Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις του 2017 ολοκληρώθηκαν. Όλα έγιναν με έναν οργανωτικά άψογο τρόπο και με την ανακοίνωση των βάσεων κλείνει και ο φετινός κύκλος των εισαγωγικών εξετάσεων.
Ήρθε, λοιπόν, η ώρα να αρχίσει μια ειλικρινής και σε βάθος συζήτηση με όλη την κοινωνία ως προς τον χαρακτήρα των Πανελλαδικών Εξετάσεων, στις οποίες για τόσα πολλά χρόνια έχουν επενδυθεί τόσες πολλές «ελπίδες» και «προσδοκίες». Η συζήτηση θα είναι δύσκολη, γιατί η πολιτεία αλλά και οι πολίτες πρέπει να αντιμετωπίσουμε μια συλλογική ευθύνη για το πώς φτάσαμε σε ένα σύστημα αδιάβλητο μεν, αλλά με πολύ σοβαρά προβλήματα.
Ας δούμε ορισμένα από τα πολλά προβλήματα:
· Για την προετοιμασία κάθε «φουρνιάς» υποψηφίων οι ελληνικές οικογένειες δαπανούν περί τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ, εκτός από τα ποσά που αντιστοιχούν στη στήριξη της δημόσιας εκπαίδευσης μέσω των φόρων.
· Παρά τις πολύ φιλότιμες προσπάθειες κάποιων εκπαιδευτικών, η Γ΄ Λυκείου δεν παίζει κανέναν ουσιαστικό εκπαιδευτικό ρόλο. Η κατάσταση αυτή έχει ήδη τραυματίσει σοβαρά και την εκπαιδευτική λειτουργία της Β΄ Λυκείου.
· Οι θεσμοί της παραπαιδείας έχουν μετατραπεί σε οργανικό μέρος του εκπαιδευτικού συστήματός μας.
· Η εγκυρότητα της γνώσης που τα παιδιά αποκτούν βασίζεται στην παπαγαλία και στην αλγοριθμοποίηση: δηλαδή η διαδικασία μετάδοσης της γνώσης έχει αποκλειστικό στόχο την επιτυχία στις εξετάσεις και με αυτό τον τρόπο καταστρατηγούνται θεμελιώδεις παιδαγωγικές και εκπαιδευτικές αρχές και πρακτικές. Όσοι αδυνατούν να παπαγαλίσουν και αρνούνται να δεχτούν τη λογική της αλγοριθμοποίησης μετατρέπονται σε εξ ορισμού αποτυχημένους.
· Η προετοιμασία για τις εξετάσεις ασκεί μια άκρως ανησυχητική καταπίεση στους νέους μας, σε μια ηλικία που επιβάλλεται να διευρύνουν τον προσωπικό τους χώρο, να αφουγκραστούν την κοινωνία αλλά και την οικογένεια τους, να αρχίσουν να καταλήγουν σε ένα πλαίσιο ηθικών και κοινωνικών αξιών, να σκεφτούν τι πραγματικά θέλουν να κάνουν όταν αποφοιτήσουν από το σχολείο. Αυτά δεν είναι θέματα που μπορούν να περιμένουν για «μετά τις εξετάσεις» αλλά ούτε και δευτερεύοντα ζητήματα γιατί «προέχουν οι σπουδές».
· Τελικά και ύστερα απ’ όλες αυτές τις ταλαιπωρίες, ένα σχετικά μικρό ποσοστό σπουδάζει αυτό που θέλει και ένα ανησυχητικά μεγάλο ποσοστό εισάγεται με βαθμούς κάτω από τη βάση. Βέβαια, αφού υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός εισακτέων σε κάθε Τμήμα, δεν είναι παράλογο να υπάρχει μια τέτοια βαθμολογική κατανομή.
· Οι επιδόσεις πολλών φοιτητών στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου των πανεπιστημιακών τους σπουδών είναι εξαιρετικά χαμηλές, που σημαίνει ότι, έπειτα από αυτή την εξαντλητική δοκιμασία να εισαχθούν στα ΑΕΙ, τους «μένουν» ελάχιστα απ’ όσα «έμαθαν».
Υπάρχουν κι άλλα πολλά προβλήματα, τεχνικού χαρακτήρα, αλλά τα παραπάνω είναι αρκετά ώστε να καταλήξουμε σε ένα πρώτο αμείλικτο ερώτημα: Ένα σύστημα εισαγωγής, που ομολογουμένως είναι αδιάβλητο, είναι και παιδαγωγικά αξιόπιστο; Και μήπως κρυβόμαστε πίσω από το αδιάβλητο ώστε να μην αντιμετωπίσουμε το κομβικό ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί και από την απάντηση που θα δοθεί θα προκύψουν όλα τα υπόλοιπα: Θέλουμε να είμαστε μια κοινωνία που θα αποκτήσει ένα Λύκειο το οποίο θα προετοιμάζει τα παιδιά για τον επόμενο κύκλο σπουδών ή θέλουμε ουσιαστικά να συνεχίσουμε όπως έχουν τα πράγματα σήμερα;
Το κομβικό, λοιπόν, ζήτημα που θα πρέπει να συζητηθεί είναι το Λύκειο, πώς θα ξανακερδίσουμε το Λύκειο και πώς το Λύκειο θα αποκτήσει τον ρόλο που του αρμόζει στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Θέλουμε να γίνουμε μια κοινωνία με ένα Λύκειο όπου όλα θα γίνονται εντός του και όχι να συνεχίσουμε να καλλιεργούμε μια νοοτροπία, αυτή της παραπαιδείας, η οποία έχει καταβροχθίσει ένα τμήμα του εκπαιδευτικού μας συστήματος; Θα δούμε κατάματα τα χαρακτηριστικά του υπάρχοντος συστήματος εισαγωγικών εξετάσεων, που είναι μεν αδιάβλητο, αλλά έχει εξαντλήσει την όποια εκπαιδευτική και παιδαγωγική του δυναμική; Θα αρχίσουμε να συζητάμε τη δομή και το γενικότερο θέμα των προπτυχιακών σπουδών; Ενώ κάνουμε τόσες πολλές συζητήσεις για τα μεταπτυχιακά και τα ερευνητικά προγράμματα -και ορθά-, γιατί δεν δίνουμε εξίσου μεγάλη έμφαση στα προπτυχιακά; Όποιοι κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν πως η απόλυτη προτεραιότητά μας είναι η ριζική μεταρρύθμιση του Λυκείου και προσανατολίζουν τη συζήτηση στις εισαγωγικές εξετάσεις ουσιαστικά επιδιώκουν να μην αλλάξει τίποτα απολύτως.