Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι,

η συζήτηση που γίνεται σήμερα για ένα τόσο κρίσιμο αναπτυξιακό θέμα για τους δασικούς χάρτες συμπίπτει με ένα σημαντικό, κομβικό επίσης σημείο την συμφωνία που έγινε στο τελευταίο Eurogroup στη Μάλτα, το οποίο από ό,τι φαίνεται προκάλεσε έντονες ανησυχίες στο σύνολο της Αντιπολίτευσης και που στάθηκαν πολύ επικριτικά για αυτήν στο σύνολό τους, υπογραμμίζοντας τα αρνητικά αυτής της συμφωνίας.

Επιτρέψτε μου να σας θυμίσω ότι η δεύτερη αξιολόγηση αποτελεί ένα απόλυτα κομβικό σημείο για πολλούς και προφανείς λόγους. Η χώρα εφαρμόζει από το 2015 ένα πρόγραμμα, το οποίο είναι εμπροσθοβαρές, δηλαδή το σύνολο των μέτρων και των προσαρμογών που καλείτο η χώρα να κάνει με βάση αυτό το πρόγραμμα του 2015 αφορούν την πρώτη αξιολόγηση και κατά δεύτερο λόγο την δεύτερη αξιολόγηση. Πρακτικά, το σύνολο του προγράμματος 2015 – 2018 καλύπτεται από τις πρώτες δύο αξιολογήσεις, την πρώτη και τη δεύτερη.

Εκ των πραγμάτων σήμερα διαπιστώνουμε ότι στη μέση του προγράμματος, αυτή είναι η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, το σύνολο των μέτρων δημοσιονομικών, μεταρρυθμιστικών και άλλων έχουν καλυφθεί από αυτές τις δύο αξιολογήσεις και στη συνέχεια το πρόγραμμα θα παραμείνει διαδικαστικό με την έννοια της ολοκλήρωσης της εφαρμογής αυτών των συγκεκριμένων αποφάσεων.

Το δεύτερο στοιχείο της αρχικής συμφωνίας -σας το υπενθυμίζω και αυτό- ήταν ότι η Ελλάδα αποποιήθηκε την άμεση αποπληρωμή 50 δισεκατομμυρίων, που ήταν δεσμευμένη να πληρώσει τα έτη 2015-2019, με βάση τις προηγούμενες συμφωνίες, το δεύτερο πρόγραμμα.

Αυτά μετατράπηκαν σε τριακονταετές δάνειο και ταυτόχρονα η παρούσα Κυβέρνηση, στο πλαίσιο της υλοποίησης αυτής της συμφωνίας, του 2015-2018, άνοιξε το κεφάλαιο των βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Υπενθυμίζω ότι έχουν εγκριθεί τα βραχυπρόθεσμα και ότι μέρος της συζήτησης που γίνεται τώρα αφορά και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που δημιουργούν από κοινού αυτές οι δυο ενότητες, μια πλήρη ασφάλεια για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους μέχρι το 2032.

Ειρήσθω εν παρόδω, στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας ο Ιούλιος είναι η τελευταία «μεγάλη» δόση που καλείται να πληρώσει η χώρα μέχρι το 2022. Από τον Ιούλιο μέχρι το 2022, δηλαδή, οι επόμενες δανειακές υποχρεώσεις της χώρας θα καλύπτονται από τα πλεονάσματα του προϋπολογισμού.

Τα υπογραμμίζω όλα αυτά γιατί αυτή η κομβικής σημασίας δεύτερη αξιολόγηση έχει πάρα πολλές δυσκολίες κατά τη διαπραγμάτευση, αναμφίβολα. Υπενθυμίζω ότι ήταν η συμμετοχή ή μη του ΔΝΤ στο πρόγραμμα το οποίο έθετε διάφορα θέματα. Ανάμεσα στα άλλα τη λήψη μέτρων πριν από το 2018. Δεν ελήφθησαν μέτρα πριν από το 2018, για το τρέχον πρόγραμμα. Το υπογραμμίζω αυτό για όσους μας καλούσαν γιατί δεν κλείσαμε τη διαπραγμάτευση εν τάχει. Ήταν αν θα υπάρχει σύνδεση με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του χρέους ή όχι. Το σημαντικότερο απ’ όλα, αν θα κάνουμε μια συζήτηση για μέτρα ή θα βάλουμε και αντιμέτρα. Φαντάζομαι ότι η Αντιπολίτευση σύσσωμη θα ήθελε να βάλουμε μόνο μέτρα κι όχι αντιμέτρα στα οποία θα σταθώ και στη συνέχεια.

Συνεπώς, η διαπραγμάτευση και με πολλά άλλα σύνθετα προβλήματα, εκ των πραγμάτων πήρε μια μορφή στην οποία η δική μας στρατηγική, επαναλαμβάνω, περιελάμβανε όλα αυτά τα στοιχεία τα οποία στη συνέχεια διαμόρφωσαν μια πιο ισορροπημένη λύση απ’ αυτή την οποία ήμασταν έτοιμοι να συζητήσουμε και να βρούμε μια λογική λύση.

Αυτό απογοήτευσε πάρα πολλούς που επένδυσαν στο να μην κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση. Να υπενθυμίσω μερικές κατηγορίες απ’ αυτούς.

Πρώτοι, αυτοί που φιλοδοξούσαν να επαναφέρουν στο τραπέζι σενάρια περί εξόδου της χώρας από το ευρώ, όπως είχαμε αποτρέψει το 2015.

Δεύτερη κατηγορία, αυτοί που επίμονα θεωρούν ότι η λύση στα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας σήμερα είναι οι εκλογές και η πτώση της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Νομίζω ότι κλιμακώθηκε η επίθεση απ’ όλες τις πλευρές προκειμένου να θεωρηθεί ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα είναι το κομβικό σημείο για να υπάρξει ένα τέτοιο πολιτικό σενάριο.

Τρίτον, σημαντικές ομάδες συμφερόντων οι οποίες προσδοκούσαν να αλλοιωθεί το πρόγραμμα του 2015-2018, όπως έχει συμφωνηθεί, και να μπουν στην ατζέντα θέματα που δεν είναι στο συμφωνηθέν πλαίσιο.

Νομίζω ότι με την συμφωνία αυτή, η οποία επετεύχθη και η οποία, υπενθυμίζω, είναι μια πολιτική συμφωνία στα κεντρικά θέματα, έκλεισε αυτός ο κύκλος όλης της προσπάθειας η δεύτερη αξιολόγηση να αποτελέσει εφαλτήριο πολιτικών εξελίξεων. Αυτός ο κύκλος έκλεισε. Έκλεισε ο κύκλος αυτών που θεώρησαν ότι η δεύτερη αξιολόγηση μπορεί να διαμορφωθεί με διαφορετικό πλαίσιο για τη χώρα και τη σταθερότητά της. Έκλεισε και ο κύκλος αυτών που θεωρούσαν ότι με τη δεύτερη αξιολόγηση θα μπορέσουν να φέρουν ένα σύνολο πραγμάτων τα οποία ήταν και είναι εκτός προγράμματος.

Είναι βέβαια μια συμφωνία δύσκολη. Αφορά στην περίοδο 2019-2020. Δεν θα ήθελα να αποφύγω κανένα από τα δύσκολα θέματα που έχει η συμφωνία. Το πρώτο θέμα είναι το θέμα των συντάξεων. Υπενθυμίζω εδώ ότι στο θέμα των συντάξεων υπάρχει δέσμευση της χώρας για μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ. Υπενθυμίζω και τα νούμερα για να έχουμε αίσθηση του μέτρου. Είναι 28 δισεκατομμύρια σήμερα η συνταξιοδοτική δαπάνη και προβλέπεται μια μείωση 1,8 δισεκατομμύριο που θα αφορά στις συντάξεις, κατά κανόνα τις υψηλότερες, ανάλογα με τις τεχνικές λύσεις που θα δοθούν.

Υπάρχουν αντιμέτρα. Ένα και ισχυρό αντιμέτρο, θα αναφέρω και πάρα πολλά στη συνέχεια, είναι μια από τις βασικότερες δαπάνες των συνταξιούχων, η δαπάνη για τα φάρμακα. Υπενθυμίζω ότι σε αυτές τις περικοπές ως αντιμέτρο επιλέξαμε την κλιμακωτή μείωση της συμμετοχής των συνταξιούχων στα φάρμακα.

Συγκεκριμένα, μηδενική συμμετοχή των χαμηλοσυνταξιούχων, που λαμβάνουν ως 700 ευρώ, μείωση κατά 50% εκείνων, που λαμβάνουν ως 1.200 ευρώ, και μείωση κατά 25% όσων λαμβάνουν μέχρι 1.500 ευρώ μηνιαίως. Πρόκειται για μέτρα, που σε συνδυασμό με σημαντικές αλλαγές, που κάνουμε στο ΕΣΥ και αλλού, θα μπορέσουν να δημιουργήσουν έναν πόλο ανακούφισης τουλάχιστον αυτής της επίπτωσης, που θα έχει η προηγούμενη διάσταση.

Το δεύτερο μεγάλο θέμα είναι φυσικά το 2020 η μείωση του αφορολόγητου, το οποίο επίσης είναι ένα αρνητικό μέτρο, το οποίο καταλαβαίνουμε όλες τις συνέπειές του, απέναντι στο οποίο, όμως, τα αντιμέτρα έχουν δύο ισχυρούς πυλώνες και επιτρέψτε μου να σταθώ σε αυτούς.

Ο ένας ισχυρός πυλώνας αφορά τις οικογένειες. Είναι το πακέτο των μέτρων, που έχει περιληφθεί στα αντιμέτρα. Είναι εξαιρετικά εκτεταμένο και με σημαντικές επιπτώσεις. Πρώτον, επέκταση των οικογενειακών επιδομάτων. Δεύτερον, πλήρη κάλυψη της βρεφονηπιακής φροντίδας, που για τις εργαζόμενες οικογένειες είναι εξαιρετικά σημαντικό. Τρίτον, επέκταση του επιδόματος στέγασης σε ευάλωτες οικογένειες. Τέταρτον, επέκταση των σχολικών γευμάτων με στόχο να καλυφθεί το 50% του μαθητικού πληθυσμού.

Ο ένας πυλώνας επαναλαμβάνω είναι αυτός. Ο δεύτερος πυλώνας, εξίσου σημαντικός, αφορά την ελάφρυνση των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων που θίγονται. Μείωση του ΕΝΦΙΑ για τα χαμηλότερα στρώματα, μείωση του συντελεστή φορολόγησης εισοδημάτων φυσικών προσώπων από 22% σε 20% και κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ και μείωση κατά 2% στα εισοδήματα έως 30.000 ευρώ.

Απέχουν πολύ αυτά, που μόλις σας ανέγνωσα, από μια ψευδαίσθηση φιλανθρωπικής αντιμετώπισης δύο αρνητικών μέτρων. Αποτελούν σημαντικές τομές, ισχυρούς πυρήνες αντιμετώπισης σημαντικών προβλημάτων, που έχει το κοινωνικό κράτος και η κοινωνική μας πολιτική, έχοντας πάντα κατά νου ότι το ισοζύγιο των μέτρων και των αντιμέτρων θα είναι μηδενικό, δεδομένου ότι οι δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας αυτή τη στιγμή προαναγγέλλουν την επίτευξη των στόχων οι οποίοι δημοσιονομικά έχουν τεθεί.

Έπρεπε να υπογραμμίσω -και το υπογραμμίζω- ότι στο επίκεντρο αυτής της συμφωνίας είναι το ευαίσθητο θέμα της απασχόλησης. Η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων με την ολοκλήρωση του προγράμματος το 2018 αποτελεί ένα μεγάλο βήμα για την επαναφορά της χώρας στο ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο, καθώς και μια πληθώρα μέτρων, τα οποία περιλαμβάνονται στα αντιμέτρα, όπως είναι η κάλυψη του μισθολογικού κόστους ως και 50% στον ιδιωτικό τομέα για νέες προσλήψεις επιστημόνων και άλλων κατηγοριών εργαζομένων και μια σειρά από πρόσθετα μέτρα, τα οποία θα ενισχύσουν αυτήν την προσπάθεια.

Υπενθυμίζω ότι για το σύνολο των εργασιακών θεμάτων υπήρξε μια σημαντική συμφωνία, η οποία προστατεύει τον κόσμο της εργασίας από μια σειρά από θέματα, τα οποία ήταν στην ατζέντα και τα οποία τελικά δεν αποτελούν μέρος της συμφωνίας.

Με το κλείσιμο, λοιπόν, της πολιτικής συμφωνίας γυρίζουμε σελίδα. Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης ξεκαθαρίζει πλέον τον δρόμο για ένα ορατό, βατό πεδίο μέσα στο οποίο η χώρα μπορεί υπό κανονικές συνθήκες να επιστρέψει σε τροχιά ανάπτυξης. Καθήκον μας είναι η συστράτευση όλων των δυνάμεων, που σήμερα είναι πολλές και ελπίζουμε να πληθύνουν στο μέλλον, που μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση θέλουν και να διατηρήσουν τη χώρα στον σκληρό πυρήνα και να διευκολύνουν την ελληνική οικονομία να βρεθεί σε μια τροχιά ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής δικαιοσύνης, αναγνωρίζοντας το μεγάλο κόστος, που έχει πληρώσει η ελληνική κοινωνία τα επτά αυτά χρόνια.

Θα σταθώ κι ένα λεπτό -αν μου επιτρέπετε- στον νόμο που σήμερα καλούμαστε να ψηφίσουμε.

Θυμίζω ότι αυτό το οποίο ψηφίζουμε σήμερα, πέρασε από τρία κύματα αντιδράσεων.

Το πρώτο κύμα αντιδράσεων έλεγε: «Αποσύρετέ το, θα δημιουργήσει ένα τεράστιο χάος στη χώρα. Ούτε συζήτηση». Το ξεπεράσαμε αυτό το κύμα. Ο κ. Φάμελλος έγινε αποδέκτης δεκάδων αποφάσεων συμβουλίων, περιφερειακών δήμων, κραυγών κ.λπ., «είναι αδύνατον, δεν γίνονται αυτά τα πράγματα».

Το δεύτερο κύμα ήταν εκεί που αναρτήθηκαν οι δασικοί χάρτες. Και εκεί, επίσης, διαμορφώθηκε ένα τοπικό κλίμα ότι δεν είναι διαχειρίσιμο, ότι τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα -όλα αυτά που άκουσα και σήμερα από την αντιπολίτευση- ότι έχει χαράτσια, ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς για το «αποτρόπαιο» αυτό νομοθέτημα.

Το τρίτο κύμα είναι η συζήτηση που κάνουμε σήμερα ψύχραιμα, αναγνωρίζοντας όλες οι πτέρυγες της Βουλής τα εξής: Πρώτον την αναγκαιότητα να προχωρήσουμε. Δεύτερον, την αναγκαιότητα να αντιμετωπίσουμε ένα προς ένα τα συγκεκριμένα προβλήματα των αγροτών, των κτηνοτρόφων κ.λπ., χωρίς να ανοίξουμε την πόρτα στις φοβίες -που σωστά τέθηκαν- για αυθαιρεσιούχους και δεκάδες άλλα θέματα και άρα, να βρούμε τις πιο ισορροπημένες λύσεις. Τρίτο και βασικό είναι ότι και το θέμα των χρημάτων είναι ένα θέμα το οποίο ο νομοθέτης το αντιμετωπίζει, εισηγητικά, με πολύ ηπιότερο τρόπο απ’ ό,τι στο παρελθόν, απ’ ό,τι στον προηγούμενο νόμο, με πολύ μεγάλες εκπτώσεις και λογικά σε ένα επίπεδο συμβατό με τα δεδομένα αυτήν τη στιγμή όπως έχουν.

Υπό αυτούς τους όρους και υπό αυτές τις συνθήκες -όντως πάρα πολύ δύσκολο- αφού έχουμε ξεπεράσει και τα τρία στάδια, πρέπει να φτάσουμε στο πολύ απλό και προφανές συμπέρασμα: Πρέπει να προχωρήσουμε. Είναι μια μεγάλη τομή για τη χώρα. Θα έχει θετική επίπτωση, διότι θα αποτελέσει τη βάση για να μπορέσουν να προχωρήσουν και όλα τα άλλα πολεοδομικά σχέδια που έχουμε για το Κτηματολόγιο και τις παραλίες, για την ενθάρρυνση και την ανάπτυξη του πολεοδομικού σχεδιασμού της χώρας -ένα σύνολο πολεοδομικών νομοθετημάτων που υπάρχουν ήδη ή που θα συμπληρωθούν στους αμέσως επόμενους μήνες- και να γυρίσουμε, επιτέλους, σελίδα σε μια εκκρεμότητα δεκαετιών, την οποία η παρούσα Κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να κλείσει.

Σας ευχαριστώ.