Κύρια σημεία
→ Θεωρούμε θετική την πρόοδο των συζητήσεων για το Κυπριακό αλλά και την ανταλλαγή χαρτών. Κρίσιμα ζητήματα παραμένουν ανοικτά.
→ Η Πολυμερής Διάσκεψη για το Κυπριακό ξεκινά σήμερα στη Γενεύη τόσο με τη συμμετοχή του ΓΓ του ΟΗΕ όσο και του Προέδρου της Ευρ. Επιτροπής.
→ Η ελληνική πλευρά εκπροσωπείται στην Διάσκεψη από τον ΥΠΕΞ κ. Νίκο Κοτζιά. Ο ΠΘ θα μεταβεί εφόσον διαφανεί δυνατότητα εξεύρεσης λύσης.
→ Βρισκόμαστε σε στενό συντονισμό και διαρκή επικοινωνία με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Αναστασιάδη.
→ Εκφράζω την ικανοποίησή μας για το γεγονός ότι οι θέσεις μας για τα θέματα ασφάλειας έχουν αποκτήσει υποστήριξη από την ΕΕ.
→ Οι θέσεις μας για τη 2η αξιολόγηση παραμένουν σταθερές. Συνεχίζουμε να τονίζουμε την ανάγκη για ταχεία ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων.
→ Επαναλαμβάνω ότι οποιαδήποτε συμφωνία δεν μπορεί να περιλαμβάνει νομοθέτηση νέων μέτρων για μετά τη λήξη του προγράμματος.
→ Επαναλαμβάνω ότι απαραίτητη προϋπόθεση είναι και η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
→ Οι όποιες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων οφείλονται στις διαφορετικές εκτιμήσεις των Ευρωπαϊκών θεσμών και του ΔΝΤ.
→ Από την μεριά μας έχουμε τηρήσει τα συμφωνηθέντα και περιμένουμε από τις υπόλοιπες πλευρές να κάνουν το ίδιο.
→ Παράλογες απαιτήσεις και απαιτήσεις εκτός της υπάρχουσας συμφωνίας δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.
→ Από την πλευρά του κρατικού μηχανισμού έχουμε κάνει για την κακοκαιρία ότι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να ελαχιστοποιήσουμε τα προβλήματα.
→ Σε ό,τι αφορά ειδικά τους προσφυγικούς καταυλισμούς εκεί πράγματι παρατηρήθηκαν τα μεγαλύτερα προβλήματα.
→ Τα προβλήματα σήμερα έχουν περιοριστεί. Σχεδόν για το σύνολο των φιλοξενουμένων έχει εξασφαλισθεί ασφαλής διαμονή.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ
Η ατζέντα σήμερα είναι εξαιρετικά πλούσια.
Ξεκινώ φυσικά με τις συνομιλίες στη Γενεύη για το Κυπριακό. Είναι θετική η πρόοδος που έχει συντελεστεί στις συζητήσεις αλλά και η ανταλλαγή χαρτών μεταξύ της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής πλευράς για πρώτη φορά μετά το 1974. Ωστόσο κρίσιμα ζητήματα παραμένουν ακόμη ανοιχτά. Όπως γνωρίζετε η Πολυμερής Διάσκεψη ξεκινά σήμερα με τη συμμετοχή του Γ.Γ. του ΟΗΕ κ. Αντόνιο Γκουτέρες αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία εκπροσωπείται στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο από τον πρόεδρο της Κομισιόν κύριο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.
Η ελληνική πλευρά εκπροσωπείται στην Διάσκεψη από τον Υπουργό Εξωτερικών κ. Νίκο Κοτζιά ενώ ο Πρωθυπουργός θα μεταβεί στη Γενεύη εφόσον διαφανεί δυνατότητα εξεύρεσης λύσης.
Βρισκόμαστε σε στενό συντονισμό και διαρκή επικοινωνία με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Αναστασιάδη και συνεχίζουμε να είμαστε αυστηρά προσηλωμένοι στην εξεύρεση δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ και της ιδιότητας της Κύπρου ως κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θέλω να εκφράσω την ικανοποίηση μας για το γεγονός ότι οι θέσεις μας σε ότι αφορά τα ζητήματα ασφάλειας έχουν αποκτήσει υποστήριξη από την ΕΕ αλλά και από το γεγονός ότι στην Ελλάδα έχουμε πετύχει μια συνεννόηση για τους όρους μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού.
Σε ό,τι αφορά τώρα τα θέματα των συζητήσεων για την ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης:
Ο Υπουργός Οικονομικών συναντήθηκε χθες με τον Γάλλο ομόλογο του κ. Μισέλ Σαπέν και είχαν μια εποικοδομητική συζήτηση τόσο σε ότι αφορά την διαδικασία όσο και την ουσία των ανοιχτών θεμάτων.
Σήμερα ο Υπουργός Οικονομικών θα συναντηθεί με τον Επίτροπο Οικονομικών της ΕΕ κ. Πιερ Μοσκοβισί ενώ σε λίγες ώρες πρόκειται να συνεδριάσει το Euro Working Group ώστε να προετοιμάσει το Euro Group της 26ης Ιανουαρίου.
Οι θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης παραμένουν σταθερές και συνεχίζουμε να τονίζουμε την ανάγκη για ταχεία ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων ώστε να κλείσει σε σύντομο χρόνο η β’ αξιολόγηση και να ενταχθούμε στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ εντός του πρώτου τριμήνου του 2017.
Επαναλαμβάνω ότι οποιαδήποτε συμφωνία δεν μπορεί να περιλαμβάνει νομοθέτηση νέων μέτρων για μετά τη λήξη του προγράμματος, ενώ απαραίτητη προϋπόθεση είναι και η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και ο τερματισμός της ιδιότυπης κατάστασης εξαίρεσης στην οποία τελεί η ελληνική αγορά εργασίας, μετά τις αποφάσεις τις οποίες υλοποίησαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, από το 2011και μετά.
Γνωρίζετε καλά ότι οι όποιες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων οφείλονται στις διαφορετικές εκτιμήσεις των Ευρωπαϊκών θεσμών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Πρόκειται δηλαδή για πολιτικό θέμα, που δεν επιλύεται σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων αλλά απαιτεί την εποικοδομητική στάση όλων των πλευρών.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι οι διαφωνίες εντοπίζονται στο δημοσιονομικό μονοπάτι που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα μετά τη λήξη του προγράμματος και στο άμεσα συνδεόμενο ζήτημα της ρύθμισης του ελληνικού χρέους.
Από την μεριά μας έχουμε τηρήσει τα συμφωνηθέντα και περιμένουμε και από όλες τις υπόλοιπες πλευρές να πράξουν το ίδιο. Αυτό σημαίνει, επαναλαμβάνω ότι παράλογες απαιτήσεις και απαιτήσεις εκτός της υπάρχουσας συμφωνίας δεν πρόκειται να γίνουν αποδεκτές.
Θέλω σε αυτό το σημείο να τονίσω ότι δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για ένταξη του αφορολόγητου στον αυτόματο δημοσιονομικό διορθωτή, για αύξηση του ενδιάμεσου ΦΠΑ στα καταναλωτικά είδη πρώτης ανάγκης ή κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις κύριες συντάξεις δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα.
Όπως δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα και δημοσιεύματα περί αρνητικού κλίματος μεταξύ Ελλάδας και Κομισιόν και περί δήθεν αγανάκτησης που επικρατεί στις τάξεις των ευρωπαϊκών θεσμών. Όλοι γνωρίζουν ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι δομικά και αφορούν την στάση και τις θέσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Θέλω να κλείσω με μια αναφορά στις έκτακτες καιρικές συνθήκες, που ταλαιπώρησαν και συνεχίζουν να ταλαιπωρούν πολίτες σε αρκετές περιοχές της Επικράτειας. Από την πλευρά του κρατικού μηχανισμού, έχουμε κάνει ότι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να ελαχιστοποιήσουμε τα προβλήματα με δεδομένη την σφοδρότητα της κακοκαιρίας, που συνεχίζεται για 9η μέρα, αν και σήμερα με σαφή τάση αποκλιμάκωσης. Στις επιχειρήσεις συμμετέχουν τόσο η Πυροσβεστική όσο και ο ελληνικός στρατός.
Παρά τις δυσκολίες, η χώρα παρέμεινε λειτουργική στο μεγαλύτερο μέρος της με ανοιχτούς τους μεγαλύτερους οδικούς άξονες, αν και παρατηρήθηκαν προβλήματα που κάνουμε ότι μπορούμε για να αντιμετωπίσουμε.
Κυρίως στην Εύβοια, στην Αλόννησο και τη Σκόπελο αλλά και σε τμήματα του σιδηροδρομικού δικτύου. Για τις βλάβες που παρατηρήθηκαν στο σιδηροδρομικό δίκτυο έχει εξάλλου διαταχθεί ΕΔΕ από τον αρμόδιο Υπουργό κ. Σπίρτζη.
Σε ό,τι αφορά ειδικά τους προσφυγικούς καταυλισμούς, εκεί πράγματι παρατηρήθηκαν τα μεγαλύτερα προβλήματα. Αλλά τόσο στη χώρα μας, όπως εξάλλου και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπιστεί ένα τόσο σφοδρό κύμα κακοκαιρίας και μάλιστα ταυτόχρονα σε ολόκληρη την επικράτεια.
Τα προβλήματα σήμερα έχουν περιοριστεί. Το αρματαγωγό Λέσβος έχει ήδη καταπλεύσει στη Μυτιλήνη, ενώ σχεδόν για το σύνολο των φιλοξενουμένων έχει εξασφαλισθεί ασφαλής διαμονή.
Παρακαλώ τις ερωτήσεις σας.
ΦΑΣΟΥΛΑΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, έχετε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο σε δηλώσεις σας να υπάρξει μια δεύτερη επικοινωνία ανάμεσα στον Πρωθυπουργό και στον κ. Ερντογάν. Υπάρχει περίπτωση αυτή η επικοινωνία να γίνει κατά τη διάρκεια της ημέρας;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Είμαστε σε στενή παρακολούθηση των συνομιλιών. Αν χρειαστεί νέα συνομιλία, θα γίνει. Αυτή τη στιγμή η πολυμερής διάσκεψη, όπως γνωρίζετε, δεν έχει καν αρχίσει. Επισήμως, οι συζητήσεις ξεκινούν περίπου στις 6 η ώρα το απόγευμα. Παρακολουθούμε στενά και αναλόγως θα πράξουμε.
ΒΙΤΑΛΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, είπατε και προηγουμένως ότι είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο ο Πρωθυπουργός να μεταβεί στη Γενεύη, αν διαφανεί πιθανότητα λύσης. Θα ήθελα να σας ρωτήσω, θα μεταβεί αν διαφανεί πιθανότητα λύσης, ακόμη και αν η τουρκική πλευρά εκπροσωπηθεί όχι από τον κ. Ερντογάν, αλλά από άλλον υψηλόβαθμο παράγοντα;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η ελληνική κυβέρνηση είναι προσηλωμένη σε μια σκληρή προσπάθεια για την εξεύρεση λύσης. Έχουμε εξαρτήσει την παρουσία του Πρωθυπουργού στη Γενεύη από την πιθανότητα εξεύρεσης λύσης και μόνο. Από εκεί και πέρα, το επίπεδο εκπροσώπησης της τουρκικής πλευράς το αποφασίζει η τουρκική πλευρά και εκ μέρους μας δεν έχουμε την πρόθεση να εμπλακούμε στη συζήτηση που γίνεται στην Τουρκία και σχετίζεται με την ίδια την πολιτειακή διάρθρωση. Αν η τουρκική πλευρά επιλέξει τη συμμετοχή της στην πολυμερή διάσκεψη σε επίπεδο Πρωθυπουργού, αυτό είναι θέμα της τουρκικής πλευράς. Επαναλαμβάνω ότι το σημαντικό είναι το να διαφανεί πιθανότητα εξεύρεσης συμφωνίας.
ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Κύριε Εκπρόσωπε, μέχρι πριν από μια εβδομάδα η θέση της ελληνικής πλευράς ήταν ότι η πολυμερής διάσκεψη δεν μπορεί να είναι επιτυχής αν δεν προηγηθεί διμερής συνάντηση ανάμεσα στον κ. Τσίπρα και στον κ. Ερντογάν για να επιλυθεί το θέμα των εγγυήσεων και της ασφάλειας. Αυτή, ως θέση, έχει εγκαταλειφθεί πια και αν ναι, τι έχει αλλάξει;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όπως γνωρίζετε, ο Πρωθυπουργός και ο Πρόεδρος της Τουρκίας είχαν μια μακρά τηλεφωνική συνομιλία. Αυτό το οποίο, ωστόσο, υποστηρίζαμε είναι ότι χρειαζόταν μια συνάντηση, έτσι ώστε να υπάρξουν οι προϋποθέσεις για να γεφυρωθεί το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των ελληνικών θέσεων και των αντίστοιχων τουρκικών θέσεων για τα ζητήματα των εγγυήσεων και των τουρκικών στρατευμάτων. Αυτό το οποίο μας απασχολεί δεν είναι το διαδικαστικό μέρος του επιχειρήματος. Αυτό το οποίο μας απασχολεί είναι η ουσία. Δηλαδή, αν υπάρχει διάθεση από όλες τις πλευρές, έτσι ώστε να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση σε ό,τι αφορά τα ζητήματα της ασφάλειας, στα οποία εμπλέκεται, όπως γνωρίζετε, η ελληνική πλευρά. Τότε, ο Πρωθυπουργός θα μεταβεί στη Γενεύη και θα έχουμε την πιθανότητα για την εξεύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού. Αυτό το οποίο μας απασχολεί δεν είναι η διαδικασία. Αυτό το οποίο μας απασχολεί είναι η ουσία των ζητημάτων.
ΜΑΝΗ: Κύριε Εκπρόσωπε, για την κυβέρνηση το κλείσιμο της β΄ αξιολόγησης και η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση πάνε πακέτο; Σας ρωτώ διότι από χθες κυκλοφορούν πληροφορίες από ευρωπαϊκές πηγές, ευρωπαϊκά δίκτυα ότι είναι ανοικτό το ενδεχόμενο να κλείσει η β΄ αξιολόγηση, αλλά να μείνει ανοιχτή η ένταξη του QE, μέχρι να συζητηθούν και όποτε τα μεσοπρόθεσμα, που τα έχει θέσει ως προαπαιτούμενο ο κ. Κερέ.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ δεν θέλω να μπω στη διαδικασία να σχολιάσω δημοσιεύματα. Αυτό το οποίο γνωρίζουμε, είναι ότι εκ μέρους του Διοικητή της ΕΚΤ έχει σαφώς υποστηριχθεί ότι σε περίπτωση που έχουμε κλείσιμο της β΄ αξιολόγησης, τότε ανοίγει ο δρόμος για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, καθώς το βασικό ζήτημα είναι η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Αν το ελληνικό χρέος κρίνεται βιώσιμο, τότε ανοίγει ο δρόμος για την ένταξη της χώρας μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Είμαστε αισιόδοξοι ότι εφόσον έχουμε μια θετική εξέλιξη στο ζήτημα της β΄ αξιολόγησης θα έχουμε και τη δυνατότητα να ενταχθούμε στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης εντός του πρώτου τριμήνου του 2017.
ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, σκέπτεται η κυβέρνηση να θεσμοθετήσει, για λόγους ισονομίας, την αυτόματη άρση της ασυλίας του μηνυτή πολίτη έναντι του μηνυόμενου πολίτη;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι ένα ανοικτό θέμα προς συζήτηση. Έχουμε ήδη δηλώσει κατά τη μεγάλη εκδήλωση που κάναμε για την αναθεώρηση του Συντάγματος τον Ιούλιο του 2016, ότι το ζήτημα της ασυλίας των βουλευτών θα τεθεί υπό επανεξέταση στη διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος. Νομίζω ότι αυτό καλύπτει την ουσία του ερωτήματός σας.
ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ: Από τη σιωπή της κυβέρνησης στο θέμα της σύλληψης των δύο δημοσιογράφων των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ, των κυρίων Κουρτάκη και Τζένου, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η κυβέρνηση υιοθετεί τις πρακτικές αυταρχισμού και κατάχρησης εξουσίας που απορρέουν από τον νόμο Βενιζέλου, τον οποίο στο παρελθόν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταδικάσει και τον είχε χαρακτηρίσει «τυποκτόνο»;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, όπως γνωρίζετε, προχώρησε στην έγκληση ενός εκδότη και ενός διευθυντή εφημερίδας για τον τρόπο με τον οποίο επέλεξαν οι δύο αυτοί κύριοι να επιτεθούν στον κύριο Καμμένο, χρησιμοποιώντας ως βασικό τους επιχείρημα -κατά τις δηλώσεις που έχουν γίνει – εξάλλου ψευδές , τις υποτιθέμενες πολιτικές σχέσεις ενός ανήλικου παιδιού με την ένοπλη δράση. Σε σχέση με τη συγκεκριμένη πρακτική, νομίζω ότι κρίνει ο ελληνικός λαός, αλλά θα κληθούν να κρίνουν και τα ελληνικά δικαστήρια με τη διαδικασία που προβλέπεται από τον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
ΤΣΑΚΙΡΗΣ: Επειδή σήμερα και η ΑΥΓΗ, που είναι η εφημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ, όσον αφορά και την υπόθεση του κυρίου Πετρουλάκη, μιλά για ολισθηρούς δρόμους. Η κυβέρνηση τι έχει να πει γι’ αυτό το πράγμα; Δηλαδή, μπορούν να λύνονται αυτά τα πράγματα στα δικαστήρια;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ο καθένας στη δημόσια σφαίρα, στη δημόσια ζωή, στην πολιτική σύγκρουση είτε είναι πολιτικός είτε είναι δημοσιογράφος είτε είναι υπουργός είτε είναι βουλευτής κρίνεται για τις πρακτικές του, για το ύφος του, για το ήθος του, για τον τρόπο με τον οποίο επιλέγει να δίνει την πολιτική σύγκρουση. Σε περίπτωση που ένας πολίτης, είτε αυτός είναι υπουργός της κυβέρνησης είτε είναι οποιοσδήποτε άλλος και θεωρεί ότι θίγεται από συγκεκριμένο δημοσίευμα, ο νόμος του παρέχει τη δυνατότητα να προστατεύσει τον εαυτό του, την τιμή του και την υπόληψή του. Από εκεί και πέρα, τον λόγο έχει η αστική δικαιοσύνη. Όμως, όταν πρόκειται περί ζητημάτων που εμπλέκουν ανηλίκους, διότι αυτό είναι το ζήτημα που έχει προκύψει αυτή τη στιγμή, ανήλικα παιδιά τα οποία, ξέρετε, ότι αύριο θα πρέπει να πάνε στο σχολείο τους και θα πρέπει να έχουν σχέση με τον κοινωνικό τους περίγυρο, θα πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί και να μην τα εμπλέκουμε στην πολιτική αντιπαράθεση, όσο σφοδρή και να είναι αυτή.
ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ: Εάν μου επιτρέπετε, κύριε Εκπρόσωπε, ο μεγάλος γιος του κυρίου Καμμένου έκανε μήνυση, στη συνέχεια, στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, ο οποίος είναι ενήλικος και είναι 23-24 χρονών. Άρα, θα πρέπει ο κύριος Καμμένος να ξεκαθαρίσει: Θίχτηκε γιατί…
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι σαφές.
ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ: Γιατί αφορούσε τα ανήλικα ή τον ενήλικο, ο οποίος στη συνέχεια έκανε μήνυση;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όταν οι κύριοι αυτοί αναφέρθηκαν στην εκπομπή τους στο παιδί, δεν είχαν, τουλάχιστον, τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια να συγκεκριμενοποιήσουν τις κατηγορίες τους. Αντιθέτως, άφησαν ανοιχτά όλα τα πιθανά ενδεχόμενα, ψευδή ή αληθή. Νομίζω ότι είναι πασιφανές ότι κατ’ αυτό τον τρόπο δεν γίνεται πολιτική κριτική, αλλά επιδιώκεται μία δολοφονία χαρακτήρων. Ακριβώς αυτό είναι το ζήτημα που πρέπει να μας απασχολεί και νομίζω ότι αυτό το ζήτημα οφείλει να γίνει θέμα στον δημόσιο βίο. Ξαναλέω ότι ο καθένας κρίνεται από τη στάση του, από το ύφος του, το ήθος, τη γλώσσα την οποία χρησιμοποιεί για να κάνει επιθέσεις ή για να υποστηρίξει τον πολιτικό χώρο ή το έντυπο που κάθε φορά εκπροσωπεί.
ΑΛΕΙΦΕΡΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, να σας πάω πάλι λίγο στο ζήτημα της διαπραγμάτευσης. Διαψεύσατε κατηγορηματικά τα δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για παράταση του μηχανισμού δημοσιονομικής διόρθωσης, τον γνωστό και ως κόφτη, και μάλιστα επί τη βάση των συντάξεων της προσωπικής διαφοράς ή του αφορολόγητου ποσού για μείωσή του. Την ίδια ώρα, είπατε ότι η ελληνική πλευρά δεν αποδέχεται, σε καμία περίπτωση, παράλογες απαιτήσεις από την πλευρά των δανειστών. Θα ήθελα να σας ρωτήσω, με δεδομένες τις αξιώσεις, τις διατυπωμένες αξιώσεις και απαιτήσεις που έχουν οι σκληροπυρηνικοί εκ των δανειστών, δηλαδή το ΔΝΤ και το Βερολίνο, η κυβέρνηση πώς σκοπεύει να κλείσει την αξιολόγηση; Μόνο με πολιτική λύση; Κι αν αυτή δεν δοθεί, που πηγαίνουμε;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι στην εισαγωγική μου τοποθέτηση ήμουν σαφής. Αυτό το οποίο είπα, είναι ότι δεν συζητείται οποιαδήποτε αύξηση του ΦΠΑ, ενώ δημοσιεύματα τα οποία κάνουν λόγο για μείωση του αφορολόγητου, με ένταξή του στον αυτόματο δημοσιονομικό διορθωτή, δεν έχουν καμία βάση. Γνωρίζετε ότι αυτή τη στιγμή η αξιολόγηση βρίσκεται σε ένα σημείο, όπου ευρωπαϊκοί θεσμοί και ΔΝΤ κάνουν διαφορετικές προβλέψεις για τη μακροοικονομική πορεία της ελληνικής οικονομίας και των μεγεθών της. Από τη μία πλευρά, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί λένε ότι θα έχουμε τη δυνατότητα να επιτύχουμε το 3,5% του πρωτογενούς πλεονάσματος ως στόχο το 2018, το ΔΝΤ, από την άλλη πλευρά, ισχυρίζεται ότι με τα όσα έχουν ψηφιστεί -κατά τη γνώμη μας υπεραπαισιόδοξα το ισχυρίζεται αυτό και ούτως ή άλλως έχει διαψευστεί από τη μέχρι τώρα πορεία των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας- ισχυρίζεται, λοιπόν, ότι το 2018 θα πιάσουμε ένα πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 1,5%. Εμείς δεν αποδεχόμαστε αυτή τη θέση, όπως δεν την αποδέχεται και η Κομισιόν με βάση τις δικές της προβλέψεις και το δικό της μοντέλο. Από εκεί και πέρα, το ΔΝΤ λέει ότι θα πρέπει μετά τη λήξη του προγράμματος να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα, περίπου στο 1,5%, έτσι ώστε το πρόγραμμα να είναι βιώσιμο. Η Γερμανία, από τη δική της πλευρά, λέει ότι δεν συζητά οποιαδήποτε μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων και δεν συζητά, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, και την απομείωση του ελληνικού χρέους, την οποία επιζητά το ΔΝΤ. Σας ξαναλέω, λοιπόν, ότι το πρόβλημα εδώ, δεν είναι πρόβλημα τεχνικών διαφορών. Είναι μία πολιτική διαφωνία μεταξύ ευρωπαϊκών θεσμών, της Γερμανίας σε μεγάλο βαθμό, αλλά και του ΔΝΤ. Θεωρούμε ότι από τη στιγμή που το πρόβλημα είναι πολιτικό, μόνο μία πολιτική λύση μπορεί να δοθεί. Κατ’ αυτή την έννοια έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις, τις έχουμε περιγράψει στην προηγούμενη φάση, αλλά, από εκεί και πέρα, είμαστε διατεθειμένοι να συζητήσουμε και άλλες προτάσεις, οι οποίες θα μας επιτρέψουν να ξεπεράσουμε, αυτή τη στιγμή, τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί, έτσι ώστε να κλείσει το συντομότερο δυνατό η δεύτερη αξιολόγηση. Περιμένουμε και εμείς πώς θα εξελιχθεί σήμερα το Euro Working Group και στη βάση των συζητήσεων να προχωρήσουμε και να ορίσουμε τους όρους και τους τρόπους με τους οποίους θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε την όποια δυσκολία, αυτή τη στιγμή, παρουσιάζεται.
ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε Εκπρόσωπε, ποιες είναι αυτές οι προτάσεις, τις οποίες συζητάτε, ώστε να ξαναρχίσει η αξιολόγηση;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κατ’ αρχήν, έχω πει εδώ πολλές φορές ότι η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι πως θα μπορούσε να υπάρξει μία συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, η οποία θα επέτρεπε τη μείωση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα, μετά το 2018, στο 2,5%. Και το 1% που θα προέκυπτε ως υπερβάλλων δημοσιονομικός χώρος, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή για τη μείωση φόρων. Από εκεί και πέρα, ξέρετε ότι από άλλες πλευρές έχουν υπάρξει προτάσεις για διατήρηση του 3,5% ως στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος για το μεσοπρόθεσμο διάστημα και υπάρχει και διαφωνία μεταξύ αυτών των πλευρών για το τι σημαίνει μεσοπρόθεσμο διάστημα. Δηλαδή, κάποιοι λένε ότι μεσοπρόθεσμο διάστημα σημαίνει τρία χρόνια, κάποιοι άλλοι λένε ότι σημαίνει πέντε χρόνια, υπάρχει και η γνωστή τοποθέτηση του γερμανού υπουργού Οικονομικών, του μοναδικού, ο οποίος θεωρεί ότι μεσοπρόθεσμο διάστημα σημαίνει δέκα χρόνια. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή, δεν έχει συμφωνηθεί απολύτως τίποτα, σε σχέση με όλα αυτά. Βρισκόμαστε σε διαδικασία διαπραγματεύσεων. Το ΔΝΤ λέει ότι δεν μπορούμε να επιμείνουμε στο 3,5%, αλλά πρέπει να πέσουμε στο 1,5%. Επομένως, καταλαβαίνετε ότι εδώ υπάρχει μια συνολική πολιτική συζήτηση, που αφορά την πορεία της ελληνικής οικονομίας μετά το πρόγραμμα. Τίποτα δεν έχει συμφωνηθεί μέχρι όλα να συμφωνηθούν. Και από τη δική μας πλευρά, είμαστε διατεθειμένοι να συζητήσουμε στη βάση σοβαρών και ορθολογικών επιχειρημάτων και όχι παράλογων απαιτήσεων για μακρά διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, ύψους 3,5%. Είμαστε, όμως, διατεθειμένοι να συζητήσουμε άλλες προτάσεις οι οποίες θα συγκεκριμενοποιούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και θα καθορίζουν ένα βιώσιμο δημοσιονομικό μονοπάτι για μετά την περίοδο του προγράμματος.
ΓΚΑΝΤΩΝΑ: Deadline για σας υπάρχει, όμως, κύριε Εκπρόσωπε ή θα το βλέπουμε αυτό το πράγμα, δηλαδή, να σέρνεται; Γιατί πέρασε μια ημερομηνία από ένα Eurogroup το Δεκέμβρη, σε λίγες ημέρες έχουμε ένα άλλο Eurogroup, υπάρχει ένα ορόσημο που να πείτε «κάπου εδώ, τέλος»;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σας πω ότι αυτή τη στιγμή δεν είναι η ελληνική πλευρά η οποία πιέζεται. Δεν έχουμε χρηματοδοτικές ανάγκες που να είναι άμεσες. Αντιθέτως, έχουν εξασφαλιστεί οι χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού Δημοσίου για μακρό χρονικό διάστημα. Ωστόσο, αυτό το οποίο μας οδηγεί στην ανάγκη για ταχύτατο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης είναι οι ούτως ή άλλως φιλόδοξοι στόχοι του προγράμματος για 1,75% πρωτογενές πλεόνασμα το 2017. Αυτό το οποίο επιδιώκουμε είναι την όσο το δυνατόν συντομότερη λήξη των συζητήσεων για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση και να μπούμε στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, διότι αυτό είναι στο πρώτο τρίμηνο του 2017, γιατί αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος, ο οποίος οδηγεί στην επίτευξη των στόχων που το ίδιο το πρόγραμμα θέτει. Αν, λοιπόν, οι εμπλεκόμενοι στη διαπραγμάτευση θέλουν πραγματικά η Ελλάδα να επιτύχει τους στόχους του προγράμματος, θα πρέπει να επιδείξουν την ίδια ακριβώς βούληση που επιδεικνύει η ελληνική πλευρά για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Ωστόσο, σας ξαναλέω ότι αυτή τη στιγμή ο χρόνος δεν πιέζει την Ελλάδα. Ο χρόνος πιέζει και άλλα κράτη-μέλη, τα οποία γνωρίζετε ότι μπαίνουν σιγά-σιγά σε προεκλογική περίοδο, σε προεκλογική διαδικασία και δεν έχουν κανένα λόγο να μπουν σε αυτή την προεκλογική διαδικασία με το βάρος ενός ανοιχτού ελληνικού ζητήματος, το οποίο ξέρετε ότι δεν μπορεί να αναζωπυρωθεί ως κρίση παρά μόνο με τεχνητό τρόπο. Και γιατί το λέω αυτό; Το λέω, διότι η ελληνική οικονομία βαδίζει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης τα τρία τελευταία τρίμηνα του 2016, έχει πετύχει όλους τους στόχους των προγραμμάτων, έτσι όπως αυτοί έχουν οριστεί από τη Συμφωνία του Αυγούστου του 2015 και δεν βρίσκω κανένα λόγο να υπάρξει, όπως δεν βρίσκει και η ελληνική κυβέρνηση κανένα λόγο, μια τεχνητή αναζωπύρωση της ελληνικής κρίσης, επειδή κάποιοι αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τα εσωτερικά πολιτικά τους προβλήματα.
ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, είπατε νωρίτερα ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν πιέζεται από τα ταμειακά διαθέσιμα, από τα οικονομικά μεγέθη κ.λ.π. Να υποθέσουμε, λοιπόν, ότι παρά τον επιδιωκόμενο στόχο να μπει η χώρα στο πρώτο τρίμηνο, να κλείσει δηλαδή σύντομα, μπορεί να τραβήξει αυτή η διαπραγμάτευση μέχρι τον Ιούνιο-Ιούλιο που είναι η μεγάλη δανειακή υποχρέωση της χώρας;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Να μην το υποθέσετε. Νομίζω ότι μίλησα σαφώς για το χρονοδιάγραμμα πάνω στο οποίο δουλεύουμε και εμείς, αλλά και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και όλοι οι εμπλεκόμενοι στο ελληνικό πρόγραμμα που έχει θέσει ως στόχο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που έχει θέσει ως βασικό στόχο το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης το πρώτο τρίμηνο του 2017. Αυτό είναι το χρονοδιάγραμμα στη βάση του οποίου δουλεύουμε. Και ξαναλέω ότι η ημερομηνία-κόμβος είναι η ημερομηνία κατά την οποία θα συνεδριάσει το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να συζητήσει το θέμα και επιδιώκουμε να συζητήσει και το θέμα της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
ΚΛΑΥΔΙΑΝΟΣ: Σχετικά με την υπόθεση της Novartis, η οποία, σύμφωνα με ορισμένα δημοσιεύματα, ξεπερνά ακόμα και την υπόθεση της Siemens. Η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να φέρει το θέμα στη Βουλή, είτε σε προ ημερήσιας διάταξης συζήτηση, είτε ακόμα και σε Εξεταστική Επιτροπή;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτή τη στιγμή γνωρίζετε ότι εκ μέρους της Εισαγγελίας Διαφθοράς διεξάγεται προκαταρκτική εξέταση για το ζήτημα της Novartis. Από όσο γνωρίζω, δεν έχουν ακόμη ασκηθεί ποινικές διώξεις εναντίον προσώπων, αν δεν κάνω λάθος, αλλά αυτό το λέω με κάθε επιφύλαξη. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η προανακριτική διαδικασία ξέρετε ότι είναι μυστική. Από την πλευρά της η ελληνική κυβέρνηση το μόνο το οποίο μπορεί να κάνει είναι να θυμίσει το νόμο, ο οποίος λέει ότι εφόσον ο εισαγγελέας δει, κατά τη διαδικασία της προκαταρκτικής εξέτασης, ότι εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα, είναι υποχρεωμένος να διαβιβάσει τη δικογραφία αμελλητί στο ελληνικό Κοινοβούλιο και από εκεί και πέρα το ελληνικό Κοινοβούλιο θα αποφασίσει, με τους όρους οι οποίοι προβλέπονται στον Κανονισμό της Βουλής, για τον τρόπο με τον οποίο θα διαχειριστεί το συγκεκριμένο ζήτημα: Αν θα προχωρήσει, δηλαδή, στη σύσταση Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης ή στη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, στο βαθμό, βεβαίως, που η δικογραφία διαβιβαστεί στη Βουλή από τον εισαγγελέα. Αυτή τη στιγμή, αυτό το οποίο εμείς πρέπει να κάνουμε είναι να αφήσουμε τη Δικαιοσύνη να δουλέψει πάνω σε αυτό το τεράστιο σκάνδαλο, να δουλέψει, χωρίς την οποιαδήποτε παρέμβαση και χωρίς την οποιαδήποτε προσπάθεια επηρεασμού. Από τη μεριά της, η ελληνική Δημόσια Διοίκηση και η ελληνική κυβέρνηση θα κάνουν ό,τι μπορούν για να συνδράμουν στην αποτελεσματικότητα της έρευνας και ελπίζουμε να πέσει άπλετο φως σε αυτή την υπόθεση, που φαίνεται να είναι εξαιρετικά σκοτεινή, όπως είπατε και εσείς.
Ωστόσο, αυτό το οποίο κάνει εντύπωση είναι ότι μιλάμε για μία περίοδο αρκετών ετών, κατά την οποία κάποιοι ήταν υπουργοί Υγείας. Προξενεί, λοιπόν, εντύπωση, προξενεί εύλογα ερωτηματικά γιατί εκείνα τα πολιτικά πρόσωπα που είχαν την ευθύνη των υπουργείων εκείνες τις περιόδους για τις οποίες διεξάγεται η έρευνα και τα οποία πολιτικά αυτά πρόσωπα συνήθως είναι λαλίστατα, δεν έχουν τοποθετηθεί δημοσίως ζητώντας την επιτάχυνση των ερευνών, ζητώντας να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση. Μας προξενεί, λοιπόν, μια εύλογη απορία η στάση τους αυτή. Εγώ δεν θέλω σε καμία περίπτωση να εμπλέξω κανέναν σε οποιοδήποτε ζήτημα διερευνάται από την ελληνική ποινική Δικαιοσύνη, ωστόσο νομίζω ότι είναι απαραίτητες οι τοποθετήσεις και από τους υπουργούς Υγείας εκείνων των περιόδων, αλλά και από τα πολιτικά κόμματα τα οποία είχαν την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας εκείνη την περίοδο.
ΜΠΟΛΑΚΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, ο κ. Μουζάλας σε τρίτο πρόσωπο είπε ότι «ο κύριος Μουζάλας δεν πρέπει να παραιτηθεί». Μπορεί ο κ. Μουζάλας να εκφράσει τέτοια άποψη και δημοσίως, μετά και από όσα είδαμε να συμβαίνουν και στη Μόρια, αλλά και γενικότερα αυτή η αντίδραση που υπήρξε, όσον αφορά την κατάσταση στην οποία βρέθηκαν αντιμέτωποι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες; Αποφασίζει ο κ. Μουζάλας για τον ανασχηματισμό, δηλαδή να το πω έτσι πιο ωμά;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, ο κ. Μουζάλας στο βαθμό που η δήλωση αυτή είναι πραγματική –δεν τη γνωρίζω- δεν λέει ότι δεν πρέπει να αποφασίσει ο Πρωθυπουργός να τον μετακινήσει από το υπουργείο. Αυτό το οποίο λέει είναι ότι δεν πρέπει να παραιτηθεί. Πρόκειται για δύο διαφορετικά πράγματα. Ο Πρωθυπουργός, γνωρίζετε ότι εκ του Συντάγματος, έχει την προνομία να αποφασίζει για τη σύνθεση του Υπουργικού Συμβουλίου ανά πάσα στιγμή.
Σε ό,τι αφορά, τώρα, την ουσία του ζητήματος και όχι τη δήλωση που έγινε, σας είπα και στην εισαγωγική τοποθέτησή μου ότι πράγματι αντιμετωπίσαμε πάρα πολύ μεγάλα προβλήματα στους προσφυγικούς καταυλισμούς εξαιτίας της κακοκαιρίας. Προσπαθήσαμε να τα αντιμετωπίσουμε όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα και με ταχύτερο τρόπο. Ωστόσο, τέτοια προβλήματα παρουσιάστηκαν, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών που φιλοξενούν πρόσφυγες. Αυτό είναι το πρώτο σχόλιο.
Και το δεύτερο είναι ότι η αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος και ειδικά σε τέτοιες έκτακτες καιρικές συνθήκες –και το έχουμε πει δεκάδες φορές αυτό- δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συνεργασία και της κοινωνίας των πολιτών. Γνωρίζετε καλά ότι εδώ και πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, έχουμε τονίσει τη στάση διαφόρων επιχειρηματιών, στο νησί της Μυτιλήνης για παράδειγμα που προέκυψε και το πρόβλημα, οι οποίοι αρνούνται να συνεργαστούν με την ελληνική κυβέρνηση, έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα διαμονής, τα οποία υπάρχουν ούτως ή άλλως σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Επαναλαμβάνω, λοιπόν, ότι για να μπορέσουμε αποτελεσματικά να αντιμετωπίσουμε την προσφυγική κρίση και ειδικότερα σε έκτακτες συνθήκες, είναι απαραίτητη η συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων, είτε της κυβέρνησης, είτε των μη κυβερνητικών οργανώσεων, είτε της κοινωνίας των πολιτικών, έτσι ώστε να μην μετατρέψουμε την προσφυγική κρίση από διεθνές πρόβλημα, από διεθνές ζήτημα σε εσωτερικό πρόβλημα της Ελλάδας. Με αυτή την έννοια, θεωρώ ότι θα έπρεπε να έχουν ενεργήσει πολύ γρηγορότερα και οι εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών και των τοπικών Αρχών στη Μυτιλήνη, έτσι ώστε να μπορέσει να βρεθεί λύση στο πρόβλημα το οποίο προέκυψε και όχι να λειτουργήσουν οι επιχειρηματίες της εκεί περιοχής μόνο υπό την πίεση της κοινωνικής κατακραυγής, αλλά και της κυβερνητικής πίεσης.
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, δεν είναι μόνο το θέμα της κακοκαιρίας όσον αφορά το Προσφυγικό. Υπάρχει μια χαμηλή απορροφητικότητα ευρωπαϊκών κονδυλίων για τη διαχείριση του Προσφυγικού, υπάρχει ένα θέμα με το μητρώο των ΜΚΟ που ασχολούνται με το Προσφυγικό. Όλα αυτά τα ζητήματα τα οποία είναι ανοιχτά, δεν προβληματίζουν την κυβέρνηση; Θεωρούν πως ο κ. Μουζάλας κάνει μια πάρα πολύ καλή δουλειά για την οποία θα πρέπει να επαινεθεί δημοσίως;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η ελληνική κυβέρνηση, γνωρίζετε ότι από τα 500 περίπου εκατομμύρια τα οποία έχει παράσχει μέσω των έκτακτων ή των τακτικών της κονδυλίων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει απορροφήσει τα 170 εκατ., ενώ τα υπόλοιπα χρήματα έχουν κατευθυνθεί σε άλλους φορείς, οι οποίοι δεν σχετίζονται με την ελληνική κυβέρνηση. Σχετίζονται με την κοινωνία των πολιτών, τη λεγόμενη. Αυτά τα κονδύλια, λοιπόν, έχουν απορροφηθεί με όσο το δυνατόν ταχύτερους ρυθμούς, γνωρίζοντας, βεβαίως, τα προβλήματα που ενίοτε προκαλεί και η ελληνική, αλλά και η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, ενώ σε ό,τι αφορά τη γενική διαχείριση της προσφυγικής κρίσης και με δεδομένη την έντασή της και με δεδομένο το γεγονός ότι η Ελλάδα σηκώνει στις πλάτες της το βάρος που θα έπρεπε να σηκώνει συνολικά η Ευρώπη με αλληλέγγυο τρόπο και να μην επιλέγει το δρόμο των κλειστών συνόρων, των φρακτών, του αποκλεισμού, νομίζω ότι έχει καταφέρει με αξιοπρέπεια και με ανθρωπιά να λύνει τα προβλήματα, τα οποία παρουσιάζονται κάθε φορά και τα οποία κανείς δεν αρνείται ότι είναι και πάρα πολλά, αλλά και δυσεπίλυτα.
ΖΟΡΜΠΑ: Θέλω να επανέλθω στη διαπραγμάτευση, κύριε Εκπρόσωπε. Σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ, η θέση της κυβέρνησης και η επιδίωξή της ποια είναι; Να παραμείνει, να αποχωρήσει, να μείνει ως τεχνικός σύμβουλος; Έχει κινηθεί με κάποιο τρόπο σε ό,τι αφορά τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις στο κομμάτι αυτό;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ είναι ότι αφενός πρέπει να αποφασίσει και αφετέρου πρέπει να μην έχει παράλογες απαιτήσεις, έτσι ώστε να μπορέσει να βρεθεί μια λύση, η οποία να χωρά όλους τους εμπλεκόμενους. Σε αυτή τη θέση παραμένουμε προσηλωμένοι και νομίζουμε ότι είναι και η μοναδική θέση η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μια θετική εξέλιξη, τη δεύτερη αξιολόγηση, αλλά και το σύνολο του προγράμματος. Το πρόβλημά μας δεν είναι αν το ΔΝΤ θα παραμείνει ή αν το ΔΝΤ θα αποχωρήσει. Αυτό είναι πρόβλημα του ΔΝΤ. Το πρόβλημά μας είναι ότι σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να γίνονται αποδεκτές απαιτήσεις, οι οποίες είναι και οικονομικά παράλογες και κοινωνικά καταστροφικές.
ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε Εκπρόσωπε, θα ήθελα μια διευκρίνιση, σε σχέση με ό,τι μας είπατε για το αφορολόγητο. Δεν υπάρχει καμία σκέψη στην κυβέρνηση κάποιας μείωσης του αφορολόγητου, ενδεχομένως που θα συζητηθεί από το τέλος του προγράμματος και μετά ή αυτό δεν συνδέεται απλώς με τον αυτόματο μηχανισμό διόρθωσης;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτή τη στιγμή δεν έχει υπάρξει καμία συζήτηση για μείωση του αφορολόγητου, είτε εντασσόμενη στο δημοσιονομικό διορθωτή, είτε μη εντασσόμενη στο δημοσιονομικό διορθωτή. Δεν υπάρχει από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης η πρόθεση να αλλάξει το αφορολόγητο για μετά το τέλος του προγράμματος.
ΚΑΝΤΖΟΥ: Κύριε Εκπρόσωπε, σας άκουγα προσεκτικά να λέτε ότι ορόσημο πια είναι να μπούμε στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης το πρώτο τρίμηνο. Και αναρωτιέμαι αν έχετε διαβάσει όλα αυτά τα δημοσιεύματα και χθες στο ΜΝΙ, που έλεγαν ότι η ελληνική κυβέρνηση πιέζεται από το Βερολίνο και ότι μπορεί να επιχειρήσει ο κ. Τσίπρας ηρωική έξοδο και εκλογές. Όσο η αβεβαιότητα –και το ξέρετε καλύτερα από μένα- διατηρείται, τόσο τα σενάρια αυτά πληθαίνουν. Ποια είναι η απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης, έτσι ώστε και οι επενδυτές να αρχίσουν να εμπιστεύονται την Ελλάδα;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Έχουμε με μεγάλη σαφήνεια ξεκαθαρίσει ότι η κυβέρνηση δουλεύει πάνω στο χρονοδιάγραμμα, το οποίο καταλήγει στην ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης στο πρώτο τρίμηνο του 2017. Από εκεί και πέρα, τα σενάρια τα οποία διακινούνται, έχουν διακινηθεί και στο παρελθόν. Διαρκώς, εδώ και δύο χρόνια, ακούμε ότι η παρούσα κυβέρνηση πέφτει, ότι η παρούσα κυβέρνηση βρίσκεται σε αποδρομή, ότι το πρόγραμμα είναι εκτός στόχων, ότι έρχονται νέες περικοπές οι οποίες δεν εντάσσονταν στη Συμφωνία του Αυγούστου του 2015. Γενικώς, μια καταστροφολογία και μια κινδυνολογία είναι ίδιον τόσο των ΜΜΕ που δεν συμπαθούν ιδιαίτερα την ελληνική κυβέρνηση για τους δικούς τους λόγους και πιθανόν –ας πούμε- να θέλουν να αναπαράγουν ένα τέτοιο κλίμα, όσο και διαφόρων κυβερνήσεων, οι οποίες είναι εξαιρετικά συντηρητικές και δεν νιώθουν και ιδιαιτέρως άνετα με μία κυβέρνηση, η οποία μάχεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να τελειώσει ο παραλογισμός της λιτότητας. Αυτά τα σενάρια, όπως και στο παρελθόν, θα διαψευστούν και στην παρούσα συγκυρία και νομίζω ότι θα έχουμε πάρα πολύ σύντομα θετικές εξελίξεις στο μέτωπο της δεύτερης αξιολόγησης, στο μέτωπο της ποσοτικής χαλάρωσης, αλλά και πολύ περισσότερο στο μέτωπο της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, η οποία, όμως, δεν μπορεί να γίνει με όρους ασυδοσίας, με όρους διάλυσης της αγοράς εργασίας, με όρους ισοπέδωσης κοινωνικών δικαιωμάτων, με όρους διεύρυνσης των ανισοτήτων, όπως θέλουν συγκεκριμένοι πολιτικοί χώροι. Η Νέα Δημοκρατία και ο κ. Μητσοτάκης το έχουν πει ότι ο τρόπος που θα μπορέσει η ελληνική οικονομία να βγει στο μονοπάτι της ανάκαμψης είναι μέσω της διεύρυνσης των ανισοτήτων, της ισοπέδωσης της ελληνικής αγοράς εργασίας. Εμείς δεν συμμεριζόμαστε αυτή την πολιτική αντίληψη. Θεωρούμε ότι υπάρχει άλλος δρόμος και αυτός είναι ο δρόμος, τον οποίο ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση.
ΜΟΥΡΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, η ελληνική κυβέρνηση σε ό,τι αφορά την πολιτική διαχείριση του κλεισίματος της αξιολόγησης, συζητά λύση που να παραπέμπει σε ενισχυμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, εφόσον υποχρεωθεί να νομοθετήσει και δημοσιονομικά μέτρα και μέτρα τα οποία υπερβαίνουν τη θητεία της; Δηλαδή, μπορείτε να αποκλείσετε το «180» στη Βουλή για το κλείσιμο της αξιολόγησης;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μου έχετε ξανακάνει αυτή την ερώτηση. Σας έχω απαντήσει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει κάτι τέτοιο στο σχεδιασμό της και δεν καταλαβαίνω και την αναγκαιότητα, συνταγματική ή άλλη, για να επιδιωχθεί μια τέτοια λύση. Δεν πρόκειται για οποιαδήποτε νέα διεθνή σύμβαση, η οποία να έχει λόγο να απαιτεί ενισχυμένη πλειοψηφία στη Βουλή. Δεν καταλαβαίνω το συλλογισμό πίσω από το ερώτημά σας. Δεν υπάρχει αυτό στο σχεδιασμό…
ΜΟΥΡΕΛΑΤΟΣ: Δεν είναι δικός μου συλλογισμός, είναι πληροφορίες στον Τύπο.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εν πάση περιπτώσει, δεν καταλαβαίνω το συλλογισμό πίσω από τη συγκεκριμένη πληροφορία στον Τύπο. Ωστόσο, θέλω να επιμείνω στο ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν υπάρχει περίπτωση να κάνει αποδεκτή τη λήψη νέων δημοσιονομικών μέτρων για μετά τη λήξη του προγράμματος στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης ή σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο.
ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ: Θα ήθελα να αλλάξουμε λίγο θέμα, να επιστρέψουμε στην υπόθεση του κ. Σώρρα. Μπορείτε να μας πείτε εάν αυτή τη στιγμή υπάρχουν κυβερνητικές ενέργειες, οι οποίες δεν ξέρω πότε περιμένετε να καρποφορήσουν, όσον αφορά τη δραστηριότητά του, αν υπάρχει ανησυχία επέκτασης αυτού του κινήματος μη πληρωμής των υποχρεώσεων προς την Εφορία ή άλλων. Κάναμε ένα ρεπορτάζ σε εφορίες, σε τράπεζες κ.λ.π. και όντως υπάρχει ένα μεγάλο σχετικό πρόβλημα, κίνημα, πείτε το όπως θέλετε. Και αν υπάρχει κάποια δήλωση που θα θέλατε να κάνετε σε όσους ανθρώπους πιθανόν σκέφτονται να καταφύγουν σε τέτοιες μεθόδους, τι θα θέλατε να τους πείτε; Αν είναι κάτι το οποίο όντως μπορεί να τους εγγυηθεί απαλλαγή χρεών ή αν είναι κάτι το οποίο θεωρείτε εντελώς απίθανο.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η υπόθεση του κ. Σώρρα γνωρίζετε ότι βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην ελληνική Δικαιοσύνη. Η ελληνική Δικαιοσύνη θα πρέπει να κάνει τις απαραίτητες ενέργειες, έτσι ώστε να διαφυλάξει και το δημόσιο συμφέρον, αλλά και τα ατομικά συμφέροντα των πολιτών, οι οποίοι μπορεί να πέφτουν θύματα μιας καλοστημένης ή κακοστημένης –δεν ξέρω, δεν θα κάνω αξιολογικές κρίσεις για το συγκεκριμένο- απάτης. Από τη δική μας πλευρά, είμαστε διατεθειμένοι να συνδράμουμε την ελληνική Δικαιοσύνη στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο ζήτημα, το οποίο εντάσσεται πλέον στο πλαίσιο της άσκησης αντεγκληματικής πολιτικής.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Να επανέλθω λίγο στο Κυπριακό, κύριε Εκπρόσωπε. Μπορείτε να προσδιορίσετε τι ακριβώς εννοείτε όταν λέτε «πιθανότητα λύσης», εννοώ, δηλαδή, ποιες προϋποθέσεις εκτιμά η ελληνική πλευρά ότι θα πρέπει να συντρέξουν για να μεταβεί τελικά ο Πρωθυπουργός στην Ελβετία;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Έχουμε κατ΄ επανάληψη δηλώσει ότι για να υπάρξει μια βιώσιμη, αλλά και δίκαιη λύση του κυπριακού προβλήματος, είναι αναγκαία η κατάργηση του αναχρονιστικού καθεστώτος των εγγυήσεων, καθώς και η κατάργηση ή εν πάση περιπτώσει η μη συμπερίληψη σε μια πιθανή συμφωνία δικαιώματος οποιουδήποτε τρίτου κράτους να παρεμβαίνει μονομερώς στα κυπριακά πράγματα, καθώς η Κύπρος δεν μπορεί να τελεί υπό ένα τέτοιο καθεστώς με δεδομένη εξάλλου και την ιδιότητά της ως κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν στα ζητήματα, λοιπόν, της ασφάλειας, αλλά και της συμφωνίας για την αποχώρηση των στρατευμάτων ξένων χωρών από το νησί υπάρξει δυνατότητα σύγκλισης -και εφόσον φυσικά οι δικοινοτικές συνομιλίες καταλήξουν σε συμφωνίες σε ό,τι αφορά το περιουσιακό και το εδαφικό για το οποίο βεβαίως δεν έχουμε καμία απολύτως εμπλοκή, είναι ζήτημα των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων να συμφωνήσουν σε ό,τι αφορά αυτά τα ζητήματα- εφόσον, λοιπόν, υπάρχει σύγκλιση στο σύνολο αυτών των ανοικτών ζητημάτων, θεωρούμε ότι θα ανοίξει ο δρόμος για την πιθανότητα εξεύρεσης λύσης και τότε θα υπάρχει και λόγος για τη μετάβαση του Πρωθυπουργού στη Γενεύη, έτσι ώστε να συνεχιστούν οι συνομιλίες στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο.
ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ: Είπατε πριν ότι άλλοι πιέζονται και όχι η Ελλάδα και ότι δεν έχουμε αυτή τη στιγμή δημοσιονομικές ανάγκες. Την προηγούμενη φορά που συνέβη αυτό και ήμασταν χαλαροί στις διαπραγματεύσεις, η χώρα κατέληξε σε οικονομική ασφυξία να σκουπίζει τα ταμειακά διαθέσιμα. Μέχρι πότε έχει λεφτά η χώρα και τι θα κάνετε μετά;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν υπήρξαμε ποτέ χαλαροί κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων. Εάν σας δώσαμε μια τέτοια εικόνα, νομίζω ότι το λάθος είναι δικό σας και όχι δικό μας. Η ελληνική πλευρά πάντοτε στις διαπραγματεύσεις κατήλθε με αποφασιστικότητα και με διαρκή υπενθύμιση της ανάγκης να τελειώνουμε το ταχύτερο δυνατόν. Αν την πιστωτική ασφυξία, την οποία η χώρα βίωσε για ένα ολόκληρο επτάμηνο, τη χρεώνετε στην ελληνική κυβέρνηση, αυτό βεβαίως είναι κάτι το οποίο μπορείτε να θέσετε στη δημόσια συζήτηση και οι πολίτες να κρίνουν. Εμείς θεωρούμε ότι για την πιστωτική ασφυξία δεν ευθύνεται η ελληνική κυβέρνηση, αλλά αντιθέτως μια αδιάλλακτη στάση εκ μέρους των άλλων εμπλεκόμενων μερών στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης του 2015. Υπενθυμίζω και επαναλαμβάνω ότι στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι η ταχύτερη δυνατή κατάληξη των συνομιλιών για τη δεύτερη αξιολόγηση, ώστε να μπορέσουμε να μπούμε στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης εντός του πρώτο τριμήνου του 2017.