Σχετικά με την έξοδο στις αγορές που είχαμε σήμερα, σε αγγλικούς όρους “ήταν μία ικανοποιητική έξοδος”, ενώ σε ελληνικούς ήταν “κάτι παραπάνω από αυτό που περιμέναμε”.

Βγήκαμε με ένα επιτόκιο, ένα κουπόνι, που είναι περίπου 4,375 δηλαδή  περίπου 0,3 λιγότερο από την τελευταία φορά που βγήκαμε στις αγορές. Βεβαίως, η απόδοση είναι λίγο μεγαλύτερη και στις δύο περιπτώσεις (σ.σ. και τώρα, όπου η απόδοση είναι στο 4,625 και τότε, όπου ήταν 4,95). Ωστόσο νομίζω ότι λίγο πιο σημαντικό  είναι η ποιότητα και ο αριθμός των επενδυτών που έδειξαν ενδιαφέρον για αυτή την έκδοση, που μας δείχνει ότι υπάρχουν τα πρώτα σταθερά βήματα εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία.

Φανταστείτε δηλαδή, τι θα έλεγε ένας υπουργός Οικονομικών πιο κυνικός από εμένα, εάν η διαπραγμάτευση δεν  “ήταν η απόλυτη αποτυχία”…  Γιατί από ό,τι κατάλαβα τα κόμματα της αντιπολίτευσης θεωρούν ότι η διαπραγμάτευση δεν ήταν καλή. Δεν θεώρησαν σημαντικό ότι η Moody’s μας αναβάθμισε, δεν θεώρησαν σημαντικό ότι η Standard & Poors  εκτίμησε ότι θα έχουμε θετική εξέλιξη, ούτε έλαβαν υπόψιν την απόφαση της Κομισιόν να μας βγάλει από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Νομίζω ότι διαψεύδονται.
Αυτό που έγινε σήμερα δεν είναι το τέλος, είναι μία αρχή που τη συζητήσαμε πολύ, μακριά από τους φακούς της δημοσιότητας, με υπευθυνότητα, ώστε να  βρούμε πότε είναι η κατάλληλη στιγμή να βγούμε στις αγορές. Αποφασίσαμε ότι σήμερα οι συνθήκες ήταν σωστές και βγήκαμε με αυτόν τον ικανοποιητικό τρόπο.

Από δω και πέρα εμείς είμαστε εστιασμένοι στον Αύγουστο του 2018. Ξέρουμε ότι ο ελληνικός λαός έχει υποφέρει πάρα πολύ, παραπάνω από ό,τι του αναλογεί. Νομίζω ότι αυτό δεν  το αμφισβητεί κανείς. Νομίζω επίσης ότι βάλαμε ένα πρώτο λιθαράκι με αυτή την πρώτη διαδικασία εξόδου στις αγορές. Θα υπάρξει και δεύτερη και τρίτη για να μπορέσουμε με αυτοπεποίθηση να πλησιάσουμε τον Αύγουστο του ‘18 και να βγούμε από τα μνημόνια με διαφορετικούς όρους και να μπορεί η κυβέρνησή μας να κάνει τα πράγματα  που έχει υποσχεθεί.