Κυρία Πρόεδρε, θα προσπαθήσω τουλάχιστον στην πρωτολογία μου να μείνω στο θέμα της επίκαιρης ερώτησης. Όχι ότι δεν είναι ενδιαφέροντα και σημαντικά όλα αυτά τα οποία ετέθησαν. Ενδεχομένως, αν βρεθεί χρόνος στη δευτερολογία, να πούμε κάποια πράγματα και γι’ αυτά.
Θα μείνω στο θέμα, γιατί θεωρώ ότι η επίκαιρη ερώτηση του κ. Λεβέντη είναι μια σημαντική αφορμή για να ειπωθούν ορισμένα σημαντικά πράγματα για έναν τομέα που αφορά την κάθε ελληνική οικογένεια, που είναι ο τομέας της υγείας.
Είναι ένας τομέας ο οποίος έχει δεινοπαθήσει, ιδιαίτερα στα χρόνια της κρίσης που είχαμε μια τρομακτική συρρίκνωση της ποιότητας και του επιπέδου των υπηρεσιών, ιδιαίτερα στον χώρο της δημόσιας υγείας. Άρα, θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό αυτή η συζήτηση να προχωρήσει σε βάθος, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να αντιληφθούν τι πραγματικά συντελείται στον χώρο της υγείας.
Έλεγα πριν ότι τα χρόνια της κρίσης υπέστη μια τρομακτική επίθεση. Και πράγματι αναφέρομαι στην πενταετία 2010-2014, όπου, ενώ ο μνημονιακός στόχος ήταν η δημόσια δαπάνη για την υγεία να είναι στο 6% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, και ενώ η δημόσια δαπάνη ξέρετε ότι το 2009 πριν την κρίση ήταν στο 6,8%, δηλαδή τα ίδια τα μνημόνια προέβλεπαν μια μείωση ελάχιστη κατά 0,8%, εμείς παραλάβαμε στις αρχές του 2015 τη δημόσια δαπάνη στο 4,7% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.
Βεβαίως, δεν μας παραξενεύει το γεγονός ότι ήταν ακόμα χαμηλότερη από ό,τι τα ίδια τα μνημόνια προέβλεπαν, όταν εκείνη την περίοδο θα σας θυμίσω ότι υπήρχε ένας διαγκωνισμός για το ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι θα πάρουν τη δόξα των «μεταρρυθμίσεων»: οι δανειστές μας, ο κ. Τόμσεν, ή οι Υπουργοί που πέρναγαν από τον χώρο της υγείας; Και λέω των «μεταρρυθμίσεων», γιατί το να κόβεις δαπάνες – και μάλιστα ανελαστικές δαπάνες – δεν είναι μεταρρυθμίσεις.
Τι κάναμε εμείς όταν παραλάβαμε; Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι παραλάβαμε σε ένα πλαίσιο που όλοι γνωρίζετε ότι ήταν πλαίσιο χρηματοδοτικής ασφυξίας. Παρ’ όλα αυτά -και πιστεύω ότι αυτό ήταν ένα μικρό θαύμα- ανεβάσαμε άμεσα το 2015 –θυμάστε την πολύ δύσκολη χρονιά- την κρατική χρηματοδότηση στο 5,1% του ΑΕΠ. Για πρώτη φορά το αυξήσαμε μετά την περίοδο της κρίσης.
Ενώ το όριο των αγορών στα δημόσια νοσοκομεία το 2015 ήταν προϋπολογισμένο από την Κυβέρνηση Σαμαρά σε ένα 1 δισεκατομμύριο 388 εκατομμύρια ευρώ, εμείς φτάσαμε τελικά στο 1 δισεκατομμύριο 556 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή σχεδόν 200 εκατομμύρια ευρώ παραπάνω και επαναλαμβάνω τη δύσκολη χρονιά του 2015. Και αυξήσαμε ακόμα περισσότερο τις δαπάνες άλλα 200 εκατομμύρια ευρώ το 2016.
Οφείλω, επίσης, να σας πω ότι, παρά την πιεστική δημοσιονομική κατάσταση, καταφέραμε αυτές τις δύο χρονιές να αντιμετωπίσουμε ριζικά τα χρέη στα δημόσια νοσοκομεία. Τον Δεκέμβρη του 2014 τα δημόσια νοσοκομεία είχαν έλλειμμα 936 εκατομμύρια ευρώ. Σήμερα έχουν σταματήσει να δημιουργούνται νέα χρέη. Τα παλιά χρέη που δημιουργήθηκαν στις μέρες των προηγούμενων κυβερνήσεων αποπληρώνονται κανονικά και τον Δεκέμβρη του 2016 τα νοσοκομεία μας δεν είχαν έλλειμμα αλλά πλεόνασμα 36 εκατομμύρια ευρώ.
Με δυο λόγια, παραλάβαμε χρεοκοπημένα νοσοκομεία και καταφέραμε να τα φέρουμε σε μια κατάσταση οικονομικής βιωσιμότητας και μάλιστα χωρίς νέες περικοπές, αλλά με αυξήσεις δαπανών.
Το ερώτημα είναι: πώς έγινε αυτό; δεν είμαστε ούτε θαυματοποιοί, ούτε μάγοι, ούτε τετραγωνίσαμε κανέναν κύκλο. Υπάρχει εξήγηση για το πώς έγινε αυτό.
Αυτό έγινε ασκώντας μια προσεκτική και επίμονη πολιτική εξοικονόμησης εκεί που, όπως γνωρίζετε, για ολόκληρες δεκαετίες γινόταν ένα μεγάλο πάρτι, στις προμήθειες, στις δαπάνες και στις υπερτιμολογήσεις.
Έτσι καταφέραμε και ένα άλλο μεγάλο κατόρθωμα -κατά την άποψή μου- και ιδίως αν το σκεφτεί κανείς ότι τα καταφέραμε στην περίοδο της κρίσης, της μνημονιακής πειθαρχίας. Καταφέραμε να εντάξουμε 2,5 εκατομμύρια ανασφάλιστους συμπολίτες μας στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, που ήταν το σημαντικότερο ή, αν θέλετε, ένα από τα σημαντικότερα μέτρα του λεγόμενου παράλληλου προγράμματος, που κάποιοι λοιδόρησαν, αμφισβήτησαν και θεώρησαν ότι δεν υφίσταται. Και όμως αυτό, σήμερα, είναι πραγματικότητα.
Δεν υπάρχει ούτε ένας πολίτης, ανεξάρτητα από το αν είναι ασφαλισμένος ή όχι, που να στερείται της δυνατότητας πρόσβασης στα δημόσια νοσοκομεία και δεν φεύγει από αυτά με «μπουγιουρντί», όπως συνέβαινε παλαιότερα.
Από αυτούς τους πολίτες, τα 2,5 εκατομμύρια, περίπου το 1/3 έχει, επίσης, μηδενική συμμετοχή στα φάρμακα που χρειάζεται. Και είναι περιττό να πω ότι αυτή η αυτονόητη ενέργεια ήταν αδιανόητη πριν από το 2015, αλλά δεν ήταν αδιανόητη μόνο την περίοδο των μνημονίων, ήταν αδιανόητη και πριν από τα μνημόνια, όταν οι ανασφάλιστοι, βεβαίως, ήταν πολύ λιγότεροι και θα μπορούσε να είναι μια απολύτως εύλογη παρέμβαση. Και αναφέρομαι στα χρόνια εκείνα στα οποία το χρήμα στην υγεία έρρεε άφθονο, αλλά δυστυχώς έρρεε στις τσέπες κάποιων επιτήδειων.
Αντιλαμβάνεστε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, προφανώς, ότι το ζήτημα της επαρκούς λειτουργίας των νοσοκομείων, πρώτα απ’ όλα, σχετίζεται με την επάρκεια του προσωπικού των νοσοκομείων. Οφείλω, λοιπόν, να σας πω ότι παραλάβαμε ένα σύστημα με τρομακτικά κενά.
Στα ελληνικά δημόσια νοσοκομεία δεν είχε γίνει καμία πρόσληψη από το 2010 και για ολόκληρο το 2014. Για πέντε ολόκληρα χρόνια είχαμε μονάχα απολύσεις. Διότι για κάποιους είναι πολύ εύκολο να βαφτίζουν τις περικοπές μεταρρυθμίσεις και βεβαίως όταν ξεκινάνε τις περικοπές να ξεκινάνε από το προσωπικό των νοσοκομείων.
Από τη στιγμή που αναλάβαμε μέχρι σήμερα, έχουν γίνει ήδη 6.256 προσλήψεις, εκ των οποίων το 1/3, δηλαδή οι 2.200, είναι μόνιμο προσωπικό. Άλλοι 3.600, εκ των οποίων οι μισοί είναι μόνιμοι, έχουν επιλεγεί και αναλαμβάνουν υπηρεσία το αμέσως επόμενο διάστημα. Έχουν προκηρυχθεί ήδη άλλες 1.974 θέσεις, από τις οποίες οι 1.759 θα είναι μόνιμες και τέλος προκηρύσσονται το επόμενο διάστημα άλλες 3.200 θέσεις, εκ των οποίων οι 2.350 θα είναι μόνιμες, ενώ συμπληρώνονται οι 3.100 θέσεις εργαζομένων για τις τοπικές μονάδες υγείας. Πρόκειται για γιατρούς, νοσηλευτές, διασώστες του ΕΚΑΒ και λοιπό προσωπικό. Συνολικά, λοιπόν, σε μια περίοδο που τα δημοσιονομικά της χώρας, όπως όλοι γνωρίζουμε, κινούνται σε εξαιρετικά στενά πλαίσια, έχουν ήδη καλυφθεί πάνω από 6.000 θέσεις προσωπικού και προγραμματίζεται να καλυφθούν στο προσεχές διάστημα άλλες 12.000 θέσεις, εκ των οποίων οι 8.000 θα είναι μόνιμο προσωπικό.
Οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους και είμαι βέβαιος ότι σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αυτοί οι αριθμοί δεν θα είναι απλά αριθμοί, αλλά θα μπορούν να τους κατανοήσει ο κάθε Έλληνας πολίτης, ο κάθε πολίτης που βρίσκεται σε ένα δημόσιο νοσοκομείο.
Δεν ισχυρίζομαι ότι θα γίνουν παράδεισος τα νοσοκομεία, αλλά θα γίνει απολύτως σαφές στον πολίτη που πήγαινε να νοσηλευθεί και βρισκόταν σε θαλάμους των είκοσι και τριάντα με μία νοσηλεύτρια. Τώρα θα βλέπει νοσηλεύτριες και νοσηλευτές. Θα το διαπιστώσει στην πραγματικότητά του, στην καθημερινότητά του.
Ας πάμε παρακάτω στις συγκρίσεις. Αναφερθήκατε, κύριε Πρόεδρε, κύριε Λεβέντη, στο θέμα των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ). Ο αριθμός των κλινών που παραλάβαμε το 2015 στις ΜΕΘ ήταν τετρακόσιες τριάντα επτά. Ξέρετε, ο μεγαλύτερος αριθμός κλινών σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας που λειτούργησε ποτέ στη χώρα μας ήταν την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων και ήταν πεντακόσιες δεκατέσσερις. Ξέρετε, πόσες κλίνες έχουμε σήμερα στις ΜΕΘ που λειτουργούν; Είναι πεντακόσιες εξήντα οκτώ. Όχι μόνο περισσότερες από όσες παραλάβαμε, αλλά περισσότερες από όσες είχαμε ποτέ σε λειτουργία στο Εθνικό Σύστημα Υγείας την περίοδο της κρίσης.
Ξέρετε ποιος είναι ο προγραμματισμός μέχρι τον Ιούνιο; Ο αριθμός αυτός να φτάσει τις εξακόσιες εβδομήντα. Τι ακριβώς θέλετε να συγκρίνουμε; Να μιλήσουμε με στοιχεία, να μιλήσουμε με νούμερα. Όχι με επικοινωνιακές παράτες. Βέβαια, αυτά δεν θα τα ακούσετε στα δελτία των ειδήσεων. Εκεί θα δείτε βιντεάκια που φτιάχνουν διάφοροι καρεκλοκένταυροι βολεμένοι στο σύστημα της υγείας, που δεν έχουν και καμία σχέση με τους εργαζόμενους, διότι οι εργαζόμενοι τα βλέπουν αυτά και στηρίζουν αυτές τις προσπάθειες.
Και ξέρετε κάτι; Αυτό που με ενοχλεί περισσότερο δεν είναι να γίνεται κριτική, διότι επαναλαμβάνω υπάρχουν ακόμη προβλήματα στην υγεία, αυτό που με ενοχλεί ως πολίτη είναι ότι αυτοί που ασκούν σήμερα κριτική, επί πέντε χρόνια που βυθίζονταν το ΕΣΥ, δεν είχαν πει μια κουβέντα, ενώ ήταν οι πρώτοι που θα έπρεπε να πουν. Βεβαίως, το αφήγημα είναι ότι η υγεία ήταν μια χαρά, αλλά τώρα που ήρθαμε εμείς, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τινάξει το σύστημα υγείας στον αέρα. Είναι το περίφημο: «φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης».
Ας πάμε, όμως, παρακάτω: Σχετικά με το ΕΚΑΒ. Ήδη ενενήντα ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ έχουν παραδοθεί στις περιφέρειες της χώρας και το επόμενο διάστημα προκηρύσσεται νέος διαγωνισμός για άλλα εκατόν είκοσι ασθενοφόρα. Σε λίγο καιρό θα έχουν δοθεί δεκαεπτά μικρά ασθενοφόρα και μια κινητή μονάδα για τα νησιά μας.
Δώσαμε για έξι μήνες πενήντα διασώστες στα νησιά μας για να εξισορροπήσουμε την επιβάρυνση από την προσφυγική κρίση και ανοίξαμε τη βάση αεροδιακομιδών του ΕΚΑΒ στη Σύρο. Τη ζητούσαν για χρόνια οι κάτοικοι των Κυκλάδων και σήμερα από τη βάση αυτή μπορούν να μεταφέρονται πάνω από είκοσι πέντε επείγοντα περιστατικά κάθε μήνα, μειώνοντας τον χρόνο μεταφοράς κατά τριάντα πέντε πολύτιμα λεπτά και έτσι σώζονται ζωές.
Θεωρώ αναγκαία να σταθώ και σε μια πρακτική αυτονόητη, αλλά που επίσης σαράντα χρόνια το πολιτικό σύστημα δεν κατάφερε ή δεν θέλησε να υιοθετήσει, σε μια αυτονόητη παρέμβαση. Αναφέρομαι στην ηλεκτρονική λίστα χειρουργείου. Διότι είπατε, κύριε Λεβέντη, και για τις μονάδες, που σας εξήγησα ότι έχουν περισσότερες κλίνες από ποτέ, αλλά για το πώς υπάρχει προτεραιοποίηση των περιστατικών.
Η λίστα των προγραμματισμένων χειρουργείων κάθε νοσοκομείου θα αναρτάται υποχρεωτικά στην ιστοσελίδα του, ασφαλώς χωρίς να δημοσιοποιούνται τα ονόματα των ασθενών. Έτσι, η χρονική σειρά των εγχειρήσεων θα καθορίζεται με βάση το επείγον της κάθε περίπτωσης και με συγκεκριμένα αντικειμενικά κριτήρια, έτσι ώστε όλοι οι ασθενείς να αντιμετωπίζονται δίκαια και ισότιμα, με βάση τις ανάγκες της θεραπείας τους και μόνο και όχι με βάση αν έχουν κάποια γνωριμία στη διοίκηση του νοσοκομείου ή στο πολιτικό σύστημα. Είναι μια αυτονόητη παρέμβαση και την προχωράμε.
Παράλληλα, ιδρύουμε τα Γραφεία Προστασίας Δικαιωμάτων Ασθενών. Σε αυτά θα μπορεί να ενημερώνεται ο κάθε ασθενής για τα δικαιώματά του και τις διαδικασίες του νοσοκομείου και να καταθέτει ενδεχόμενα παράπονα, ώστε να παρεμβαίνει το γραφείο στις αρμόδιες υπηρεσίες του νοσοκομείου.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, δικαίως θα αναρωτηθείτε και εσείς και ο κόσμος που μας ακούει γιατί άραγε έπρεπε να περάσουν τόσα χρόνια για να γίνουν αυτά. Θα ήθελα να σας πω ότι προφανώς δεν θα σταματήσουμε εδώ. Έχουμε σχέδιο για μεγάλα μεταρρυθμιστικά βήματα, αλλά αυτές οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις έχουν ήδη μπει μπροστά.
Τα επόμενα μεγάλα βήματα επιτρέψτε μου να πω ότι θα είναι στον τομέα του φαρμάκου, όπου το μεγάλο ζητούμενο είναι η πρόσβαση όλων των πολιτών σε ποιοτικά, ασφαλή, αποτελεσματικά φάρμακα χωρίς μεγάλες επιβαρύνσεις και κυρίως αυτό να συνοδευτεί με τον αναγκαίο εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης.
Και παράλληλα μεγάλο μεταρρυθμιστικό βήματα κατά την άποψή μου είναι η συγκρότηση ενός διαφανούς συστήματος για τις προμήθειες των νοσοκομείων. Αντιλαμβάνεστε ότι μιλάμε για τομείς όπου, όπως ακούμε και ακούτε ολοένα και περισσότερο τον τελευταίο καιρό, τα προηγούμενα χρόνια είχε γίνει ένα πρωτοφανές «πάρτι» σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος.
Θέλω, όμως, να αναφερθώ ιδιαίτερα στην ίσως πιο σημαντική από όλες τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες που έχουμε πάρει. Και αυτή αφορά την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, που αλλάζει ολοκληρωτικά κατά την άποψή μας την εικόνα του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Στόχος μας είναι να αντιστοιχεί μια τέτοια μονάδα ανά δέκα χιλιάδες κατοίκους.
Οι Μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας θα λειτουργούν με διευρυμένο ωράριο και σταθερό προσωπικό και σε αυτές θα μπορούν να βρίσκουν οι πολίτες γενικούς γιατρούς, παθολόγους και παιδιάτρους, αλλά και νοσηλευτές και κοινωνικούς λειτουργούς. Κάθε Μονάδα θα παρακολουθεί συνολικά την πορεία της υγείας των κατοίκων της συγκεκριμένης περιοχής, θα οργανώνει όχι απλώς την θεραπεία, αλλά και την πρόληψη και βέβαια η λειτουργία τους θα έχει και άλλη μια ευεργετική συνέπεια: Θα αποσυμφορήσει σημαντικά τα μεγάλα νοσοκομεία, έτσι ώστε να επικεντρωθούν στα σοβαρά περιστατικά και να είναι ακόμη πιο αποτελεσματική η θεραπεία και η παροχή υπηρεσιών υγείας προς τους πολίτες.
Ο προγραμματισμός προβλέπει ότι ως τον Ιούνιο θα έχουμε ανοίξει πενήντα Μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας σε αστικές περιοχές της χώρας. Στόχος είναι μέχρι το τέλος του έτους άλλες διακόσιες τριάντα εννέα. Έτσι, θα έχουν καλυφθεί μέχρι το τέλος του 2017 τρία εκατομμύρια πολίτες στα αστικά κέντρα. Πρόκειται για μια πραγματικά μεγάλη τομή, μια μεγάλη τομή που διεξάγεται την περίοδο της κρίσης. Ξέρετε, αυτή η μεγάλη τομή δεν είναι μια επιμέρους παρέμβαση, αλλά μια μεγάλη αλλαγή στο μοντέλο, μια αλλαγή του προτύπου του συστήματος υγείας, είναι ένας τεράστιος και πραγματικός εξορθολογισμός, εκσυγχρονισμός και αναβάθμιση του συστήματος υγείας.
Αυτή, λοιπόν, την μεγάλη τομή, αυτές τις Μονάδες Πρωτοβάθμιας Υγείας είναι που προχθές εδώ στη Βουλή ο Τομεάρχης Υγείας της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ο κ. Οικονόμου, μέσα στο πάθος του και στην εξαλλοσύνη του μας δήλωσε ότι θα τις ξηλώσει η Νέα Δημοκρατία μία προς μία.
Γιατί; Διότι, λέει, είναι κατάλοιπα των σοβιέτ και πεδία ρουσφετιών.
[Παρέμβαση Μ. Βορίδη: Είναι ακροδεξιός.]
Δεν ξέρω αν είναι ακροδεξιός, φαντάζομαι ότι έχουν άλλοι αυτό το προνόμιο, αλλά μείναμε άφωνοι. Μείναμε άφωνοι! Δεν ξέρουμε αν είναι το σύνδρομο στέρησης της εξουσίας. Δεν ξέρουμε αν είναι το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι άσχετος ή αν είναι η εμπάθεια το κίνητρο.
Ξέρετε, αν είναι η εμπάθεια το κίνητρο είναι το χειρότερο δυνατό, γιατί είπε κι άλλα ο κ. Οικονόμου, αποκαλύπτοντας μάλιστα με εξαιρετική αφέλεια -θα έλεγα- το πολιτικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας και του ίδιου του κ. Μητσοτάκη. Είπε ότι αν η Νέα Δημοκρατία έλθει ξανά στην Κυβέρνηση, θα προχωρήσει άμεσα σε απολύσεις, θα απολύσει το προσωπικό καθαρισμού και φύλαξης των νοσοκομείων, το οποίο δουλεύει σήμερα με συμβάσεις αορίστου χρόνου, ενώ παλαιότερα, θυμίζω, δούλευε με τις περίφημες εργολαβίες.
Είναι ένα σύστημα, το οποίο, γνωρίζετε πάρα πολύ καλά, πόσο εκμεταλλευόταν τους εργαζόμενους. Ήταν μια δέσμευσή μας που υλοποιήσαμε να τελειώσουμε με τις εργολαβίες στα νοσοκομεία. Στόχος μας είναι να τελειώσουμε και αλλού για έναν επιπλέον λόγο: Όχι μόνο για να προασπίσουμε τα εργασιακά δικαιώματα, αλλά γιατί το σύστημα των εργολαβιών επιβάρυνε κατά 20% περισσότερο το δημόσιο ταμείο, προσφέροντας τις ίδιες υπηρεσίες, και χειρότερες θα έλεγα εγώ, απ’ αυτές που σήμερα προσφέρουν οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία με προσλήψεις και συμβάσεις αορίστου χρόνου, στις οποίες προχωρήσαμε εμείς.
Όμως, το κόμμα του κ. Μητσοτάκη μάς αποκάλυψε ότι αυτούς τους ανθρώπους θα τους απολύσει, προκειμένου να επαναφέρει τις εργολαβίες. Και ακόμα μας αποκάλυψε ότι θα απολύσει – θα βάλει Χ, όπως είπε – και τις διοικήσεις των νοσοκομείων.
Προσέξτε, λίγο εδώ, γιατί θέλω να το κατανοήσουμε αυτό. Ποιες διοικήσεις, ποιους ανθρώπους; Όχι αυτούς που διορίστηκαν με το σύστημα «4-2-1» – το θυμάστε αυτό; – αλλά αυτούς οι οποίοι βρίσκονται στη θέση τους μετά από σοβαρές και αδιάβλητες διαδικασίες αξιολόγησης που έγιναν για πρώτη φορά κάτω από τη διαρκή παρακολούθηση και των θεσμών και τη συνεννόηση – για πρώτη φορά έγινε αυτό στην Ελλάδα – διαδικασία στην οποία συμμετείχαν και εν ενεργεία διοικητές και υποψήφιοι. Και γι’ αυτό, άλλωστε, χρειάστηκαν έξι και οχτώ μήνες για να γίνει αυτή η διαδικασία και να ολοκληρωθεί.
Και δεν τοποθετήσαμε εκεί κομματικά αρεστούς, όπως έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Τοποθετήσαμε ανθρώπους που έχουν ποιότητα και τα κριτήρια τα οποία απαιτούνται, πληρούνται απολύτως. Τρεις στους τέσσερις νέους διοικητές έχουν μεταπτυχιακά και διδακτορικά στη Διοίκηση Υγείας και το 70% υπηρετεί στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Κι έρχεται, λοιπόν, ο υπεύθυνος υγείας της Νέας Δημοκρατίας και λέει: «αν εμείς έρθουμε ξανά στην εξουσία, θα τους βάλουμε Χ, για να φέρουμε τους κομματικούς εγκάθετους». Διότι τόσα χρόνια στην εξουσία…
[Παρέμβαση Α. Γεωργιάδη]
Κύριε Γεωργιάδη, η Βουλή έχει κανόνες. Δεν είναι στούντιο τηλεπωλήσεων εδώ! Μην διακόπτετε τον Πρωθυπουργό. Η Βουλή έχει κανόνες.
Κυρία Πρόεδρε, κλείνοντας θέλω να επισημάνω το εξής και για τον κόσμο που μας ακούει, βεβαίως, και για τους Βουλευτές. Διερωτώνται διάφοροι πώς εμείς καταφέρνουμε σε αυτές τις οικονομικές συνθήκες να υλοποιήσουμε πράγματα που δεν είχαν γίνει στο σύστημα υγείας στα χρόνια της ανάπτυξης.
Καλύπτουμε χιλιάδες κενές θέσεις, αυξάνουμε τον προϋπολογισμό των νοσοκομείων, μειώνουμε τα χρέη τους, εξασφαλίζουμε φαρμακευτική επάρκεια, καλύπτουμε δυόμισι εκατομμύρια ανασφάλιστους, παίρνουμε ασθενοφόρα, πρωτοποριακά όργανα και τεχνολογικό εξοπλισμό για να νοσοκομεία.
Πώς γίνεται αυτό; Θα σας απαντήσω ευθέως. Γίνεται πρώτα και κύρια επειδή η έγνοια μας δεν είναι ούτε να στήσουμε πελατειακά δίκτυα, ούτε να αφήσουμε ή να ανεχθούμε να συνεχίζεται αυτό το πάρτι ή πολύ περισσότερο δικοί μας άνθρωποι να βάλουν χέρι στις προμήθειες, «το δάχτυλο στο μέλι», ούτε, όμως, να κάνουμε και τους καλούς μαθητές των δανειστών.
Και να σας δώσω ένα παράδειγμα. Όταν οι δανειστές μάς ζήτησαν να διατηρήσουμε το πεντάευρω, το εισιτήριο στα δημόσια νοσοκομεία, ξέρετε τι κάναμε; Κάναμε κάτι απλό, το οποίο θα μπορούσαν να το είχαν σκεφτεί και οι προηγούμενοι. Συγκεντρώσαμε τον ορολογικό έλεγχο του αίματος σε τέσσερα μόνο κέντρα. Από αυτή την απλή κίνηση και μόνο εξοικονομήσαμε 15 εκατομμύρια ευρώ, όσο ακριβώς ήταν το ισοδύναμο ποσό για να καταργήσουμε αυτή την επιβάρυνση στους πολίτες.
Κι αναρωτιέμαι: Στους προηγούμενους δεν πέρασε αυτό από το μυαλό ή δεν είχαν καν το κίνητρο να σκεφτούν μια εναλλακτική λύση και να τη θέσουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης;
Εμείς, μόνο από τη μεταφορά των υφιστάμενων μονάδων της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας από ενοικιαζόμενα ιδιωτικά κτίρια σε χώρους του ευρύτερου Δημοσίου, εξοικονομούμε 5 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο και τα δίνουμε πάλι πίσω στην υγεία.
Κι ακόμα, γιατί τόσον καιρό δεν γίνονταν τα αυτονόητα πράγματα που κάνουμε εμείς τώρα, όπως η λίστα χειρουργείων, τα Γραφεία Προστασίας Δικαιωμάτων Ασθενών;
Δεν γίνονταν για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί παράγοντες των κομμάτων που κυβερνούσαν τη χώρα πριν από εμάς – και θα πω τα πράγματα με το όνομά τους – είχαν αναπτύξει μέσα στα δημόσια νοσοκομεία, δίκτυα αλληλοεξυπηρετήσεων. Κομματάρχες και «κολλητοί» Υπουργών αλωνίζανε στην υγεία και ανταλλάσσανε υπηρεσίες με ψήφους κι έτσι, δεν τους συνέφερε να ξηλώσουν τα δίκτυα διαφθοράς μέσα στα νοσοκομεία. Όλα αυτά τα έχουν ζήσει και τα ξέρουν οι πολίτες για χρόνια και δεν χρειάζεται να τα εξηγώ.
Υπάρχει, όμως, κι ένας ακόμη λόγος για τον οποίον δεν γινόντουσαν τα αυτονόητα. Κι αυτός είναι ότι πολλά στελέχη των προηγούμενων κυβερνήσεων δεν είχαν το μυαλό τους στη δουλειά, αλλά στον πλουτισμό τους και στα σκάνδαλα. Επειδή δεν έχω χρόνιο, ίσως αναφερθώ στη δευτερολογία μου σε αυτά.
Θέλω να κλείσω την πρώτη μου παρέμβαση λέγοντας το εξής. Δεν ισχυρίζομαι, επαναλαμβάνω, ότι το σύστημα υγείας επί των ημερών μας έχει γίνει παράδεισος. Λέω, όμως, ότι υπάρχουν πολύ σημαντικές διαφορές μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια, που φαίνονται, είναι ορατές. Εργαζόμαστε σκληρά γι’ αυτό που εμείς ονομάζουμε «ηθικοποίηση του συστήματος». Και η ηθικοποίηση είναι προϋπόθεση για να γίνει το σύστημα σταθερό και αποδοτικό.
Εμείς είμαστε αυτοί που μπορούμε να κάνουμε βαθιές μεταρρυθμίσεις στο σύστημα. Πρώτον, γιατί δεν είμαστε «δεμένοι» με κανένα συμφέρον. Δεύτερον, γιατί έχουμε βάλει ανθρώπους με τεχνοκρατική επάρκεια. Οι δύο Υπουργοί είναι άνθρωποι της υγείας, με χρόνια παρέμβαση και εντιμότητα.
Όλα αυτά που κάνουμε σε αυτή την κατεύθυνση, τα πράγματα που αλλάζουμε εμείς, είναι το δικό μας παράλληλο πρόγραμμα για την υγεία. Κάποιοι το λοιδόρησαν, αλλά τώρα το βλέπουν μπροστά τους να αποδίδει καρπούς. Δεν πειράζει. Ο κόσμος, τα λαϊκά στρώματα, η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να πάει σε ιδιωτικά νοσοκομεία, μέρα με τη μέρα αυτό το αναγνωρίζει. Είναι η δική τους ελπίδα αυτό το παράλληλο πρόγραμμα.
Κι εμείς είμαστε εδώ γι’ αυτούς. Γιατί η υγεία είναι ο χώρος όπου μπορούν να ασκηθούν οι πιο ακραίες ταξικές επιλογές. Η ταξικότητα εκεί μετριέται, δυστυχώς, όχι στην ποιότητα ζωής, αλλά πάνω στο προσδόκιμο ζωής.
Εμείς, λοιπόν, θα είμαστε πετυχημένοι στο βαθμό που θα πετυχαίνουμε κάθε πολίτης που αρρωσταίνει να μην βαρυγκομεί στη σκέψη του νοσοκομείου, να μην βαραίνει και απ’ αυτό η ψυχή του, η παρουσία του σε ένα δημόσιο νοσοκομείο να μην τον γεμίζει επιπλέον φόβους και αβεβαιότητες, αλλά να του δίνει μια στοιχειώδη αίσθηση ασφάλειας.
Και είμαστε εδώ όχι για να το χαρίσουμε αυτό -δεν χαρίζουμε κάτι στον λαό- αλλά για να διασφαλίσουμε να έχει μια ανταποδοτικότητα, να χαίρεται δηλαδή, αυτά που τόσα χρόνια με το δικό του αίμα χτίζονται. Αυτός είναι ο στόχος μας. Θέλει πολύ δουλειά. Είμαστε εδώ για να προχωρήσουμε αυτές τις βαθιές μεταρρυθμίσεις. Και είμαι βέβαιος ότι σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ο ελληνικός λαός αυτό θα το κρίνει, θα το επικροτήσει και θα αρχίσει να φαίνεται η διαφορετική κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία.
Αισθάνομαι για όλα όσα έχουμε καταφέρει μέσα σε αυτές τις σκληρές δημοσιονομικές συνθήκες, στα σκληρά αυτά χρόνια, στον χώρο της δημόσιας υγείας, εξαιρετικά υπερήφανος, αλλά και αισιόδοξος ότι το τελικό έργο που θα παρουσιάσουμε σε δυόμισι χρόνια από σήμερα θα είναι ένα έργο ασύγκριτο σε σχέση με την κατεδάφιση που υπέστη το δημόσιο σύστημα υγείας την πενταετία της κρίσης και των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας.
Θα ευχαριστήσω τον κύριο Πρόεδρο για τις ευχές του και όλους όσους μου ευχήθηκαν. Δύο μικρές παρατηρήσεις θα κάνω μόνο. Ο κύριος Πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων έθεσε πάρα πολλά ζητήματα. Νομίζω ότι δεν είναι η ώρα να τα απαντήσουμε όλα. Ίσως να πρέπει να πω ότι δεν χρειάζεται να βιαζόμαστε και να προτρέχουμε. Δεν σας άρεσαν κάποια από τα μέτρα με θετικό δημοσιονομικό αντίκτυπο που ακούσατε; Θεωρείτε, για παράδειγμα, ότι τα σχολικά γεύματα είναι κάτι ανούσιο. Εγώ θα σας έλεγα ότι δεν είναι ανούσιο δυστυχώς.
[Παρέμβαση Β. Λεβέντη: Δεν είπα αυτό, αλλά δεν είναι αντίμετρο.]
Εντάξει. Θα σας πω ότι δεν είναι ανούσιο δυστυχώς. Διότι βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου τα χρόνια της κρίσης, τα πέντε καταστροφικά χρόνια, η φτώχεια πολλαπλασιάστηκε στη χώρα μας και βρισκόμαστε σε μια κατάσταση δυστυχώς, όπου πηγαίνουν παιδιά στα σχολεία, ακόμα και στις μέρες μας, χωρίς στα σπίτια τους να έχουν τη δυνατότητα να τους δώσουν ένα πλήρες πρωινό.
Έχουμε εφαρμόσει πιλοτικά, για πολλές χιλιάδες μαθητές, σχολικά γεύματα, τα οποία δεν είναι κολατσιό, είναι κανονικό γεύμα. Κι αυτό είναι μια πολύ ουσιαστική παρέμβαση στα χρόνια της κρίσης, δυστυχώς. Μακάρι να φτάσουμε στο σημείο που αυτά να είναι περιττά.
Όπου έχει εφαρμοστεί, έχουμε αποδεδειγμένα από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ενδείξεις ότι έχει ανέβει η μαθησιακή ικανότητα και η απόδοση των μαθητών – γιατί τα εφαρμόζουμε ιδίως στις περιοχές εκείνες όπου αντιλαμβάνεστε ότι κατοικούν πολίτες με χαμηλά εισοδήματα, στις λαϊκές περιοχές – είναι πολλαπλάσια και βεβαίως η συνεισφορά, αν θέλετε, στον οικογενειακό προϋπολογισμό, σημαντική.
Η απόφαση, λοιπόν, να επεκτείνουμε αυτά τα προγράμματα και όχι μονάχα από το 2019 και μετά, που θα εφαρμοστούν μέτρα και αντίμετρα, όπως συνηθίζεται να λέγεται και να φτάσουμε στους τριακόσιες χιλιάδες μαθητές δημοτικού, δηλαδή στον μισό μαθησιακό πληθυσμό, δεν είναι μία αμελητέα παρέμβαση, κατά την άποψή μου.
Όπως δεν είναι αμελητέα παρέμβαση το να φροντίσουμε, όχι μόνο για τους ηλικιωμένους, που βεβαίως όλη η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τις συντάξεις και είναι πάρα πολύ σημαντικό. Γιατί είναι σημαντικό; Γιατί στην πατρίδα μας, σε αντίθεση με το εξωτερικό, κύριε Λεβέντη -που δεν υπάρχει αυτή η έννοια της «πυρηνικής οικογένειας» και μόλις γίνεις δέκα οκτώ φεύγεις από το σπίτι- η σύνταξη του ηλικιωμένου δεν πηγαίνει για τις δικές του ανάγκες. Πηγαίνει στο άνεργο παιδί, στο εγγόνι που μένει μέχρι τα τριάντα πέντε στο παιδικό δωμάτιο. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Θα σχεδιάσουμε προγράμματα που θα εξαλείψουν την παιδική φτώχεια και θα αντιμετωπίσουν τα μεγάλα προβλήματα που έχουν να κάνουν με τις νέες οικογένειες, τους νέους που θέλουν να κάνουν παιδιά. Και εδώ επιδοτούμε μόνο το τρίτο τέκνο, όχι το πρώτο και το δεύτερο που είναι η συντριπτική πλειοψηφία. Δεν υπάρχει επίδομα ενοικίου. Γι’ αυτό μένουν στα παιδικά δωμάτια και δεν παντρεύονται. Δεν υπάρχει η δυνατότητα να πάνε όλα τα παιδιά δωρεάν σε παιδικούς σταθμούς.
Αυτές δεν είναι αστείες μεταρρυθμίσεις για να τις υποτιμάτε και να λέτε «τι αντίμετρα είναι αυτά; Της πλάκας είναι». Έχετε άδικο. Περιμένετε, λοιπόν, και θα δείτε. Περιμένετε και θα δείτε.
Εντάξει, εδώ υπάρχει μία διαφορά αντίληψης. Εμείς θέλουμε να φτιάξουμε κάποιες υποδομές, όχι πυροτεχνήματα. Μειώσαμε λίγο τον ΦΠΑ, μεγάλη υπόθεση! Και να τον μειώσουμε τον ΦΠΑ, από τις μεγάλες αλυσίδες των σουπερμάρκετ δεν θα πάει στον καταναλωτή, δυστυχώς.
Το να φτιάξουμε κάποιες υποδομές μόνιμες, σταθερές και στοχευμένες, εκεί που έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία, αυτό είναι σημαντικό πράγμα και θα έπρεπε αυτός ο διάλογος να διεξάγεται και μεταξύ μας, αλλά δυστυχώς δεν διεξάγεται.
Έρχομαι τώρα στα άλλα θέματα. Θέλω να σας πω ότι ακούω την άποψή σας και την πρότασή σας για το θέμα της Ανεξάρτητης Αρχής για τις δημοσκοπήσεις και τη θεωρώ λογική. Αν υπάρχει και διακομματική συναίνεση, να την προχωρήσουμε.
Επανέρχομαι, όμως, στα θέματα της υγείας.
Κύριε Λεβέντη, επαναλαμβάνω, δεν ισχυρίστηκα ότι υπάρχει μία παραδεισένια κατάσταση. Ισχυρίστηκα με νούμερα, με στοιχεία, με αριθμούς, όχι με λόγια του αέρα, ότι εκεί που πέντε χρόνια γινόντουσαν απολύσεις, έχουμε προσλήψεις, ότι εκεί που πέντε χρόνια δεν υπήρξε κανένας σχεδιασμός για μεταρρυθμίσεις, έχουμε σημαντικές μεταρρυθμίσεις και για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και για να σταματήσει αυτή η απαίσια ιστορία με τα ρουσφέτια για το ποιος θα μπει στις ΜΕΘ.
Αυξήσαμε τον αριθμό των ΜΕΘ, εξορθολογούμε το σύστημα, παλεύουμε μέρα με τη μέρα. Ανοίξαμε το νοσοκομείο στη Σαντορίνη, εκεί όπου κάποιοι θέλαν να το δώσουν σε ιδιώτες. Δεν το άνοιγαν, έτοιμο κτήριο χρόνια, με εγκαταστάσεις μέσα, γιατί κάποιοι είχαν ιδιωτικά συμφέροντα και ήθελαν να ανοίξουν δίπλα ιδιωτικά και να πηγαίνει ο κόσμος στα ιδιωτικά.
Μάχη δίνουμε, όπως μάχη θα δώσουμε και για το φάρμακο, όπως μάχη θα δώσουμε και για να μάθει ο ελληνικός λαός τι συνέβη όλα αυτά τα χρόνια. Δεν έχουμε καμία εκδικητική διάθεση. Δεν είναι προσωπικό το ζήτημα, αλλά εδώ όλα αυτά τα χρόνια, ιδίως τα χρόνια των παχιών αγελάδων, αλλά δυστυχώς και τα χρόνια των μνημονίων -και αυτό είναι χειρότερο- κάποιοι με το ένα χέρι κόβαν συντάξεις και με το άλλο συνεχίζανε το πάρτι. Πρέπει να μάθει ο ελληνικός λαός τι συνέβη.
Θέλω, λοιπόν, να κλείσω με αυτό: Το τελευταίο διάστημα έχουν πυκνώσει τα σύννεφα στον χώρο της Υγείας, με δημοσιεύματα, με εισαγγελικές παρεμβάσεις, με δικογραφίες, το ένα σκάνδαλο πίσω από το άλλο. Και όπως είναι φυσικό, προκαλούν το κοινό αίσθημα ενός λαού που έχει σηκώσει στους ώμους του δυσανάλογο βάρος όλα αυτά τα χρόνια.
Προφανώς, μιλάω για την υπόθεση του ΚΕΕΛΠΝΟ και όλα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας, το μαύρο χρήμα, που πήγαινε υπό μορφή διαφημίσεων σε «κολλητούς» και ημέτερους. Άραγε, γιατί δεν έλεγαν τίποτα τα περίφημα μέσα ενημέρωσης πέντε χρόνια και όλα ήταν καλά στην Υγεία και τώρα, που γίνονται πέντε πράγματα, υπάρχουν προβλήματα στην Υγεία; Γιατί; Αναρωτηθήκατε ποτέ, κύριε Λεβέντη, γι’ αυτό;
Αναφέρομαι στην υπόθεση Novartis, η οποία, όπως και η Siemens, από το εξωτερικό μας ήρθε. Έχει ασχοληθεί το FBI, εισαγγελείς στις Ηνωμένες Πολιτείες ασχολούνται. Είναι πολυεθνική του φαρμάκου, που επί χρόνια στην Ελλάδα και όχι μόνο, αλλά στην Ελλάδα, είχε στήσει ένα πάρτι υπερτιμολογήσεων.
Και γιατί στην Ελλάδα; Γιατί η τιμή φαρμάκου στην Ελλάδα καθόριζε και την τιμή φαρμάκου σε άλλες χώρες της Ευρώπης και ενδέχεται κάποιοι λένε – δεν ξέρω, ακούω και εγώ, δεν είμαι ειδικός – να είναι ένα σκάνδαλο που σε ό,τι αφορά τη ζημιά στο δημόσιο μπορεί να είναι μεγαλύτερο της Siemens.
Διάβαζα χθες στη δικογραφία για το «Ερρίκος Ντυνάν», η οποία έρχεται στη Βουλή, για το πώς το νοσοκομείο αυτό βρέθηκε στα χέρια ιδιωτών προς μεγάλη ζημιά του ελληνικού δημοσίου, κάτι το οποίο, επίσης, ερευνάται δικαστικά. Η δικογραφία έρχεται στη Βουλή, διότι προσκρούει στα πολιτικά πρόσωπα. Γι’ αυτό έρχεται στη Βουλή, όπως και άλλες δικογραφίες, που εμείς δεν τις βάζουμε στο συρτάρι.
Βεβαίως, δεν πάμε να δημιουργήσουμε θέμα εκεί όπου υπάρχει ο κίνδυνος να δυσφημίσουμε ανθρώπους χωρίς λόγο, αλλά δεν μπορούμε να βάλουμε στο συρτάρι τη δικογραφία του Παπαντωνίου, για παράδειγμα. Δεν τη βάλαμε στο συρτάρι και γι’ αυτό εμείς πήραμε την πρωτοβουλία να συσταθεί Προανακριτική [Επιτροπή] και είδα, προς τιμήν όλων των κομμάτων, ότι συμφώνησαν.
Όμως, τόσα χρόνια είναι αυτό το σκάνδαλο. Γιατί; Τόσα χρόνια! Έπρεπε να έρθουμε εμείς, κύριε Λεβέντη, γι’ αυτό; Πόσα χρόνια γνωρίζουμε ότι εκεί υπάρχει καπνός, εγώ λέω, να δούμε αν υπάρχει και φωτιά; Μόνο ο Τσοχατζόπουλος τα έχει κάνει όλα σε αυτή τη χώρα;
Εν πάση περιπτώσει, θα σας πω και κάτι άλλο. Αν εγώ είμαι Πρωθυπουργός και ο ένας μετά τον άλλοι οι Υπουργοί μου περνάνε από προανακριτικές [επιτροπές], θα είχα θέμα, έτσι δεν είναι; Δεν θα το έπαιζα σοφός, να πηγαίνω στους Δελφούς, να δίνω συμβουλές στο Μαντείο των Δελφών.
Για τον κ. Παπαντωνίου, λοιπόν, θα τα συζητήσουμε εδώ. Όμως, εξ όσων γνωρίζω ο άνθρωπος ζει στην Ελβετία, μια χαρά είναι, δεν έχει κανένα πρόβλημα. Εξ όσων γνωρίζω ο γιος του είναι σύμβουλος του κ. Μητσοτάκη και παρά το γεγονός ότι όλα τα κόμματα είπαν ότι να γίνει Προανακριτική [Επιτροπή], ο ίδιος έκανε δήλωση και είπε: «βαράτε το ΠΑΣΟΚ και τη Δημοκρατική Συμπαράταξη». Αλήθεια; Δεν πρέπει ο ελληνικός λαός να δει, να μάθει; Δεν πρέπει να ερευνήσει η Βουλή;
Επανέρχομαι, λοιπόν. Πυκνός καπνός στον χώρο της Υγείας. Novartis, ΚΕΕΛΠΝΟ, «Ερρίκος Ντυνάν», υπερτιμολογήσεις, δημοσιεύματα, δικογραφίες, εισαγγελικές παραγγελίες.
Εγώ θέλω να πω ένα πράγμα. Αυτή η Κυβέρνηση έχει δώσει μια δέσμευση και στην πρώτη και στη δεύτερη εκλογή, ότι δεν πρόκειται να αφήσει ούτε καρφίτσα να πέσει κάτω. Το πάρτι που έγινε τα προηγούμενα χρόνια στην Υγεία, πάρτι επί το πλείστον για λογαριασμό μεγάλων και ισχυρών συμφερόντων, θα έρθει στην επιφάνεια μέχρι το τελευταίο δεκαδικό ψηφίο και οι ευθύνες, όπου υπάρχουν, είτε πολιτικές είτε ποινικές, θα αποδοθούν.
Δεν μας ενδιαφέρει εμάς το θέμα της παραγραφής. Είναι ένας άθλιος νόμος, που πρέπει όλοι να αποφασίσουμε να αλλάξει. Όμως, το ζήτημα δεν είναι αυτό. Το ζήτημα είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη. Δεν είναι η ρεβάνς το θέμα μας, αλλά να αποδοθεί δικαιοσύνη.
Γι’ αυτό, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να ενημερώσω το Σώμα ότι τις επόμενες ημέρες Βουλευτές τόσο από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ όσο και από την Κοινοβουλευτική Ομάδα των Ανεξάρτητων Ελλήνων θα καταθέσουν στη Βουλή πρόταση για συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής για τα σκάνδαλα στην υγεία. Δεν θα μείνει τίποτα κρυπτό από τον ήλιο!
Εκεί θα έχουμε την ευκαιρία ο καθένας να αναλάβει τις ευθύνες του. Και τα χαμογελάκια και οι μαγκιές όχι στα τηλεπαράθυρα, εδώ, δημόσια. Κάποιοι μπορεί να χάσουν τα χαμόγελά τους, δημόσια, όταν αρχίζουν να καταλογίζονται συγκεκριμένες ευθύνες για το τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια, πού πήγαν αυτά τα χρήματα, πώς ζημιώθηκε το ελληνικό δημόσιο.
Δεν ξέρω, κυρία Πρόεδρε, εάν αυτό θα αυξήσει την τηλεθέαση στο Κανάλι της Βουλής. Είμαι, όμως, βέβαιος ότι θα δημιουργήσει ένα αίσθημα στην ελληνική κοινωνία ότι υπάρχει πολιτική βούληση να διαλευκάνουμε όλες τις σκοτεινές υποθέσεις, να μην μείνει τίποτα στη σκιά. Και αυτή τη δέσμευσή μας θα την κάνουμε πράξη.