ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ

• Με τον Έβο Μοράλες συμφωνήσαμε στο συντονισμό των χωρών μας σε επίπεδο διεθνών οργανισμών και ΕΕ. Τονίσαμε τη σημασία του Φόρουμ Αρχαίων Πολιτισμών, όπου η ιδρυτική συνάντηση έγινε στην Αθήνα και η δεύτερη στη πρωτεύουσα της Βολιβίας.

• Συζητήσαμε για συνεργασία σε διμερές επίπεδο στο εμπόριο, στο πολιτισμό και στη μεταφορά τεχνογνωσίας. Συνομιλήσαμε επίσης για τις διαδικασίες περιφερειακής ολοκλήρωσης και συνεργασίας στην ΕΕ και στη Λατινική Αμερική.

• Εκφράσαμε την έντονη ανησυχία μας για την οικονομική και ανθρωπιστική κρίση στην Βενεζουέλα. Από την πλευρά μας συνεχίζουμε τις προσπάθειες σε επίπεδο ΕΕ για την εκτόνωση της κρίσης μέσω διπλωματικών πρωτοβουλιών.

 

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗ

Καλωσορίζω σήμερα στην Ελλάδα, στο Μέγαρο Μαξίμου, τον Πρόεδρο του Πολυεθνοτικού Κράτους της Βολιβίας, τον Έβο Μοράλες. Μια σημαντική προσωπικότητα με μεγάλη διεθνή ακτινοβολία, έναν άνθρωπο που πριν από 13 χρόνια, κόντρα στις προβλέψεις και στις εκτιμήσεις, πήρε τη διακυβέρνηση της χώρας του, βγάζοντας στο προσκήνιο εκατομμύρια πολίτες της Βολιβίας, που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν στο περιθώριο.

Ο ίδιος κατάγεται από τον πληθυσμό των ιθαγενών και μέσα από την προσπάθειά του, όλα αυτά τα χρόνια, δημιούργησε τις προϋποθέσεις, τόσο ώστε να εμβαθυνθεί η δημοκρατία στη χώρα του, η κοινωνική δικαιοσύνη, η ισότητα, όσο όμως και να σταθεροποιήσει οικονομικά τη χώρα, να δημιουργήσει προϋποθέσεις δίκαιης αναδιανομής του παραγόμενου πλούτου, αλλά και να παράξει νέο πλούτο, αξιοποιώντας ιδίως τους φυσικούς πόρους, τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας και τις δυνατότητες να εξάγει και να παράγει προϊόντα. 

Η παρουσία σήμερα εδώ του Προέδρου της Βολιβίας, του φίλου και συντρόφου Έβο, είναι για εμάς μια μεγάλη τιμή, αλλά και μία ευκαιρία. Ήταν μία ευκαιρία. Συζητήσαμε επί μακρόν όλα τα μεγάλα ζητήματα που αφορούν τον κόσμο, που αφορούν τις χώρες μας, που αφορούν την προοπτική των δυνάμεων που αγωνίζονται για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη. Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για όλες τις παγκόσμιες εξελίξεις, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για τις σχέσεις της Ε.Ε. με την Λατινική Αμερική, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε και για τις διμερείς μας σχέσεις, παρά το γεγονός ότι οι χώρες μας βρίσκονται πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. 

Επικεντρώσαμε την ατζέντα της συζήτησής μας στις δυνατότητες που υπάρχουν για τον συντονισμό των χωρών μας, σε επίπεδο διεθνών οργανισμών, στο πλαίσιο του forum των αρχαίων πολιτισμών που ιδρύσαμε. Η πρώτη του ιδρυτική συνάντηση έγινε στην Αθήνα πριν από δύο χρόνια περίπου, η δεύτερη έγινε στο Λα Παζ, την πρωτεύουσα της Βολιβίας. Είχαμε, βεβαίως, τη δυνατότητα να επικεντρώσουμε και σε θέματα που αφορούν στο διμερές εμπόριο, την πολιτιστική συνεργασία, τη συνεργασία και τη δυνατότητα της μεταφοράς τεχνογνωσίας από την Ελλάδα στη Βολιβία, σε ζητήματα οργάνωσης αγροτικής παραγωγής, αλλά και στα ζητήματα του τουρισμού, της ναυτιλίας, του εμπορίου. 

Συνομιλήσαμε για τις διαδικασίες περιφερειακής ολοκλήρωσης και συνεργασίας στην Ε.Ε. και στη Λατινική Αμερική, για τις δυσκολίες, ασφαλώς διαφορετικής φύσης, που αντιμετωπίζουμε, για την ανάγκη να προχωρήσει η συνεργασία ανάμεσα στην Ε.Ε. και στην CELAC, τη δυνατότητα να υπάρξει το επόμενο διάστημα – μιας και η Βολιβία αυτή την περίοδο έχει την προεδρία αυτής της Συνόδου των χωρών της Ε.Ε. και των χωρών της Λατινικής Αμερικής- η επόμενη Σύνοδος στην πόλη της Σάντα Κρουζ στη Βολιβία, μια πρόταση που θα στηρίξουμε ένθερμα στο επίπεδο της Ε.Ε. 

Είμαστε, βεβαίως, δυνάμεις του διεθνισμού και του πατριωτισμού, διότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος να διαχειριστούμε την παγκοσμιοποίηση προς όφελος των λαών μας. Στηρίζουμε τις πολυμερείς πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της παγκοσμιοποίησης, στηρίζουμε τις προσπάθειες για μια δίκαιη συμφωνία Ε.Ε. – χωρών της Λατινικής Αμερικής, CELAC, αλλά και Ε.Ε. – Βολιβίας, αλλά και την –επιτρέψτε μου την έκφραση- πατριωτική λογική της προάσπισης των εθνικών και λαϊκών συμφερόντων, όπου η Δημοκρατία, η λαϊκή κυριαρχία, έχουν αξία πολύ σημαντική. Και πρέπει αυτές τις αξίες να τις προασπίσουμε απέναντι στην προσπάθεια της επιβολής κυρίαρχων προτύπων και τάσεων από διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. 

Κουβεντιάσαμε, βέβαια, και για τις εξελίξεις στη Βενεζουέλα. Είχα την ευκαιρία να εκφράσω την έντονη ανησυχία μας για την οικονομική και ανθρωπιστική κρίση στην Βενεζουέλα. Από πλευράς μας, τονίσαμε τις προσπάθειες που καταβάλαμε και που συνεχίζουμε να καταβάλουμε και -πιστεύω ότι αυτός είναι και ο μόνος δρόμος για την εκτόνωση της κρίσης, μέσω διπλωματικών πρωτοβουλιών- στο επίπεδο της Ε.Ε., προκειμένου να υπάρξει μια διπλωματική διέξοδος. 

Και νομίζω ότι συμφωνήσαμε με τον Πρόεδρο Έβο ότι η μόνη προοπτική, τις επόμενες μέρες, είναι ο διάλογος ανάμεσα σε όλες τις πλευρές. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι, στο τραπέζι του διαλόγου, προκειμένου να αποφευχθεί η κλιμάκωση της κρίσης και ενδεχομένως μια αιματηρή εμφύλια σύγκρουση. Και αυτό, βεβαίως, προϋποθέτει ένα χρονοδιάγραμμα που θα οδηγήσει σε εκλογές, ελεύθερες και δημοκρατικές, διότι βασική αξία και αρχή μας πρέπει να είναι ότι οι λαοί πρέπει κυρίαρχα να αποφασίζουν το μέλλον τους, χωρίς ξένες επιβολές, χωρίς την προσπάθεια ξένων δυνάμεων να τους δείξουν τον δρόμο. 

Στο πλαίσιο αυτό θα δραστηριοποιηθούμε κι εμείς την επόμενη περίοδο. Είμαστε και θα είμαστε απέναντι σε οποιαδήποτε απόπειρα στρατιωτικής επέμβασης ή στρατιωτικής λύσης, διότι πιστεύουμε ότι η μόνη διέξοδος για τους λαούς, είναι η Δημοκρατία και η δική τους κυριαρχία, η κυριαρχία των λαών. 

Με τον Έβο συζητήσαμε και θέματα, πέραν των διμερών σχέσεων και των διακρατικών επαφών, που έχουν να κάνουν με την ανάγκη σήμερα οι προοδευτικές δυνάμεις του πλανήτη, οι προοδευτικές κυβερνήσεις, οι προοδευτικές ηγεσίες, να βρίσκονται πιο κοντά και να συντονίζονται. Εκφράσαμε την ίδια ανησυχία, αν θέλετε, για την κυριαρχία ενός ακραίου νεοφιλελευθερισμού, στο πεδίο της οικονομίας, αλλά και για την κυριαρχία ακραίων δεξιών δυνάμεων στο πολιτικό επίπεδο, δυνάμεων που εκμεταλλεύονται τη φτώχεια και την κοινωνική αδικία, προκειμένου να προωθήσουν ένα μοντέλο ολοκληρωτισμού και αυταρχισμού και στην αμερικανική ήπειρο, αλλά και στην Ευρώπη. 

Απέναντι σε αυτούς τους δύο κινδύνους, δηλαδή στην κυριαρχία του ακραίου νεοφιλελευθερισμού και την κυριαρχία της ακραίας δεξιάς και του εθνικισμού και του ρατσισμού, οι προοδευτικές δυνάμεις, οι προοδευτικές ηγεσίες, οφείλουν να συνεργαστούν, οφείλουν να επικοινωνήσουν, οφείλουν να αγωνιστούν από κοινού. Εμπνέοντας, βεβαίως, τις πλατιές λαϊκές μάζες σε μια προοπτική υπεράσπισης της ειρήνης, της Δημοκρατίας, σε μια προοπτική διεθνιστικής αλληλεγγύης. 

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Έβο μου είπε ότι σκέφτεται να αναλάβει, το επόμενο διάστημα, μια πρωτοβουλία για τη συγκέντρωση προσωπικοτήτων, ηγετών, αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων, από την Ευρώπη και την Λατινική Αμερική, στη  Βολιβία, για τη δημιουργία ενός διεθνούς forum διαλόγου, επικοινωνίας και συνεργασίας των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων. Είναι μια πρωτοβουλία, την οποία θα στηρίξω με όλες μου τις δυνάμεις.

Κλείνω, λέγοντας ότι για εμάς η παρουσία του Έβο Μοράλες, μιας προσωπικότητας με διεθνές κύρος και διεθνή ακτινοβολία, πέρα από μια μεγάλη τιμή, είναι και μια σημαντική ενθάρρυνση. Όχι μόνο γιατί δίνουμε, σε διαφορετικούς τόπους και με διαφορετικές περιστάσεις, αγώνες που έχουν κοινό ιδεολογικό και αξιακό φορτίο, αλλά και γιατί ο Έβο Μοράλες είναι ένα παράδειγμα που αποδεικνύει ότι όταν είσαι πιστός στις αρχές και στις αξίες σου, όταν είσαι έντιμος, όταν αγωνίζεσαι με μοναδικό στόχο τη Δικαιοσύνη και τη Δημοκρατία, μπορείς να είσαι και αποτελεσματικός. Μπορείς να πετυχαίνεις πολύ σημαντικές νίκες. 

Ο Έβο έχει εκλεγεί ήδη τρεις φορές. Τον Οκτώβρη -και αυτό είναι μια σύμπτωση, και στη Βολιβία η επόμενη εκλογική μάχη, όπως και εδώ, θα είναι τον Οκτώβρη- θα διεκδικήσει την τέταρτη επανεκλογή του. Θέλω να του ευχηθώ κάθε επιτυχία και να του υποσχεθώ ότι μετά και τη δική μου επανεκλογή, θα έχω τη δυνατότητα να επισκεφθώ τη Βολιβία, για να συνεχίσουμε αυτή την πολύ σημαντική προσπάθεια του διαλόγου και του κοινού αγώνα, για την υπεράσπιση κοινών ιδανικών και αξιών.

Εμείς εδώ δεν συνηθίζουμε να λέμε «αδελφέ», αλλά συνηθίζουμε να λέμε «σύντροφε». 

Σύντροφε και φίλε, Πρόεδρε Έβο, σε ευχαριστούμε πολύ για την παρουσία σου στην πατρίδα μας. 

ΡΑΠΑΝΑΚΗΣ ΣΠΥΡΟΣ (ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ‘ΑΥΓΗ’): Κύριε Πρωθυπουργέ, μία ερώτηση προς εσάς. Στην Ευρώπη υπάρχει μια αυξανόμενη τάση, που υποστηρίζει ότι η συνολική ανάκαμψη, η οικονομική ανάκαμψη, περνάει μέσα από τους χαμηλούς μισθούς, την απορρύθμιση της εργασίας, αλλά και την πολύ χαμηλή φορολογία στις μεγάλες επιχειρήσεις. Πώς αντιπαρατίθεστε έμπρακτα σε αυτό το δόγμα, πτυχές του οποίου έχουμε δει να εφαρμόζονται από τη Λατινική Αμερική, σε χώρες όπως η Χιλή του Πινοσέτ, αλλά και η Αργεντινή στα χρόνια της κρίσης και του ΔΝΤ; Ευχαριστώ πολύ.

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Η κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη οπτική στην οικονομία είναι αυτή η οποία θέλει να μας πείσει πως το χαμηλό εργασιακό κόστος είναι προϋπόθεση για την επίτευξη της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και της ανάπτυξης. Αυτό, όμως, δεν επαληθεύεται πουθενά. Σε καμία οικονομία, σε καμία χώρα του κόσμου δεν έχει αποδειχθεί ότι προϋπόθεση για την ανάπτυξη και για την ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας είναι το χαμηλό εργασιακό κόστος, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων. Ούτε έχει επαληθευτεί πουθενά ότι και το χαμηλό φορολογικό κόστος επίσης είναι προϋπόθεση για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Είναι προϋπόθεση για την υψηλή κερδοφορία, βεβαίως. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Αλλά δεν είναι προϋπόθεση για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αν αυτό συνέβαινε, οι πιο ανταγωνιστικές οικονομίες στο ευρωπαϊκό πλαίσιο θα ήταν αυτές των πρώην ανατολικών κρατών –ας μην τις ονοματίσω, δεν έχει νόημα- όπου, πράγματι, το εργασιακό κόστος είναι σχεδόν, αν όχι μηδενικό, είναι πάρα πολύ χαμηλό. Έχουν πολύ χαμηλούς μισθούς. Γιατί δεν είναι αυτές οι πιο ανταγωνιστικές χώρες της ευρωπαϊκής οικονομίας; Ή γιατί δεν είναι αυτές που έχουν πολύ χαμηλή φορολογία των επιχειρήσεων οι πιο ανταγωνιστικές; Και σε διεθνές επίπεδο θα μπορούσα να βρω πάρα πολλές χώρες που έχουν αυτό το μοντέλο, αλλά δεν είναι οι πιο παραγωγικές, δεν είναι οι πιο ανταγωνιστικές. Αν και εμένα μου αρέσει να μιλώ περισσότερο με τον όρο παραγωγικότητα και όχι ανταγωνιστικότητα. Διότι η παραγωγή του πλούτου πρέπει να είναι το μέλημά μας, που φέρνει και την ανάπτυξη και κυρίως η αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου είναι το στοιχείο της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αντιθέτως, μπορώ να σας δώσω πάρα πολλά παραδείγματα που επιβεβαιώνουν τη δική μας αντίληψη ότι όχι μόνο η μείωση του εργασιακού κόστους δεν είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη, αλλά το αντίθετο. Η ενίσχυση της εργασίας αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη. Και επίσης δεν ισχύει το ότι η ενίσχυση της εργασίας θα έρθει ως αποτέλεσμα των αναπτυξιακών, των υψηλών ρυθμών της ανάπτυξης. Το αντίθετο συμβαίνει. Προϋπόθεση για την ανάπτυξη, προϋπόθεση για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας είναι η ενίσχυση της εργασίας. 

Πριν από λίγες ημέρες στην Ελλάδα βρεθήκαμε μπροστά σε ένα δίλημμα. Να αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό μετά από σχεδόν επτά χρόνια, όπου είχε μειωθεί με μια υπουργική απόφαση, μέσα σε μια νύχτα, 22%. Και από τότε, για επτά σχεδόν χρόνια, δεν είχε ποτέ αυξηθεί ο κατώτατος μισθός. Τώρα που βγήκαμε από τα προγράμματα στήριξης, που βγήκαμε από τη σκληρή μνημονιακή επιτροπεία, ήταν στο δικό μας χέρι αν θα αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό ή όχι. Συγκάλεσα ένα Υπουργικό Συμβούλιο, αφού έγιναν οι προβλεπόμενες διαδικασίες του διαλόγου με τους κοινωνικούς φορείς, και πολλοί ήταν αυτοί –διότι εκείνη την ημέρα μάλιστα το οικονομικό επιτελείο είχε καθορίσει μια διαδικασία εξόδου στις αγορές, για να αντλήσουμε κεφάλαια- που μου έλεγαν ότι η ανακοίνωση της αύξησης του μισθού θα είναι καταστροφική. Και μου πρότειναν να πάμε σε μια επιλογή μιας πολύ μικρής αύξησης. Επιλέξαμε να πάμε σε μια αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία θα είναι ικανοποιητική για τους ανθρώπους της εργασίας, μια αύξηση της τάξης του 11%. Και, ταυτόχρονα, να καταργήσουμε μια απαράδεκτη νομοθετική ρύθμιση που έδινε μια εξαίρεση, αρνητική εξαίρεση για τους νέους εργαζόμενους κάτω των 25 ετών, όπου είχαν τον λεγόμενο υποκατώτατο μισθό. Και εξισώσαμε, λοιπόν, τον κατώτατο μισθό για όλες τις ηλικίες, δίνοντας ταυτόχρονα αυτή την αύξηση του 11%. Την άλλη μέρα, όχι μόνο δεν υπήρξε καμία επιπλοκή στην προσπάθεια της χώρας να βγει στις αγορές, πολύ γρήγορα βγήκαμε ξανά και με 10ετές ομόλογο με ένα επιτόκιο, το οποίο είναι συγκρίσιμο με αυτά που είχε η Ελλάδα πολύ-πολύ πριν από την κρίση, 12-15 χρόνια πριν. Το κυριότερο, όμως, διαψεύσαμε και τις Κασσάνδρες, που έλεγαν ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% θα δημιουργήσει πάρα πολύ σοβαρές επιπλοκές στην αγορά εργασίας και θα μειώσει την ανοδική τάση που έχει η εργασία. Δηλαδή τη μείωση της ανεργίας, την αποκλιμάκωση της ανεργίας που είναι εξαιρετικά σημαντικό μέγεθος, το οποίο μετράμε πάρα πολύ. Μαζί με τους άλλους οικονομικούς δείκτες μας αρέσει εδώ να μετράμε και τους κοινωνικούς δείκτες. Το αποτέλεσμα; Τον Φλεβάρη όχι μόνο δεν είχαμε μείωση του ρυθμού αποκλιμάκωσης της ανεργίας, αλλά είχαμε πάνω από 35.000 νέες θέσεις εργασίας. 

Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι είναι ένας νεοφιλελεύθερος μύθος ότι η ενίσχυση της εργασίας είναι, αν θέλετε, η απειλή για την ανάπτυξη, για την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Εμείς θα συνεχίσουμε σε αυτό τον δρόμο, διότι αυτός ο δρόμος είναι ο μόνος που μπορεί να έχει αποτελέσματα.

Τώρα, σε ό,τι αφορά τη φορολογία, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όταν βρίσκεσαι μπροστά σε μια μεγάλη απειλή, μπροστά σε μια μεγάλη δυσκολία οικονομική, σαν αυτή που βρέθηκε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα το 2012 ξαφνικά είδε το δημόσιο χρέος της να ανεβαίνει από το 114 στο 180% του ΑΕΠ. Παραλάβαμε μια χώρα το 2015 χρεοκοπημένη και άρα έπρεπε να προτεραιοποιήσουμε ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής εξισορρόπησης. Και βεβαίως έπρεπε να εξισορροπήσουμε τα δημόσια οικονομικά. Έπρεπε να ανακτήσουμε την αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας στις παγκόσμιες αγορές. Αυτό, όμως, το κάναμε με έναν τρόπο που κατανέμει δίκαια τα βάρη και τώρα κατανέμει δίκαια και τα οφέλη. Αναδιανέμει δίκαια τον παραγόμενο πλούτο. Ήμασταν, λοιπόν, υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε σε μία φορολογική πολιτική, η οποία εφόσον στόχος μας ήταν να στηρίξουμε τους πιο αδύναμους, ήμασταν υποχρεωμένοι εκ των πραγμάτων να επιβαρύνουμε περισσότερο τους πλουσιότερους, αλλά και τα μεσαία στρώματα. Όσο προχωράμε, όμως, τώρα στην έξοδο από την κρίση, τόσο θα ελαφρύνουμε τη φορολογική επιβάρυνση των μεσαίων στρωμάτων. 

Των υψηλών εισοδημάτων, όμως, θεωρούμε ότι δεν αποτελεί προτεραιότητα να ελαφρύνουμε τη φορολογία. Διότι εάν ελαφρύνουμε τη φορολογία των υψηλών εισοδημάτων, των πλουσίων δηλαδή, τότε δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να αναδιανέμουμε πλούτο, να στηρίζουμε το κοινωνικό κράτος, να στηρίζουμε τις κοινωνικές υπηρεσίες, τη δημόσια υγεία, τη δημόσια παιδεία. Αυτή, λοιπόν, είναι η διαφορά μιας προοδευτικής διακυβέρνησης, μιας διακυβέρνησης που έχει ως πρόσημο τη στήριξη της κοινωνίας από μια νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση. Η νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση, προκειμένου να εξυπηρετήσει τις ελίτ, προκειμένου να μειώσει τη φορολογία των πλουσίων, όχι των μεσαίων στρωμάτων, των πλουσίων, προχωρά σε μια καταστροφική πολιτική για τις πλατιές μάζες, για τους πολλούς, καταστρέφοντας τις κοινωνικές υπηρεσίες, καταστρέφοντας το κοινωνικό κράτος, μια πολιτική η οποία στο τέλος της ημέρας είναι και αναποτελεσματική, διότι βυθίζει την οικονομία στην ύφεση και σε τελική ανάλυση δίνει στο μέλλον πολύ περισσότερα βάρη ακόμα και στη μεσαία τάξη.

Αυτή, λοιπόν, είναι η διαφορά που έχει, αν θέλετε, μια αριστερή και  προοδευτική σκοπιά διακυβέρνησης για την οικονομία από μια νεοφιλελεύθερη σκοπιά διακυβέρνησης για την οικονομία. Και τα παραδείγματα που θα μπορούσα να σας δώσω σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη είναι πολλά, τόσο στον χώρο της Ευρώπης όσο και στον χώρο της Λατινικής Αμερικής. 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ (ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΒΟΛΙΒΙΑΣ): Την πρώτη μου ερώτηση την απευθύνω στον Έλληνα Πρωθυπουργό. Είναι κατεξοχήν ναυτική χώρα η Ελλάδα. Έχετε πολύ μεγάλο εμπορικό στόλο, εξαιρετικά σημαντικό, το 60% του ευρωπαϊκού εμπορικού στόλου. Η Βολιβία ξεκινάει ένα μεγάλο project, που θα ενώσει το λιμάνι του Ίλο στο Περού με το λιμάνι Σάντος στη Βραζιλία, ένα σιδηροδρομικό project, λόγω του ότι είναι μια χώρα περίκλειστη από τη θάλασσα. Είχατε την ευκαιρία να μιλήσετε για αυτό το θέμα και να μιλήσετε για την ελληνική εμπειρία; Σκέφτεται η Ελλάδα να προσχωρήσει και να συμμετάσχει σε αυτό το project; 

ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ: Εγώ πολύ σύντομα να πω ότι το συζητήσαμε αυτό το θέμα. Βεβαίως και θα στηρίξουμε τη φίλη χώρα της Βολιβίας στα διεθνή φόρα και στους διεθνείς θεσμούς, για τη διευθέτηση του ζητήματος πρόσβασης στη θάλασσα, διότι έτσι ορίζει το Διεθνές Δίκαιο. Και η Ελλάδα είναι μια χώρα, η οποία υποστηρίζει το Διεθνές Δίκαιο σε κάθε εκδοχή. Βεβαίως και στον τομέα αυτό μπορούμε, καθώς πράγματι η Ελλάδα είναι μια παγκόσμια δύναμη στη ναυτιλία, να προχωρήσουμε σε εμβάθυνση της συνεργασίας μας, προκειμένου να δώσουμε διεξόδους στην αντιμετώπιση προβλημάτων, στην ενίσχυση των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων. Διότι ως παγκόσμια ναυτική δύναμη, η Ελλάδα παίζει έναν σημαντικό ρόλο στο εμπόριο, σημαντικό ρόλο στο παγκόσμιο εμπόριο. Και η Βολιβία είναι μία εξαγωγική χώρα. Συνεπώς, ο ελληνικός στόλος θα μπορούσε να παίξει έναν σημαντικό ρόλο.

Επίσης, συζητήσαμε και τη δυνατότητα να δεχθούμε σπουδαστές από τη Βολιβία, στις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού. Η Ελλάδα έχει μια μακρά παράδοση στη θάλασσα και τη ναυτοσύνη. Είναι καλοδεχούμενοι οι σπουδαστές από τη Βολιβία στις Ακαδημίες του Εμπορικού Ναυτικού.