ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Καλωσήρθατε και ευχαριστούμε πολύ, κύριε Τζανακόπουλε. Πραγματικά, από πού να ξεκινήσω τις ερωτήσεις και να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας. Νομίζω ότι θα χρειαζόμασταν όλοι μια εκτίμηση, μια εισαγωγική εκτίμηση και τοποθέτηση αναφορικά με την εικόνα που έχετε εσείς συνολικά αυτή τη στιγμή για την πορεία της διαπραγμάτευσης.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μετά το Eurogroup της 7ης Απριλίου, νομίζω ότι έχουμε μπει πια στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Τα βήματα είναι καθορισμένα και νομίζω ότι όλοι, λίγο ή πολύ, έχουν μια συναντίληψη σε σχέση με αυτά. Στις 21, 22 Απριλίου γνωρίζετε ότι είναι η εαρινή Σύνοδος του ΔΝΤ. Εκεί θα υπάρξουν συζητήσεις σε σχέση με τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το ελληνικό χρέος που αποτελούν για το ΔΝΤ προϋπόθεση για να εγκριθεί από το Δ.Σ. του Ταμείου η συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα. Από εκεί και πέρα, θα υπάρξει η επιστροφή των τεχνικών κλιμακίων στην Ελλάδα, θα γραφτεί η τεχνική συμφωνία, θα καθοριστούν τα προαπαιτούμενα. Κατά πάσα πιθανότητα, όπως συμβαίνει συνήθως, θα υπάρξει η ψήφιση των προαπαιτούμενων στη Βουλή και στη συνέχεια θα συνεδριάσει το Eurogroup. Έχει ακουστεί ότι πιθανώς να έχουμε και ένα έκτακτο Eurogroup πριν από το Eurogroup της 22ης Μαΐου –αυτό βέβαια δεν μπορεί να το προεξοφλήσει κανείς, εξαρτάται από τη συζήτηση, από τη διαπραγμάτευση και στα τεχνικά κλιμάκια. Εκτιμώ ότι υπάρχουν οι δυνατότητες για κάτι τέτοιο και ο κ. Ντάισεμπλουμ  το έχει δηλώσει, σε ανύποπτο χρόνο, πριν από κάποιες εβδομάδες. Θα εγκριθεί η τεχνική συμφωνία και θα προσδιοριστούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και από εκεί και πέρα, τα πράγματα θα πάρουν τον δρόμο τους.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Υπάρχουν πολλές απορίες, σας άκουσα με προσοχή. Ξεκινώντας από το τελευταίο, τι να μας κάνει όλους τους υπόλοιπους να πιστέψουμε ότι αυτή τη φορά θα έχουμε συμφωνία;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι οι δηλώσεις μετά το Eurogroup της 7ης Απριλίου, όλων, ήταν σαφείς. Ο κ. Ντάισεμπλουμ μίλησε για συμφωνία, ο κ. Μοσκοβισί μίλησε για συμφωνία, το ΔΝΤ είναι θετικό, η Γερμανία, επίσης, δεν θέτει κανένα θέμα. Γνωρίζετε ότι είχε υπάρξει το θέμα στο Euroworking Group στις 30 Μαρτίου, όπου είχε τεθεί ένα τεχνικό ζήτημα. Αυτό ξεπεράστηκε. Έχουμε πολιτική συμφωνία στους βασικούς άξονες και όλοι μίλησαν για πολιτική συμφωνία. Επομένως, νομίζω ότι δεν θα υπάρξουν περαιτέρω τεχνικές δυσκολίες και πάρα πολύ γρήγορα θα καταλήξουμε. Αυτή τη στιγμή, προεξοφλείται και από τις αγορές, αλλά και από πολιτικούς παράγοντες ότι βαδίζουμε προς την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Φαίνεται και από τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Από την πλευρά της η ελληνική κυβέρνηση παραμένει στη θέση της, αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα ότι, ναι να προχωρήσουμε στις μεταρρυθμίσεις, όμως παράλληλα να δούμε και ποια θα είναι τα μέτρα για τη ρύθμιση του χρέους; Ή έχετε μετακινηθεί μετά και από τα μηνύματα που έρχονται από έξω, με ηχηρό –για ακόμη μια φορά θα το επικαλεστώ, το επικαλούνται όλοι- το τελευταίο μήνυμα που ήρθε από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, υλοποιήστε πρώτα μεταρρυθμίσεις και μετά το χρέος.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το χρονοδιάγραμμα είναι συμφωνημένο από όλους. Η δήλωση της εκπροσώπου –αν εννοείτε αυτό- του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, δεν έθεσε ένα σαφές χρονοδιάγραμμα, ήταν μια σχετικά αόριστη γενική δήλωση, που επαναλαμβάνει την πάγια θέση της γερμανικής κυβέρνησης: Ότι πρώτα πρέπει να υπάρξουν μεταρρυθμίσεις και στη συνέχεια να δούμε τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Τα πράγματα είναι δεδομένα. Και για ποιο λόγο σας το λέω αυτό: Το ΔΝΤ έχει θέσει ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Η γερμανική κυβέρνηση έχει θέσει ως προϋπόθεση, για την ύπαρξη ελληνικού προγράμματος, τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Έτσι, λοιπόν, καταλήγουμε σε μια εξίσωση με ένα πάρα πολύ απλό αποτέλεσμα. Για να συμμετέχει το ΔΝΤ χρειάζεται προσδιορισμός των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος και ακριβώς αυτό είναι που θα γίνει, αφού ολοκληρωθούν οι διαδικασίες της τεχνικής συμφωνίας και φθάσουμε στο Eurogroup. Θα υπάρξει ο προσδιορισμός των μεσοπρόθεσμων για το χρέος και από εκεί και πέρα,  το ΔΝΤ θα εγκρίνει στο Δ.Σ. τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα. Αυτό είναι το χρονοδιάγραμμα. Δεν υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές ή ενδεχόμενα και γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, εξ ορισμού, θα ξεκινήσουν να εφαρμόζονται μετά τη λήξη του προγράμματος. Αυτή ήταν η συμφωνία από την αρχή. Δεν υπήρξε ποτέ κανείς που να έχει θέσει κάτι διαφορετικό στο τραπέζι. Μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, προσδιορισμός τώρα, εφαρμογή μετά τον Αύγουστο του 2018. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν αυτή τη στιγμή ασάφειες ή αοριστίες ως προς το χρονοδιάγραμμα.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ:  Πότε έρχονται οι μεταρρυθμίσεις ή εν πάση περιπτώσει, το μείγμα αυτών των μέτρων που λίγα γνωρίζουμε, η αλήθεια είναι, προς ψήφιση στη Βουλή;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Με ρωτάτε για το αν θα ψηφιστούν πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup  ή μετά τη συνεδρίαση;

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Ναι, βεβαίως και σε σχέση με τον προσδιορισμό των μέτρων για το χρέος.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όλα αυτά, κυρία Μπουσδούκου, θα έχουν διαφορά μιας, δύο ή τριών ημερών. Ξέρετε ότι συνήθως η ψήφιση των προαπαιτούμενων γίνεται είτε την προηγούμενη της συνεδρίασης του Eurogroup είτε την ίδια μέρα με τη συνεδρίαση. Δηλαδή, κατατίθενται στη Βουλή και συνεδριάζει το Eurogroup και σχεδόν ταυτόχρονα ή λίγο πριν έχουν ψηφιστεί και οι μεταρρυθμίσεις, έτσι ώστε το Eurogroup να μπορέσει να κάνει αξιολόγηση της τεχνικής συμφωνίας. Να δει ότι οι μεταρρυθμίσεις οι οποίες έχουν συμφωνηθεί έχουν ψηφιστεί και από εκεί και πέρα, να εγκρίνει και τυπικά το κλείσιμο της αξιολόγησης. Επομένως, μιλάμε για μια διαφορά μιας ημέρας. Ωστόσο, αυτό το οποίο θα πρέπει να επαναλάβουμε και το επαναλαμβάνουμε σε όλους τους τόνους και ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών είναι ότι προϋπόθεση για την εφαρμογή των μέτρων του 2019 πια, είναι και η εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος από τον Αύγουστο του 2018 και πέρα.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Αναφορικά με το αφορολόγητο, το πόσο απότομη θα είναι η νεότερη πτώση του, έχετε κάποια εικόνα; Γιατί εδώ, αυτά τα οποία ακούγονται, γιατί ακούγονται, πραγματικά είναι κάτι παραπάνω από αποκαρδιωτικά.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η συμφωνία προβλέπει ότι θα υπάρξει 1% εξοικονόμηση το 2019 από το Ασφαλιστικό και επίσης προβλέπει ότι θα υπάρξει και 1% εξοικονόμηση του ΑΕΠ το 2020 από το αφορολόγητο. Οι τεχνικές συζητήσεις θα συνεχιστούν. Δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να δώσω συγκεκριμένους αριθμούς. Πρέπει να γίνουν προβολές στο μέλλον, πρέπει να υπολογιστεί ακριβώς το τι σημαίνει το 1% του ΑΕΠ για το 2020, πώς θα πρέπει να επιμεριστεί η εξοικονόμηση, αν θα υπάρξει μείωση σε άλλους φορολογικούς συντελεστές. Επομένως, μιλάμε για ένα αρκετά πολύπλοκο τεχνικά ζήτημα, για το οποίο αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να δώσω λεπτομέρειες. Το σίγουρο είναι, όμως, ότι μιλάμε για μια μείωση της τάξης του 1% του ΑΕΠ για το 2020. Δεν θα είναι, δηλαδή, κάτι το οποίο θα έρθει αύριο στην ελληνική κοινωνία ουρανοκατέβατο.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Στην ελληνική κοινωνία, όμως, έχουν έρθει πολλοί και δυσβάσταχτοι φόροι. Φαντάζομαι, είδατε και τα στοιχεία από τον ΟΟΣΑ, αλλά δεν αρκεί αυτό. Αρκεί να παρακολουθήσει κανείς τι συμβαίνει γύρω του, τι συμβαίνει στο σπίτι του, τι συμβαίνει στον διπλανό του, στον συνάδελφό του κ. ο. κ. Θέλω να πω, όλο αυτό, πώς μπορεί να λειτουργήσει, όταν οι δείκτες πηγαίνουν ακόμη πιο χαμηλά.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σας πω το εξής: Δεν αμφισβητώ ότι έχουν υπάρξει πολύ μεγάλες επιβαρύνσεις και μάλιστα σε ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα τα τελευταία χρόνια. Έχουν πιεστεί μια σειρά από κοινωνικές ομάδες, περισσότερο από όσο θα έπρεπε και έχουν επιβαρυνθεί με δυσανάλογο κόστος. Εμείς αυτό το οποίο προσπαθούμε και με την μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος, είναι να ανακατανείμουμε τα βάρη, ει δυνατόν, με δεδομένο το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και με δεδομένο ότι τέθηκε εκ μέρους του ΔΝΤ ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή του η αλλαγή του μείγματος της δημοσιονομικής πολιτικής. Διότι –για να γυρίσω λίγο και στο προηγούμενο- πέρα από το 2% αρνητικά μέτρα τα οποία θα πάρουμε το 2019 και το 2020, υπάρχουν, όπως ξέρετε, και τα θετικά μέτρα. Κάποια απ` αυτά θα αφορούν και μειώσεις φορολογικών συντελεστών. Όμως, θέλω να σας πω κάτι σε σχέση με αυτό το οποίο είπατε για τον ΟΟΣΑ γιατί είναι σημαντικό. Στον ΟΟΣΑ –αν δεν κάνω λάθος- συμμετέχουν περίπου 175 ή 177 χώρες. Ο μέσος όρος της φορολογίας στον ΟΟΣΑ –και μ` αυτό που λέω δεν αμφισβητώ τις πραγματικές επιβαρύνσεις που έχουν υπάρξουν σε διάφορα κοινωνικά στρώματα στη χώρα- στη συγκεκριμένη ομάδα που μελετά ο ΟΟΣΑ είναι στο 36%. Η Ελλάδα έχει μια φορολογική επιβάρυνση της τάξης του 40,2%. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες βρίσκονται πολύ πάνω από την Ελλάδα. Σας λέω λοιπόν ότι στη Γερμανία η αντίστοιχη επιβάρυνση είναι στο 50%, στην Ουγγαρία, ας πούμε, για την οποία δεν θα μπορούσατε να πείτε ότι έχει πολύ πιο ανεπτυγμένο κοινωνικό κράτος από την Ελλάδα, η αντίστοιχη φορολογία είναι στο 49%.

Στο Βέλγιο είναι στο 54%. Επομένως, αυτό το οποίο θέλω να σας πω, είναι ότι είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό των ευρωπαϊκών χωρών, η υψηλή φορολογία. Και αν δείτε, οι χώρες οι οποίες έχουν πολύ χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές είναι συνήθως χώρες της Λατινικής Αμερικής. Το Μεξικό είναι στο 20%, η Χιλή είναι στο 7%, οι οποίες έχουν περάσει από πάνω τους – στη Χιλή για παράδειγμα- χούντες οι οποίες επέβαλαν πάρα πολύ σκληρή αντιεργατική πολιτική.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Επιστρέφουμε στη συζήτησή μας με τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο. Στο δύσκολο θέμα και τη δύσκολη εξίσωση του αφορολογήτου είχαμε μείνει. Μία τελευταία ερώτηση έχω να κάνω, που επαναλαμβάνεται αρκετά συχνά. Αυτή η ερώτηση αφορά στον υπουργό Οικονομικών. Ο κύριος Τσακαλώτος είχε πει ότι εγώ θα παραιτηθώ εάν πέσει το αφορολόγητο κάτω από τις 9.000 ευρώ. Η ιστορία από εκεί και πέρα είναι γνωστή. Αυτό, όχι τόσο για να μου απαντήσετε προσωπικά για τον κύριο Τσακαλώτο όσο για το κατά πόσο τελικά η κυβέρνηση μετακινείται όχι από τις αρχικές της θέσεις του 2015, αλλά, τουλάχιστον, από τον βασικό κορμό.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ο υπουργός Οικονομικών είχε κάνει αυτή τη δήλωση στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης, όταν το ΔΝΤ, ήδη, από τον Δεκέμβρη του 2015, είχε θέσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης για την πρώτη αξιολόγηση, τη μείωση του αφορολόγητου και ζητούσε πρόσθετα μέτρα 3,6 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2018. Ξέρετε ότι δόθηκε μια αρκετά μεγάλη μάχη. Τελικά, η πρώτη αξιολόγηση κατέληξε με τη μη συμμετοχή του ΔΝΤ πλήρως στο ελληνικό πρόγραμμα. Μετατέθηκε το πρόβλημα για τον Σεπτέμβρη-Οκτώβρη του 2016 πια, δηλαδή, όταν ξεκίνησε η δεύτερη αξιολόγηση και καταφέραμε τότε να αποτρέψουμε τη μείωση του αφορολόγητου κάτω από, νομίζω αυτή τη στιγμή είναι περίπου στα 8.600 μεσοσταθμικά. Καταφέραμε, λοιπόν, να την αποτρέψουμε σε ό,τι αφορά το 2018. Από εκεί και πέρα, κατά τη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης τέθηκε ένας απαράβατος όρος, εκ μέρους της Γερμανίας και της Ολλανδίας, για τη συνέχιση του ελληνικού προγράμματος. Και αυτός ο όρος ήταν η με κάθε κόστος συμμετοχή του ΔΝΤ. Επομένως, δόθηκε στο ΔΝΤ ένα ιδιότυπο δικαίωμα βέτο, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Τέθηκε, λοιπόν, εκ μέρους του Ταμείου η απαίτηση για επιπλέον μέτρα 4,5 δισεκατομμυρίων ευρώ για το 2019. Τελικά καταλήξαμε στις 20 Φλεβάρη, μετά από μία σκληρή και επίπονη διαδικασία, στο να κάνουμε μια υποχώρηση στο θέμα του δημοσιονομικού μείγματος. Να δεχτούμε, δηλαδή, τη νομοθέτηση εξοικονομήσεων ύψους 2%, την οποία, βέβαια την απλώσαμε σε δύο έτη, το 2019 και το 2020, ενώ αρχικά το ΔΝΤ ζητούσε μια κι έξω εξοικονόμηση 2% και την ίδια στιγμή κερδίσαμε και τη δυνατότητα να νομοθετήσουμε ταυτοχρόνως θετικά μέτρα. Δηλαδή, μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης, ελαφρύνσεων. Γι’ αυτό μετά την 20η Φλεβάρη, που τέθηκε τελικά το πολιτικό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης και συμφωνήθηκε από όλους και τελικά επικυρώθηκε και στο Eurogroup της 7ης Απριλίου μετά από αρκετές αναταράξεις, αυτό το οποίο είχαμε δηλώσει όλοι ήταν ότι κάναμε μεν υποχωρήσεις από τις αρχικές μας θέσεις εμείς, ωστόσο, έκανε υποχωρήσεις από τις αρχικές του θέσεις και το ΔΝΤ. Πρόκειται, λοιπόν, κυρία Μπουσδούκου, για έναν συμβιβασμό, τον οποίο δεν θα τον επιλέγαμε αν δεν υπήρχε το δικαίωμα βέτο, που δόθηκε στο ΔΝΤ από τη Γερμανία και από την Ολλανδία. Ωστόσο, κρίναμε ότι σε αυτή τη φάση είναι ο απαραίτητος όρος για να μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε με επιτυχία το πρόγραμμα, έτσι ώστε τον Αύγουστο του 2018 η Ελλάδα να έχει τη δυνατότητα να βγει στις αγορές και να ανακτήσει την οικονομική και πολιτική της αυτονομία.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Παρ’ όλα αυτά, αυτά τα θετικά μέτρα στο τελικό ζύγι φέρνουν αυτή την ισορροπία που θέλατε και την επικοινωνήσατε, μάλιστα; Το μείγμα δημοσιονομικών μέτρων με μηδενικό κόστος;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, μιλάμε για μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο. Από εκεί και πέρα, προφανώς, δεν μπορούν τα θετικά μέτρα να αναφέρονται ακριβώς και εκατό τοις εκατό στα τμήματα εκείνα του πληθυσμού που θα υποστούν τις επιβαρύνσεις. Ωστόσο, στο γενικό σύνολο είναι μια αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος, η οποία έχει ισορροπία, έχει μηδενικό αποτέλεσμα αφενός και αφετέρου μας δίνει τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε μια σειρά από παρεμβάσεις αναθεμελίωσης του κοινωνικού κράτους και μείωσης των φορολογικών συντελεστών που θα είναι προσανατολισμένες στο να βοηθήσουν τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Πάντως, το θέμα του αφορολόγητου για παράδειγμα και ευρύτερα της φορολογίας, το πάρα πολύ  δύσκολο θέμα του ασφαλιστικού με τις μειώσεις συντάξεων που θα έρθουν αναπόφευκτα στους συνταξιούχους, οι οποίοι ήδη αιμορραγούν από τις μειώσεις που έχουν υποστεί τα προηγούμενα χρόνια, και μαζί βεβαίως με το πάρα πολύ ευαίσθητο χαρτοφυλάκιο που ονομάζεται εργασιακά και το ΔΝΤ ανοιγοκλείνει συνεχώς, φαίνονται ιδιαίτερα προβληματισμένοι οι ίδιοι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα όχι απλά προβληματισμένοι. Αρκετοί βλέπουν ότι τα αντίμετρα δεν έχουν φτάσει εκεί που θα ήταν το επιθυμητό να φτάσουν, ώστε πραγματικά να μιλάμε για μία ισορροπημένη συμφωνία. Από την άλλη, τις διαθέσεις που εκδηλώθηκαν στην Κεντρική Επιτροπή, τις παρακολουθήσαμε όλοι. Είδαμε και τη συνέχεια που δόθηκε χθες, όταν το δημοσιοποιήθηκε το κείμενο. Όλα αυτά πώς τα αξιολογείτε πια στο εσωτερικό;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι δύο-τρία διαφορετικά ζητήματα αυτά τα οποία θέτετε. Σε ό,τι αφορά τα εργασιακά, μπορώ να πω ότι, σε σχέση με τις αρχικές απαιτήσεις του ΔΝΤ, έχουμε μία καλή συμφωνία. Δηλαδή, θα μας δοθεί η δυνατότητα να επαναφέρουμε το θεσμικό πλαίσιο προστασίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων, θεμελίωσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην πραγματικότητα από τον Σεπτέμβρη του 2018, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις του ΔΝΤ. Και δεύτερον, αποκρούσαμε τις σκληρές απαιτήσεις για κατοχύρωση του δικαιώματος ανταπεργίας για τους εργοδότες, καθώς και την αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων. Επομένως, στο ισοζύγιο των θετικών και αρνητικών νομίζω ότι το κομμάτι των εργασιακών κατατάσσεται με αρκετά μεγάλη βεβαιότητα στα θετικά αυτής της συμφωνίας. Τώρα, σε ό, τι αφορά τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις, που παρουσιάζονται και μεγαλοποιούνται σε κάποιο βαθμό και από τα Μέσα Ενημέρωσης, έχω να σας πω τα εξής: Στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, όπως πάντοτε στις εσωτερικές μας διαδικασίες, έγινε μία συζήτηση. Ακούστηκαν απόψεις, ακούστηκαν ανησυχίες, ακούστηκαν προβληματισμοί και κατατέθηκε ένα κείμενο συμβολής από 13 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής. Δεν πρόκειται για αντιπαραθετικό κείμενο σε σχέση με την απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής, η οποία ψηφίστηκε με συντριπτική πλειοψηφία. Χθες, η ανακοίνωση την οποία εξέδωσαν οι 13 -αν δεν κάνω λάθος- είχε να κάνει με το γεγονός ότι διευκρίνισαν ότι στο κείμενο συμβολής τους δεν προτείνουν μια διαφορετική πολιτική στρατηγική, ούτε πολύ περισσότερο προτείνουν την προσφυγή σε κάλπες ως ένα εργαλείο, εν πάση περιπτώσει, διεξόδου. Αντιθέτως, νομίζω ότι η στήριξη που υπάρχει αυτή τη στιγμή στην κυβέρνηση είναι απόλυτη. Βεβαίως υπάρχουν προβληματισμοί και ανησυχίες, όχι μόνο από τους 13 που κατέθεσαν το κείμενο. Από όλους μας υπάρχουν ανησυχίες και προβληματισμοί.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Αλλά όχι, λέτε, σε ανησυχητικό επίπεδο. 

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αλλά όχι σε ένα επίπεδο το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει κυβερνητική κρίση.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Δεν υπάρχει ο κίνδυνος να μην στηρίξουν στη Βουλή, να μην ψηφίσουν;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δεν πιστεύω κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, η Κ.Ε. με συντριπτική πλειοψηφία ενέκρινε τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις και νομίζω ότι αποτελεί μια συλλογική απόφαση η οποία γίνεται από όλους σεβαστή.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Με την κριτική που δέχεστε, όχι μόνο από την αξιωματική αντιπολίτευση αλλά και από τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, πως βλέπετε να φτάνουν όλα αυτά, τα οποία θα περιέχονται στη συμφωνία, στη Βουλή;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει μια ρητορεία, που μοιάζει με το «γράμματα χάνεις, κορόνα κερδίζω». Δηλαδή, μέχρι να φτάσουμε στην πολιτική συμφωνία, μας κατηγορούσε για ανεπίτρεπτες καθυστερήσεις. Θα σας πω ότι έφτασαν μέχρι το σημείο, ευρωβουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, να καταγγείλουν μέχρι και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία πήρε τη θέση της ελληνικής κυβέρνηση και είπε ότι για τις καθυστερήσεις δεν ευθύνεται η ελληνική κυβέρνηση αλλά κάποιες παράλογες απαιτήσεις εκ μέρους των δανειστών της Ελλάδας. Η Νέα Δημοκρατία, λοιπόν, επειδή δεν της άρεσε αυτό που είπε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και επειδή στην πραγματικότητα επικύρωσε και τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης, έφτασε στο σημείο να την καταγγείλει. Επομένως, από εκεί και πέρα μπορείτε και εσείς να βγάλετε τα δικά σας συμπεράσματα. Τώρα, που φαίνεται ότι έχουμε κλείσει μια συμφωνία η οποία για πρώτη φορά στα εφτά χρόνια των προγραμμάτων, παρά τις δυσκολίες της, παρά το γεγονός, που δεν το αμφισβητεί κανένας, ότι πρόκειται για ένα συμβιβασμό, δεν έχει επιπλέον δημοσιονομική προσαρμογή – και αυτό σας θυμίζω, ότι δεν έχει ξανασυμβεί στα χρόνια της κρίσης – κατηγορεί την ελληνική κυβέρνηση για το γεγονός ότι διαπραγματεύτηκε και προσπαθεί να διαστρεβλώσει το περιεχόμενο της συμφωνίας λέγοντας ότι όλα αυτά που λέμε για τα θετικά μέτρα δεν ισχύουν, δεν υπάρχουν. Αλλά, εν πάση περιπτώσει, «κοντός ψαλμός». Η συμφωνία θα έρθει πάρα πολύ σύντομα στη Βουλή, τα θετικά μέτρα θα νομοθετηθούν ταυτόχρονα με τα αρνητικά μέτρα και από εκεί και πέρα ο καθένας θα βρεθεί ενώπιον των πολιτικών του δηλώσεων.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Όλη αυτή η ιστορία με τα εγκαίνια των οδικών αξόνων, που βεβαίως είναι πάρα πολύ θετικές ειδήσεις, προφανώς γιατί είναι έργα τα οποία έχουμε ξεχάσει από πότε ξεκίνησαν και το σημαντικότερο είναι ότι έχουν βαφτεί με αίμα οι περισσότεροι οδικοί άξονες, μυρίζουν καθόλου εκλογές; Είναι κάτι προεκλογικό; Είναι μια….

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δεν είναι κάτι προεκλογικό.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Είναι μια αλλαγή προσήμου, που θέλει να πετύχει, ίσως, η κυβέρνηση στο συνολικό της προφίλ;

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Η κυβέρνηση δύο χρόνια τώρα έδωσε πάρα πολύ μεγάλη μάχη, διαπραγματευτική αλλά και επιχειρησιακή, για να μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε έργα τα οποία είχαν παγώσει καθ’ όλη τη διάρκεια της πενταετίας 2010-2014. Θυμάστε ότι η προηγούμενη κυβέρνηση, ο κύριος Σαμαράς, μάζευε μπουλντόζες και έκανε εγκαίνια ή επανεγκαινίαζε, εν πάση περιπτώσει, δρόμους και στη συνέχεια τα εργοτάξια ξανακλείνανε. Εδώ πέρα, δεν έχουμε ένα επικοινωνιακό σόου. Έχουμε ένα πραγματικό αποτέλεσμα το οποίο πέτυχε η ελληνική κυβέρνηση, παρά το γεγονός, ότι οι συμβάσεις, έτσι όπως είχαν σχεδιαστεί ήταν πλήρως και ολοκληρωτικά υπονομευτικές για τα συμφέροντα του ελληνικού δημοσίου. Καταφέραμε, λοιπόν, να επαναδιαπραγματευτούμε, καταφέραμε να μειώσουμε το κόστος και καταφέραμε και να ολοκληρώσουμε έργα τα οποία με ευθύνες των προηγούμενων κυβερνήσεων λίμναζαν για πάρα πολλά χρόνια. Επομένως,  τα εγκαίνια που γίνονται, γίνονται ακριβώς στο πλαίσιο της παράδοσης των δρόμων και όχι σε μια προσπάθεια, ας πούμε, να δημιουργήσουμε εντυπώσεις. Οι δρόμοι έχουν παραδοθεί, οι άνθρωποι θα τους δουν…

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Σήμερα, νομίζω, ο κύριος Σπίρτζης στις 12:00 εγκαινιάζει και το άλλο κομμάτι…

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Νομίζω ότι τα πράγματα αυτή τη φορά είναι αυτά τα οποία φαίνονται.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Τελευταία ερώτηση. Ειλικρινά, με το Άγιο Φως τι ακριβώς συμβαίνει; Θέλω να πω, βρισκόμαστε σε όλη αυτή τη κατάσταση που βρισκόμαστε όλοι μαζί και ο καθένας από τη δική του πλευρά οδεύουμε, εν πάση περιπτώσει, προς τις ημέρες του Πάσχα και παρακολουθούμε όλο αυτό το οποίο συμβαίνει με τις δηλώσεις από εδώ και τις δηλώσεις από εκεί για το εάν θα πρέπει και πως θα πρέπει το Άγιο Φως να φτάνει στη χώρα.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εντάξει, είναι μια συζήτηση, που έχει συμβολικό και ιδεολογικό χαρακτήρα. Κάποιοι θεωρούν ότι είναι υπερβολικό να υπάρχει υποδοχή του «φωτός» με αυτό τον τρόπο, εν πάση περιπτώσει, είναι κάτι το οποίο είναι μια παράδοση στο ελληνικό κράτος και μπορεί αυτή η συζήτηση να διεξάγεται χωρίς περιορισμούς.

ΜΠΟΥΣΔΟΥΚΟΥ: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ κύριε Τζανακόπουλε για τη συζήτηση που είχαμε.

ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Και εγώ σας ευχαριστώ..