Κυρίες και κύριοι Υπουργοί,
Από την προηγούμενη Πέμπτη, η χώρα βρίσκεται σε μια νέα κατάσταση, σε ένα νέο περιβάλλον. Γιατί η απόφαση του Eurogroup, δίνει για πρώτη φορά μετά από επτά χρόνια, έναν καθαρό ορίζοντα εξόδου από τα μνημόνια, από την ύφεση και από την κρίση της οικονομίας. Και θέλω να επιστήσω τη προσοχή σας. Δεν αποτελεί το τέλος της κρίσης, αλλά ανοίγει έναν καθαρό διάδρομο εξόδου από την κρίση και από τα μνημόνια, τον οποίο θα έχουμε τη δυνατότητα να διαβούμε τους επόμενους μήνες.Άρα, το μόνο που δεν χρειάζεται, είναι ο εφησυχασμός. Αντιθέτως, τώρα που βλέπουμε την έξοδο, χρειάζεται να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να εκπληρώσουμε αυτό το στόχο.
Η Συμφωνία της προηγούμενης Πέμπτης, αντιστοιχεί στους πολιτικούς στόχους που είχαμε θέσει, λίγες ημέρες πριν από την κρίσιμη συνάντηση του Eurogroup, στην προηγούμενη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Και αντιστοιχεί στους πολιτικούς στόχους κυρίως για τέσσερις λόγους:
Πρώτον, διότι προσδιορίζει με σαφή και καθαρό τρόπο τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που θα εφαρμοστούν αμέσως μετά τη λήξη του προγράμματος, ώστε το ελληνικό χρέος να καταστεί βιώσιμο. Θυμίζω, ότι στην απόφαση επαναλαμβάνεται πως το κριτήριο βιωσιμότητας του χρέους πλέον αποτελεί το όριο των ετήσιων ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών του ελληνικού δημοσίου που δεν πρέπει να ξεπερνά το 15% του ΑΕΠ. Και για να επιτευχθεί αυτό, ορίστηκε ότι θα υπάρξουν επιμηκύνσεις του σταθμισμένου μέσου όρου των ωριμάνσεων των ελληνικών ομολόγων αλλά και περίοδος χάριτος των επιτοκίων μέχρι και για 15 έτη.
Δεύτερον, γιατί έγινε αποδεκτή η λεγόμενη «γαλλική πρόταση» για συμπερίληψη στα μέτρα, της ρήτρας ανάπτυξης. Γαλλική πρόταση που θυμίζω όμως, ότι αποτελούσε και πάγια διαπραγματευτική θέση της ελληνικής κυβέρνησης από το 2015. Σύμφωνα με τη ρήτρα αυτή, πιθανή αρνητική εξέλιξη στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας, θα συνοδεύεται από αυτόματη επέκταση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Και άρα με αυτό τον τρόπο, αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι ότι καθιστούμε τους εταίρους μας, συνεταίρους μας στην αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας, έχουν πολύ ισχυρά κίνητρα και αυτοί για να έχουμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Τρίτον, η απόφαση του Eurogroup περιλαμβάνει δέσμευση για συγκεκριμένες δράσεις και ειδικά προγράμματα που θα τονώσουν την ανάπτυξη αλλά κυρίως κάνει δεκτό ένα πάγιο αίτημα της ελληνικής πλευράς για την ίδρυση Αναπτυξιακής Τράπεζας, που θα μπορέσει μέσω της μόχλευσης υπαρχόντων αλλά και νέων κεφαλαίων να κατευθύνει, με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και διευκολύνσεις, πόρους σε ειδικά και επιλεγμένα επενδυτικά σχέδια. Είναι μία πολύ σημαντική απόφαση, δεδομένου ότι αυτό το αναπτυξιακό εργαλείο έλειπε από τη χώρα που το χρειάζεται περισσότερο από κάθε άλλη στην Ευρωζώνη. Και στην κατεύθυνση αυτή ήδη προετοιμάζουμε συνεργασίες και χρηματοδοτήσεις δράσεων, τόσο με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων όσο και με άλλες αναπτυξιακές τράπεζες χωρών της Ευρωζώνης, αλλά και με την Παγκόσμια Τράπεζα.
Το σημαντικότερο όμως, στην πρόσφατη απόφαση του Eurogroup είναι το τέταρτο σημείο και έχει να κάνει με την συγκεκριμένη πλέον δέσμευση, για την επιτυχή ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος μέχρι τον Αύγουστο του 2018 και την απόφαση για την έμπρακτη στήριξη της Ελλάδας για την έξοδό της στις αγορές. Για τη δυνατότητα από το τέλος του προγράμματος και μετά, να μπορεί αυτοδύναμα να αναχρηματοδοτεί το χρέος της και τις ανάγκες της. Έμπρακτη στήριξη που θα πάρει τη μορφή ενός αποθεματικού που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παν ενδεχόμενο. Ακόμη και σε περίπτωση που τα ελληνικά ομόλογα μπορεί να υποστούν πιέσεις από τις αγορές χρήματος, ώστε αυτές οι πιέσεις να αντιμετωπιστούν και να συγκρατηθούν τα επιτόκια των ομολόγων. Αυτή η απόφαση είναι ίσως η πιο σημαντική, γιατί αίρει κάθε αβεβαιότητα και καθιστά εφικτή και ασφαλή τη δυνατότητα οριστικής εξόδου από τα προγράμματα στήριξης μέχρι το καλοκαίρι του 2018.
Είναι λοιπόν για τους παραπάνω λόγους που ορθώς πιστεύω, αμέσως μετά την απόφαση, δηλώσαμε χωρίς ακρότητες, χωρίς πανηγυρισμούς, συγκρατημένα, αλλά νομίζω ορθώς δηλώσαμε, ότι ίσως είναι η πρώτη φορά μετά τον δύσκολο συμβιβασμό του καλοκαιριού του 2015, που αισθανόμαστε δικαιωμένοι. Και για έναν επιπλέον λόγο, γιατί τρεις εβδομάδες πριν, πήραμε το ρίσκο και απορρίψαμε μια πρόταση που είχαμε τότε στο τραπέζι, που δεν αντιστοιχούσε όμως στις απαιτήσεις της στιγμής και δεν εγγυόταν την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και την προοπτική εξόδου της χώρας με ασφάλεια στις αγορές.
Και επειδή ό,τι και να λέμε εμείς ή ό,τι και να λένε όσοι επιμένουν σε μια στείρα, αδιέξοδη και μίζερη για τη χώρα αντιπολιτευτική τακτική, το αποτέλεσμα της Συμφωνίας που πετύχαμε προχθές, κρίνεται πέραν ημών και κρίνεται από τους καθ’ ύλην αρμόδιους, δηλαδή από αυτούς που θα κληθούν σύντομα να ξαναεμπιστευθούν την ελληνική οικονομία και να επενδύσουν στην Ελλάδα και στα ελληνικά ομόλογα. Έχει λοιπόν σημασία, για να μπορέσει κανείς να κρίνει με αντικειμενικότητα και νηφαλιότητα, να δει τις δικές τους αντιδράσεις αμέσως μετά τη συμφωνία.
Τα ελληνικά δεκαετή ομόλογα, λοιπόν, σημείωσαν χθες τις καλύτερες επιδόσεις τους από την αρχή της κρίσης με επιτόκιο που κυμαινόταν περίπου στο 5,5%. Και αυτό, αν θέλετε, αποτελεί ένα ασφαλές κριτήριο, έναν ποσοτικοποιημένο δείκτη εμπιστοσύνης, με βάση τον οποίο μπορεί να επαληθεύσει κανείς αν λένε αλήθεια όλοι στην Ευρώπη που μιλούν για μια απόφαση διεξόδου ή αν λένε αλήθεια κάποιοι εδώ, κάποια στρατευμένα μέσα ενημέρωσης και η αντιπολίτευση που ομιλούν για αποτυχία.
Και εκτιμώ ότι το επόμενο διάστημα η περαιτέρω καθοδική πορεία των επιτοκίων θα συνεχιστεί, ώστε πολύ σύντομα να έχουμε τη δυνατότητα, με πολύ καλούς όρους, να κάνουμε την πρώτη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές. Και μάλιστα όχι εκβιαστικά, όχι απόλυτα προστατευμένα και βεβιασμένα, όπως έγινε το 2014, αλλά ανοιχτά, με όρους βιώσιμους και διατηρήσιμους. Όμως, αυτό αποτελεί έναν από τους βραχυπρόθεσμους στόχους μας και ίσως όχι τον κύριο στόχο μας. Δεν είναι ο κύριος στόχος μας.
Ο κύριος στόχος μας, σχετίζεται με την πλήρη κινητοποίηση όλων των δυνάμεων και των δυνάμεων που αποτελούν τον κορμό της κυβέρνησης, αλλά κυρίως των παραγωγικών δυνάμεων, προκειμένου να στηρίξουμε την πραγματική οικονομία και να δώσουμε μία προοπτική δυναμικής επανεκκίνησης και δυναμικής ανάκαμψης της οικονομίας.
Γνωρίζαμε και πριν από την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων ότι είχε διαμορφωθεί ένα περιβάλλον θετικό, υπήρχε όμως αυτή η αναμονή, αλλά είχε διαμορφωθεί ένα περιβάλλον ιδιαίτερου επενδυτικού ενδιαφέροντος. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι αυτό το περιβάλλον ήταν πρωτοφανές, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα λοιπόν με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, με τη θετική διέξοδο σε σχέση με την προοπτική βιωσιμότητας του χρέους, με την άρση της αβεβαιότητας, αυτό το ενδιαφέρον -δεν είναι υπερβολή- παίρνει τα χαρακτηριστικά ενός μεγάλου κύματος, ενώ ήδη έχει αρχίσει να μεταφράζεται και σε εκκίνηση συγκεκριμένων επενδύσεων.
Τι σημαίνει αυτό. Αυτό σημαίνει ρευστότητα, ζεστό χρήμα που εισρέει στην αγορά και στην πραγματική οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι το επόμενο διάστημα μπορούμε να δούμε:
– Ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενδεχομένως πιο υψηλούς από αυτούς που είχαμε εκτιμήσει.
– Αυτό σημαίνει ότι θα δούμε δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που είναι το ζητούμενο, μετά από πολλά χρόνια, όπου βλέπαμε τους δείκτες ανεργίας να αυξάνονται.
– Και βεβαίως σημαίνει ότι θα ξεχάσουμε τις εφιαλτικές αναφορές σε κόφτες, στην ανάγκη νέων μέτρων, καθώς η ίδια η πορεία της οικονομίας θα εγγυάται την εκπλήρωση των δημοσιονομικών στόχων του προγράμματος. Βεβαίως, με την ταυτόχρονη χρηστή διαχείριση που πρέπει να κάνουμε το επόμενο διάστημα.
Θέλω όμως εδώ να κάνω και μια ακόμη επισήμανση: Δεν αρκεί σε καμία περίπτωση απλώς να διαχειριστούμε το μομέντουμ που είναι πανθομολογούμενο και φάνηκε από το γεγονός ότι ακόμα και εν μέσω της διαπραγμάτευσης στο πρώτο τρίμηνο του 2017 η ελληνική οικονομία σημείωσε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης 0,4%. Το θέμα λοιπόν, δεν είναι απλά να διαχειριστούμε αυτό το μομέντουμ, αλλά να το αξιοποιήσουμε αυτό το μομέντουμ. Να το αξιοποιήσουμε έτσι ώστε να εγγυηθούμε ότι η δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας, η ανάπτυξη, δεν θα είναι για ακόμη μία φορά, μία ανάπτυξη για τους λίγους. Δεν θα είναι δείκτες και νούμερα χωρίς αντίκρισμα στην ελληνική κοινωνία, αλλά θα είναι ανάπτυξη, τα οφέλη της οποίας θα τα καρπωθούν οι πολλοί.
Να αξιοποιήσουμε το μομέντουμ για να κατευθύνουμε με ορθό τρόπο την ανάπτυξη της οικονομίας. Για να δημιουργήσουμε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο αλλά και να κάνουμε όσο το δυνατόν περισσότερες παρεμβάσεις υπέρ των κοινωνικών στρωμάτων και τάξεων που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση και τις οποίες θέλουμε να εκπροσωπούμε και οφείλουμε να στηρίξουμε.
Επιτρέψτε μου κάποια σχόλια εδώ για το παραγωγικό μοντέλο. Δική μας αντίληψη είναι ότι σε μια δημοκρατική κοινωνία δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει ένας γενικός πολιτικός σχεδιασμός και συντονισμός της αναπτυξιακής πορείας της χώρας. Δεν είναι δυνατόν να επιτρέψουμε μια άνεργη και άναρχη ανάπτυξη που δεν έχει απτά αποτελέσματα στην καθημερινή ζωή των πολιτών και δεν θα δημιουργεί συνθήκες ευημερίας για τους πολλούς. Και είναι γι’ αυτό το λόγο που πρέπει να υποστηριχθούν συγκεκριμένα παραγωγικά επενδυτικά σχέδια, στη βάση ενός στοχευμένου και ανά περιφέρεια δομημένου προγράμματος. Ενός εθνικού αναπτυξιακού πλάνου.
Γι’ αυτό το λόγο, έχουμε ήδη αποφασίσει και τώρα μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης προχωράμε άμεσα στη διενέργεια των 13 περιφερειακών αναπτυξιακών συνεδρίων, ώστε να καθοριστούν σε συνεργασία με τους παραγωγικούς φορείς και τις τοπικές κοινωνίες, οι βασικές αναπτυξιακές προτεραιότητες της κάθε περιοχής, αξιοποιώντας άμεσα και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής και της κάθε Περιφέρειας.
Ξεκινάμε από το επόμενο δεκαπενθήμερο, από τη Δυτική Μακεδονία, θα ακολουθήσουν και μέσα στο καλοκαίρι και άλλα συνέδρια, θα συνεχιστούν το φθινόπωρο με στόχο ει δυνατόν μέχρι το τέλος του χρόνου, να έχουμε φθάσει σε ένα σημείο ολοκλήρωσης αυτού του κύκλου.
Την ίδια στιγμή όμως, οφείλουμε με τις αναγκαίες συνέργειες και τον καλύτερο δυνατό συντονισμό των υπουργείων να υποστηρίξουμε και να επιταχύνουμε τις διαδικασίες για την εκκίνηση ήδη ώριμων επενδυτικών σχεδίων, χωρίς κωλυσιεργίες και χωρίς άσκοπες γραφειοκρατικές υπερβολές.
Και δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι ένα από τα πρώτιστα καθήκοντα της νέας περιόδου, είναι το προσωπικό ενδιαφέρον του κάθε υπουργού, ώστε φάκελοι που βρίσκονται στα συρτάρια, εγκλωβισμένοι στα γρανάζια της γραφειοκρατίας, να ξεκολλήσουν. Και νομίζω ότι αυτό είναι ένα καθήκον που μας το δίνει η ίδια η κοινωνία, ο κόσμος της πραγματικής οικονομίας, ότι πρέπει όλοι να εντείνουμε τις προσπάθειές μας, ώστε όπως είπα πριν, να μην διαχειριστούμε απλά το μομέντουμ, να το αξιοποιήσουμε. Και άρα πολλές φορές σημαίνει ότι πρέπει να συγκρουστούμε όχι μόνο με μικροσυμφέροντα, αλλά και με τον φόβο απέναντι στην ευθύνη που πολλές φορές κυριαρχεί στο δημόσιο τομέα και τις δημόσιες υπηρεσίες.
Όπως είπα προηγουμένως, όμως, στόχος μας δεν είναι η ανάπτυξη αντίθετα εμείς θέλουμε τη δίκαιη ανάπτυξη. Αντίθετα, εμείς πρέπει να υποστηρίξουμε επενδυτικά σχέδια που αυξάνουν την απασχόληση ενώ πρέπει να είμαστε κάθετοι και άτεγκτοι στην εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας, μέσω των κρατικών ελεγκτικών μηχανισμών που σε συνθήκες ύφεσης του εργατικού συνδικαλισμού, λόγω της υψηλής ανεργίας, αποτελούν ενδεχομένως και το μοναδικό εργαλείο προστασίας των εργαζόμενων σήμερα.
Μέχρι στιγμής στον τομέα της εργασίας και της απασχόλησης, έχουμε πετύχει αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Κατά την περίοδο της δικής μας διακυβέρνησης, από το Γενάρη του 2015 μέχρι σήμερα, το ισοζύγιο των θέσεων εργασίας είναι για πρώτη φορά θετικό και όχι απλά θετικό, αλλά αξιόλογο. Περίπου 230.000 νέες θέσεις εργασίας έχουν δημιουργηθεί. Το ισοζύγιο είναι θετικό κατά 230.000 θέσεις εργασίας από τον Γενάρη του 2015 ως σήμερα. Επιτρέψτε μου εδώ και μία αντιπαραβολή για να έχουμε πλήρη εικόνα. Την περίοδο διακυβέρνησης Παπανδρέου, την πρώτη περίοδο της κρίσης, είχαμε αρνητικό ισοζύγιο, χάθηκαν 543.000 θέσεις εργασίας. Αμέσως μετά, την περίοδο της υπηρεσιακής κυβέρνησης του κ. Παπαδήμου, χάθηκαν 93.000 θέσεις εργασίας και αμέσως μετά την περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον κ. Σαμαρά είχαμε αρνητικό ισοζύγιο κατά 259.000 θέσεις εργασίας. Και από τον Ιανουάριο του 2015 έως σήμερα έχουμε το θετικό ισοζύγιο με τις 230.000 θέσεις εργασίας. Προφανώς, δεν έχουμε καταφέρει να καλύψουμε όλο το χαμένο έδαφος της καταστροφικής περιόδου 2010-2015. Όμως, πράγματι αποτελεί θράσος από ορισμένους να μας κουνάν και το δάχτυλο. Και θέλω να τονίσω ότι τον Απρίλιο και τον Μάιο, πριν κλείσει η αξιολόγηση, άρα πριν δημιουργηθεί αυτό το μομέντουμ που σας ζητώ να αξιοποιήσουμε, είχαμε ρεκόρ 17ετίας με 92.000 τον Απρίλιο και 89.000 το Μάιο, θετικό ισοζύγιο στις θέσεις εργασίας.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Με την αναβαθμισμένη λειτουργία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, αλλά και με τα στοχευμένα προγράμματα επανένταξης ανέργων, έχουμε καταφέρει να αντιστρέψουμε και τη σχέση μεταξύ θέσεων μερικής και πλήρους απασχόλησης υπέρ της πλήρους απασχόλησης και τούτο παρά την γενικευμένη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας από το 2010 και μετά. Σε αυτή λοιπόν την κατεύθυνση πρέπει να συνεχίσουμε με συντονισμό, με αυστηρότητα και με αποφασιστικότητα. Διότι η ανάκτηση της εργασίας, η δημιουργία σταθερών και ασφαλών θέσεων εργασίας, αποτελεί την κύρια και απόλυτη προτεραιότητα αυτής της κυβέρνησης.
Και στο πλαίσιο αυτό, άμεσα με τη συνεργασία των αρμόδιων υπουργείων, πρέπει να βρεθεί και η βέλτιστη λύση στο μεγάλο θέμα των συμβασιούχων του ελληνικού δημοσίου. Ένα θέμα που όπως γνωρίζετε, δεν δημιουργήθηκε επί των ημερών μας, δημιουργήθηκε πολλά χρόνια πριν και πρέπει να βρεθεί η βέλτιστη λύση, ώστε να σταματήσει αυτή η απαράδεκτη συνθήκη ομηρείας για χιλιάδες εργαζόμενους που καλύπτουν πάγιες ανάγκες.
Επανέρχομαι όμως, πρέπει να αξιοποιήσουμε το θετικό μομέντουμ της ελληνικής οικονομίας και πιθανές υπεραποδόσεις εσόδων αλλά και τον πολιτικό χρόνο, για να δημιουργήσουμε τα θεσμικά θεμέλια ενός νέου κοινωνικού κράτους αλλά και για να στηρίξουμε τις υπάρχουσες δομές. Να στηρίξουμε με κάθε τρόπο και παρά τους δεδομένους περιορισμούς του προγράμματος, που τους γνωρίζουμε όλοι, τους πολίτες όλων των κοινωνικών κατηγοριών, κυρίως όλους όσοι έχουν πληγεί από την κρίση.
Γι’ αυτό το επόμενο διάστημα – και θέλω εδώ να τονίσω – για εμάς δεν υπάρχει διάστημα καλοκαιρινών διακοπών. Η Βουλή θα κλείσει λίγες μέρες, αλλά πρέπει να αξιοποιήσουμε το διάστημα των καλοκαιρινών μηνών ώστε να προχωρήσουμε σημαντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες.
Θέλω να αναφερθώ ιδίως στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και στο νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά κυρίως θέλω να αναφερθώ στο νομοσχέδιο που θα έρθει μέχρι τα μέσα καλοκαιριού στη Βουλή και ενδεχομένως να ψηφιστεί στις αρχές του Σεπτέμβρη και αφορά στη μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που πρέπει να επιταχυνθεί ώστε να δημιουργηθεί το νέο σχολείο. Ένα σύγχρονο σχολείο ίσων ευκαιριών, που δε θα είναι πια προθάλαμος των φροντιστηρίων ούτε απλά εξεταστικό κέντρο για τις εξετάσεις που διενεργούνται στο τέλος της χρονιάς. Αλλά θέλουμε να είναι ένα σχολείο γνώσης και εκπαιδευτικής αγωγής.
Με το νομοσχέδιο, επίσης, για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, νομίζω ότι εδώ προχωράμε στη μεγαλύτερη τομή στο χώρο της Υγείας μετά την ίδρυση του ΕΣΥ. Με την εξυγίανση των οικονομικών των νοσοκομείων, με την λειτουργία του κεντρικού συστήματος προμηθειών, με τη ενίσχυση του προσωπικού, με την επαναλειτουργία μονάδων και με τη διαρκή βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών περίθαλψης. Με την διαρκή επέκταση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης ώστε να καλύπτει το σύνολο των πολιτών που το έχουν ανάγκη. Διότι ο πολιτισμός μιας κοινωνίας, κρίνεται σε μεγάλο βαθμό, από την ποιότητα της κοινωνικής προστασίας και των υπηρεσιών Υγείας που προσφέρει σε κάθε πολίτη ανεξαρτήτως εισοδήματος. Σας θυμίζω ότι εμείς κάναμε το μεγάλο βήμα με την πρόβλεψη για την δωρεάν περίθαλψη των περίπου 2,5 εκατομμυρίων ανασφάλιστων συμπολιτών μας, αλλά αυτό το βήμα πρέπει να είναι μόνο η αρχή.
Επιτρέψτε μου όμως και μια ακόμα επισήμανση. Διακηρυγμένος στόχος αυτής της κυβέρνησης και σαφής δέσμευσή μας προς τον ελληνικό λαό, όταν ζητήσαμε τη στήριξή του για να βρεθούμε εδώ που είμαστε σήμερα, δεν ήταν μόνο η έξοδος από την κρίση αλλά ήταν και η καταπολέμηση της διαφθοράς. Η ανάδειξη του συνόλου των σκοτεινών υποθέσεων των προηγούμενων ετών καθώς και των σημαντικών ευθυνών του πολιτικού προσωπικού. Γνωρίζετε φυσικά ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολλές υποθέσεις που διερευνώνται από τους κρατικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, από την εξεταστική επιτροπή της Βουλής για την Υγεία, αλλά και πολλές άλλες υποθέσεις που διερευνώνται από τη Δικαιοσύνη.
Από τη δική μας πλευρά είμαστε υποχρεωμένοι και έχουμε δεσμευτεί να μην συγκαλύψουμε τίποτα, να μην υποθάλψουμε, να μην υποχωρήσουμε απέναντι στις δυνάμεις εκείνες που υπονόμευσαν το δημόσιο συμφέρον, που κατασπατάλησαν δημόσιο χρήμα, που δωροδόκησαν και δωροδοκήθηκαν και ξέπλυναν μαύρο χρήμα. Είτε πρόκειται για την υπόθεση της Siemens που ακόμα ταλανίζει την πολιτική ζωή, είτε για άλλες υποθέσεις πιο πρόσφατες, όπως η υπόθεση Novartis, τα εξοπλιστικά με την υπόθεση του πρώην υπουργού του κ. Παπαντωνίου, είτε για το μεγάλο σκάνδαλο του Ερρίκος Ντυνάν που φέρνει στην επιφάνεια όλες τις σκοτεινές πρακτικές του παλιού πολιτικού συστήματος. Είτε όμως πρόκειται και ακόμη περισσότερο εγώ θα έλεγα, για εγκληματικές ενέργειες που ξεπερνούν κάθε όριο ανοχής και μας αφήνουν όλους εμβρόντητους, όπως η άθλια υπόθεση του «Noor 1» με τους δύο τόνους ηρωίνης και τους μυστηριώδεις ταυτόχρονους θανάτους πολλών εκ των κρίσιμων μαρτύρων της υπόθεσης.
Η ελληνική κυβέρνηση, στο πλαίσιο των συνταγματικών της αρμοδιοτήτων και της δικαιοκρατίας, θα κάνει ότι περνά από το χέρι της ώστε η ελληνική Δικαιοσύνη να αφεθεί απερίσπαστη να εξετάσει όλες αυτές τις υποθέσεις και ο ελληνικός λαός να μάθει, αλλά και οι υπεύθυνοι να βρεθούν και να τιμωρηθούν.
Κυρίες και κύριοι Υπουργοί,
κατανοώ ότι η αξιολόγηση και η μακρά διαπραγμάτευση μας έχει στερήσει δυνάμεις, μας έχει ενδεχομένως, αφαιρέσει και πολύτιμο πολιτικό χρόνο. Επομένως, αυτό που θέλω να επισημάνω για άλλη μία φορά, είναι ότι μετά από αυτή την εξέλιξη που μας βάζει σε μία καινούρια εντελώς φάση, σε μία καινούρια περίοδο για τη χώρα δεν υπάρχει χρόνος για εφησυχασμό, δεν υπάρχει καιρός για ξεκούραση και αδράνεια. Έχουμε το πολιτικό και το οικονομικό μομέντουμ και πρέπει να το αξιοποιήσουμε. Πρέπει να επιταχύνουμε το κυβερνητικό έργο. Να επιταχύνουμε το νομοθετικό μας έργο. Να ανεβάσουμε ταχύτητα και όχι να κατεβάσουμε.
Από σήμερα θεωρώ ότι εκκινεί για τη χώρα και για την σημερινή κυβέρνηση που έχει στόχο να βγάλει τη χώρα από την κρίση, μία νέα περίοδος. Με έναν ορίζοντα δύο ετών διακυβέρνησης με την παρούσα εντολή και άλλων τεσσάρων ετών, με την εντολή που θα διεκδικήσουμε στο τέλος της θητείας μας από τον ελληνικό λαό, συγκρίνοντας τα πεπραγμένα μας με τα πεπραγμένα των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Πρώτος μεγάλος σταθμός πλέον η έξοδος από το πρόγραμμα και την επιτροπεία τον Αύγουστο του 2018. Με σταθερά βήματα, με αποφασιστικότητα, με συνοχή και συντονισμό, έχουμε τη δυνατότητα να οικοδομήσουμε μια χώρα διαφορετική από αυτή που παραλάβαμε. Να φτιάξουμε μια χώρα και μια κοινωνία που κάθε μέρα θα είναι και ένα βήμα πιο κοντά στο ιδανικό της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της ισότητας και της ευημερίας για τους πολλούς.
Γνωρίζω, όπως γνωρίζετε και εσείς, ότι όλο αυτό το διάστημα, δουλεύουμε διαρκώς απέναντι σε έναν πολύ αρνητικό συσχετισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο όμως και απέναντι σε ένα πρωτοφανώς αρνητικό, για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα, επικοινωνιακό περιβάλλον. Αλλά θέλω να σας θυμίσω ότι με αυτό απέναντι, ο ελληνικός λαός μας εμπιστεύτηκε και όχι μόνο μία, αλλά δύο και τρεις φορές, το πιο δύσκολο έργο στη σύγχρονη ιστορία του τόπου. Την έξοδο από την κρίση με εντιμότητα και δικαιοσύνη. Και με τις λιγότερες δυνατές πληγές στο κοινωνικό σώμα.
Σας ζητώ λοιπόν, να αγνοήσετε αυτό το επικοινωνιακό περιβάλλον και να κάνετε αυτά που πρέπει να κάνετε. Και θέλω να σας θυμίσω ότι θα πρέπει να μιλούν τα έργα και όχι τα λόγια. Και από τα έργα θα κριθούμε, αρκεί να πιστέψουμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Και θα τα καταφέρουμε.