Χαιρετισμός του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης κ. Γιάννη Δραγασάκη κατά την έναρξη της Συνόδου του ΟΟΣΑ
Αξιότιμε κύριε Γενικέ Γραμματέα του ΟΟΣΑ, αξιότιμοι υπουργοί, αγαπητοί προσκεκλημένοι, σας καλωσορίζω στην Αθήνα εκ μέρους της κυβέρνησης, σας καλωσορίζω στην Ελλάδα. Θα έχετε ακούσει πολλά για την κρίση στην Ελλάδα και την οικονομική και την προσφυγική, για τη σκληρή λιτότητα που επεβλήθη.
Σήμερα όμως θέλω να σας καλωσορίσω στην Ελλάδα της ανάκαμψης και της ανασυγκρότησης. Διότι ακριβώς έχουμε μπει σε αυτό το δρόμο μετά από μεγάλες θυσίες του ελληνικού λαού.
Η οικονομία ανακάμπτει για τρίτη συνεχή χρονιά. Η ανεργία αν και παραμένει σε υψηλά επίπεδα έχει μειωθεί σημαντικά από το 27% που ήταν στο 18%. Οι ξένες επενδύσεις αυξάνουν. Παλιότερα πάρα πολλές μικρές επιχειρήσεις αλλά και μεσαίες έκλειναν. Τώρα σε κάθε μία επιχείρηση που κλείνει ανοίγουν τρεις καινούργιες.
Η κοινωνία αρχίζει να έχει τις συνέπειες του γεγονότος ότι βγήκαμε από τα μνημόνια και από την επιτροπεία. Αυξάνουν σιγά – σιγά τα εισοδήματα. Αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός. Επιστρέφουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Οι ανασφάλιστοι έχουν δικαίωμα πλέον να είναι και αυτοί στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Μετά από 20 χρόνια για πρώτη φορά γίνονται προσλήψεις μόνιμων εκπαιδευτικών και γενικά οι πρώτες προσλήψεις που κάνουμε είναι στον τομέα της υγείας, της εκπαίδευσης, της Αυτοδιοίκησης.
Παρ’ όλο που η κληρονομιά της κρίσης είναι βαριά, αρχίζουν και διαγράφονται θετικές τάσεις και μάλιστα έχουμε μείωση της φτώχειας και των ανισοτήτων.
Στο φόντο αυτό έχουμε να συζητήσουμε σήμερα ένα κρίσιμο θέμα το οποίο με άλλες διαστάσεις, δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά ευρύτερα που είναι το θέμα των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, αλλά σε συνδυασμό και με το πολύ σοβαρό θέμα που έχει θέσει ο ΟΟΣΑ, το θέμα των λεγόμενων μέγα τάσεων, των προκλήσεων με άλλα λόγια, που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες μας στο παρόν, αλλά και στο μέλλον.
Το γενικό ερώτημα που προκύπτει είναι με ποιες πολιτικές θα αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις. Είτε πρόκειται για την κλιματική αλλαγή, είτε πρόκειται για την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, για τις δημογραφικές αλλαγές κλπ.
Εάν το κάνουμε αυτό με τις πολιτικές που επικράτησαν τις τελευταίες 10ετίες σε πολλές χώρες σε αυτό το περιβάλλον που ονομάστηκε νεοφιλελευθερισμός, τότε πρέπει να είμαστε ανήσυχοι, γιατί αυτές οι πολιτικές δεν επέτρεψαν την αντιμετώπιση των ανισοτήτων, αντίθετα συνέβαλαν στη διεύρυνσή τους.
Από την άποψη αυτή η σημερινή συνάντηση είναι μια ευκαιρία να ανταλλάξουμε εμπειρίες και να δούμε ακριβώς σε ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθούμε.
Το δεύτερο ερώτημα είναι πιο ειδικό. Αφορά την Ελλάδα και ίσως και άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν μεγάλα κοινωνικά προβλήματα. Είναι ένα πρόβλημα προτεραιοτήτων. Πώς θα συνδυάσουμε δηλαδή προβλήματα που απαιτούν άμεσες απαντήσεις, όπως είναι η φτώχεια, η ακραία φτώχεια, όπως είναι στρώματα που κινδυνεύουν σε κοινωνικό αποκλεισμό, όπως είναι η μεγάλη ανεργία που παραμένει σε εμάς, ιδιαίτερα στους νέους, πώς θα συνδυάσουμε λύσεις άμεσες με όλες αυτές τις προκλήσεις που απαιτούν ένα μακροχρόνιο σχεδιασμό για να μπορέσουμε να τις αντιμετωπίσουμε.
Στην περίπτωσή μας την απάντηση σε αυτό δεν τη βλέπουμε στο να αναβάλουμε τα επείγοντα θέματα της κοινωνικής προστασίας, του κοινωνικού κράτους όπως υποστηρίζουν ορισμένοι. Να περιμένουμε δηλαδή πρώτα να αναπτυχθεί η οικονομία και μετά να μπορέσουμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτά τα στρώματα, διότι έχουμε πειστεί ότι η διεύρυνση των ανισοτήτων αποτελεί εμπόδιο και στην ανάπτυξη.
Άρα προσπαθούμε μέσα από μια ολιστική προσέγγιση να αντιμετωπίσουμε ταυτόχρονα, συνδυασμένα τόσο τα προβλήματα άμεσης παρέμβασης, όσο και εκείνα τα οποία όπως είπα, απαιτούν άμεση δράση, αλλά και ένα πιο μακρύ ορίζοντα για να έχουμε τα αποτελέσματα.
Στην κατεύθυνση αυτή έχουμε διαμορφώσει για πρώτη φορά στη χώρα μας μια εθνική αναπτυξιακή στρατηγική με την οποία απαντάμε το θεμελιώδες ερώτημα για ποια ανάπτυξη ενδιαφερόμαστε, διότι η Ελλάδα πριν την κρίση, πριν τη χρεοκοπία είχε ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης για 15 χρόνια. Και όμως υπέστη αυτή την κρίση.
Άρα δεν αρκεί η ανάπτυξη, αλλά πρέπει να είναι ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, όπως ο ΟΟΣΑ επιμένει και όπως οι στόχοι για τη βιώσιμη ανάπτυξη του ΟΗΕ επίσης μας επισημαίνουν. Άρα με την αναπτυξιακή στρατηγική προσπαθούμε, θέλουμε να θεμελιώσουμε ένα νέο υπόδειγμα ανάπτυξης δίκαιης και βιώσιμης χωρίς αποκλεισμούς.
Και σε αυτό μας έχουν βοηθήσει, όπως ήδη είπα, και οι κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ και οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ, αλλά και αρκετές εμπειρίες από τις δικές σας χώρες τις οποίες προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε.
Δεύτερο. Νέο υπόδειγμα ανάπτυξης απαιτεί νέα θεσμικά εργαλεία και νέα χρηματοδοτικά εργαλεία. Δεν μπορούμε να έχουμε στοχευμένη ανάπτυξη με κοινωνικούς στόχους εάν δεν έχουμε εκείνα τα θεσμικά εργαλεία να επηρεάσουμε και να κατευθύνουμε την ανάπτυξη.
Στην κατεύθυνση αυτή εισάγουμε τη δυνατότητα να έχουμε όχι μόνο ετήσια προγράμματα δημοσίων επενδύσεων, αλλά 5ετή ή πολυετή εν πάση περιπτώσει τέτοια προγράμματα. Προβλέπουμε τη θεσμική δυνατότητα και την υποχρέωση να υπάρχουν τομεακά προγράμματα, αλλά και περιφερειακά προγράμματα. Εμείς έχουμε το παράδειγμα όλων των περιφερειών. Όλες οι περιφέρειες χρειάζονται τέτοια προγράμματα, αλλά έχουμε το παράδειγμα των νησιών όπου χωρίς μια συγκεκριμένη νησιωτική πολιτική δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα και σε αυτή την κατεύθυνση ήδη, στον τομέα της ψηφιακής πολιτικής, της ενέργειας, του κλίματος κλπ, παράγονται τέτοιες μεσοπρόθεσμες πολιτικές τις οποίες αρχίζουμε να υλοποιούμε.
Τρίτο. Δημιουργούμε ένα πλέγμα στοχευμένων χρηματοδοτικών εργαλείων. Η Ελλάδα ήταν ίσως η μόνη χώρα στην Ευρώπη που δεν είχαμε δημόσια αναπτυξιακή τράπεζα, τη δημιουργούμε τώρα. Δημιουργούμε ταμεία συμμετοχών για να στηρίξουμε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Δημιουργούμε ένα σύστημα microfinance τα οποία όλα αυτά λειτουργούν παράλληλα και συμπληρωματικά προς το τραπεζικό σύστημα. Με αυτό τον τρόπο προσπαθούμε ακριβώς να ενισχύσουμε τη μετάβαση στο νέο υπόδειγμα ανάπτυξης.
Τέταρτο. Αναβαθμίζουμε το ρόλο της Αυτοδιοίκησης η οποία επλήγη πάρα πολύ. Η αυτοδιοίκηση επλήγη πάρα πολύ στην Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης. Της δίνουμε πόρους, της δίνουμε αρμοδιότητες. Βοηθάμε στον ψηφιακό της εκσυγχρονισμό, θέλουμε την Αυτοδιοίκηση να γίνει σημαντικός όχι μόνο θεσμός δημοκρατίας, αλλά και συντελεστής της ανάπτυξης.
Επίσης όλα αυτά απαιτούν την κοινωνία ενεργά συμμέτοχη. Άρα δημιουργούμε θεσμούς και διαδικασίες διαβούλευσης, διαλόγου, συνεργασίας, δημιουργία συναινέσεων, τόσο σε οριζόντιο επίπεδο όσο και κάθετα ανάμεσα στα διαφορετικά επίπεδα κυβέρνησης, αυτοδιοίκησης, κοινωνίας.
Και πρέπει να πω ότι είχαμε και μια θετική εμπειρία με την έννοια ότι δημιουργήσαμε, οργανώσαμε 15 περιφερειακά συνέδρια στην Ελλάδα, όπου συζητάμε τις βασικές κατευθύνσεις της αναπτυξιακής στρατηγικής, αλλά και συγκεκριμένα έργα για την κάθε περιφέρεια και πρέπει να πω παρ’ όλο που υπάρχει μια πολιτική, οξεία πολιτική αντιπαράθεση στην Ελλάδα λόγω των μεγάλων προκλήσεων που δημιουργήθηκαν, εν τούτοις παρ’ όλα αυτά είδαμε να υπάρχει η δυνατότητα διαλόγου, συναινέσεων, ακόμα και σε φορείς που είχαν διαφορετικές ιδεολογικές, ή πολιτικές κατευθύνσεις.
Με αυτό τον τρόπο προσπαθούμε να δημιουργήσουμε το νέο θεσμικό πλαίσιο για τη νέα ανάπτυξη για την οποία συζητούμε και τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία με τα οποία θα μπορέσουμε να την προωθήσουμε.
Προσπαθούμε τέλος όλη αυτή την προσπάθεια να την εντάξουμε και σε μια προοπτική η οποία για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η προοπτική της νέας προγραμματικής περιόδου. Όπως γνωρίζετε η νέα προγραμματική περίοδος τυπικά αρχίζει το 2021 με 2029, καλύπτει δηλαδή όλη την επόμενη 10ετία.
Έχουμε αρχίσει την προετοιμασία παρόλο που οι οριστικές αποφάσεις για την κατανομή των πόρων δεν έχουν ακόμη ληφθεί έχουμε αρχίσει την προετοιμασία και ακριβώς το πλαίσιο αυτό νομίζω ότι η σημερινή συνάντηση έχει να μας δώσει πολλά τόσο με τις δικές σας εμπειρίες που θέλουμε να ακούσουμε, όσο και με τη διακήρυξη η οποία αναμένεται να προκύψει ως αποτέλεσμα αυτών των συζητήσεων, η οποία θα είναι μια ισχυρή κατεύθυνση και για μας.
Τελειώνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω στο πρόσωπό σας τις χώρες και τους λαούς που στα δύσκολα χρόνια που είχαμε τόσο με την οικονομική κρίση, όσο και με την προσφυγική, νιώσαμε τη συμπαράστασή σας με διάφορους τρόπους και την αλληλεγγύη σας και αυτό το κρατάμε ως ένα στοιχείο το οποίο επιβεβαιώνει ακριβώς ότι στις δύσκολες ώρες φαίνονται οι φίλοι και εκεί σφυρηλατείται πριν από όλα το κλίμα συνεργασίας και αλληλεγγύης που πρέπει να συνοδεύει όλη μας την πορεία.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Συνέντευξη Τύπου των κκ Δραγασάκη και Γκουρία
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Μπορούμε να ξεκινήσουμε, καλώς ορίσατε. Θα προηγηθεί μια παρέμβαση από τον κ. Gurria και από τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης, τον κ. Δραγασάκη, που θα σας καλωσορίσουν και μετά θα προχωρήσουμε σε ερωτήσεις, περίπου για ένα τέταρτο.
Κύριε Δραγασάκη έχετε το λόγο.
Γ. ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Είμαστε εδώ για μια Σύνοδο των Υπουργών του ΟΟΣΑ για την Περιφερειακή Ανάπτυξη. Χτες έγινε με τους Δημάρχους, σήμερα το πρωί υπήρξε σύνοδος Δημάρχων και Υπουργών και πριν από λίγο με τους Υπουργούς και θα συνεχίσουμε.
Πρόκειται για μια σημαντική Σύνοδο και είμαστε ευτυχείς που συμβαίνει αυτό στην Αθήνα στη χώρα μας, διότι τα θέματά της είναι δύο: Πρώτον, οι περιφερειακές και κοινωνικές ανισότητες και δεύτερον, αυτό που ο ΟΟΣΑ ονομάζει «μεγατάσεις – προκλήσεις που έρχονται απ’ το μέλλον. 4η βιομηχανική επανάσταση, κλιματική αλλαγή, ψηφιοποίηση αλλά και δημογραφικές ανατροπές και άλλες αντίστοιχες τάσεις.
Το ερώτημα λοιπόν είναι πώς θ’ αντιμετωπίσουμε αυτές τις νέες προκλήσεις, με τρόπο που να εξυπηρετηθούν οι πολίτες και οι κοινωνίες, πώς δηλαδή θα διαχειριστούμε αυτές τις αλλαγές με τρόπο ώστε να μη διευρυνθούν οι ανισότητες αλλά αντίστοιχα, να μειωθούν.
Εάν το κάνουμε με τις παλιές πολιτικές, διατρέχουμε τον κίνδυνο να έχουμε αρνητικά αποτελέσματα. Διότι όπως πριν από λίγο είπε ο κ. Gurria, με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, στη μεγάλη πλειοψηφία των χωρών, στα 2/3 περίπου, είχαμε διεύρυνση, επιδείνωση των περιφερειακών ανισοτήτων. Άρα χρειαζόμαστε νέες πολιτικές, μια νέα γενιά μεταρρυθμίσεων και νέα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Στη χώρα μας, εμείς απαντούμε σ’ αυτή την πρόκληση ακριβώς με την αναπτυξιακή στρατηγική που έχουμε διαμορφώσει, με το νέο θεσμικό πλαίσιο που δημιουργούμε για την επιχειρηματικότητα, για τις επενδύσεις, για την ανάπτυξη, για την ενδυνάμωση της Αυτοδιοίκησης, αλλά και με το πλαίσιο, των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων που μας επιτρέπουν να έχουμε μια στοχευμένη ανάπτυξη.
Θέλω λοιπόν να ευχαριστήσω τον κ. Gurria και όλους τους συμμετέχοντες στη Σύνοδο αυτή, διότι και η Σύνοδος αυτή καθαυτή αλλά και οι εμπειρίες και οι ιδέες που ανταλλάσσονται και η διακήρυξη που αναμένουμε να προκύψει στο τέλος, θα μας βοηθήσουν στο να σχεδιάσουμε όλες αυτές τις αλλαγές μ’ έναν ορίζοντα δεκαετίας, έτσι ώστε να μπορούμε να μιλάμε πια, όχι για την Ελλάδα της κρίσης, αλλά για την Ελλάδα της ανάκαμψης, την Ελλάδα της ανασυγκρότησης, την Ελλάδα μιας βιώσιμης, δίκαιης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Κύριε Gurria έχετε το λόγο.
A. GURRIA: Kύριε Υπουργέ, σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την υποστήριξη όλης σας της ομάδας, των συνεργατών σας, και να πω ότι αυτή τη στιγμή είναι η στιγμή της κορύφωσης, διότι ξεκινήσαμε με τους Δημάρχους οι οποίοι ασχολούνται με τη δίκαιη ανάπτυξη, με τις καινοτομίες, πώς ακριβώς ασχολείσαι τη στιγμή όπου όλα συνδυάζονται για ν’ αυξηθούν οι ανισότητες.
Και σήμερα το πρωί, συνδυάσαμε τους Υπουργούς και του Δημάρχους, γιατί συνήθως όταν μιλάνε οι Υπουργοί μεταξύ τους λένε «οι Δήμαρχοι δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους, δεν ξοδεύουν λεφτά» κτλ. και μετά όταν βρίσκονται οι Δήμαρχοι λένε «οι Υπουργοί δε μας βοηθάνε τα Υπουργεία δε μας ακούν, εμείς είμαστε κοντά στον πολίτη, εδώ είναι τα χαρακώματα».
Τους φέραμε λοιπόν όλους μαζί για να μπορέσουμε να είμαστε από κοινού προσηλωμένοι σε χρήσιμες ανταλλαγές απόψεων. Και πραγματικά νομίζω ότι ήταν ένα πάρα πολύ αισιόδοξο μήνυμα που πήραμε, βλέποντας δίπλα δίπλα έναν Υπουργό κι έναν δήμαρχο από μια χώρα και ν’ αντανακλά ο ένας αυτά που έλεγε ο άλλος, προσφέροντας βέβαια την άποψη του φορέα που εκπροσωπεί.
Και τώρα ξεκινήσαμε τη Διυπουργική Ανάπτυξη για την περιφερειακή ανάπτυξη και θα ήθελα να πω, ότι τώρα, αν δείτε κάθε μία από τις χώρες του ΟΟΣΑ, η μεγαλύτερη ανησυχία είναι πώς μειώνουμε τις ανισότητες, πώς συνδυάζουμε τους στόχους τους περιβαλλοντικούς, κοινοποίησης κτλ. με τα θέματα της ανισότητας.
Πολλές φορές είναι χώρες οι οποίες απέχουν μεταξύ τους 100 ή 200 χιλιόμετρα και είναι τεράστιες οι διαφορές. Ακόμη και μέσα σε μία χώρα, 100 χιλιόμετρα από τη μία πόλη στην ύπαιθρο, μπορεί να είναι τεράστιες οι κοινωνικές ανισότητες. Σήμερα το πρωί λοιπόν οι Δήμαρχοι και οι Υπουργοί από κοινού, συζήτησαν για να μπορέσουν να μας δώσουν τελικά ένα κείμενο που λέει: «Υποστηρίζουμε τις θέσεις και τους στόχους του ΟΟΣΑ για την πολιτική για τις πόλεις. Αλλά ελάτε τώρα να δουλέψουμε, ελάτε να μπούμε στη φάση της υλοποίησης».
Και τώρα δουλεύουμε ακριβώς ως προς το πώς θα μπορέσουμε να συζητήσουμε με τον πλέον αποτελεσματικότερο τρόπο γι’ αυτές τις μεγατάσεις που διαμορφώνουν το μέλλον μας. Μιλάμε για γήρανση του πληθυσμού, μιλάμε για ψηφιοποίηση, για πράγματα τα οποία επιτείνουν τις κοινωνικές ανισότητες και βιώνουμε ίσως από τις μεγαλύτερες κρίσεις της ζωής μας. Ύφεση, ορισμένες φορές κρίση, ξεκάθαρα, με τεράστιες επιπτώσεις. Απώλεια θέσεων εργασίας, αύξηση και εμβάθυνση των ανισοτήτων, απώλεια εμπιστοσύνης. Εμπιστοσύνης των πολιτών έναντι των κυβερνήσεών τους, των Πρωθυπουργών τους, των Υπουργών τους, των Βουλευτών τους, των Θεσμών που υπάρχουν εδώ και 150 χρόνια.
Απώλεια εμπιστοσύνης στις Τράπεζες, απώλεια εμπιστοσύνης σε διεθνείς Οργανισμούς, σε πολυμερείς Οργανισμούς. Ό,τι έχουμε χτίσει. Και κυρίως οι νέοι άνθρωποι. Κι όχι μόνο. Ο άνθρωπος που συναντάμε στο δρόμο, έχασε την πίστη του. Γιατί πολύ απλά λέει, αυτό το σύστημα, αυτοί οι άνθρωποι, δε μου λύνουν τα προβλήματα.
Βλέπει το παιδί του που έχασε τη δουλειά του, βλέπει τις απειλές της αυτοματοποίησης, της ψηφιοποίησης για την ίδια τη δουλειά του. Βλέπει ότι απειλεί τη δική του την ευμάρεια, απειλεί το δικό του το σπιτικό, απειλεί τη θέση εργασίας του. Πώς λοιπόν μπορούμε να του περάσουμε ένα καινούργιο μήνυμα, να κάνουμε καινούργια πράγματα; Πώς θ’ αντιμετωπίσουμε όλα αυτά; Πώς θα τα συνδυάσουμε με τα θέματα της κλιματικής αλλαγής, της αποκέντρωσης;
Γιατί ξέρουμε ότι όταν είναι καλά σχεδιασμένη η αποκέντρωση, είναι αποτελεσματική. Όταν όμως δε σχεδιάζουμε καλά, όταν δεν κινούμαστε με το σωστό τρόπο, μπορούμε να χάσουμε πάρα πολύ χρόνο. Έως και το χρόνο μιας γενιάς. Αυτά κάναμε αυτές τις δυο τελευταίες μέρες και θα συνεχίσουμε να κάνουμε όλη την ημέρα σήμερα αλλά και αύριο, για να δούμε πώς μπορούμε ν’ αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις. Τις αρνητικές συνέπειες αυτής της εποχής.
Έχουμε φτάσει πια στο να ζει ανά τον κόσμο πάνω από το 50% του πληθυσμού στις πόλεις, 60% στα δικά μας κράτη μέλη και πρέπει συνεπώς να δούμε τα προβλήματα εκεί που τα ζουν οι άνθρωποι.
Σας ευχαριστώ λοιπόν κ. Αντιπρόεδρε, ευχαριστώ και τη Δημοτική Αρχή των Αθηνών και τους συμπροέδρους της Χιλής και της Κορέας που συμμερίζονται την εμπειρία τους μαζί μας. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ όλους.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Έχουμε χρόνο μόνο για δυο ερωτήσεις. Παρακαλώ, ο κ. Σιακαντάρης από τον ALPHA.
Η. ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ («ALPHA»): Κύριε Gurria, σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις, είναι η Ελλάδα στο σωστό δρόμο ούτως ώστε να επανέλθουν οι επενδύσεις στην Ελλάδα, να μειωθεί η φορολογία και να προχωρήσουμε προς την ανάπτυξη;
Και ένα ακόμη ερώτημα για τον κ. Δραγασάκη: Κατά τη γνώμη σας ποια είναι η πιο κρίσιμη μεταρρύθμιση η οποία πρέπει να γίνει για την αύξηση των επενδύσεων στην Ελλάδα και για την αναζωογόνηση της Περιφέρειας ποιοτικά; Ευχαριστώ.
A. GURRIA: Ναι, η Ελλάδα είναι στο σωστό δρόμο. Η Ελλάδα έχει ξεκινήσει, η Ελλάδα πέρασε πολύ δραματικές στιγμές και από τις πρώτες μέρες ήθελα να μειωθεί σημαντικά το ονομαστικό χρέος και αυτό έγινε από πολιτικής πλευράς πάρα πολύ δύσκολο, οι Ευρωπαίοι είχαν πρόβλημα στο πως θα συμφωνήσουν πάνω σε κάτι τέτοιο και σιγά – σιγά δημιουργήθηκε ένα μεγάλο παράθυρο που αφορά τον τρόπο εξυπηρέτησης του χρέους, οπότε τώρα ήρθε 10-15 χρόνια έτσι ώστε να μπορέσετε να βάλετε μπρος την ανάπτυξη, χωρίς ένα τεράστιο βάρος λόγω του χρέους.
Αυτή τη στιγμή καταγράφετε πλεονάσματα όχι μόνο ονομαστικά, αλλά ως πρωτογενές πλεόνασμα. Πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού, το οποίο σημαίνει ότι αυτό το πλεόνασμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποπληρωθούν τόκοι.
Άρα κατ’ ουσίαν όχι μόνο δεν αυξάνεται το συνολικό σας χρέος αλλά βλέπουμε ότι αλλάζει η πορεία και βέβαια είναι και δύσκολο για μια πολύ μεγάλη πηγή ανησυχίας γιατί σας ενδιαφέρουν και οι επενδύσεις.
Και ποιο είναι το καλύτερο τεστ ότι η Ελλάδα έχει περάσει σε νέα φάση; Το καλύτερο τεστ είναι ότι παρουσίασε 3,65% ομόλογο το οποίο πέρασε στις διεθνείς αγορές και μάλιστα βλέπουμε ότι υπήρξε πολύ υψηλό ενδιαφέρον στην αγορά. Πάντα θα πρέπει να ανοίγετε την όρεξη των επενδυτών και να αφήνετε και μερικούς ανικανοποίητους για την επόμενη φορά.
Η ανεργία από 27, 10% κάτω βεβαίως και παραμένει πολύ υψηλή, οι Τράπεζες και εδώ υπάρχουν τα κόκκινα δάνεια και είναι σε ένα σχετικά υψηλό επίπεδο σε ένα σχετικά υψηλό ποσοστό και τίθεται το ζήτημα της παραγωγικότητας εν γένει.
Άρα θα αντιμετωπίσετε τα πράγματα με πολύ πρακτικό τρόπο. Πως θα γίνετε πιο ανταγωνιστικοί; Πως θα έχετε το καλύτερο σύστημα υγείας; Πως θα έχετε το καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα; Πως θα μπορέσετε να έχετε την καλύτερη πρόσβαση στις αγορές; Αλλά κυρίως πως θα ξοδέψετε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα χρήματα αυτά, διότι το χρήμα είναι πάντα σπάνιο.
Αν πιστεύω ότι η Ελλάδα έχει ξεκινήσει; Ναι, πιστεύω ότι είναι μια υποδειγματική περίπτωση τρομακτικών θυσιών, τρομακτικής δουλειάς γιατί όλοι απαιτούν αποτελέσματα και βλέπετε όλα αυτά τα νούμερα τα οποία σας ανέφερα, επανήλθατε στην ανάπτυξη και στην πραγματικότητα έχετε ήδη ξεπεράσει το μέσο όρο και του ΟΟΣΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε όρους ανάπτυξης. Τι σημαίνει αυτό; Ότι κλείνει το άνοιγμα, κλείνει η ψαλίδα. Η ψαλίδα που δημιουργήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου.
Κρατήστε σταθερά το πηδάλιο και ξέρετε ότι είμαστε μαζί σας. Είμαστε μαζί σας όχι μόνο να δουλέψουμε μαζί σας, αλλά να δουλέψουμε και για σας.
Γ. ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Θα δώσω μια σύντομη απάντηση και μια λίγο πιο αναλυτική. Η σύντομη απάντηση είναι: γραφειοκρατία. Το 70% των επιχειρήσεων που ρωτήθηκαν σε μια έρευνα απαντάει ότι το κύριο εμπόδιο δεν είναι η φορολογία όπως λένε ορισμένοι, είναι η γραφειοκρατία. Μόνο που πίσω από τη μαγική λέξη «γραφειοκρατία» πολλές φορές είναι η απουσία πολιτικής.
Θα εξηγήσω. Τι κάνουμε εμείς; Πρώτον για τις μικρές επιχειρήσεις αυτοματοποιούμε, απλοποιούμε τη δημιουργία επιχειρήσεων. Ήδη αν θέλεις να δημιουργήσεις μια επιχείρηση ΙΚΕ σε λίγα λεπτά το καταφέρνεις, χωρίς χαρτιά. Σε λίγο όλες οι μορφές επιχειρήσεων ΕΠΕ, ΑΕ θα μπορούν να γίνονται με αυτό τον τρόπο.
Δεύτερον για τις μεγάλες στρατηγικές επενδύσεις φέρνουμε στη Βουλή για ψήφιση ένα νέο νόμο ο οποίος δημιουργεί συνθήκες επιτάχυνσης μεγάλων σύνθετων επενδύσεων. Τώρα αυτή είναι η σύντομη απάντηση, η απλή απάντηση.
Η πιο αναλυτική απάντηση. Όταν έχουμε μια χώρα όπως είμαστε εμείς όπου δεν είχαμε Κτηματολόγιο άρα ασάφεια Δικαίου ως προς τις ιδιοκτησίες. Δεν είχαμε δασικούς χάρτες, άρα ασάφεια που είναι δάσος και που δεν είναι δάσος. Δεν είχαμε χαράξει τους αιγιαλούς, άρα δεν ξέρουμε που είναι θάλασσα και που είναι στεριά. Πως θα γίνουν επενδύσεις; Αυτή ήταν η χώρα μας.
Τώρα όλα αυτά τα προβλήματα λύνονται με χρονοδιάγραμμα ολοκληρώνονται τα Κτηματολόγια, ολοκληρώνονται οι δασικοί χάρτες, γίνεται χάραξη αιγιαλού.
Μας μένει η Δικαιοσύνη. Η Δικαιοσύνης επίσης πρέπει να επιταχυνθεί. Είναι ένα σοβαρό πρόβλημα που αφορά τους πολίτες, αφορά και τις επενδύσεις.
Δεύτερος παράγοντας. Όταν μια χώρα είναι αποκλεισμένη από τις αγορές δεν μπορεί να δανειστεί, αυτό δεν είναι ένα εμπόδιο για να έρθει κάποιος να επενδύσει στη χώρα; Διότι σημαίνει ότι και τα επιτόκια είναι πάρα πολύ υψηλά. Άρα τώρα που η Ελλάδα καταφέραμε να βγούμε από τα Μνημόνια, καταφέραμε να βελτιώσουμε αρκετούς τομείς και να έχουμε την οικονομία σε ανάκαμψη, τώρα είδατε ότι βγήκαμε στις αγορές, δανειστήκαμε με ένα επιτόκιο το οποίο είναι χαμηλότερο από αυτό που δανειζόμασταν πριν την κρίση και που θα μειωθεί περαιτέρω.
Αυτό θα δημιουργήσει ευνοϊκότερες συνθήκες για χαμηλότερα επιτόκια και για επενδύσεις.
Και τρίτον είναι επενδύσεις, έλεγε χτες σε μια συζήτηση που είχαμε ο κ. Gurria το ένα είναι δεις τι θα παράγεις, το δεύτερο είναι αυτό που παράγεις θα πρέπει να το πουλήσεις. Άρα θέλω να πω ότι η αύξηση της κατανάλωσης, η αύξηση της ζήτησης, η ανάκαμψη της οικονομίας δημιουργεί επίσης καλύτερο περιβάλλον για επενδύσεις διότι μας ενδιαφέρουν οι ξένες επενδύσεις, αλλά μας ενδιαφέρει και η ενδογενής ανάπτυξη, οι μικρές επενδύσεις οι μεγάλες επενδύσεις.
Άρα περιέγραψα τρεις περιοχές μεταρρυθμίσεων, αλλαγών που γίνονται, βελτίωσης γενικά της θέσης της χώρας μας διεθνώς και ανάκαμψη της οικονομίας, ώστε όλοι αυτοί παράγοντες θα βοηθήσουν στο να έχουμε αύξηση των επενδύσεων.
Άφησα τελευταίο ένα παράγοντα, είναι ο σχεδιασμός της ανάπτυξης. Ο επενδυτής είτε εγχώριος είτε ξένος, πρέπει να ξέρει που πάει αυτή η χώρα. Μας ενδιαφέρει μόνο ο τουρισμός; Έχουμε κάποιες επιλογές; Θέλουμε να μπούμε σε κάποιους τομείς τεχνολογίας; Ποιοι είναι αυτοί;
Άρα αυτό που ονομάζουμε καμιά φορά με ένα γενικό τρόπο «αναπτυξιακή στρατηγική» αλλά εγώ επιμένω ότι είναι πολύ σημαντικό, διότι για πρώτη φορά μπορούμε να το λέμε αυτό ως χώρα, είναι ακριβώς κι αυτό μια προϋπόθεση για επενδύσεις.
Σ. ΖΗΣΙΜΟΥ («Euro2day» και «ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ»): Μια ερώτηση προς τον κ. Gurria. Θεωρείτε ότι τα υφιστάμενα επίπεδα ανάπτυξης του ΑΕΠ δηλαδή στην περιοχή του 2 με 2,1% είναι ικανά να δημιουργήσουν τις βάσεις μιας βιώσιμης και μακροχρόνιας ανάπτυξης; Είστε ικανοποιημένος εσείς από το ποσοστό;
Α. GURRIA: Θα μιλήσω για τον κόσμο και μετά θα μιλήσω για την Ελλάδα ιδιαίτερα. Όχι δεν είμαστε ικανοποιημένοι γιατί έχουμε μείωση πάνω από 1,5 ή 1% σε σχέση με τις προβολές που είχαμε από τη μια χρονιά στην άλλη. Θα έπρεπε να έχουμε ανάπτυξη κοντά στο 4% και οι τελευταίες προβλέψεις είναι 3,5% του χρόνου ίσως 3,2%.
Γιατί; Λόγω αυτών των τάσεων και της έντασης μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, αλλά επίσης μεταξύ της Ευρώπης και όλων των εντάσεων για το κατά πόσο θα υπάρξει φορολογία στα αυτοκίνητα, δασμοί και τα λοιπά.
Γιατί; Είναι πολύ εύκολο. Γιατί επενδύει κανείς; Επενδύει για να παράξει. Και γιατί παράγει; Παράγει για να πωλήσει, για να βγάλει κέρδος. Αν δεν ξέρεις αν θα πωλήσεις, γιατί δεν ξέρεις την τιμή στην οποία θα πωλήσεις, δεν ξέρεις αν θα έχεις πρόσβαση καν, ίσως δεν έχεις πρόσβαση, ίσως να υπάρχουν εμπόδια, θα υπάρχουν ποσοστώσεις ή ίσως θα έχεις 25% δασμό που θα σε πετάξει έξω από την αγορά.
Άρα τι κάνεις; Δεν επενδύεις. Δεν ξεκινάς τον κύκλο τον επενδυτικό. Αν είσαι καταναλωτής τι κάνεις; Δεν καταναλώνεις. Αποταμιεύεις. Και τι συμβαίνει όταν εκατομμύρια φορές οι άνθρωποι απαντούν στην αβεβαιότητα κάνοντας αποταμίευση και οι επενδυτές απαντούν στην αβεβαιότητα ακυρώνοντας ή αναβάλλοντας την επένδυση και έτσι έχουμε πτώση πολύ γρήγορη στην ανάπτυξη, το οποίο είναι ακριβώς αυτό που έχουμε τώρα.
Το ερώτημά σας σχετικά με την Ελλάδα τώρα. Είναι μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Σε αυτό το πλαίσιο, που η Ευρώπη έχει μείωση. Στις 6 Μαρτίου πριν από μερικές ημέρες δηλαδή κάναμε μια προβολή για την ανάπτυξη όπου μειώσαμε κατά 0,9% την ανάπτυξη στην Γερμανία σχεδόν 1%, κατά 1,1% της Ιταλίας, το Ηνωμένο Βασίλειο 0,6% και την ανάπτυξη 0,3% για τη Γαλλία συνολικά για όλη την Ευρώπη ήταν 0,7 ή 0,8% μείωση της προβολής για ανάπτυξη.
Από τη μια προβολή στην επόμενη μετά βγήκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και επιβεβαίωσε τους αριθμούς αυτούς και μετά το ΔΝΤ και είπε περίπου τα ίδια πράγματα, οι ίδιοι αριθμοί. Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο εσείς κάνετε αυτή την προσπάθεια για να επανέλθετε στην ανάπτυξη.
Η Ελλάδα είναι μια μικρή ανοιχτή οικονομία άρα οτιδήποτε συμβαίνει γύρω από την Ελλάδα, στη Γερμανία, στην Ιταλία, στη Γαλλία, στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και στις ΗΠΑ, στην Κίνα, στην Ιαπωνία όλα αυτά επηρεάζουν και την Ελλάδα. Αυτό σημαίνει φίλε μου ότι κωπηλατείτε ενάντια στο ρεύμα και θα εξακολουθείτε να χρειάζεται να κωπηλατείτε όλο και πιο σκληρά, όλο και πιο πολύ.
Αυτό το οποίο ωστόσο είναι πολύ σημαντικό είναι ότι αυτό δεν είναι βεβαίως ευθύνη των Ελλήνων, αυτό είναι το πλαίσιο το περιβάλλον μέσα στο οποίο κινείται η Ελλάδα. Αλλά οι Έλληνες έχουν την Ελληνική Κυβέρνηση, έχουν φτιάξει τις βάσεις πάνω στις οποίες μπορούν να προχωρήσουν για την ανάπτυξη για την παραγωγικότητα.
Είναι ένας πολύ δύσκολος κόσμος εκεί έξω, αλλά η Ελλάδα είναι σε σχετικούς όρους σε καλύτερη κατάσταση και τα πηγαίνει καλύτερα από ό,τι οι γείτονες και σίγουρα αυτά είναι πολύ ευπρόσδεκτα νέα μετά από τόσα χρόνια σκληρής δουλειάς.
Γ. ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Ο κ. Gurria μας έδωσε το συστημικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να κατανοούμε τους αριθμούς σήμερα. Πράγματι το 2% που έχουμε εμείς ρυθμό ανάπτυξης σύμφωνα με αυτό που έχουμε ανάγκη, είναι χαμηλό θέλουμε υψηλότερο. Αλλά μην εκπλαγείτε με βάση αυτά που ακούσαμε τώρα, ότι και με αυτό τον ρυθμό μπορεί να βρεθούμε να είμαστε θετική απόκλιση από το μέσο όρο της Ευρωζώνης τα επόμενα χρόνια.
Εγώ όμως ήθελα να κάνω μια συμπλήρωση διότι συζητείται αυτό το θέμα στην Ελλάδα που έθεσε ο δημοσιογράφος, πολλές φορές με ένα τρόπο απλουστευτικό. Λένε ορισμένοι «γιατί δεν εκτινάσσεται η οικονομία ως ελατήριο, μετά από τόσα χρόνια ύφεσης;». Διότι δεν ήταν κρίση ζήτησης, αυτό που είχαμε στην Ελλάδα. Ήταν μια κρίση παραγωγικού μοντέλου.
Αν ήταν μια κρίση ζήτησης, σημαίνει ότι αυξάνοντας λίγο τα εισοδήματα, την κατανάλωση και τα λοιπά, αυτόματα η οικονομία θα εκτιναχτεί στα ύψη. Μετά όμως από δέκα χρόνια ύφεσης και έχοντας και πριν ένα μοντέλο ανάπτυξης που εξαρτιόταν από εισαγωγές, η επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης περνάει μέσα από την αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος. Αυτό θέλω να γίνει κατανοητό για να μην πέφτουμε θύματα δημαγωγικών ή αυταπατών.
Εμείς και πριν την κρίση παρά το ότι είχαμε ρυθμούς ανάπτυξης υψηλούς, αποδείχθηκε τώρα και πρέπει να βγάλουμε μαθήματα, ότι ήταν μια ανάπτυξη με δανεισμό ή ήταν μια ανάπτυξη μέσω κατανάλωσης, δεν ήταν μια ανάπτυξη μέσω νέων προϊόντων, νέων κλάδων, νέων τομέων εξωστρεφών διεθνώς ανταγωνιστικών.
Άρα ο σωστός δρόμος είναι ο δύσκολος δρόμος. Και ο δύσκολος δρόμος είναι να οικοδομήσουμε ακριβώς ένα παραγωγικό σύστημα το οποίο θα είναι βιώσιμο και να ένα πολιτικό σύστημα το οποίο θα είναι αξιόπιστο απέναντι στην κοινωνία πριν απ’ όλα και αυτά τα καθήκοντα ακριβώς είναι που προσπαθούμε να υλοποιήσουμε σήμερα.
ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ: Ευχαριστούμε πολύ, να είστε καλά.