Κυρίες και κύριοι,
Με τη χθεσινή συνάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Μάικλ Πενς και με την ομιλία του στο Ινστιτούτο Brookings ολοκληρώθηκε με απόλυτη επιτυχία η επίσημη επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Η επίσκεψη εντάσσεται στο πλαίσιο του δόγματος της πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και επιβεβαιώνει την αναβάθμιση της οικονομικής και γεωπολιτικής σημασίας της χώρας, την οποία εξάλλου, αναγνώρισε και ο Αμερικανός Πρόεδρος, όπως επίσης και όλοι οι ηγέτες των ισχυρότερων χωρών του πλανήτη, που τα τελευταία δύο χρόνια έχει συναντήσει ο Έλληνας Πρωθυπουργός.
Σας θυμίζω ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός, μετά από μία μακρά περίοδο διεθνούς απομόνωσης της χώρας, έχει συναντηθεί μεταξύ άλλων, με τον κ. Μπαράκ Ομπάμα, δύο φορές με τον Ρώσο Πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν, τον Κινέζο πρόεδρο, Σι Τζινπίνγκ, την Γερμανίδα Καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ, τους Γάλλους Προέδρους Ολάντ και Μακρόν, ενώ επισκέφτηκε μετά από επίσημη πρόσκληση την Κούβα και έχει πραγματοποιήσει δεκάδες άλλες διεθνείς επισκέψεις.
Την ίδια ώρα η ελληνική κυβέρνηση είχε την πρωτοβουλία για τη Σύνοδο των χωρών του Νότου, η οποία εξελίσσεται πλέον σε θεσμό, ενώ οι Τριμερείς Σύνοδοι με Κύπρο και Ισραήλ και Κύπρο και Αίγυπτο, καθώς και η Τετραμερής με Βουλγαρία, Σερβία και Ρουμανία αναβαθμίζουν την Ελλάδα σε πυλώνα σταθερότητας σε μία ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή.
Η σημασία της επίσκεψης του Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, αναγνωρίστηκε και από τον νυν Αμερικανό πρόεδρο, τους φορείς της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας, αλλά και το σύνολο των μεγαλύτερων διεθνών ΜΜΕ.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης τέθηκαν στο τραπέζι των συζητήσεων με τον Αμερικανό Πρόεδρο κ. Τραμπ κρίσιμα ζητήματα.
Μεταξύ αυτών:
· Ζητήματα οικονομίας και ενίσχυσης των αμερικανικών επενδύσεων στην Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό δημιουργήθηκε ομάδα εργασίας ανάμεσα στα υπουργεία Οικονομίας Ελλάδας και ΗΠΑ για την συνεργασία και την προετοιμασία του εδάφους για το διμερές εμπόριο, την προώθηση της καινοτομίας και την ενίσχυση των επενδύσεων.
· Συζητήθηκαν θέματα ασφάλειας και περιφερειακών εξελίξεων.
· Τέθηκε το μείζον ζήτημα της ρύθμισης του ελληνικού χρέους και η ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
· Επίσης, τέθηκαν επί τάπητος από τον Πρωθυπουργό το σύνολο των ελληνικών θέσεων για τα εθνικά ζητήματα.
· Ενώ, τέλος, συζητήθηκε το ζήτημα της αναβάθμισης του ελληνικού στόλου των F-16.
Ειδικά για το τελευταίο ζήτημα παρατηρούμε, ότι η Νέα Δημοκρατία σε μία προσπάθεια να υποβαθμίσει την τεράστια γεωπολιτική και οικονομική σημασία της επίσκεψης του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, υπέπεσε για άλλη μία φορά σε ατοπήματα κατ’ εξακολούθηση.
Στην αρχή κατήγγειλε τη συμφωνία.
Στη συνέχεια, αναγνώρισε μεν την αναγκαιότητά της, αλλά άσκησε κριτική για το κόστος της συμφωνίας.
Τώρα, κατόπιν εορτής, ζητά ενημέρωση από τη Βουλή, αποδεικνύοντας ότι δεν έχει ιδέα για ποιο πράγμα ακριβώς μιλάει.
Η βούληση της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού, είναι προφανώς για ένα τέτοιο εθνικό θέμα να υπάρξει αναλυτική ενημέρωση στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής και εφόσον ζητηθεί και σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών.
Όπως γνωρίζετε, ο Έλληνας Πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στις ΗΠΑ συναντήθηκε με την διευθύντρια του ΔΝΤ κ. Κριστίν Λαγκάρντ.
Στις κοινές δηλώσεις υπογραμμίστηκε η βούληση τόσο του Ταμείου όσο και της ελληνικής κυβέρνησης για άμεση ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, χωρίς νέα μέτρα.
Όσοι λοιπόν τις προηγούμενες εβδομάδες προέβλεπαν σε μία ακόμα στιγμή καταστροφολογικού ντεζαβού νέα μέτρα, διαψεύστηκαν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο.
Εξάλλου, η πορεία της οικονομίας που ανακάμπτει και η εκπλήρωση των στόχων του προγράμματος δεν θα δικαιολογούσαν σε καμία περίπτωση κάτι τέτοιο.
Η ανάπτυξη για το 2017 αναμένεται να βρίσκεται κοντά στο 2% ενώ το υπερπλεόνασμα, το οποίο θα διανεμηθεί σε κοινωνικές ομάδες που έχουν δεχθεί τις μεγαλύτερες πιέσεις από την οικονομική κρίση, θα προσεγγίσει το 1 δισ. ευρώ.
Μετά την ολοκλήρωση της επίσκεψης στις Ηνωμένες Πολιτείες ο Πρωθυπουργός έχει ήδη μεταβεί στις Βρυξέλλες προκειμένου να συμμετάσχει στη Σύνοδο του Συμβουλίου της Ευρώπης, με βασικά ζητήματα στην ατζέντα, το προσφυγικό, τις διεθνείς σχέσεις της ΕΕ και ζητήματα ασφαλείας.
Παρακαλώ τις ερωτήσεις σας.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
ΜΟΥΡΕΛΑΤΟΣ: Κύριε εκπρόσωπε, ακούσαμε τον Πρωθυπουργό να λέει μετά τη συνάντησή του με την κ. Λαγκάρντ πως «οι δηλώσεις ήταν μουσική στα αυτιά μου» και διερωτώμαι ποια ήταν η παρτιτούρα που τον έκανε μετά από δύο ημέρες να πει σε συναδέλφους μας στις ΗΠΑ πως καλό θα ήταν να παραμείνει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Το ρωτώ αυτό γιατί υπάρχει μια πολύ μεγάλη συζήτηση, μέχρι και πρότινος, για το εάν η ελληνική κυβέρνηση έχει την άποψη πως πρέπει να φύγει το ΔΝΤ από το πρόγραμμα. Τι άλλαξε τώρα; Τι του είπε η κ. Λαγκάρντ;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Επανερχόμαστε διαρκώς στο ίδιο ζήτημα ήδη από την περίοδο της πρώτης αξιολόγησης. Η σταθερή θέση της ελληνικής κυβέρνησης, τόσο κατά την περίοδο της πρώτης αξιολόγησης όσο και κατά την περίοδο της δεύτερης αξιολόγησης όσο και τώρα, είναι ότι αυτό το οποίο οφείλει να γίνει σε ό,τι αφορά το ελληνικό πρόγραμμα και τη συμμετοχή του ΔΝΤ είναι η τήρηση των συμφωνηθέντων, έτσι ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στις διαδικασίες για την ολοκλήρωση του προγράμματος. Από εκεί και πέρα, η στάση της κ. Λαγκάρντ και η στάση του ΔΝΤ, ειδικά σε ό,τι αφορά το ζήτημα του αποκλεισμού της πιθανότητας για απαιτήσεις για νέα δημοσιονομικά μέτρα, αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, ένα βήμα μπροστά σε αυτήν την προσπάθεια συνεργασίας που έχουμε με τους δανειστές και εταίρους μας και εκτιμάμε ότι φέρνει πάρα πολύ κοντά την ολοκλήρωση και της τρίτης αξιολόγησης, έτσι ώστε να μπορέσουμε στη συνέχεια και από τις αρχές του 2018 και μετά να ολοκληρώσουμε και τις συζητήσεις για την οριστική έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια. Επομένως, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης, για να συνοψίσω, είναι ότι αυτό το οποίο οφείλει να γίνει σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή του ΔΝΤ είναι να μην υπάρξουν ολιγωρίες, να μην υπάρξουν τεχνητές καθυστερήσεις, έτσι ώστε να μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε όσο το δυνατόν συντομότερα τις όποιες διαπραγματεύσεις.
Από εκεί και πέρα, το ΔΝΤ γνωρίζουμε ότι έχει το Stand-By Arrangement και οφείλει, μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου, να αποφασίσει τι ακριβώς θέλει να κάνει σε ό,τι αφορά την Ελλάδα. Υπάρχει η απόφαση της 15ης Ιουνίου του Eurogroup, όπου προβλέπει συγκεκριμένα μέτρα για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Στη βάση αυτής της απόφασης συζητάμε και στη βάση αυτής της απόφασης το ΔΝΤ έχει εγκρίνει τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα, με μεταρρυθμίσεις, με ένα κείμενο συμφωνίας μεταξύ ΔΝΤ και ελληνικής κυβέρνησης που ταυτίζονται με τις μεταρρυθμίσεις τις οποίες ζητούν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί. Επομένως, νομίζω ότι έχουν γίνει βήματα μπροστά. Μετά τη συνάντηση που είχαν ο Έλληνας Πρωθυπουργός και η κ. Λαγκάρντ στις ΗΠΑ, το κλίμα διαμορφώνεται πάρα πολύ θετικά και έχουμε όλοι την εκτίμηση ότι πάρα πολύ σύντομα θα έχουμε τη δυνατότητα να ολοκληρώσουμε και τις διαδικασίες της τρίτης αξιολόγησης.
ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΥ: Σε σχέση πάντα με το Ταμείο. Αν κατά τη συνάντηση του Πρωθυπουργού με τη Γενική Διευθύντρια του Ταμείου δόθηκαν κάποιες περαιτέρω διαβεβαιώσεις σχετικά με το χρονοδιάγραμμα της συζήτησης για την τελική διευθέτηση του χρέους ή ενδεχομένως και για το βασικό επίδικο, δεδομένου ότι η Γερμανία υπενθυμίζει ότι η Ευρώπη έχει τον κύριο λόγο.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το χρονοδιάγραμμα είναι δεδομένο και καθορίζεται από τις ήδη ληφθείσες αποφάσεις της 15ης Ιουνίου του 2017, με την απόφαση του Eurogroup. Τι έχουμε; Έχουμε τη διαδικασία της τρίτης αξιολόγησης. Παράλληλα, συνεχίζονται τεχνικές συζητήσεις σε ό,τι αφορά την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για το χρέος και από εκεί και πέρα μετά την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα περάσουμε, όπως σας είπα και προηγουμένως, στην τελική διευθέτηση των λεπτομερειών, έτσι ώστε να συγκεκριμενοποιηθεί έτι περαιτέρω η απόφαση της 15ης Ιουνίου. Νομίζω ότι πάνω σε αυτήν την πολιτική και τεχνική πλατφόρμα θα έχουμε τη δυνατότητα, πάρα πολύ σύντομα, να έχουμε τον συγκεκριμένο οδικό χάρτη, που θα οδηγήσει στην ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής τον Αύγουστο του 2018.
ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ: Όσον αφορά τις επενδύσεις και τις επαφές με επιχειρηματίες που είχε ο Πρωθυπουργός στις ΗΠΑ, η ανταπόκριση ήταν η αναμενόμενη από αυτή που είχατε εσείς ως κυβέρνηση και σε ποιούς τομείς υπήρξε το πιο έντονο ενδιαφέρον για επενδύσεις;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Γνωρίζετε ότι τις δύο πρώτες ημέρες της επίσκεψής του στις ΗΠΑ ο Έλληνας Πρωθυπουργός συναντήθηκε με επιχειρηματίες, τόσο από την Ομογένεια όσο και Αμερικανούς. Το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι πάρα πολύ μεγάλο. Γίνεται μια προσπάθεια για την αναβάθμιση των σχέσεων της Ελλάδας με το αμερικάνικο επενδυτικό κοινό, το οποίο μπορεί να παίξει πάρα πολύ σημαντικό ρόλο σε μία συνολική προσπάθεια, η οποία γίνεται στη χώρα μας για την τόνωση της ανάπτυξης, έτσι ώστε να μπορέσουμε να πετυχαίνουμε με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ευχέρεια και τους δημοσιονομικούς μας στόχους. Είναι πάρα πολύ κρίσιμο η ανάπτυξη να τονωθεί και με ξένες επενδύσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες και νομίζω ότι το ενδιαφέρον στους τομείς του εμπορίου, στους τομείς της καινοτομίας, της ενέργειας, αλλά και της βιομηχανίας ήταν εξαιρετικά μεγάλο. Υπήρξε, βεβαίως, και η απόφαση στη συνέχεια της συνάντησης του Πρωθυπουργού με τον Αμερικανό Πρόεδρο, τον κύριο Τραμπ, για τη συγκρότηση της ομάδας εργασίας μεταξύ των υπουργείων Οικονομίας της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών, έτσι ώστε να γίνουν προπαρασκευαστικές ενέργειες για να προετοιμαστεί το έδαφος και να συσφιχθούν έτι περαιτέρω οι οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών. Νομίζω ότι, πάρα πολύ σύντομα, θα δούμε πολύ συγκεκριμένα αποτελέσματα ακριβώς εξαιτίας και αυτών των πολιτικών πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας Ελλάδας και ΗΠΑ.
ΜΑΝΗ: Κύριε εκπρόσωπε, για τα F-16 η ερώτηση: Η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ εγείρουν ζητήματα για τα αντισταθμιστικά, παρ’ ότι η ΝΔ σε δεύτερη ανακοίνωση χαρακτήρισε επιβεβλημένη την αναβάθμιση, ενώ στην πρώτη ανακοίνωση ήταν τελείως αρνητική. Ένα ερώτημα είναι αν όντως αυτή η αναβάθμιση είναι επιβεβλημένη και αν όντως είναι πολύ κοστοβόρα, να το πω έτσι. Ένα άλλο ερώτημα, που δεν προβάλλεται τόσο από την αντιπολίτευση, καλοπροαίρετο θα έλεγα, είναι εάν, με το διαφαινόμενο πέρασμα στην ανάπτυξη της χώρας, αρχίζει πάλι το εξοπλιστικό πάρτι. Δηλαδή, οι ΗΠΑ ζητούν εξοπλιστικά, θα ζητήσει η Γαλλία, θα ζητήσει η Γερμανία, αν θα έχουμε μια επανάληψη του τέλους της 10ετίας του ’90 με την ένταξη στην ΟΝΕ, αν θυμόμαστε όλοι καλά.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κατ’ αρχάς, σε ό,τι αφορά τα σχόλια της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, το μόνο που έχω να πω είναι ότι κάτι θα ξέρουν αυτοί από αντισταθμιστικά και εξοπλιστικά. Σε ό,τι αφορά την ουσία της ερώτησης, θέλω να πω τα εξής: Η συγκεκριμένη συμφωνία, η οποία ακόμα δεν έχει κλείσει, βρισκόμαστε ακόμη σε προπαρασκευαστικό στάδιο και σε προωθημένες, βεβαίως, συζητήσεις, αφορά την αναβάθμιση του ελληνικού στόλου περίπου 85-95 αεροσκαφών, με ταβάνι δαπάνης από τον ελληνικό προϋπολογισμό σε βάθος 10ετίας το 1,1 δισ. ευρώ. Η συγκεκριμένη συμφωνία, εφόσον αυτή κλείσει, θα αρχίσει να τρέχει μετά το 2018 και δεν εκτιμώ ότι το δημοσιονομικό κόστος της είναι υπέρμετρο. Αν κάνετε μια απλή διαίρεση, θα δείτε ότι είναι περίπου 110 εκατομμύρια τον χρόνο, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν επηρεάζει σχεδόν κανένα σημείο την πορεία των δημοσιονομικών στόχων και γενικώς τη δημοσιονομική ισορροπία του προϋπολογισμού. Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά τις αμυντικές δαπάνες, οφείλω να σας πω ότι από τη μεριά της ελληνικής κυβέρνησης δεν υπάρχει πρόθεση για να επαναλάβουμε τα λάθη και τις πολιτικές επιλογές του παρελθόντος, που αύξαναν υπέρμετρα τις εξοπλιστικές δαπάνες για λόγους που δεν είχαν απολύτως να κάνουν με το αμυντικό δόγμα της Ελλάδας, αλλά αντιθέτως εξυπηρετούσαν αμφιβόλου προέλευσης σκοπιμότητες. Από τη δική μας μεριά, εκτιμάμε ότι βρισκόμαστε σε διαπραγματεύσεις για μία θετική συμφωνία, η οποία είναι η φθηνότερη δυνατή, έτσι ώστε να επιτύχουμε την αναβάθμιση του ελληνικού στόλου και να μην πάνε χαμένα δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία έχει δαπανήσει το ελληνικό δημόσιο τα προηγούμενα χρόνια για την αγορά των F-16. Ξαναλέω ότι το κόστος αυτής της αναβάθμισης βρίσκεται περίπου στο 1,1 δισ. ευρώ και θεωρούμε ότι είναι η φθηνότερη και η πλέον ενδεδειγμένη λύση, έτσι ώστε να αναβαθμίσουμε και την αεράμυνα της χώρας, μπαίνοντας σε μια περίοδο, η οποία είναι εξαιρετικά τεταμένη και γι’ αυτόν τον λόγο θα πρέπει να έχουμε, όσο το δυνατόν, πιο αξιόμαχη αεράμυνα, έτσι ώστε να εξασφαλίζουμε την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Αυτός είναι ο στόχος της ελληνικής κυβέρνησης και κανένας άλλος απολύτως.
ΜΠΟΛΑΚΗΣ: Κύριε εκπρόσωπε, υπήρξαν ερωτήσεις προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία εξέφρασε έναν σκεπτικισμό, όπως ερμηνεύτηκε ή όπως εκφράστηκε αμέσως από τους ίδιους τους ανθρώπους που ρωτήθηκαν, για το κατά πόσο αυτές οι δαπάνες θα συνάδουν με τους δημοσιονομικούς στόχους. Είπατε νωρίτερα ότι δεν θα τους ξεπερνούν. Ένα ερώτημα είναι αυτό, αν υπάρχουν τέτοιες διαβεβαιώσεις ή φόβοι ότι μπορεί στην πορεία αυτές οι δαπάνες να αποτελέσουν ένα ακόμη κίνητρο για περικοπή δαπανών από άλλες κατευθύνσεις του ελληνικού προϋπολογισμού. Και ένα δεύτερο ερώτημα, αυτές οι δαπάνες μπαίνουν στο πλαίσιο των νατοϊκών δαπανών που κάνει η χώρα ή ξεπερνούν και το 2%;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας απάντησα ότι αυτές οι δαπάνες εντάσσονται στις συνολικές αμυντικές δαπάνες που κάνει η ελληνική κυβέρνηση και το ελληνικό δημόσιο. Δεν ξεπερνούν το 2% των αμυντικών δαπανών, που είναι υποχρέωσή μας από τη συμμετοχή μας στο ΝΑΤΟ και βεβαίως, σε καμία περίπτωση, δεν αποτελούν εμπόδιο ή δεν αποτελούν λόγο ανησυχίας για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, οι οποίες έχουν συμφωνηθεί στα πλαίσια του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά και στα πλαίσια των μεσοπρόθεσμων προγραμμάτων, που καθορίζουν τη δημοσιονομική πορεία της χώρας μετά τη λήξη του προγράμματος προσαρμογής. Επομένως, καμία ανησυχία δεν υπάρχει ως προς αυτό. Από εκεί και πέρα, το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει ενημέρωση ως προς αυτό είναι εύλογο και λογικό και θα έχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία και όλες τις απαραίτητες ενημερώσεις, εφόσον, βεβαίως, αυτό ζητηθεί επισήμως.
ΚΛΑΥΔΙΑΝΟΣ: Κύριε Υπουργέ, ως εκπρόσωπος μιας κυβέρνησης με κορμό ένα αριστερό κόμμα, που έχει κάνει στο παρελθόν σκληρή κριτική για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, πιστεύετε ότι υπάρχει ή όχι θέμα αναντιστοιχίας ή και πολιτικής μετατόπισης εκείνης της ρητορικής και των θέσεων με το τωρινό ταξίδι του Πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον και τις δηλώσεις που έγιναν εκεί;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ως ελληνική κυβέρνηση, αλλά και ως πολιτικά πρόσωπα που συμμετέχουμε σε αυτή την κυβέρνηση, σε καμία περίπτωση δεν διαγράφουμε τα γεγονότα τα οποία σημάδεψαν την ελληνική ιστορία κατά τον 20ο αιώνα. Σε καμία περίπτωση δεν απεμπολούμε την πολιτική και θεωρητική μας κριτική, ως προς τη συγκρότηση της παγκόσμιας οικονομικής αρχιτεκτονικής. Ωστόσο, ο Έλληνας Πρωθυπουργός, αλλά και η ελληνική κυβέρνηση δεν εκπροσωπούν, απλώς και μόνο, τις πολιτικές τους απόψεις. Εκπροσωπούν το σύνολο του ελληνικού λαού. Και σε μία επίσκεψη στις ΗΠΑ, ο κυριότερος στόχος είναι να συσφίξουμε τις διεθνείς σχέσεις της χώρας, αλλά και την οικονομική συνεργασία και όλα αυτά υπακούουν σε έναν και συγκεκριμένο πολιτικό στόχο: Να ενισχύσουμε την οικονομική ανάπτυξη και την οικονομική ανάκαμψη της χώρας, αλλά και τη γεωπολιτική της σημασία, σε μία τεράστια προσπάθεια, την οποία κάνουμε, έτσι ώστε να βγούμε από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής τον Αύγουστο του 2018. Ακριβώς, λοιπόν, σε αυτόν τον πολιτικό στόχο και σε αυτό το στρατηγικό σχέδιο υπακούει η ελληνική κυβέρνηση στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, αλλά και σε οποιοδήποτε άλλο πεδίο καλείται να ασκήσει πολιτική.
ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΣ: Κύριε εκπρόσωπε, με αφορμή τη χθεσινή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για το πόθεν έσχες, θα ήθελα να σας ρωτήσω δύο πράγματα. Πρώτον, εάν κατά τη γνώμη σας εμπεριέχει και τη διάσταση της ανοιχτής κόντρας μερίδας των δικαστικών με την κυβέρνηση και δεύτερον, εάν με αφορμή την τροπολογία, τη νέα υπουργική απόφαση, την οποία πιθανότατα αναμένουμε, αν η κυβέρνηση προτίθεται να καταργήσει και την τροπολογία του 2015 των Τσακαλώτου-Παπαγγελόπουλου, σύμφωνα με την οποία δινόταν η δυνατότητα στον σύζυγο ή τη σύζυγο του υπόχρεου να μην καταθέτει πόθεν έσχες, σε περίπτωση βεβαιωμένης φορολογικά διάστασης.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δύο διαφορετικές ερωτήσεις. Σε ό,τι αφορά την απόφαση του ΣτΕ, οφείλω να σας πω ότι επισήμως αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει απόφαση. Αυτό το οποίο υπάρχει είναι μία άτυπη –θα έλεγε κανείς- ανυπόστατη περίληψη της απόφασης, που έχει δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα του ΣτΕ, περίληψη η οποία δεν προβλέπεται σε καμία περίπτωση από καμία δικονομική διάταξη. Σε ό,τι αφορά την ουσία της υπόθεσης και με δεδομένο ότι πλέον τη γνωρίζουμε, έστω και με αυτόν τον άτυπο τρόπο, οφείλω να σας πω τα εξής. Μου προκάλεσε και μας προκάλεσε αρνητική έκπληξη, βεβαίως, η συγκεκριμένη απόφαση. Αποτελεί μια νομολογιακή στροφή και την ίδια στιγμή θεωρώ, πιθανολογώ ότι θα δεχθεί σφοδρότατη νομική κριτική. Αυτό, όμως, ας περιμένουμε μέχρι να πάρουμε και το σκεπτικό της απόφασης στα χέρια μας για να δούμε τους λόγους για τους οποίους οδηγήθηκαν οι ανώτατοι δικαστές του ΣτΕ στη συγκεκριμένη απόφαση. Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό της ελληνικής κυβέρνησης, μπορώ να σας πω ότι υπάρχει η σκέψη για την επανέκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης, έτσι ώστε να συμπεριληφθούν σε αυτή και όλα τα πεδία, οι λεπτομέρειες δηλαδή, για τη συμπλήρωση του πόθεν έσχες. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, νομίζω ότι είναι μια τεχνική συζήτηση για την οποία θα υπάρξει επεξεργασία το επόμενο διάστημα. Δεν γνωρίζω, ωστόσο, ποια θα είναι η συγκεκριμένη απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης. Εφόσον υπάρξει κάτι νεότερο, θα προβούμε σε όλες τις απαραίτητες επίσημες ανακοινώσεις.
ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΥ: Σε σχέση με τη διανομή της υπεραπόδοσης του πλεονάσματος, εάν έχουν ξεκινήσει ήδη κάποιες προκαταρκτικές συζητήσεις με τους θεσμούς και εφόσον έχουν ξεκινήσει, εάν καταγράφονται κάποιες διαφωνίες ως προς το πού θα διανεμηθεί και εάν όντως υπάρχουν σκέψεις από την πλευρά της κυβέρνησης, η απόδοσή του σε κοινωνικές ομάδες, εάν θα είναι οριζόντια η διανομή του, όπως είπε ο κύριος Βερναρδάκης.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν έχει υπάρξει αυτή τη στιγμή ακόμη συζήτηση, διότι, όπως γνωρίζετε, η αποστολή των τεχνικών κλιμακίων θα ξεκινήσει από την επόμενη εβδομάδα τις συναντήσεις με τους υπουργούς, αλλά και με τα τεχνικά κλιμάκια των επιμέρους υπουργείων. Αυτό το οποίο μπορώ να σας πω εγώ είναι ότι το υπερπλεόνασμα θα κατευθυνθεί προς τα τμήματα εκείνα του πληθυσμού, τα οποία έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες ζημίες από την κρίση και έχουν πληγεί με τον πιο βάναυσο τρόπο. Ωστόσο, λεπτομέρειες για τις συγκεκριμένες αποφάσεις της κυβέρνησης θα μπορέσουμε να έχουμε στα τέλη Νοέμβρη, όταν και θα είμαστε βέβαιοι για το ποσό της υπεραπόδοσης, καθώς τότε θα έχουμε τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία, που θα μας δίνουν τη δυνατότητα να κάνουμε βέβαιες προβλέψεις για την πορεία των εσόδων και των δαπανών του 2017 και να είμαστε απολύτως βέβαιοι για το ύψος ακριβώς του υπερπλεονάσματος. Με αυτήν την έννοια, υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν προτάσεις, υπάρχουν επεξεργασίες. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή δεν έχει ληφθεί ακόμη καμία απολύτως απόφαση.
ΜΑΝΗ: Υπήρξαν κάποια δημοσιεύματα και εδώ και στην Αμερική, σύμφωνα με τα οποία η αμερικανική πλευρά έθεσε θέμα δεύτερης βάσης, στην Κρήτη μάλιστα, όχι κάπου αλλού. Ισχύει;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν τέθηκε τέτοιο θέμα στις συζητήσεις. Ακόμη και για τη βάση της Σούδας δεν υπήρξε μεγαλύτερη συζήτηση από αυτήν την οποία γνωρίζετε όλοι, μετά και τις επίσημες ενημερώσεις που έκανε η ελληνική αποστολή στις ΗΠΑ. Δεν υπάρχει τέτοιο θέμα.
ΚΛΑΥΔΙΑΝΟΣ: Κύριε εκπρόσωπε, ένα σχόλιο θα θέλαμε για το θέμα της ασφάλειας, που προσπαθεί να επαναφέρει η Ν.Δ. το τελευταίο διάστημα, περί Κολομβίας και διάφορα άλλα που έχουν ακουστεί.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι η Ν.Δ., με έναν απαράδεκτο τρόπο, προσπάθησε να πολιτικοποιήσει μια συζήτηση, με αφορμή την τραγική δολοφονία του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου, του δικηγόρου και εκτιμώ ότι αποτέλεσε ένα ακόμη από τα δεκάδες ατοπήματα τα οποία έχει κάνει, καθώς βρίσκεται σε ένα πλήρες στρατηγικό αδιέξοδο και προσπαθεί να πολιτικοποιήσει διαρκώς ζητήματα, δημιουργώντας ένα σκηνικό έντασης, το οποίο δεν νομίζω ότι αντιστοιχεί στην περίοδο και δεν νομίζω ότι αντιστοιχεί και στο αίσθημα των πολιτών. Δεν θεωρώ ότι η χώρα αντιμετωπίζει πρόβλημα ασφάλειας. Αντιθέτως, από το σύνολο των στοιχείων που έχουμε στη διάθεσή μας, αυτό που προκύπτει είναι ότι η αντιεγκληματική πολιτική της κυβέρνησης αποδίδει. Μειώνεται το ποσοστό της παραβατικότητας, μειώνονται τα ακραία εγκλήματα και νομίζω ότι σε αυτήν την κατεύθυνση θα συνεχίσουμε, έτσι ώστε να διατηρήσουμε συνθήκες ασφάλειας και ηρεμίας στην κοινωνική ζωή.
Σας ευχαριστώ πολύ.