήσαμε να βάλουμε τάξη στα οικονομικά της χώρας, διορθώσαμε τις ανισορροπίες ενός στρεβλού παραγωγικού μοντέλου και θέσαμε σε εφαρμογή βαθιές μεταρρυθμίσεις που για χρόνια δεν είχαν προχωρήσει σε αυτό τον τόπο.
Τώρα όμως ποια είναι η συζήτηση για την επόμενη μέρα; Η συζήτηση για την ανάπτυξη.
Τώρα μπορούμε να ρίξουμε το βάρος με απόλυτη προτεραιότητα στο ζήτημα της ανάπτυξης.
Μια ανάπτυξη με βιώσιμα χαρακτηριστικά, προσανατολισμένη στη δημιουργία νέων αλλά και καλά αμειβομένων, αξιοπρεπώς αμειβόμενων, θέσεων εργασίας.
Αυτή η συζήτηση δεν είναι εύκολη. Είναι μια δύσκολη συζήτηση που απαιτεί τη συμμετοχή και τη συστράτευση όλων.
H βαθιά ύφεση και η απότομη αποεπένδυση των προηγούμενων ετών, δεν υπάρχει αμφιβολία, έχει δημιουργήσει ένα πεδίο εξαιρετικά αρνητικό. Με αυτή την έννοια η συζήτηση για την επόμενη ημέρα της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της ανάπτυξης δεν ξεκινά από το μηδέν. Έχουμε ακόμα να επουλώσουμε πληγές.
Η στρατηγική μας για την άμεση επιστροφή σε διατηρήσιμους και υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης δεν μπορεί παρά να έχει ως κύριο άξονα τη βιομηχανία και τη μεταποίηση. Δεν μπορεί παρά να έχει ως κύριο άξονα τη δυναμική ανασύνταξη της βιομηχανίας και της μεταποίησης.
Μίλησε ο πρόεδρός σας για τη ραγδαία αποβιομηχάνιση σε διάστημα 30 ετών θα έλεγα εγώ. Όχι μόνο στα χρόνια της κρίσης. Και για τη ραγδαία υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Και αν θέλετε, και αυτή ήταν μία από τις αιτίες της κρίσης και της χρεοκοπίας, όπως πολλοί συμμετέχοντες στα στρογγυλά σας τραπέζια διαπίστωσαν, κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου σας.
Εμείς, λοιπόν, με απόλυτη προτεραιότητα στη μεταποίηση και στη βιομηχανία θέλουμε να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις, ώστε να επιστρέψουμε σε βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης και αυτή η ανάπτυξη να οικοδομηθεί πάνω σε υγιείς βάσεις. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει, εάν δεν αφήσουμε πίσω μας το παρασιτικό μοντέλο κατανάλωσης εισαγωγών με δανεικά και αν δεν στραφούμε στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού υποδείγματος, που θα δίνει έμφαση στους διεθνώς εμπορεύσιμους τομείς.
Την καινοτομία και στο εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας.
Για τις ανάγκες αυτής της μετάβασης χρειάζεται μια σύγχρονη και συνεκτική βιομηχανική πολιτική, που θα λαμβάνει ταυτόχρονα υπόψη της και τις διεθνείς εξελίξεις και θα προσαρμόζεται ανάλογα.
Η δική μας, λοιπόν, προσέγγιση είναι πολυεπίπεδη και αποτελείται από ένα στοχευμένο σύνολο δράσεων που αντιμετωπίζουν τα ζητήματα ρευστότητας, τα ζητήματα της χρηματοδότησης και της προσέλκυσης επενδύσεων, του ενεργειακού κόστους, το κρίσιμο θέμα της αναδιάρθρωσης των χρεών, το κρίσιμο θέμα της στήριξης της έρευνας και της καινοτομίας, το κρίσιμο θέμα της απονομής δικαιοσύνης και της ταχύτητας απονομής της.
Και βεβαίως την ανάγκη για σταδιακή αποκλιμάκωση των φορολογικών συντελεστών.
Επιτρέψτε μου να αναφέρω μερικά εμβληματικά παραδείγματα στις παραπάνω κατευθύνσεις:
Η δραστική παρέμβαση με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό λύνει το γόρδιο δεσμό της υπερχρέωσης των μικρομεσαίων και μικρών επιχειρήσεων και απεγκλωβίζει από τη στασιμότητα που είχαν περιέλθει τις επιχειρήσεις, το δημόσιο και τις τράπεζες, δηλαδή το σύνολο σχεδόν της ελληνικής οικονομίας.
Εξασφαλίζεται με αυτόν τον τρόπο μια δεύτερη ευκαιρία σε όσους επιθυμούν να παράγουν και δεν μπορούσαν, με πολλαπλά οφέλη για τη μισθωτή εργασία, τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, τα δημόσια έσοδα, αλλά και για την τραπεζική ευστάθεια.
Οι επιχειρήσεις μπορούν να γίνουν ξανά επιλέξιμες στα διάφορα χρηματοδοτικά προγράμματα, δίνοντας πολύτιμη ανάσα στην οικονομία και στις θέσεις απασχόλησης.
Παράλληλα, επεξεργαζόμαστε το Ειδικό Ταμείο Χρηματοδότησης και Συμμετοχών από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και τα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Ένα Ταμείο που θα συμβάλει με κεφάλαια στην επανεκκίνηση των ρυθμισμένων επιχειρήσεων με προφανείς θετικές συνέπειες που θα έχει αυτό για τους εργαζόμενους και για το σύνολο της οικονομίας.
Επίσης, άλλη σημαντική πρωτοβουλία. Η Αναπτυξιακή Τράπεζα, που βρίσκεται σε διαδικασίες ίδρυσης. Μια τράπεζα-ομπρέλα με τη συμμετοχή φορέων του δημοσίου, όπως το ΕΤΕΑΝ, Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, το Πράσινο Ταμείο, το Enterprise Greece.
Βρίσκεται ήδη σε διαβούλευση σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, επίσης, το εθνικό σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Ενώ ολοκληρώνεται η υποβολή 772 νέων επενδυτικών σχεδίων στον αναπτυξιακό νόμο, ύψους 2 δισεκατομμυρίων, κυρίως στους κλάδους της αγροτοδιατροφης, της βιομηχανίας και του τουρισμού, ενώ βρίσκεται στο τελικό στάδιο η αξιολόγηση 610 σχεδίων.
Νέα χρηματοδοτικά εργαλεία στοχευμένα, που μέσω της μόχλευσης κινητοποιούν πολλαπλάσιους πόρους ύψους σχεδόν 3 δις ευρώ, όπως το Τεπιχ 2, το equifund, το νέο εξοικονομώ κατ’ οίκον, το ταμείο υποδομών και το ταμείο μικροπιστώσεων.
Για πρώτη φορά, όμως, στην Ελλάδα, προχωράμε και δημιουργούμε το θεσμικό πλαίσιο, ώστε να εξασφαλίσουμε τη χρηματοδότηση και την ενίσχυση πολύ μικρών επιχειρήσεων. Εκατό χιλιάδων σχεδόν πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες θα έχουν πιο εύκολη πρόσβαση στις μικρές πιστώσεις, μέχρι 15.000 ευρώ, για να ξεκινήσουν τα πρώτα τους βήματα ή για να βελτιώσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα.
Το εθνικό σκέλος του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων αυξήθηκε για δεύτερη συνεχή χρονιά, έχει φτάσει σχεδόν στο 1 δισεκατομμύριο ευρώ.
Καταλάβαμε την πρώτη θέση στην απορροφητικότητα των κονδυλίων του ΕΣΠΑ 2007-2013 και ήμασταν πάλι πρώτοι στην ενεργοποίηση του νέου ΕΣΠΑ 2014-2020, καταφέρνοντας την εισροή πόρων 11 δις ευρώ στην ελληνική οικονομία.
Υπογράψαμε με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων τη μεγαλύτερη συμφωνία των τελευταίων 5 ετών, ύψους 2,4 δισεκατομμυρίων για το 2016 και 2 δις για το 2017, ενώ από την αξιοποίηση των συμφωνιών με την EBRD και το σχέδιο Γιούνκερ ήδη 2 δις ευρώ διοχετεύτηκαν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Οι τράπεζες μειώνουν το φορτίο των κόκκινων δανείων, περιορίζουν μέρα με τη μέρα την εξάρτησή τους από τον μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας και είναι έτοιμες να συμβάλουν ξανά στη χρηματοδότηση της οικονομίας. Και πιστεύω ότι και με τις τελευταίες θετικές εξελίξεις σε ό,τι αφορά τη Συμφωνία με τους εταίρους μας για το πώς θα προχωρήσουμε και στα προγραμματισμένα stress test, κάτι το οποίο δεν εμπνέει πια καμία ανησυχία καθότι οι ελληνικές τράπεζες είναι από τις καλύτερα ανακεφαλοποιημένες σε όλη την Ευρωζώνη, ανακτούν οι τράπεζες την εμπιστοσύνη των πολιτών και γενικότερα το τραπεζικό σύστημα ανακτά εμπιστοσύνη και οι πολίτες επιστρέφουν τις καταθέσεις τους.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις το 2016 άγγιξαν υψηλό επταετίας.
Υπογράφηκαν 12 συμβάσεις έργων ΣΔΙΤ ύψους 633 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ τέλος βελτιώθηκε σημαντικά το επιχειρηματικό περιβάλλον, μέσω της απλοποίησης των αδειοδοτήσεων, της αναμόρφωσης των μηχανισμών εποπτείας και του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος για το 30% περίπου της επιχειρηματικής δραστηριότητας, ιδίως στον τομέα της μεταποίησης και του τουρισμού.
Θα φτάσει σύντομα αυτό το ποσοστό στο 53% με την επέκταση στους τομείς των logistics και του εξορυκτικού κλάδου.
Ήδη, περισσότερες από 11.000 επιχειρήσεις έχουν επωφεληθεί από αυτό το νέο σύστημα αδειοδότησης.
Καταρτίσαμε τον κώδικα δεοντολογίας ηλεκτρονικού εμπορίου με τη συμμετοχή των μεγαλύτερων κοινωνικών εταίρων, προχωρήσαμε τον νέο νόμο για την προσέλκυση επενδυτών στις νεοφυείς επιχειρήσεις και το βελτιωμένο νομοσχέδιο για την ταχεία αδειοδότηση των στρατηγικών επενδύσεων.
Κατά τους προσεχείς μήνες η Ελλάδα θα καταστεί μία από τις πρώτες χώρες παγκοσμίως, όπου η σύσταση επιχειρήσεων θα έχει καταστεί μία πλήρως ψηφιοποιημένη διαδικασία.
Όσον αφορά τώρα τη Βόρεια Ελλάδα, χάρη στην πολύ καλή συνεργασία μεταξύ του υπουργείου Οικονομίας, βεβαίως του υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης, των Περιφερειών της Βόρειας Ελλάδας, της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας και Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, έχουμε καταφέρει και αυτό αφορά ιδιαίτερα εδώ την Περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας -τα είπαμε σήμερα και με τον περιφερειάρχη- έχουμε καταφέρει να κατακτήσουμε μια από τις πρώτες θέσεις ως προς την απορρόφηση των πόρων του ΕΣΠΑ.
Ξεκλειδώσαμε τους πόρους που προβλέπονται για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, ύψους περίπου 130 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ προχωράμε βήμα-βήμα ένα σχέδιο με όραμα για την αναβάθμιση της Βόρειας Ελλάδας, τη γεωστρατηγική της σημασία, που ήταν μια σημασία πάντα συνδεδεμένη με τις γειτονικές χώρες, αναβαθμίζοντας λοιπόν τα λιμάνια της Θεσσαλονίκης, της Καβάλας, της Αλεξανδρούπολης, καθιστώντας την περιοχή διαμετακομιστικό κόμβο για την ευρύτερη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και πύλη εισόδου για όλη την Ευρώπη.
Η μεγάλη πρόοδος στη σιδηροδρομική ΠΑΘΕ και φυσικά τη σιδηροδρομική Εγνατία, ένα μακρόπνοο έργο, το οποίο συμφωνήσαμε περίπου πριν από 20 ημέρες στην Καβάλα μαζί με τον Βούλγαρο ομόλογό μου, έργο που θα συνδέσει τη Θεσσαλονίκη, την Καβάλα και την Αλεξανδρούπολη με τη Μαύρη Θάλασσα, το Μπουργκάς και τον Δούναβη, με την πόλη Ρούσε της Βουλγαρίας. Ένα έργο πνοής όχι μόνο για τη Βόρειο Ελλάδα, αλλά ένα έργο πνοής για ολόκληρη τη Βαλκανική.
Θέλουμε, λοιπόν, η Θεσσαλονίκη να ξαναγίνει ένα σημαντικό οικονομικό, εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο ολόκληρων των Βαλκανίων.
Αυτό είναι το όραμα μας για την περιοχή. Αυτό είναι το όραμά μας για τη Θεσσαλονίκη και αυτή η προοπτική αξίζει σε αυτή την πόλη με την πολύ μεγάλη ιστορία, τις πολύ σημαντικές παραδόσεις.
Δεν είναι όραμά μας να κάνουμε τη Θεσσαλονίκη συμπρωτεύουσα. Το όραμά μας είναι να την κάνουμε κέντρο ισχυρό ολόκληρων των Βαλκανίων. Και αυτή είναι ίσως μια διαφορετική οπτική και μια διαφορετική αντίληψη που εμείς έχουμε για τον τόπο, για την πόλη, για τη Βόρεια Ελλάδα.
Σημαντικά επίσης έργα, όπως το Μετρό, στο οποίο αναφέρθηκα πιο πριν, το έργο για το εμπορευματικό κέντρο της Θεσσαλονίκης, τα νέα κτίρια σχολείων στη δυτική Θεσσαλονίκη, τα έργα για την ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων, για την ανάπλαση του χώρου της Διεθνούς Έκθεσης, μεταξύ άλλων, είναι έργα τα οποία προχωρούν και αλλάζουν σιγά-σιγά τη μορφή της πόλης.
Και βέβαια να μην ξεχάσω, μιας και ομιλώ σε ένα ακροατήριο που μας κάνει την τιμή να είναι παρών και ο πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών, η επόμενη Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης το 2018 θα είναι αφιερωμένη, θα έχει ως τιμώμενη χώρα τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό, καθώς η ΔΕΘ ανακτά όχι μόνο τη μεγάλη εμπορική και οικονομική της αξία, αλλά ανακτά και έναν ιδιαίτερο ρόλο, διεθνή ρόλο που συμβάλλει στο δόγμα μας για μια πολυδιάστατη και ενεργητική εξωτερική πολιτική. Και είμαι βέβαιος ότι με τόσο δραστήριες προσπάθειες που καταβάλει ο πρέσβης, αλλά και η ΔΕΘ-HELEXPO θα έχει και η ΔΕΘ το 2018 εξαιρετική επιτυχία, όπως είχε και η φετινή.
Φίλες φίλοι, με αυτές τις σκέψεις θέλω να καταλήξω.
Η χώρα μας πέρασε μια πολύ μεγάλη κρίση. Μια κρίση που τα άλλαξε όλα. Είναι όμως ώρα να κοιτάξουμε μπροστά. Η χώρα μας παρά τα μεγάλα προβλήματα που εξακολουθεί να έχει, έχει ανεξάντλητες δυνατότητες και οφείλει να τις αξιοποιήσει.
Είναι προικισμένη με μια σπουδαία γεωστρατηγική θέση. Βρίσκεται στο επίκεντρο σήμερα των παγκόσμιων γεωπολιτικών και οικονομικών ανακατατάξεων με συγκριτικά πλεονεκτήματα πολύ ισχυρά. Αυτά που της προσδίδουν την έννοια ενός διεθνούς κόμβου μεταφορών, ενέργειας, τηλεπικοινωνιών, τουρισμού, βιομηχανίας, ναυτιλίας, αλλά εγώ θα προσέθετα και παιδείας και πολιτισμού. Και να μην ξεχνάμε και τη σημασία των άυλων αυτών αγαθών.
Πιστεύω, λοιπόν, φίλες και φίλοι, και αυτό είναι το μήνυμα με το οποίο θέλω να ολοκληρώσω την ομιλία μου.
Πιστεύω ότι μπορούμε. Πιστεύω ότι μπορούμε να πετύχουμε τους στόχους μας και η Ελλάδα όχι να βγει μόνο από την περιπέτεια των μνημονίων, αλλά να μπορεί να έχει μια διατηρήσιμη ανάπτυξη και μια διαρκώς θετική αύξηση του επιπέδου ζωής, μείωση της ανεργίας, αύξηση -αν θέλετε- των προσδοκιών και της ευημερίας.
Αρκεί να το πιστέψουμε και να δράσουμε. Να βγούμε ξανά στο προσκήνιο, να ανακτήσουμε τον χαμένο χρόνο και να εμπνεύσουμε -αν θέλετε- ένα νέο όραμα για τις επόμενες γενιές.
Από την πλευρά μας το έχουμε αποδείξει. Το έχουμε αποδείξει.
Είμαστε ανοιχτοί στον διάλογο, ακούμε και εξετάζουμε κάθε διαφορετική πρόταση. Και κυρίως έχουμε αποδείξει ότι θέλουμε να δώσουμε χώρο στις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, στις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Να αναπτυχθούν, να προχωρήσουν και βεβαίως με αυτές τις δυνάμεις είναι που θα μπορέσουμε να σχεδιάσουμε και να ετοιμάσουμε την επόμενη μέρα. Την επόμενη μέρα που στόχο έχουμε να βρει μια Ελλάδα ξανά ισχυρή, αυτοδύναμη και πάνω απ’ όλα πιο δίκαιη.
Θέλω, λοιπόν, να σας καλέσω να στηρίξετε αυτήν προσπάθεια, γιατί δεν αφορά μόνο αυτή την κυβέρνηση, αφορά όλους, έναν προς έναν ξεχωριστά.
Όλοι μας και ο καθένας από το δικό του μετερίζι πρέπει να δείξουμε έμπρακτα την εμπιστοσύνη στις δικές μας δυνάμεις, την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία.
Εγώ προσωπικά με το γραφείο μου, εδώ στη Θεσσαλονίκη, καθώς και με όλα τα συναρμόδια υπουργεία, έχουμε πάντοτε –το γνωρίζετε άλλωστε- ανοιχτή την πόρτα μας για να συζητήσουμε για καινούργιες ιδέες, για να συζητήσουμε για επενδύσεις, για να λύσουμε προβλήματα.
Οι δικές μας κινήσεις και οι πρωτοβουλίες έχουν στόχο να στείλουν το κατάλληλο εκείνο σήμα προς το εξωτερικό, που θα συμπαρασύρει και το διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον.
Και σας καλώ αυτό το σήμα να το στείλουμε μαζί. Και ξέρω καλά για τί απευθύνομαι και πού απευθύνομαι και γι’ αυτό σας το ζητώ. Να στείλουμε το σήμα ότι είμαστε έτοιμοι να κόψουμε οριστικά τις γέφυρες με ένα παρελθόν, το οποίο μας οδήγησε στην κρίση.
Και να στείλουμε και το μήνυμα ότι δεν υπάρχει γυρισμός σε αυτό το παρελθόν και ότι οικοδομούμε ελπιδοφόρο πια μέλλον για τη χώρα. Το μέλλον μιας δίκαιης ανάπτυξης. Με τις παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου μπορούμε να το πετύχουμε.
Και είμαι βέβαιος ότι αυτό έχει αρχίσει να φαίνεται πια σε όλους. Και σε όσους το επιθυμούν και σε όσους μπορεί να το απεύχονται.
Θα τα καταφέρουμε όμως και έχει αρχίσει αυτό ήδη να γίνεται πράξη.
Σας ευχαριστώ.