Πριν από λίγες ημέρες έγινε γνωστό πως η απορρόφηση του ΕΣΠΑ το 2016 έφτασε το 11,35% (1,6 δισ. κοινοτική συνδρομή) υπερκαλύπτοντας τον αρχικό στόχο του 7%. Πού αποδίδετε αυτή την εξέλιξη; Τι δεν έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση, το οποίο αντίστοιχα έκανε η νυν ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας, ώστε να επιτευχθούν αυτά τα αποτελέσματα;

Το αποτέλεσμα (11,35%) θα πρέπει να συγκριθεί όχι μόνο με τον στόχο για κάλυψη της προχρηματοδότησης (7%), αλλά και με το πενιχρό ποσοστό απορρόφησης (1,5%) που είχαν πετύχει οι κυβερνήσεις της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ στο αντίστοιχο σημείο της προηγούμενης περιόδου. Σε πολύ πιο δύσκολες οικονομικές συνθήκες, πετύχαμε δηλαδή οκτώ φορές μεγαλύτερη απορρόφηση.

Το αποτέλεσμα δεν θα κριθεί φυσικά με βάση τους ονομαστικούς στόχους που είχε θέσει η προηγούμενη κυβέρνηση στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2015-2018, τους οποίους θυμήθηκε τώρα, μέσα στην αμηχανία της, η Ν.Δ. Εκείνοι οι στόχοι δεν απέρρεαν από κανέναν ορθολογικό σχεδιασμό. Μοναδικό σκοπό είχαν να ωραιοποιήσουν τη δημοσιονομική εικόνα εμφανίζοντας τεχνητά πλεονάσματα. Γι’ αυτό, άλλωστε, δεν ελήφθησαν καθόλου υπόψη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία μας έθεσε ως ρεαλιστικό στόχο την απορρόφηση 1 δισ. κοινοτικής συνδρομής (ποσοστό 7%).

Την ίδια ανεύθυνη και μικροκομματική τακτική είχε ακολουθήσει η κυβέρνηση Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ όταν φόρτωνε με υπέρογκες υπερδεσμεύσεις τα προγράμματα του ΕΣΠΑ 2007 – 2013. Από την πλευρά μας, όπως το 2015 καταφέραμε να απασφαλίσουμε τη δημοσιονομική βόμβα των 6 δισ. ευρώ (που σήμαιναν οι υπερδεσμεύσεις) και εν τέλει να απορροφήσουμε πλήρως τους πόρους του προηγούμενου ΕΣΠΑ, έτσι και το 2016 κερδίσαμε το στοίχημα με την εκκίνηση του νέου ΕΣΠΑ.

Η ταχεία ενεργοποίηση όλων των προγραμμάτων και κατόπιν η μεγάλη απορρόφηση πόρων ήταν αποτέλεσμα έγκαιρου και έλλογου σχεδιασμού, σκληρής δουλειάς και συντονισμένης προσπάθειας του υπουργείου και όλων εκείνων των φορέων που εμπλέκονται στη διαχείριση και υλοποίηση των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ. Ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν επαναπαυόμαστε. Επιδίωξή μας είναι η ποσοτική επιτυχία στην απορρόφηση των πόρων να μεταφράζεται διαρκώς σε απτή βελτίωση της κατάστασης στην πραγματική οικονομία και στην ποιότητα ζωής των συμπολιτών μας.

Έχετε δηλώσει ότι υπάρχουν περιθώρια για άσκηση κοινωνικής πολιτικής μέσω των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, ιδιαίτερα στους τομείς της Υγείας και της Παιδείας. Ποια είναι τα επόμενα βήματα που σχεδιάζει η κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση;

Ο στόχος στον οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως -για απτά ποιοτικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα στο κοινωνικό πεδίο- έγινε ήδη πράξη, σε σημαντικό βαθμό, τον περασμένο χρόνο. Πρώτη φορά προσελήφθησαν έγκαιρα όλοι οι αναπληρωτές καθηγητές που απαιτούνταν ώστε να ανοίξουν τα σχολεία ομαλά και στην ώρα τους. Εφαρμόστηκε με επιτυχία το νέο πρόγραμμα για τους παιδικούς σταθμούς, με υψηλότερο προϋπολογισμό από ποτέ, περισσότερους ωφελούμενους και σαφείς κοινωνικές προτεραιότητες. Στην ίδια κατεύθυνση, και σε αγαστή συνεργασία με το αρμόδιο υπουργείο Υγείας, προωθούμε τη μεγάλη μεταρρύθμιση στην Πρωτοβάθμια Υγεία.

Ποιοι είναι οι στόχοι που έχετε θέσει για το 2017 σε ό,τι αφορά το ΕΣΠΑ; Σε ποιον αναπτυξιακό σχεδιασμό εντάσσονται;

Καθώς έχει ενεργοποιηθεί πάνω από το 55% των προγραμμάτων του νέου ΕΣΠΑ (προσκλήσεις ύψους 9,8 δισ. ευρώ), το 2017 θα είναι χρονιά σημαντικής απορρόφησης πόρων. Θα υλοποιηθούν δράσεις σε ένα ευρύ φάσμα που περιλαμβάνει σημαντικά περιβαλλοντικά έργα υποδομών, καθώς και κοινωνικές δράσεις για την ενίσχυση της απασχόλησης και την επούλωση των πληγών που επέφεραν στο κοινωνικό σώμα η κρίση και οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές.

Στο πεδίο της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, που αποτελεί κεντρική προτεραιότητα, επιχειρούμε να προωθήσουμε νέα καινοτόμα και εξωστρεφή σχήματα που θα στηρίξουν και θα στηριχτούν από τα βασικά παραγωγικά υποκείμενα, ιδιαίτερα τους νέους επιχειρηματίες, τους νέους επιστήμονες και ερευνητές. Πολύ περισσότερο, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια, επιδιώκουμε να ενισχύσουμε τη θέση στην οικονομία του σημαντικότερου παραγωγικού συντελεστή, που είναι η εργασία.

Η χώρα μας διαθέτει ένα εξαιρετικά μορφωμένο και καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, νέους επιστήμονες με διεθνείς διασυνδέσεις που ασφυκτιούν στους περιορισμένους ορίζοντες της ελληνικής οικονομίας. Στόχος μας είναι να διαμορφώσουμε τις κατάλληλες προϋποθέσεις -με τις αναγκαίες τομές- ώστε να αξιοποιηθεί αυτό το δυναμικό σε τομείς έντασης γνώσης και τεχνολογίας που θα παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, ικανά να σταθούν στον διεθνή ανταγωνισμό.

Μία σημαντική δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και οι επαγγελματίες είναι η έλλειψη ρευστότητας και γενικότερα η αδυναμία πρόσβασης σε επενδυτικά κεφάλαια. Πώς σκοπεύετε ν’ αντιμετωπίσετε αυτό το πρόβλημα;

Πέρα από τα προγράμματα του ΕΣΠΑ, επιδιώκουμε την άμεση και ουσιαστική παροχή ρευστότητας στην οικονομία, κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους νέους επαγγελματίες που επλήγησαν βαριά από την πιστωτική ασφυξία των προηγούμενων ετών. Τον στόχο αυτόν υπηρετούν τα τρία νέα χρηματοδοτικά εργαλεία που ενεργοποιήσαμε στο τέλος του 2016: το καινοτόμο Υπερταμείο Συνεπενδύσεων (Equity Fund of Funds), το Ταμείο Επιχειρηματικότητας ΙΙ και το «Εξοικονομώ» ΙΙ.

Τα τρία ταμεία έχουν προικιστεί με πόρους 1 δισ. ευρώ και, με τη μόχλευση που θα επιτευχθεί, θα κινητοποιήσουν πάνω από 2 δισ. ευρώ στην πραγματική οικονομία. Πιο συγκεκριμένα, μέσα από το Υπερταμείο Συνεπενδύσεων θα μπορούν, για πρώτη φορά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις να αντλούν χρηματοδότηση με τη μορφή της συμμετοχής στη μετοχική τους σύνθεση (equity capital, venture capital). Με αυτόν τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα σε καινοτόμες επιχειρήσεις να εξασφαλίσουν κεφάλαια από μεγάλους εγχώριους και διεθνείς επενδυτές που δεν μπορούσαν έως τώρα να τις προσεγγίσουν λόγω του μικρού τους μεγέθους.

Τέλος, το πρώτο τρίμηνο του 2017 θα ενεργοποιηθούν ακόμη το νέο Ταμείο Υποδομών, με έμφαση στην ενεργειακή εξοικονόμηση δημόσιων και δημοτικών κτηρίων, καθώς και τουριστικών υποδομών, αλλά και το νέο Ταμείο Μικροπιστώσεων, που θα ενισχύσει, μεταξύ άλλων, εγχειρήματα κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.

Ποια είναι η εικόνα από την ενεργοποίηση των πρώτων καθεστώτων του νέου αναπτυξιακού νόμου; Έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον από τη μεριά των επιχειρήσεων;

Ο νέος αναπτυξιακός νόμος αποτελεί τομή σε σχέση με τους αντίστοιχους νόμους του παρελθόντος, όχι μονάχα επειδή πρώτη φορά προβλέπει έναν συνδυασμό ενισχύσεων και φορολογικών κινήτρων, αλλά προπάντων σε ό,τι αφορά τις κατευθύνσεις του. Έμφαση δίνεται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στις συνέργειες και δικτυώσεις, σε τομείς προτεραιότητας όπως η έρευνα / τεχνολογία ή η αγροδιατροφή. Ακόμη, πρώτη φορά, εντάσσονται ισότιμα στα καθεστώτα του νόμου κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις.

Τα μέχρι στιγμής μηνύματα από την ενεργοποίηση των πρώτων καθεστώτων είναι σαφώς ενθαρρυντικά. Στον πρώτο μόνο κύκλο, δηλαδή σε διάστημα μικρότερο από τέσσερις μήνες, για μόλις τέσσερα από τα οκτώ συνολικά καθεστώτα του νόμου, αναμένεται να υποβληθούν περί τα 800 επενδυτικά σχέδια, με ιδιαίτερο βάρος στη βιομηχανία / μεταποίηση καθώς και στον πρωτογενή τομέα. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, στα τέσσερα χρόνια του προηγούμενου αναπτυξιακού νόμου εγκρίθηκαν συνολικά 1.200 σχέδια.

Κύριε Χαρίτση, έχετε αναλάβει, μετά τον ανασχηματισμό, και το χαρτοφυλάκιο της βιομηχανίας. Ποια είναι η στρατηγική της κυβέρνησης για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας;

Η κρίση της ελληνικής οικονομίας δεν είναι μόνο δημοσιονομική, αλλά κατά βάση δομική, κρίση ενός στρεβλού και αδιέξοδου παραγωγικού μοντέλου. Οπότε και η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε είναι διπλή. Αφενός να αναστρέψουμε τις συνέπειες της κρίσης των τελευταίων χρόνων εξασφαλίζοντας τις αναγκαίες επενδυτικές ωθήσεις. Αφετέρου να θέσουμε τις βάσεις για ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, βιώσιμο οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά.

Επιδιώκουμε λοιπόν να δημιουργήσουμε αλυσίδες αξίας, οι οποίες θα αγκαλιάζουν όλα τα στάδια της παραγωγής και στις οποίες ο μεταποιητικός και βιομηχανικός κλάδος θα έχει κομβικό ρόλο. Μέσα από μια τέτοια ολιστική προσέγγιση η ελληνική βιομηχανία μπορεί να αποκτήσει νέα πνοή, υιοθετώντας μάλιστα σύγχρονες διεθνείς τάσεις, όπως η στροφή στην «κυκλική οικονομία», που δίνει έμφαση στην επαναχρησιμοποίηση των πόρων και την ελαχιστοποίηση των αποβλήτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, όπως το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, μπορούν να μετατραπούν σε πλεονέκτημα, μέσα από τη δημιουργία συστάδων επιχειρήσεων (clusters). Με τα εργαλεία που διαθέτουμε, όπως το νέο ΕΣΠΑ και τον αναπτυξιακό νόμο, επιδιώκουμε λοιπόν να ενισχύσουμε αυτές τις κατευθύνσεις: δικτύωση και συνεργατικότητα, περιβαλλοντική βιωσιμότητα, επένδυση στην έρευνα και την τεχνολογική καινοτομία.

Το 2017 είναι έτος εκλογών για μία σειρά χώρες της Ευρώπης, με τις ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις να εμφανίζουν σημαντική δυναμική. Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση το επόμενο διάστημα;

Πράγματι η χρονιά που μόλις μπήκε θα είναι κρίσιμη για το μέλλον της Ευρώπης. Οι σκληρές πολιτικές λιτότητας που επικράτησαν το προηγούμενο διάστημα διεύρυναν την κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και έθεσαν υπό αμφισβήτηση την ευρωπαϊκή ιδέα. Εμφανίστηκαν ευρωσκεπτικιστικές, εθνικιστικές και ξενοφοβικές δυνάμεις που διεκδικούν αναβαθμισμένο ρόλο σε πολλές χώρες.

Πέρα από αυτό, όμως, έχει ήδη αρχίσει στο εσωτερικό της Ένωσης μια κρίσιμη συζήτηση που αφορά τη φυσιογνωμία της μετά το 2020. Εδώ συγκρούονται δύο λογικές. Η μία είναι εκείνη που θέλει να εγκαταλειφθούν ουσιαστικά οι πολιτικές συνοχής όπως τις ξέραμε μέχρι σήμερα και οι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διανέμονται κεντρικά χωρίς το κριτήριο της σύγκλισης μεταξύ των χωρών να είναι το καθοριστικό. Η άλλη -την οποία υποστηρίζουμε κι εμείς- διεκδικεί τη διεύρυνση και την εμβάθυνση του πολιτικού πλαισίου της αλληλεγγύης και των προγραμμάτων συνοχής των διαρθρωτικών ταμείων, ώστε να αμβλυνθούν οι μεγάλες ανισότητες ανάμεσα στα κράτη-μέλη και να συγκλίνουν οι οικονομίες τους.

Η επιλογή αυτή είναι όρος επιβίωσης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως τώρα που η συνοχή της -ακόμα και η ίδια της η ύπαρξη, όπως έδειξε το βρετανικό δημοψήφισμα- δοκιμάζεται σκληρά από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τα επιβαλλόμενα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής.