Στο περιθώριο της συνάντησης στη Μάλτα ( 8-9/5/2017) Ευρωπαίων Υπουργών Υγείας με εκπροσώπους της φαρμακοβιομηχανίας, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη 6 χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου ( Μάλτα, Ιταλία, Ελλάδα, Κύπρος, Ισπανία, Πορτογαλία) με θέμα τη διακρατική συνεργασία και το συντονισμό για την καλύτερη δυνατή πρόσβαση των πολιτών στα αναγκαία φάρμακα, σε προσιτές τιμές για τα Συστήματα Υγείας.
Η σύσκεψη αυτή κατέληξε σε κοινή Διακήρυξη (Διακήρυξη της Μάλτας) :
«Εμείς, οι Υπουργοί Υγείας της Κύπρου, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Μάλτας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, έχοντας επίγνωση της σημασίας της εγγυημένης πρόσβασης των ασθενών σε νέα καινοτόμα φάρμακα και θεραπείες, με ταυτόχρονα διασφάλιση της βιωσιμότητας των συστημάτων υγείας μας,
Συμφωνήσαμε να συνεργαστούμε με πλήρη εμπιστοσύνη, πίστη, αλληλεγγύη και διαφάνεια για καλύτερη πρόσβαση στα φάρμακα
Εκφράσαμε μια σαφή πολιτική βούληση για τη σύσταση μιας Τεχνικής Επιτροπής προς διερεύνηση πιθανών τρόπων εθελοντικής συνεργασίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται ενδεικτικά τα εξής : διάχυση πληροφοριών, αναγνώριση καλών πρακτικών, ανίχνευση οριζόντων ( horizon scanning) για καινοτόμα φάρμακα και θεραπείες, διερεύνηση πιθανών μηχανισμών για διαπραγματεύσεις τιμών και κοινές προμήθειες.
Η εν λόγω συνεργασία είναι ανοιχτή στα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ».
Στην εισήγηση του στο στρογγυλό τραπέζι των Υπουργών Υγείας με εκπροσώπους της φαρμακοβιομηχανίας, ο Υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός τόνισε :
«Είναι κοινός τόπος η προσέγγιση του φαρμάκου ως μείζονος σημασίας κοινωνικού αγαθού και η εκτίμηση για την αδυναμία της ελεύθερης αγοράς να λειτουργήσει με όρους ευρύτερου κοινωνικού συμφέροντος και προστασίας της Δημόσιας Υγείας. Η φαρμακοβιομηχανία παράγει καινοτόμα φάρμακα που μπορούν να συμβάλλουν στην ανακούφιση των ασθενών και να επηρεάσουν την πρόγνωση ή ακόμα και να θεραπεύσουν σοβαρά και απειλητικά νοσήματα, αλλά η πρόσβαση των ανθρώπων σε αυτά – ακόμα και σε αναπτυγμένες χώρες – δεν είναι αυτονόητη ούτε δεδομένη. Το σημερινό νομικό καθεστώς προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων, οι προσπάθειες παράτασης της περιόδου προστασίας της πατέντας, η τάση «ορφανοποίησης» αρκετών φαρμάκων, είναι σε ανισορροπία με την προσβασιμότητα και την προσιτή τιμή των φαρμάκων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα νέα αποτελεσματικά φάρμακα για την χρόνια ηπατίτιδα C, τα οποία αντί να δημιουργούν «ευφορία» στην επιστημονική κοινότητα και στις κυβερνήσεις, προκαλούν «πονοκέφαλο» επειδή έχουν απαγορευτική τιμή για να καλυφθούν όλοι οι ασθενείς που έχουν θεραπευτική ένδειξη.
Για την Ελληνική κυβέρνηση, η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα είναι η καθολική και ισότιμη κάλυψη των τεκμηριωμένων φαρμακευτικών αναγκών του πληθυσμού, με ταυτόχρονη προστασία των οικονομικά αδύναμων πολιτών από δυσβάστακτες επιβαρύνσεις.
Αυτός ο πολιτικός στόχος μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με μια συνολική δέσμη αλλαγών στην πολιτική φαρμάκου :
- Αξιολόγηση φαρμακευτικής καινοτομίας ( αυτές τις μέρες ψηφίζεται νόμος που ενσωματώνει για 1η φορά κριτήρια ΗΤΑ στη λίστα αποζημιούμενων φαρμάκων ).
- Αναβάθμιση και υποχρεωτικότητα των θεραπευτικών πρωτοκόλλων στο σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης.
- Αποτελεσματικός μηχανισμός διαπραγμάτευσης προσιτών τιμών αποζημίωσης για τα νέα ακριβά φάρμακα ( επίσης για 1η φορά θωρακίζεται θεσμικά η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης του ΕΟΠΥΥ).
- Δημοσιοποίηση των σχέσεων φαρμακευτικών εταιρειών με γιατρούς και Επιστημονικές Εταιρείες – διαφάνεια και έλεγχος των ιατρικών συνεδρίων.
Μόνο έτσι μπορεί να αντιμετωπιστεί δραστικά η προκλητή ζήτηση, η σπατάλη και η διαφθορά στο χώρο του φαρμάκου, η οποία μετά το “σκάνδαλο Novartis” έχει βρεθεί στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης στην Ελλάδα και έχει δημιουργηθεί ειδική κοινοβουλευτική Επιτροπή για να εξετάσει τις ευθύνες για το διαχρονικό party στο χώρο της υγείας.
Γνωρίζουμε όμως ότι αυτά τα διαρθρωτικά μέτρα δεν φτάνουν. Το στοίχημα της πρόσβασης των πολιτών στα αναγκαία φάρμακα και της βιωσιμότητας των Συστημάτων Υγείας δεν μπορεί να κερδηθεί χωρίς ευρύτερες αλλαγές στο ευρωπαϊκό- και ίσως στο παγκόσμιο – πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της φαρμακοβιομηχανίας και τη σχέση με τα κράτη. Όπως επισημάνθηκε και στα πολιτικά θαρραλέα συμπεράσματα του Συμβουλίου Υπουργών Υγείας στο Άμστερνταμ ( 17-6-2016), το σημερινό σύστημα δεν είναι βιώσιμο. Το κόστος των φαρμάκων διαρκώς αυξάνεται, τα μεμονωμένα κράτη αδυνατούν να το καλύψουν, οι πολίτες δυσκολεύονται να έχουν πρόσβαση σε νέες αποτελεσματικές θεραπείες. Δεν είναι απλά θέμα αξιολόγησης, διαπραγμάτευσης τιμών, ειδικών συμφωνιών εισόδου. Πρέπει να ξανασυζητήσουμε με θάρρος τα κρίσιμα θέματα των κλινικών μελετών, των προτεραιοτήτων της έρευνας, της περιόδου προστασίας της πατέντας, της δυνατότητας διακρατικών συνεργασιών για τη διαπραγμάτευση «δίκαιων» τιμών αποζημίωσης στα ΦΥΚ( φάρμακα υψηλού κόστους).
Θεωρούμε ότι η προτεραιότητα στην καθολική και ισότιμη πρόσβαση στο φάρμακο και η έμφαση στη Δημόσια Υγεία είναι αδιαπραγμάτευτη. Αυτό όμως προϋποθέτει αλλαγή πλαισίου. Χρειαζόμαστε περισσότερη διαφάνεια στην έρευνα και τα κόστη της, αύξηση της προσβασιμότητας στα ερευνητικά δεδομένα, διαφανές και αξιόπιστο σύστημα τιμολόγησης και αποζημίωσης, θεσμικό διάλογο ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ και τη φαρμακοβιομηχανία, τις Ενώσεις Ασθενών και τα Δημόσια Πανεπιστήμια-Ερευνητικά Κέντρα, υποχώρηση των εμπορικών δικαιωμάτων-συμπεριλαμβανομένης και της πατέντας- προς όφελος του δικαιώματος πρόσβασης των πολιτών σε ποιοτικές και ασφαλείς θεραπείες.
Οι πολιτικές αποφάσεις δεν μπορούν να ικανοποιούν όλους. Η φαρμακοβιομηχανία πρέπει να καταλάβει ότι ο δρόμος του περιορισμού των κερδών της και της διαπραγμάτευσης κοινωνικά αποδεκτών τιμών αποζημίωσης σε εθνικό και διακρατικό επίπεδο, είναι δρόμος χωρίς επιστροφή. Είναι μονόδρομος η περιφερειακή ή διευρωπαϊκή συνεργασία και η συντονισμένη προσπάθεια για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος των μεμονωμένων κρατών-μελών απέναντι στη φαρμακοβιομηχανία και τα ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα».
Η εξάλειψη των ανισοτήτων στην Υγεία και στο φάρμακο, είναι όρος συνοχής και επιβίωσης των σύγχρονων κοινωνιών, αλλά και όρος συνοχής και επιβίωσης μιας Κοινωνικής, Αλληλέγγυας και Δημοκρατικής Ευρώπης.