Φίλες και φίλοι, είναι μεγάλη η χαρά μου που βρίσκομαι για άλλη μια φορά στη Θεσσαλονίκη, αλλά ακόμη μεγαλύτερη η χαρά μου που βρίσκομαι στον Εύοσμο, που βρίσκομαι στη Δυτική Θεσσαλονίκη. Που βρίσκομαι εκεί όπου η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, βιοπαλαιστές, αγωνίζονται καθημερινά σε δύσκολες συνθήκες,  εκεί όπου για πάρα πολλά χρόνια οι κυβερνήσεις, όχι απλά ξεχνούσαν να περάσουν, αλλά ξεχνούσαν ότι υπάρχουν αυτές οι περιοχές.

Εμείς δεν πιστεύουμε ότι η Θεσσαλονίκη είναι μόνο το κέντρο της πόλης. Και όταν εγώ είπα ότι θα έρχομαι συχνά εδώ, εννοούσα ότι θα έρχομαι, κυρίως για να βρίσκομαι δίπλα σας -όσο μπορούμε- γιατί ξέρετε πάρα πολύ καλά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε. Να βρισκόμαστε δίπλα στις ανάγκες των πολιτών και να παλεύουμε μαζί τους για να αντιμετωπίσουμε τα μεγάλα προβλήματα της καθημερινότητας.

Και σήμερα η παρουσία μας εδώ στο Πρότυπο Κέντρο Υγείας Αστικού Τύπου έχει μια ιδιαίτερη συμβολική σημασία. Γιατί εδώ βρίσκεται ένα Κέντρο Υγείας Αστικού Τύπου, που για πάρα πολλά χρόνια είχε αφεθεί και είχε οδηγηθεί σε μαρασμό. Αλλά με συστηματική προσπάθεια του υπουργείου Υγείας, της Διοίκησης της 3ης  Υγειονομικής Περιφέρειας και κυρίως, όμως, της διεύθυνσης του Κέντρου Υγείας και, βεβαίως, των ανθρώπων που δίνουν τη μάχη καθημερινά, του προσωπικού, το Κέντρο αυτό ανασυγκροτήθηκε. Και εδώ και μερικές ημέρες έχει ξεκινήσει να λειτουργεί, όπως θα έπρεπε να λειτουργεί ένα Κέντρο Υγείας Αστικού Τύπου. Δηλαδή, σε 24ωρη βάση.

Και η αναβάθμιση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική για μια περιοχή, όπου η σωστή και αποτελεσματική λειτουργία των δημόσιων δομών υγείας έχει τεράστια κοινωνική σημασία.  Πολύ περισσότερο ύστερα από μια μακρά περίοδο, όπου, με αφορμή την κρίση, η δημόσια υγεία απαξιώθηκε μεθοδικά και συστηματικά.

Όμως, η λειτουργική αναβάθμιση αυτού του Κέντρου Υγείας του Ευόσμου δεν είναι μία αποσπασματική ενέργεια. Εντάσσεται σε ένα συνολικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο, στο οποίο αποδίδουμε ιδιαίτερη σημασία, τόσο εγώ όσο και η ηγεσία του υπουργείου Υγείας.

Αναφέρομαι σε μια μεταρρύθμιση, που εάν με ρωτούσατε τι θα ήθελες να μείνει πίσω σε αυτό τον τόπο ύστερα από τα χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ -μιας άλλης κυβέρνησης που έχει μια διαφορετική αντίληψη για το πως πρέπει να στηρίζεται καθημερινά ο πολίτης στην κοινωνία- θα έλεγα ότι αυτό που θα ήθελα να μείνει πίσω, είναι μια πολύ ουσιαστική εμβληματική μεταρρύθμιση στην υγεία με τη δημιουργία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Πρόκειται για μια θεσμική πρωτοβουλία, που εγώ πιστεύω ότι έχει εμβληματική σημασία.

Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας πρέπει να λειτουργεί σε δύο επίπεδα. Σε πρώτο επίπεδο με τις τοπικές μονάδες υγείας και σε δεύτερο με τα κέντρα υγείας. Και έχω σήμερα τη χαρά να ανακοινώσω ότι είμαστε ήδη τεχνικά και οργανικά και θεσμικά έτοιμοι, ώστε οι πρώτες περίπου 60 Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ), το βασικό κύτταρο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, να ξεκινήσουν τη λειτουργία τους μέσα στο επόμενο καλοκαίρι. Ενώ μέχρι το τέλος του χρόνου, οπότε και ολοκληρώνεται η πρώτη φάση της μεταρρύθμισης, θα βρίσκονται σε λειτουργία 239 τέτοιες μονάδες, σε ολόκληρη τη χώρα. Μονάδες που θα είναι στελεχωμένες με επιπλέον προσωπικό, περίπου 3.000 υγειονομικούς, γιατροί, επαγγελματίες υγείας -για την ακρίβεια 1.300 οικογενειακοί γιατροί και 1.700 επαγγελματίες υγείας- θα προσληφθούν για να ξεκινήσει, να σταθεί στα πόδια της αυτή η εμβληματική μεταρρύθμιση.

Και λέω ότι αυτού του τύπου οι παρεμβάσεις θα έπρεπε να είχαν γίνει τα χρόνια  που ξόδευαν δεξιά και αριστερά χρήματα  για τις μεγάλες ιδέες, για τις ολυμπιάδες, που είχαμε  μεγάλα πλεονάσματα και  όχι ελλείμματα. Τις εποχές του Χρηματιστηρίου, θυμόσαστε, και των εξοπλιστικών και της μίζας, όμως, για να μην ξεχνάμε ποιοι είναι αυτοί που λεηλάτησαν αυτό τον τόπο, που χρεοκόπησαν αυτό τον τόπο και τώρα μας κουνούν το δάκτυλο.   Αλλά αυτή η εμβληματική μεταρρύθμιση γίνεται σε περίοδο κρίσης, σε περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής. Σε περίοδο που γνωρίζετε καλύτερα από μένα ότι λειτουργούμε και κυβερνάμε με το «πιστόλι στον κρόταφο», με διαρκή εκβιασμό να τηρούμε τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις και με τρικλοποδιές. Και παρά τις τρικλοποδιές, πιάνουμε τους στόχους και προχωράμε μπροστά. Μπορούμε να έχουμε ένα πλεόνασμα, ένα απόθεμα για να ασκούμε κοινωνική πολιτική, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων μας, δίνοντας μάχη μέρα με τη μέρα, όχι μόνο με τους έξω, αλλά και με το βαθύ σύστημα της διαπλοκής, που είναι βαθειά ριζωμένο εδώ μέσα και ιδιαιτέρα στον χώρο της υγείας. Ήταν πολλοί οι βολεμένοι στο χώρο της υγείας. Ήταν πολλά τα λεφτά που μοιράστηκαν,  διασπαθίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια στο ΚΕΕΛΠΝΟ, στη Novartis, σε όλα αυτά τα μεγάλα σκάνδαλα που τώρα μας απασχολούν.

Θέλω, λοιπόν, να πω, φίλες και φίλοι, ότι η θέσπιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας  είναι μια μεταρρύθμιση, που εγώ θα τη χαρακτήριζα χωρίς υπερβολή «επαναστατική μεταρρύθμιση». Επαναστατική, γιατί αλλάζει ριζικά το χάρτη και τη λογική του Εθνικού Συστήματος Υγείας, καθώς και τη σχέση των πολιτών με το σύστημα αυτό. Είναι, επίσης, επαναστατική στις προθέσεις και τις φιλοδοξίες της, γιατί έχει σχεδιαστεί με αποκλειστικό γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Με αποκλειστικό γνώμονα την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών και την αναβάθμιση των υπηρεσιών δημόσιας υγείας.

Και το λέω αυτό διότι ο μέσος πολίτης, μετά ιδίως τα τελευταία επτά χρόνια της καταστροφής και των μνημονίων, ακούει τη λέξη μεταρρύθμιση και το βάζει στα πόδια. Η έννοια μεταρρύθμιση, που είναι μια θετική έννοια, έχει καταγραφεί αρνητικά στη συνείδηση των πολιτών. Γιατί; Γιατί αυτοί που, για πάρα πολλά χρόνια σε αυτό τον τόπο, μιλούσαν για μεταρρυθμίσεις, δεν σκέφτονταν τίποτα περισσότερο, δεν είχαν τίποτα περισσότερο στο πίσω μέρος του μυαλού τους, όταν μιλούσαν για μεταρρυθμίσεις, πέρα από την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων και τη μετατροπή δημόσιων αγαθών σε εμπορεύσιμα προϊόντα. Και η υγεία ήταν προνομιακός χώρος για μια τέτοιου είδους πολιτική. Και βεβαίως αυτός είναι και ο λόγος που όταν ο κόσμος ακούει μεταρρυθμίσεις σκιάζεται αντί να αναθαρρεί.

Θέλω, λοιπόν, να ξεκαθαρίσω: Η θέσπιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είναι μια μεταρρύθμιση που δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ονόμαζαν όλοι οι προηγούμενοι «μεταρρυθμίσεις». Είναι μια μεταρρύθμιση με ξεκάθαρο κοινωνικό πρόσημο και ξεκάθαρη στόχευση. Γι΄ αυτό, άλλωστε, τόσα χρόνια ένα ολοκληρωμένο σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, όσο ώριμο και αναγκαίο και αν ήταν, έμενε μόνο στα λόγια. Και κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για δεκαετίες να το σχεδιάσει σοβαρά και να το προωθήσει.

Εμείς είμαστε προσηλωμένοι στην ιδέα της Υγείας ως κοινωνικού αγαθού. Είμαστε αφοσιωμένοι στη δημόσια περίθαλψη και στην ισότιμη και καθολική κάλυψη του πληθυσμού. Και αυτός είναι ο στόχος, αν θέλετε, της μεταρρύθμισης αυτής.

Και επιτρέψτε μου, δεν είναι υπερβολή, θα έλεγα ότι, τηρουμένων των αναλογιών, είναι μια μεταρρύθμιση που στο τέλος της, όταν θα είναι πλήρως ολοκληρωμένη, θα έχει αντίστοιχη αξία με τη μέγιστη των μεταρρυθμίσεων στην Υγεία, που ήταν το Εθνικό Σύστημα Υγείας τη δεκαετία του ΄80. Γιατί;

Διότι, ξέρετε, μέσα από αυτή τη μεταρρύθμιση δεν θα καταφέρουμε να φτάσουμε, σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών υγείας, τις ευρωπαϊκές προηγμένες χώρες. Το σημαντικότερο είναι ότι η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας θα αμβλύνει και τις σημαντικές παθογένειες του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Διότι η απουσία της σήμερα, είναι η αιτία για την εξαντλητική επιβάρυνση των νοσοκομείων, ιδιαίτερα των τμημάτων επειγόντων περιστατικών, όπου δυστυχώς καταφεύγει ο κόσμος ελλείψει δομών πρωτοβάθμιας φροντίδας.

Είναι η αιτία γι’ αυτό που ονομάζουμε «παθητική ιδιωτικοποίηση του Συστήματος Υγείας», που ήταν ταυτόχρονα και πολιτικό σχέδιο των προηγούμενων κυβερνήσεων, αφού οι άνθρωποι, που δεν μπορούν να σηκώσουν το οικονομικό βάρος, αναγκάζονται να επιλέγουν ιδιωτικές υπηρεσίες, προκειμένου να αποφύγουν την ταλαιπωρία, προκειμένου να έχουν μια αξιοπρεπή φροντίδα.

Και είναι και η αιτία για την αδυναμία ενός κεντρικού σχεδιασμού σε ό,τι αφορά την πρόληψη και σε ό,τι αφορά την αγωγή υγείας και για δράσεις δημόσιας υγείας, που περιορίζουν τους «ανθυγιεινούς» παράγοντες του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος. Εννοείται, βεβαίως, ότι από την απουσία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας κάποιοι έβγαιναν ωφελημένοι.

Και επιτρέψτε μου να σας πω σε αυτό το σημείο ότι και σήμερα δίνουμε τεράστιες μάχες για να λειτουργήσουν τα δημόσια νοσοκομεία. Πριν από ένα χρόνο βρέθηκα στη Σαντορίνη και εγκαινίασα το δημόσιο νοσοκομείο. Ξέρετε ποιοι ήταν αυτοί που το κρατούσαν κλειστό, ενώ είχαν ολοκληρωθεί όλες οι εγκαταστάσεις, ένα σύγχρονο νοσοκομείο, το πιο σύγχρονο στις Κυκλάδες; Ήταν αυτοί, οι οποίοι ήθελαν να πριμοδοτούνται τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια στο νησί. Ξέρετε ποιοι είναι αυτοί, οι οποίοι σήμερα σθεναρά αντιστέκονται στη λειτουργία των χειρουργείων στο νοσοκομείο της Ζακύνθου και «σπεκουλάρουν» το υπουργείο που κάνει προσπάθεια να ξαναλειτουργήσει; Αυτοί οι οποίοι έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους την ενίσχυση ιδιωτικών νοσηλευτηρίων. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Και ξέρετε ποιοι είναι αυτοί, οι οποίοι δεν αισθάνονται και πολύ καλά τώρα που προχωρούμε όλο αυτό το σχέδιο για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, γι’ αυτή τη μεταρρύθμιση; Είναι όλοι όσοι έχουν συμφέρον από την ανάπτυξη ιδιωτικών διαγνωστικών κέντρων και νοσηλευτηρίων, που υπήρξε ραγδαία στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, όπως ραγδαία υπήρξε και η εμφάνιση άκρως προβληματικών φαινομένων, όπως η προκλητή ζήτηση φαρμάκων και εξετάσεων, η σπατάλη πόρων, αλλά και η συνδιαλλαγή με ισχυρά συμφέροντα των προμηθειών υγείας και του φαρμάκου.

Θέλω να ξεκαθαρίσω, όμως, ότι με αυτά που λέω, δεν σημαίνει ότι έχουμε προκατάληψη, όπως μας κατηγορούν, σε βάρος του ιδιωτικού τομέα, αλλά θέλουμε ο ιδιωτικός τομέας να λειτουργεί με όρους, προδιαγραφές και έλεγχο, όπως συμβαίνει σε όλα τα ευνομούμενα κράτη στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Και βασική μας δέσμευση, βασική δέσμευση της Πολιτείας σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, ταυτόχρονα με τη λειτουργία, βεβαίως, την απρόσκοπτη λειτουργία υπό όρους, όμως, της ιδιωτικής υγείας, βασική δέσμευση της Πολιτείας πρέπει να είναι η δυνατότητα, το δικαίωμα και του τελευταίου πολίτη, που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα, να έχει απρόσκοπτη πρόσβαση σε ένα αξιοπρεπές, λειτουργικό και αποτελεσματικό Σύστημα Υγείας.

Ξέρετε, αυτή τη δέσμευση θα μπορούσε κανείς να τη θεωρεί αυτονόητη. Στη χώρα μας, όμως, δεν είναι αυτονόητη. Και θα έλεγα ότι δεν είναι αυτονόητη, όχι μόνο τώρα στα χρόνια της κρίσης, αλλά και πριν, στα χρόνια της «ευμάρειας».

Είναι, λοιπόν, προφανές, κατά την άποψή μου, το πόσο σοβαρά και κομβικά προβλήματα έρχεται να λύσει η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Οι τοπικές μονάδες Υγείας θα καλύπτουν το σύνολο των κατοίκων της περιοχής ευθύνης τους, με την κάθε μία να αναφέρεται –αυτός είναι ο σχεδιασμός μας- σε έναν πληθυσμό περίπου 10.000 με 12.000 ανθρώπων το μέγιστο. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η ουσιαστική αποκέντρωση και αναβάθμιση των υπηρεσιών, η αντιμετώπιση των προβλημάτων κοινωνικού αποκλεισμού, διασφαλίζονται οι δυνατότητες ουσιαστικού σχεδιασμού για την πρόληψη, εισάγονται καινοτομίες, όπως ο ατομικός ηλεκτρονικός φάκελος υγείας του κάθε ασθενή και βεβαίως δημιουργείται και η στενή επαφή του ασθενή με τον οικογενειακό γιατρό.

Θα έλεγα, λοιπόν, ότι η μεταρρύθμιση αυτή αλλάζει συνολικά τη φιλοσοφία του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Και πρέπει, για να λειτουργήσουν σωστά αυτά τα Κέντρα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, να καταλάβουν όλοι οι πολίτες ότι εδώ δεν είναι νοσοκομεία. Στο νοσοκομείο θα πάμε για να αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα υγείας σοβαρό, που ενδεχομένως να χρειαστεί βραχεία ή μακρά νοσηλεία.

Εδώ θα έρθουμε, για να αντιμετωπίσουμε το έκτακτο περιστατικό άμεσα και αποτελεσματικά και χωρίς καθυστερήσεις, για να κάνουμε μια εξέταση αίματος, για να κάνουμε τις οδοντιατρικές και παθολογικές εξετάσεις, αυτές που πρέπει να γίνονται γρήγορα, να κάνουμε προληπτικό έλεγχο (είδα ότι το Κέντρο Υγείας Ευόσμου έχει έναν εξαιρετικό μαστογράφο, ένα εξαιρετικό ακτινολογικό), εδώ θα έρθουμε για να αντιμετωπίσουμε το άμεσο πρόβλημα ενός υψηλού πυρετού. Για όλα αυτά, πηγαίναμε στο μεγάλο νοσοκομείο.

Και τα μεγάλα νοσοκομεία, τελικά, αδυνατούσαν να εξυπηρετήσουν τους πολίτες. Είχαμε τεράστιες καθυστερήσεις, επιβαρύνσεις και πολλές φορές τα φαινόμενα, τα οποία όλοι έχουμε ζήσει, να αισθανόμαστε ότι έχουμε δημόσια νοσοκομεία, τα οποία δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες μιας αξιοπρεπούς παροχής φροντίδας υγείας.

Εδώ, λοιπόν, ερχόμαστε για την πρόληψη, την αγωγή υγείας, την οικογενειακή ιατρική. Και βέβαια, πιστεύω ότι και από την πλευρά των πολιτών πρέπει να καθιερωθεί μια νέου τύπου πρόσβαση στις υπηρεσίες Υγείας, οργανωμένη, εύκαιρη, λειτουργική.

Και να πω και κάτι άλλο: Ταυτόχρονα με τις ανάγκες που καλύπτουμε, ανάγκες του πληθυσμού, πιστεύω ότι με αυτές τις 239 Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ), τους 3.000 γιατρούς και προσωπικό που προσλαμβάνουμε άμεσα μέχρι τέλος του χρόνου, δίνουμε και μια μικρή, αλλά ουσιαστική απάντηση και στο μεγάλο θέμα της χώρας, τη μεγάλη μάστιγα που είναι η φυγή νέων επιστημόνων υψηλά εξειδικευμένων με πτυχία στο εξωτερικό. Και αναφέρομαι στους γιατρούς, που έχουν κατακλύσει ευρωπαϊκές χώρες. Έλληνες γιατροί. Και πρέπει να φροντίσουμε αυτό το πολύτιμο και εξαιρετικά σημαντικό επιστημονικό δυναμικό να γυρίσει πίσω.

Θέλω, λοιπόν, με την ευκαιρία σήμερα, να απευθυνθώ στους νέους γιατρούς, στους γενικούς γιατρούς, στους παθολόγους, τους παιδιάτρους που τελειώνουν αυτή την περίοδο την ειδικότητά τους: Και να τους ζητήσω να εμπιστευθούν και να στελεχώσουν τις νέες δομές της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και να διεκδικήσουν μια αξιοπρεπή επιστημονική και επαγγελματική προοπτική εδώ, στη χώρα μας, και να εμπιστευθούν αυτή τη σημαντική μεταρρύθμιση στο χώρο της Υγείας.

Δεν είναι εύκολος, βέβαια, αυτός ο σχεδιασμός. Και τον καταφέραμε –επαναλαμβάνω- γιατί είχαμε πείσμα και συνεχίζουμε να έχουμε πείσμα και ιεραρχούμε ως προτεραιότητα τη στήριξη του κοινωνικού κράτους, ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές.

Γιατί, ξέρετε, τη στιγμή που είχαν αφήσει τα ταμεία άδεια, τη χώρα σε οικονομική ασφυξία, σχεδιάζοντας την παρένθεση οι προηγούμενοι, εμείς ήρθαμε με άδεια τα ταμεία, με ασφυξία και αυξήσαμε τον προϋπολογισμό για την Υγεία. Τον αυξήσαμε. Και πήραμε ελλειμματικά δημόσια νοσοκομεία, ελλειμματικούς προϋπολογισμούς και σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένα δημόσιο νοσοκομείο με ελλειμματικό προϋπολογισμό. Όλα είναι πλεονασματικά. Πώς το καταφέραμε αλήθεια αυτό; Ξέρετε πάρα πολύ καλά ότι οι συνθήκες και το πλαίσιο είναι εξίσου περιοριστικά. Σταμάτησε, όμως, το πάρτι. Σταμάτησε η σπατάλη. Και αυτό πρέπει να το έχουμε στο μυαλό μας.

Αυξήσαμε τις δαπάνες, λοιπόν, σε συνθήκες εξαιρετικά σκληρές για τα δημοσιονομικά πράγματα, εξασφαλίσαμε την οικονομική βιωσιμότητα των νοσοκομείων, εντάξαμε 2,5 εκατομμύρια ανασφάλιστους στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, με το 1/3 από αυτούς, τους πιο αδύναμους, πλήρως απαλλαγμένους από τη συμμετοχή στα φάρμακα, εξασφαλίσαμε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για τους πρόσφυγες, σταθήκαμε αντιμέτωποι σε δομικές στρεβλώσεις και παθογένειες του ΕΣΥ, λαμβάνοντας αποτελεσματικά μέτρα, όπως η λίστα χειρουργείου, η αναδιοργάνωση του συστήματος προμηθειών, η διαφάνεια στη διαπραγμάτευση των τιμών για τα φάρμακα.

Και γι’ αυτά όλα, ξέρετε, προφανώς δεν λέει κανείς ότι ζούμε στον παράδεισο. Δεν λέει κανείς ότι δεν έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας να διανύσουμε. Αλλά γι’ αυτά όλα, για όλα αυτά, είμαστε περήφανοι. Διότι δώσαμε μάχες σκληρές, κόντρα σε συστήματα, κόντρα σε βολεμένους, κόντρα σε διαπλεκόμενους για να στηρίξουμε στα πόδια του το δημόσιο νοσοκομείο.

Και θέλω να συγχαρώ την πολιτική ηγεσία του υπουργείου. Κυρίως, όμως, θέλω να ευχαριστήσω αυτούς που είναι το κύτταρο λειτουργίας του δημόσιου συστήματος Υγείας, που είναι οι γιατροί, είναι οι νοσηλευτές, είναι οι επαγγελματίες στο χώρο της Υγείας, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία δίνουν καθημερινά μια τίμια και δύσκολη μάχη.

Και ξέρετε, όταν ακούμε –και ακούμε άναρθρες κραυγές- από την πλευρά τόσο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσο και των ΜΜΕ, που είχαν συνηθίσει να παίρνουν ένα καλό «μερτικό», ένα καλό «μηνιάτικο» από το δημόσιο χρήμα του ΚΕΕΛΠΝΟ, αλλά και άναρθρες κραυγές μιας συνδικαλιστικής ηγεσίας βολεμένων, που σήμερα θα έπρεπε να είναι εδώ στο πλευρό μας και όχι απέναντί μας, σε αυτή τη μάχη που δίνουμε για λογαριασμό της ελληνικής κοινωνίας, των πιο αδύναμων και των εργαζόμενων που δίνουν τη μάχη μέσα στα νοσοκομεία. Όταν τα ακούμε όλα αυτά, χαμογελάμε.

Όταν ακούμε, για παράδειγμα, ότι η Μεταρρύθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είναι μεταρρύθμιση σοβιετικού τύπου, όταν ακούμε από τον υπεύθυνο τομεάρχη Υγείας της Ν.Δ. στη Βουλή, ότι όταν θα έρθουν στα πράγματα -διότι έτσι νομίζουν, αλλά είναι βαθιά νυχτωμένοι- θα τα ξηλώσουν όλα και θα απολύσουν τον κόσμο που προσλήφθηκε για πρώτη φορά με αξιοκρατικά κριτήρια. Ακόμη και οι διευθυντές των νοσοκομείων μέσα από αξιοκρατικές διαδικασίες προσλήφθηκαν.

Όταν, λοιπόν, τα ακούμε όλα αυτά, χαμογελάμε. Και τους αφήνουμε να τα λένε. Διότι οι ίδιοι εκτίθενται. Και εκτίθενται καθημερινά. Και τώρα τελευταία, τα βλέπουν και όλα ψεύτικα. Τα βλέπουν όλα πέτσινα. Πέτσινα τα αντίμετρα, πέτσινο το κύπελλο στον ΠΑΟΚ, πέτσινο και το Κέντρο Υγείας, όλα πέτσινα είναι. Πέτσινη είναι η κοινωνική τους ευαισθησία. Και ο ελληνικός λαός το έχει καταλάβει πάρα πολύ καλά.

Δίνουμε μια μάχη καθημερινή στα κακώς κείμενα απέναντι στον πυρήνα της διαπλοκής. Μια μάχη καθημερινή απέναντι σε μια χρεωκοπημένη οικονομία για να τη στηρίξουμε στα πόδια της. Και θα τα καταφέρουμε.

Αποκαλύπτουν, όμως, τα κίνητρά τους με αυτές τις δηλώσεις, με αυτές τις τοποθετήσεις.

Και θέλω να κλείσω, λέγοντας ότι σε ό,τι αφορά το μεγάλο πάρτι που έγινε στο χώρο της Υγείας, ας μην ανησυχούν. Όλα θα έρθουν στο φως. Μπορεί κάποιοι να νομίζουν ότι αυτές οι εποχές και τα πλουσιοπάροχα πάρτι στο χώρο της Υγείας είναι εποχές οριστικά περασμένες –ναι, λέω εγώ, είναι οριστικά περασμένες- δεν είναι, όμως, ξεχασμένες. Διότι όλα αυτά έγιναν στην πλάτη των Ελλήνων πολιτών.

Θέλω, λοιπόν, εν κατακλείδι, φίλες και φίλοι, να πω ότι για μας προτεραιότητα και σε αυτή τη Μεταρρύθμιση είναι οι λαϊκές περιοχές. Οι λαϊκές περιοχές της Θεσσαλονίκης, της Αθήνας, του Πειραιά, οι λαϊκές περιοχές που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη. Διότι εδώ κατοικούν πολίτες με εισοδήματα που δεν έχουν τη δυνατότητα να πηγαίνουν στα Ιατρικά Κέντρα και να πληρώνουν για μια διάγνωση.

Στο Πολεοδομικό Συγκρότημα της Θεσσαλονίκης, λοιπόν, μέχρι το τέλος του χρόνου, θα αναπτύξουμε 25 δομές: 25 Τοπικές Μονάδες Υγείας.

  • Οι 10 από αυτές θα είναι στον Εύοσμο και το Κορδελιό. Δέκα τέτοια Κέντρα στον Εύοσμο και το Κορδελιό.
  • Επτά Μονάδες στην περιοχή της Τούμπας.
  • Πέντε στους Αμπελόκηπους και τη Μενεμένη.
  • Και τρία στην Τριανδρία.

Φίλες και φίλοι, δεν χρειάζεται να πω, νομίζω, κάτι περισσότερο. Θέλω, όμως, να πω, τελειώνοντας, ότι δεν υπάρχει αμφιβολία πως δίνουμε δύο χρόνια τώρα μια πολύ δύσκολη μάχη καθημερινά. Το βλέπετε. Μια δύσκολη μάχη και με το παλιό σύστημα μέσα, κυρίως όμως και με αυτούς που έξω μας έχουν βάλει το πιστόλι στον κρόταφο με το δάχτυλο στη σκανδάλη.

Έχω, όμως, την πεποίθηση και τη βαθιά αισιοδοξία. Τούτες τις ημέρες περνάμε τον τελευταίο δύσκολο κάβο και σε πολύ λίγο καιρό οι πολίτες, ο καθένας από μας, με τις μεγάλες δυσκολίες που περνά καθημερινά -και τις γνωρίζουμε αυτές τις μεγάλες δυσκολίες- και τις μεγάλες θυσίες, θα μπορεί να δει πού οδηγεί αυτός ο δύσβατος δρόμος. Επτά χρόνια τώρα πορευόμαστε σε δύσβατο δρόμο, χωρίς να βλέπουμε πού οδηγεί.

Σήμερα, για πρώτη φορά, μπορούμε να δούμε ότι υπάρχει ορίζοντας, υπάρχει προοπτική. Και πιστεύω ότι αλλάζοντας το κλίμα και παρά την καθημερινή προσπάθεια από τις γνωστές Κασσάνδρες και Σειρήνες των ΜΜΕ, που εμείς θα χαρούμε πολύ να συνεχίσουν έτσι, γιατί όσο συνεχίζουν έτσι, τόσο σημαίνει ότι κάτι κάνουμε καλά σε αυτό τον τόπο. Να αρχίσετε να ανησυχείτε, αν αυτοί αλλάξουν στάση. Ο κόσμος θα αρχίσει να βλέπει, με πιο καθαρή ματιά και από τη δική του εμπειρία, μικρά, αλλά ουσιαστικά αποτελέσματα στην καθημερινότητά του.

Και η δική μας δέσμευση είναι ότι στο δρόμο της χώρας προς τη σταθεροποίηση και την ανάκαμψη, πρώτο μας μέλημα θα είναι η στήριξη του κοινωνικού κράτους και η αναβάθμιση των υπηρεσιών του κοινωνικού κράτους που λεηλάτησαν στα χρόνια της ανάπτυξης και αποτελείωσαν στα χρόνια της κρίσης.

Το όραμά μας είναι αυτό. Η προτεραιότητά μας είναι αυτή. Η προσδοκία μας είναι αυτή. Και είμαστε αποφασισμένοι να δώσουμε αγώνα να το καταφέρουμε. Και θα το καταφέρουμε. Γεια σας.