ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ
• Οφείλουμε να αναρωτηθούμε, με πλήρη επίγνωση των συνεπειών που προκαλούν οι πολιτικές επιλογές μας: Για ποιους πετυχαίνουν οι επιλογές μας; Ποιους επιλέγουμε να εκπροσωπούμε; Για ποιους επιλέγουμε να δώσουμε μάχες; Ποιων οι ζωές βελτιώνονται με τις πολιτικές που εφαρμόζουμε;
• Ξεκάθαρος στόχος για την Αριστερά είναι η αναδιανομή του πλούτου και η στήριξη των αδυνάτων. Να θέσουμε σε προτεραιότητα τη συζήτηση για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Είναι μια εξαιρετικά σημαντική πτυχή της συνολικής στρατηγικής της Αριστεράς.
• Επηρεάζει άμεσα το επίπεδο διαβίωσης των εργαζομένων και αποτελεί την απαρχή ενός ενάρετου κύκλου για την οικονομία, μέσω της αύξησης της κατανάλωσης.
• Πρέπει να αναπτύξουμε ευέλικτες και σύγχρονες πολιτικές που θα εγγυώνται την αειφόρο ανάπτυξη, θα πρέπει να προωθήσουμε τις ΑΠΕ και να στοχεύσουμε στη μετάβαση προς µια πράσινη οικονομία.
• Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες οι σοσιαλδημοκράτες επέλεξαν να απευθυνθούν σε ευρύτερα ακροατήρια. Έγινε με μια απότομη στροφή που τους οδήγησε αρκετά μακριά από τις ιδρυτικές τους αρχές.
• Η πλήρης υπαναχώρηση από τις αρχές και τις αξίες από τις οποίες εμφορούμαστε έχει ήδη αποδειχτεί πλήρως καταστροφική. Τα αποτελέσματα αυτής της μεταστροφής είναι απογοητευτικά.
• Τόσο οι σοσιαλδημοκράτες όσο & η Αριστερά πρέπει να συναντηθούν. Στη βάση ενός προοδευτικού σχεδίου για τον 21ο αιώνα στην Ευρώπη. Μια τέτοια στρατηγική μπορεί να ανακόψει την επέλαση της ακροδεξιάς, του εθνικισμού & της ξενοφοβίας, που εφορμούν στη δική μας κοινωνική βάση.
• Η Αριστερά και η σοσιαλδημοκρατία χάνουν τη βάση τους. Το κενό που αφήνουμε το καλύπτουν άλλες δυνάμεις του πολιτικού χάρτη. Οι ακροδεξιοί, οι δημαγωγοί ακόμη και δυνάμεις απροκάλυπτα φασιστικές έχουν, τα τελευταία χρόνια, ενισχυθεί σημαντικά.
• Η Αριστερά οφείλει να μιλήσει ξανά στη γλώσσα των ανθρώπων που εκπροσωπεί. Να εφαρμόσει πολιτικές που βελτιώνουν τη ζωή της πλειοψηφίας.
• Η Αριστερά, η Σοσιαλδημοκρατία, οι Πράσινοι και άλλες δυνάμεις, πρέπει να αφήσουμε στην άκρη τις υπαρκτές διαφορές μας, οι οποίες έτσι κι αλλιώς φαίνονται μικρές, μπροστά στους μεγάλους κινδύνους και τα μεγάλα επίδικα που έχουμε μπροστά μας.
• Να υψώσουμε ανάστημα απέναντι στο κίνδυνο της ακροδεξιάς αλλά και στην επέλαση του νεοφιλελευθερισμού. Για μια Ευρώπη της ευημερίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της Δημοκρατίας.
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ
Ευχαριστώ πολύ. Θα μιλήσω στην ελληνική γλώσσα και γι’ αυτό ακριβώς θα ήθελα να σας ζητήσω να φορέσετε τα ακουστικά σας. Ξέρω ότι υπάρχει πολύ ενδιαφέρον από τους Έλληνες ομογενείς και γι’ αυτό θα μιλήσω στα ελληνικά.
Αλλά πριν από αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω πάρα πολύ τον Andrea. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την αλληλεγγύη που δείξατε όλα αυτά τα πολύ δύσκολα χρόνια στην Ελλάδα. Αυτή η βοήθεια, αυτή η στήριξη πραγματικά μας έδωσε θάρρος και ήταν ένας από τους λόγους που τα καταφέραμε. Θα ήθελα, επίσης, να πω στον Αntonio ότι ίσως έχεις δίκιο, στο κοινό μας σπίτι, στον κοινό μας οίκο, έχουμε το δικαίωμα να διαλέξουμε, αλλά το πρόβλημα είναι ότι καμιά φορά υπάρχει και υποχρεωτική δίαιτα, όχι για όλους, αλλά για κάποιους. Έτσι αισθάνομαι εγώ τουλάχιστον για τα οικονομικά προγράμματα που εφαρμόστηκαν στη χώρα μας, αλλά που καταφέραμε να εφαρμόσουμε με επιτυχία και να ανοίξει μια νέα εποχή για όλους.
Θα ήθελα, λοιπόν, να ξεκινήσω την παρέμβασή μου, κάνοντας ένα σχόλιο στον τίτλο του σημερινού μας debate. Και ο τίτλος είναι «on the left and successful». . «Αριστερά και επιτυχημένα».
Ξέρετε, η έννοια της «επιτυχίας» είναι εντελώς διαφορετική στον βαθμό που προσδιορίζεται στον τίτλο από τον όρο Αριστερά.
Διότι η επιτυχία, που στη σκέψη μας ενδεχομένως είναι μια αντικειμενική εκτίμηση, διαφέρει σημαντικά ανάλογα με το ποιος την επικαλείται. Αν την επικαλείται η δεξιά ή αν την επικαλείται η αριστερά.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όταν η οικονομία έχει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, όταν υπάρχει ευημερία, κατά τη γενική της έννοια, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό αποτελεί μια αντικειμενική επιτυχία.
Όταν καταφέρνεις να βγεις από την κρίση και σε ό,τι αφορά ειδικότερα την Ελλάδα και την Πορτογαλία, όταν καταφέρνεις να βγεις από τα μνημόνια, αυτό είναι αντικειμενικά μια επιτυχία. Και, άρα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτή η επιτυχία, είναι επιτυχία ανεξαρτήτως αν υπάρχει ο προσδιορισμός δεξιά και αριστερά.
Για εμένα, όμως και τον Αντόνιο δεν αρκεί αυτό. Η έξοδος δηλαδή από τα μνημόνια, για να πούμε ότι έχουμε πετύχει.
Επιτυχία για εμάς είναι η έξοδος από τα μνημόνια, η έξοδος από την κρίση, με την κοινωνία όρθια. Η έξοδος από την κρίση με τις λιγότερες δυνατές απώλειες για τους πιο αδύναμους και τους πιο φτωχούς, για τη μεσαία τάξη, τους εργαζόμενους, τους νέους. Αυτό είναι επιτυχία για μια αριστερή πολιτική δύναμη.
Άρα, λοιπόν, άλλο πράγμα η επιτυχία αν τη θωρείς από τα αριστερά και άλλο αν τη θεωρείς από τα δεξιά. Και αυτό είναι μια διάκριση ουσιώδης και όχι σημειολογική. Γιατί το ζήτημα της επιτυχίας είναι στην πραγματικότητα ένα ερώτημα, που σχετίζεται με τις θεμελιώδεις επιλογές μας και τις θεμελιώδεις προτεραιότητές μας.
Για ποιους πετυχαίνουν οι επιλογές μας; Ποιούς επιλέγουμε να εκπροσωπούμε; Για ποιους επιλέγουμε να δίνουμε μάχες; Ποιών οι ζωές βελτιώνονται με τις πολιτικές που εφαρμόζουμε; Αυτά είναι τα κρίσιμα ερωτήματα. Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να έχουμε σαφείς προτεραιότητες. Και πρέπει να έχουμε πλήρη επίγνωση των συνεπειών που προκαλούν οι πολιτικές μας επιλογές σε εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που έχουμε επιλέξει να εκπροσωπούμε.
Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Όταν εγώ βρέθηκα μπροστά στο μεγαλύτερο δίλημμα που θα μπορούσε ίσως να βρεθεί ένας πρωθυπουργός στις μέρες μας, τον Ιούλη του 2015, εκείνο που με βοήθησε να πάρω δύσκολες αποφάσεις, αλλά εκείνο που με βοήθησε να τις πάρω, ήταν όταν με καθαρό μυαλό επιχείρησα να εκτιμήσω τις συνέπειες που θα είχε η όποια πολιτική μου επιλογή στις κοινωνικές δυνάμεις που η αριστερά οφείλει να εκπροσωπεί και να υπερασπίζεται.
Και η σύγκριση ήταν τρομακτική. Διότι η Ελλάδα έφθασε στη χρεοκοπία εξαιτίας μιας συστηματικής κλοπής πλούτου και αγαθών από τους πολλούς και προς όφελος μιας ελίτ που είχε καταφέρει να βγάλει τον πλούτο της έξω από τη χώρα στις τράπεζες του εξωτερικού. Συνεπώς, η επιλογή της εξόδου από την Ευρωζώνη και η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, που σε κάποιους ακούγονταν εξόχως επαναστατική και εξόχως αριστερή επιλογή, ήταν στη πραγματικότητα η επιλογή της ολικής καταστροφής των λαϊκών στρωμάτων και της μεσαίας τάξης, που εμείς θέλουμε να εκπροσωπούμε, προς όφελος μιας μικρής ελίτ. Με δυο λόγια, θα επρόκειτο για μία καταστροφική επιλογή, ντυμένη όμως με δήθεν προοδευτικό και επαναστατικό αριστερό μανδύα, που θα οδηγούσε σε μια βίαιη αναδιανομή του πλούτου, αλλά αντίστροφη από αυτή που εμείς επιθυμούμε από τα κάτω προς τα πάνω και βιαιότερη από αυτή των μνημονίων της λιτότητας. Προτιμήσαμε λοιπόν τότε έναν δύσκολο συμβιβασμό. Δε χάσαμε, όμως, ποτέ τον βασικό μας προσανατολισμό: Να σκεφτόμαστε σε κάθε μας βήμα για ποιους παλεύουμε, για ποιους δίνουμε μάχες, για ποιους διαπραγματευόμαστε σκληρά σε ένα ομολογουμένως αντίξοο ευρωπαϊκό περιβάλλον, από πλευράς πολιτικών συσχετισμών.
Και σήμερα, αγαπητές φίλες και φίλοι, αν αισθάνομαι ότι πετύχαμε και δικαιωθήκαμε για τις δύσκολες επιλογές μας δεν είναι μόνο γιατί αποφύγαμε αυτή την ολική καταστροφή, την οποία σας περιέγραψα, ούτε μόνο γιατί πετύχαμε να εξυγιάνουμε τα δημόσια οικονομικά μας και αντί ελλειμμάτων να έχουμε τώρα πλεονάσματα και μάλιστα διαρκώς πάνω από τους στόχους των προγραμμάτων.
Αλλά γιατί όλα αυτά τα πετύχαμε, έχοντας ταυτόχρονα καταφέρει στο ίδιο διάστημα να μειώσουμε κατά 8 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες την ανεργία. Έχοντας πετύχει την ελεύθερη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας για πάνω από 2,5 εκατομμύρια ανασφάλιστους συμπολίτες μας που ήταν αποκλεισμένοι. ¨Έχοντας θεσπίσει το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα για όλους τους πολίτες, αντιμετωπίζοντας την ακραία φτώχεια, αλλά και την ανθρωπιστική κρίση που απειλούσε την Ελλάδα το 2015. Έχοντας στηρίξει όσο περισσότερο μπορούσαμε το διαλυμένο κοινωνικό κράτος. Έχοντας πετύχει μια δύσκολη αλλά δίκαιη ασφαλιστική μεταρρύθμιση, που εγγυάται πλέον ένα βιώσιμο ασφαλιστικό και δίκαιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Έχοντας επαναφέρει την κανονικότητα στα νοσοκομεία, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, που δεν είχαν δασκάλους μέχρι τη μέση της χρονιάς και αντί για βιβλία οι μαθητές έκαναν μάθημα με φωτοτυπίες. Αυτή είναι η δική μας επιτυχία. Η δικιά μας επιτυχία είναι ότι βγήκαμε από τα μνημόνια και από την κρίση, κρατώντας ταυτόχρονα την κοινωνία όρθια. Όχι μόνο ότι καταφέραμε να έχουμε σημαντικούς, θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Και αυτή είναι μία αριστερή επιτυχία.
Η στήριξη της κοινωνίας και των πιο αδύναμων, σε συνδυασμό με μια σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών που δίνουν πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα σε όσους στερούνται αυτών των δικαιωμάτων, που δίνουν υπόσταση και φωνή σε όσους δεν έχουν φωνή, για ίσα δικαιώματα σε όλους τους πολίτες ανεξαρτήτως καταγωγής, ανεξαρτήτως φύλου, θρησκείας ή σεξουαλικού προσανατολισμού. Αυτή είναι μια επιτυχία με αριστερό πρόσημο.
Τα λέω όλα αυτά για να εξηγήσω πως το τι είναι επιτυχία είναι κάθε φορά σχετικό και εξαρτάται τόσο από το πολιτικό πρόσημο όσο όμως και από τις εναλλακτικές επιλογές που έχεις μπροστά σου. Από τα δεδομένα που έχεις μπροστά σου.
Κατά την άποψή μου, ξεκάθαρος στόχος για μια αριστερή επιτυχία στην Ευρώπη, είναι η αναδιανομή του πλούτου και η στήριξη των αδυνάτων. Αλλά ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία είναι όταν αυτό μπορείς να το πετυχαίνεις χωρίς να θέσεις σε διακινδύνευση τα κεκτημένα όλων όσων θέλεις να προστατεύσεις, χωρίς δηλαδή να θέτεις σε διακινδύνευση τα δημόσια οικονομικά. Χωρίς αλόγιστες σπατάλες, αλλά επενδύοντας, ουσιαστικά, στους τομείς εκείνους που εξασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή και τη συλλογική ευημερία.
Και όταν μιλάμε για αναδιανομή, οφείλουμε να προσεγγίζουμε και το ερώτημα του κατώτατου μισθού.
Εάν θα πρέπει δηλαδή ή όχι να παλεύουμε για να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός για όλους τους εργαζόμενους, προσπαθώντας, ταυτόχρονα, να προστατεύσουμε τη δυναμική της οικονομίας. Αυτή όμως, κατά την άποψή μου, είναι μια εξαιρετικά σημαντική πτυχή της συνολικής στρατηγικής της Αριστεράς. Όχι μόνο γιατί επηρεάζει άμεσα το επίπεδο διαβίωσης των εργαζομένων, αλλά και επειδή αποτελεί την απαρχή ενός ενάρετου κύκλου για την οικονομία μέσα από την αύξηση της κατανάλωσης.
Πέρα όμως απ’ αυτά τα δύο θεμελιακά σημεία, την επένδυση σε κομβικούς τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας και το ζήτημα του κατώτατου μισθού, οφείλουμε σήμερα να στρέψουμε το βλέμμα μας και σε ζητήματα που δεν είναι αμιγώς οικονομικά, αλλά βρίσκονται στον πυρήνα των πολιτικών των αριστερών και προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων, όπως είναι το μεγάλο ζήτημα της προστασίας τους περιβάλλοντος. Πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι ότι δεν βρισκόμαστε προ του, κάπως σχηματικού θα έλεγα, διλήμματος μεταξύ της μεγιστοποίησης του κέρδους από τη μία και της περιβαλλοντικής προστασίας από την άλλη. Θα πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο ότι όταν μπαίνει αυτό το δίλημμα θα επιλέγουμε το δεύτερο. Γιατί επιλέγουμε να αφήσουμε έναν κόσμο στις νέες γενιές, στα παιδιά μας, που θα είναι βιώσιμος. Τέτοια διλήμματα.
Πρέπει, λοιπόν, να αναπτύξουμε ευέλικτες και σύγχρονες πολιτικές, που θα εγγυώνται την αειφόρο ανάπτυξη. Να προωθήσουμε τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και να στοχεύσουμε στη μετάβαση προς µια πράσινη οικονοµία. Αυτή δεν είναι μια ατζέντα ξένη προς την Αριστερά και τις προοδευτικές δυνάμεις. Δεν ανήκει σε άλλους, ανήκει σε μας αυτή η ατζέντα.
Όλα αυτά τα ζητήματα των βασικών στρατηγικών επιλογών, οφείλουμε να τα συζητήσουμε ανοιχτά και δημόσια. Όμως, η Αριστερά στις μέρες μας στην Ευρώπη βρίσκεται, αναμφισβήτητα, μπροστά σε ένα στρατηγικό αίνιγμα. Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες οι σοσιαλδημοκράτες επέλεξαν να απευθυνθούν σε ευρύτερα ακροατήρια. Αυτή η κίνηση όμως δεν έγινε με βάση τον εμπλουτισμό ή ακόμη και τον εκσυγχρονισμό αν θέλετε, της πλούσιας αριστερής τους παράδοσης. Έγινε με μια απότομη στροφή που οδήγησε πολλές φορές αρκετά μακριά από τις ιδρυτικές αρχές της σοσιαλδημοκρατίας. Θέλω εδώ να είμαι απολύτως σαφής. Δεν απεχθάνομαι την αλλαγή. Ίσα-ίσα. Θεωρώ ότι η μεταρρύθμιση, η αλλαγή βρίσκεται στο γονιδίωμα της αριστεράς.
Αλλά μην έχετε καμιά αμφιβολία ότι η πλήρης υπαναχώρηση από τις αρχές και από τις αξίες τις οποίες εμφορούμαστε δεν θα αποδειχθεί κάποια στιγμή, αν δεν έχει ήδη αποδειχθεί, καταστροφική. Τα αποτελέσματα αυτής της καταστροφής είναι ήδη απογοητευτικά. Για να το πω όσο πιο απλά γίνεται η Αριστερά δείχνει ότι χάνει την κοινωνική της βάση σε όλη την Ευρώπη.
Και όχι μόνον αυτό. Το χειρότερο είναι ότι το κενό αυτό το καλύπτουν άλλες δυνάμεις του πολιτικού χάρτη, που βρίσκονται σε μία ακραία, ακροδεξιά λαϊκίστικη ρητορική. Πρόκειται για τους ακροδεξιούς, για τους δημαγωγούς, ακόμη και για δυνάμεις απροκάλυπτα φασιστικές, που τα τελευταία χρόνια έχουν δυναμώσει επικίνδυνα σε όλη την Ευρώπη.
Έχουμε, λοιπόν, χρέος να αντιμετωπίσουμε κατάματα αυτή την πραγματικότητα. Έχουμε χρέος να μην αφήσουμε, να μην επιτρέψουμε αυτόν τον εφιάλτη για την Ευρώπη και για τις κοινωνίες μας, να γίνει πραγματικότητα. Είναι επικίνδυνο για τις κοινωνίες μας, όχι για τα κόμματά μας, για τις κοινωνίες μας. Είναι επικίνδυνο για τους ανθρώπους, είναι επικίνδυνο για τις κοινές μας αξίες.
Γι ’αυτόν ακριβώς τον λόγο πιστεύω ότι η Αριστερά οφείλει να μιλήσει ξανά στη γλώσσα των ανθρώπων που εκπροσωπεί. Να επεξεργαστεί και να εφαρμόσει, όπου βρίσκεται στην κυβέρνηση, πολιτικές που βελτιώνουν τη ζωή της κοινωνικής πλειοψηφίας. Δε μιλώ εδώ για μια έτσι ομφαλοσκόπηση θεωρητική, μιλώ για ένα συνεκτικό πρόγραμμα, στοχευμένο και εφαρμόσιμο. Για την ανάγκη μιας νέας χάρτας δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας, της επιστήμης, του πολιτισμού, της νέας γενιάς.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο πιστεύω ότι τόσο οι σοσιαλδημοκρατία όσο όμως και η Αριστερά, όλες οι προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη, προοδευτικές αριστερές, σοσιαλιστικές, σοσιαλδημοκρατικές, οικολογικές δυνάμεις, οφείλουν σήμερα να συνειδητοποιήσουν ότι το κοινό μας σπίτι, η Ευρώπη, βρίσκεται μπροστά σε έναν πολύ μεγάλο κίνδυνο. Και, άρα, οφείλουμε να παραμερίζουμε τις διαφορές μας. Οφείλουμε να συναντηθούμε, προκειμένου να σώσουμε το σπίτι μας που βρίσκεται σε κίνδυνο.
Χρειάζεται βεβαίως πολιτικό θάρρος για να κάνουμε αυτό το βήμα. Χρειάζεται και ένα σχέδιο σύγχρονο, προοδευτικό, που να βάζει στο επίκεντρο τον άνθρωπο, αλλά να βλέπει και τις εξελίξεις και τους μετασχηματισμούς στην Ευρώπη σήμερα. Χρειάζεται μια στρατηγική για να μπορέσεις να αποκόψεις την επέλαση της ακροδεξιάς και του εθνικισμού. Χρειάζεται όμως, συντρόφισσες και σύντροφοι και αυτοκριτική από όλους μας.
Το παράδειγμα της Πορτογαλίας, εγώ θα προσέθετα και της Ισπανίας, δεν είναι μαζί μας ο Πέδρο, αλλά και εκεί έχουμε κάνει πολύ καλή δουλειά, είναι η έμπρακτη απόδειξη ότι η Σοσιαλδημοκρατία και η Αριστερά μπορούν και πρέπει να συμπορευτούν στη βάση μιας προγραμματικής συνεργασίας προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Δεν είναι ίσως το καλύτερο να σας μιλήσω για την ελληνική εμπειρία. Διότι, πράγματι, στη χώρα μου δεν έχουμε καταφέρει να βρούμε κοινό βηματισμό. Έχουμε δυστυχώς έναν μονομέτωπο αγώνα, θα έλεγα, ενάντια σε αριστερές επιλογές και μάλιστα απέναντι και σε ιστορικού χαρακτήρα πρωτοβουλίες που παίρνει η κυβέρνησή μας στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα. Όμως αυτό που έχει σημασία να δούμε είναι ότι είτε το θέλουμε είτε όχι, η συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων και των προοδευτικών ανθρώπων θα έρθει από τα κάτω και θα έρθει κάποια στιγμή και ως αναγκαιότητα για τις πολιτικές ηγεσίες. Και αυτό θα συμβεί και στην Ελλάδα, αλλά και στη Γερμανία, σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Δώστε μου όμως δύο ακόμα λεπτά από τον χρόνο σας, για να σας εξηγήσω σε ποιες ιστορικές πρωτοβουλίες αναφέρομαι. Πριν από λίγους μήνες εγώ και ο Πρωθυπουργός της πΓΔΜ, ο Ζόραν Ζάεφ, που δεν είναι τυχαίο, και οι δυο είμαστε δυο προοδευτικοί ηγέτες, αποφασίσαμε να κάνουμε ένα βήμα μπροστά, ξεπερνώντας στερεότυπα, ξεπερνώντας τις αντιδράσεις, τις μεγάλες αντιδράσεις εκατέρωθεν, και στη χώρα του και στη χώρα μου, ξεπερνώντας εθνικιστικές απόψεις και λογικές, προκειμένου να φέρουμε τους λαούς μας πιο κοντά, ονειρευόμενοι ότι μπορούμε σε αυτή τη δύσκολη περιοχή των Βαλκανίων να ζήσουμε ένα μέλλον ευημερίας, συνεννόησης, συνεργασίας και ειρήνης. Και φέραμε μια ιστορική συμφωνία για τα Βαλκάνια.
Είναι η πρώτη φορά μετά την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας που μια διαφορά επιλύεται με μια αποφασιστική ήττα του εθνικισμού και στις δύο πλευρές των συνόρων. Και είμαστε περήφανοι γι’ αυτή την προσπάθεια. Είμαστε περήφανοι διότι γνωρίζουμε ότι άλλες διαφορές στην περιοχή μας λύθηκαν με αίμα και με δάκρυ. Και κάναμε αυτή την επιλογή γνωρίζοντας ασφαλώς τις αντιδράσεις που θα συναντούσαμε, γνωρίζοντας ότι θα έπρεπε να τολμήσουμε αγνοώντας το πολιτικό κόστος προς όφελος των λαών μας, προς όφελος της ειρήνης, της συνεργασίας και της ευημερίας. Το κάναμε αυτό το βήμα. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν βρήκαμε ανταπόκριση στήριξης από όλες τις προοδευτικές δυνάμεις σε αυτή την προσπάθεια. Θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον Ούντο Μπούλμαν, αλλά και την Andre και όλους τους συντρόφους και συνεργάτες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διότι όλες οι προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη έχουν στηρίξει αυτή την προσπάθεια και αυτή η στήριξη είναι ανεκτίμητη για να πετύχουμε τον στόχο μας, τον στόχο να πάμε ένα βήμα μπροστά.
Άλλη μία εξίσου ιστορική πρωτοβουλία, είναι αυτή που ανακοινώσαμε την προηγούμενη εβδομάδα για τον εξορθολογισμό των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους. Μια ιστορική συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με την ελλαδική εκκλησία, για να μπορέσουμε επιτέλους να προχωρήσουμε στον διαχωρισμό των ρόλων της Εκκλησίας και του Κράτους. Να μπορέσουμε να προχωρήσουμε σε συνταγματικές αλλαγές που θα κατοχυρώνουν τη θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους και να προσεγγίσουμε κι εμείς στην Ελλάδα ένα μοντέλο, κοντά σε αυτό που έχετε εσείς εδώ στη Γερμανία.
Τα λέω αυτά για να εξηγήσω ότι προοδευτική και αριστερή πολιτική επιτυχίας δεν είναι μόνο οι αριθμοί και η οικονομία. Είναι βεβαίως η στήριξη των αδυνάτων. Είναι βεβαίως οι πρωτοβουλίες που στηρίζουν πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, αλλά και οι ιστορικού χαρακτήρα πρωτοβουλίες που ανοίγουν δρόμο ενάντια στον εθνικισμό, ενάντια μισαλλοδοξία.
Και να κλείσω λέγοντας ότι μια τέτοια στάση, που ανοίγει δρόμο με προοδευτικό πρόσημο, είχαμε στην αντιμετώπιση και της μεγάλης προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης, που την αντιμετωπίσαμε με ανθρωπισμό, με αλληλεγγύη, αλλά και με αποτελεσματικότητα.
Κλείνω, αγαπητές φίλες και φίλοι, αγαπητές συντρόφισσες και σύντροφοι, λέγοντάς σας ότι οι επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές τον ερχόμενο Μάη είναι εξαιρετικά κρίσιμες, όχι για την Αριστερά και το μέλλον των κομμάτων μας, είναι εξαιρετικά κρίσιμες για το μέλλον της Ευρώπης. Διότι βρισκόμαστε μπροστά σε έναν τεράστιο κίνδυνο η άνοδος των δυνάμεων του ευρωσκεπτικισμού, της μισαλλοδοξίας, του εθνικισμού, του ακροδεξιού λαϊκισμού, να διαμορφώσουν συσχετισμούς στο επόμενο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που θα απειλήσουν ακόμα και την ίδια την ύπαρξη της Ε.Ε.
Οφείλουμε τουλάχιστον αυτό να το συνειδητοποιήσουμε και οφείλουμε να θέσουμε τις προτεραιότητες των στόχων μας σε αυτή τη μεγάλη εκλογική μάχη. Θέλουμε μια Ευρώπη δημοκρατική, θέλουμε μια Ευρώπη κοινωνική και οικολογική, που θα προστατεύει και θα προωθεί τα δημοκρατικά και οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα των λαών μας. Γι’ αυτή την Ευρώπη πρέπει να αγωνιστούμε. Αυτό είναι το κρίσιμο δίλημμα, διακύβευμα, που έχουμε μπροστά μας: Ή θα βαδίσουμε όλοι μαζί γι’ αυτή την Ευρώπη, στα βήματα του Βίλι Μπραντ ή θα εγκαταλείψουμε την Ευρώπη στους ακροδεξιούς καταστροφείς της. Αυτό είναι το μεγάλο δίλημμα που έχουμε μπροστά μας: Ή θα ενώσουμε τις δυνάμεις μας για την Ευρώπη της αλληλεγγύης και της Δημοκρατίας ή θα την εγκαταλείψουμε στη μοίρα της και στη διάλυσή της. Εγώ σας προτείνω και σας ζητώ να συνεργαστούμε. Να αφήσουμε στην άκρη τις διαφορές μας. Τις υπαρκτές διαφορές ανάμεσα στην Αριστερά, τη Σοσιαλδημοκρατία, τους Πράσινους και άλλες δυνάμεις, που έτσι κι αλλιώς φαίνονται μικρές, μπροστά στους μεγάλους κινδύνους και τα μεγάλα επίδικα που έχουμε μπροστά μας.
Προσωπικά δεν βρίσκω κανέναν άλλον πέραν όλων ημών που είμαστε σε αυτή την αίθουσα, αλλά και όλων στους οποίους αναφέρθηκα, που θα μπορούσε να υψώσει ανάστημα απέναντι στον κίνδυνο της ακροδεξιάς, αλλά και απέναντι στην επέλαση του νεοφιλελευθερισμού, που ανοίγει τον δρόμο στην ακροδεξιά. Δεν βρίσκω κανέναν άλλον που θα μπορούσε να απαντήσει πιο αποτελεσματικά για μια Ευρώπη της ευημερίας, της ισότητας, της Δημοκρατίας, για μια Ευρώπη της αλληλεγγύης.
Σας ευχαριστώ θερμά.