Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την ανάπτυξη του τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics) ενέκρινε το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥ.Σ.ΟΙ.Π.), το οποίο συνεδρίασε την Τρίτη 13 Ιουνίου 2017, υπό τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη.

Σύμφωνα με την εισήγηση του αρμόδιου υφυπουργού Υποδομών και Μεταφορών Ν. Μαυραγάνη, ο κύριος στόχος του Εθνικού Σχεδίου Δράσης, με ορίζοντα εφαρμογής την προσεχή 3ετία, είναι η ανάπτυξη ενός ανταγωνιστικού, αποτελεσματικού και αποδοτικού τομέα logistics, ο οποίος θα καθιερώσει την Ελλάδα ως πάροχο σχετικών υπηρεσιών διεθνούς εμβέλειας. Προς επίτευξη του ανωτέρω στόχου προσδιορίστηκαν 35 Δράσεις σε κάθε μία από τις οποίες αναλύεται η τρέχουσα κατάσταση, τα αναμενόμενα αποτελέσματα, τα στάδια εφαρμογής, οι Δείκτες αξιολόγησης των αποτελεσμάτων, ο υπεύθυνος και εμπλεκόμενος φορέας, ο Προϋπολογισμός, η πηγή χρηματοδότησης και η περίοδος εφαρμογής (έναρξη- λήξη) της Δράσης.

Παράλληλα, αποφασίστηκε η συγκρότηση Επιτροπής Παρακολούθησης του Εθνικού Σχεδίου δράσης, η οποία θα ενημερώνει ανά εξάμηνο το ΚΥ.Σ.ΟΙ.Π, με τη συμμετοχή των Υπουργείων: Υποδομών και Μεταφορών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής,  Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης. Την προεδρία θα έχει το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών σε επίπεδο Γενικού Γραμματέα ενώ θα συμμετέχει και η Γενική Γραμματεία Συντονισμού.

Ο κλάδος της εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics) ήδη κατέχει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, καθώς υπολογίζεται ότι αντιπροσωπεύει περίπου το 10,8% του εγχώριου ΑΕΠ ενώ παράλληλα έχει αποδειχτεί ανθεκτικός κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Σε σχέση, όμως, με τις δυνατότητες της χώρας και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα η συμμετοχή του κλάδου των logistics παραμένει ακόμη σε χαμηλά, σχετικά, επίπεδα, γεγονός που αναδεικνύει και τις σημαντικές δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης. Επιδίωξη της κυβέρνηση είναι να αποτελέσει έναν από τους βασικούς πυλώνες της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, με βάση ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης και με πιστή τήρηση των περιβαλλοντικών όρων και προϋποθέσεων.

Στο πλαίσιο αυτό, ο λιμένας του Πειραιά είναι ήδη ο πιο αναπτυσσόμενος στη Μεσόγειο και σύντομα θα είναι ο δεύτερος ευρωπαϊκός λιμένας στη Μεσόγειο από την άποψη του όγκου διακινούμενων containers. Επιπλέον, άλλα λιμάνια όπως η Θεσσαλονίκη, η Αλεξανδρούπολη και η Ηγουμενίτσα μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην προσέλκυση διεθνών εμπορευματικών ροών.

Την ίδια στιγμή η σχεδιαζόμενη ανάπτυξη του Θριάσιου Πεδίου, όπου στη συνολική έκταση των 2.200 περίπου στρεμμάτων δημιουργείται από τη ΓΑΙΑΟΣΕ Α.Ε και τον ΟΣΕ Α.Ε το μεγαλύτερο Εμπορευματικό Κέντρο στη χώρα, σε συνδυασμό με τη διάθεση του στρατοπέδου Γκόνου ως Επιχειρηματικό Πάρκο στη Βόρεια Ελλάδα, την ολοκλήρωση των οδικών και σιδηροδρομικών δικτύων και την ανάδειξη του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών σε διαμετακομιστικό κόμβο διεθνούς εμβέλειας, μπορούν να είναι οδηγοί της Ελληνικής αγοράς Εφοδιαστικής για την προσεχή 3ετία.

 

Επιπρόσθετα, στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥ.Σ.ΟΙ.Π.) συζητήθηκε το σχέδιο κατανομής των πρόσθετων πόρων του ΕΣΠΑ, ύψους 970,7 εκατ. ευρώ, που δικαιούται η χώρα μας για την περίοδο 2014-2020.

Το ΚΥ.Σ.ΟΙ.Π. ενέκρινε την πρόταση κατανομής των πρόσθετων πόρων που κατέθεσε το Υπουργείο Οικονομίας, η οποία λαμβάνει υπόψη τις αναπτυξιακές προτεραιότητες, τις επιτακτικές ανάγκες σε επιμέρους τομείς πολιτικής, αλλά και τα δεδομένα που απορρέουν από τους Κοινοτικούς Κανονισμούς. Με βάση την εν λόγω πρόταση ο αρμόδιος Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομίας Α. Χαρίτσης θα διαπραγματευτεί με τις Υπηρεσίες της Ε.Ε την οριστική κατανομή των πόρων αυτών στα Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ 2014-2020.

Επιδίωξη της κυβέρνησης είναι να κατανεμηθούν ισόποσα οι πόροι μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), προκειμένου να στηριχτούν δράσεις που αφορούν:

– το κοινωνικό κράτος (παιδικοί σταθμοί, Υγεία, Ρομά κ.ά.)

– την απασχόληση (πρωτοβουλία απασχόλησης νέων, ενίσχυση νέων επιστημόνων, αναπληρωτές καθηγητές κ.ά.)

– τη μεταρρύθμιση του δημοσίου τομέα (νέο Σύστημα Πρωτοβάθμιας Υγείας)

– την ανταγωνιστικότητα και τις υποδομές (Ταμείο υποδομών, Αναπτυξιακός νόμος, διαχείριση λυμάτων και στερεών αποβλήτων, ενέργεια κ.ά.).